Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Τα χάπια του θανάτου

Ελένη Μπέλλου


Ήταν η πρώτη φορά που μια ολόκληρη πολιτεία των ΗΠΑ μήνυσε μια φαρμακευτική εταιρεία, επειδή κατέστρεψε τη ζωή χιλιάδων πολιτών της και η απόφαση ήταν... κόλαφος!

Ο λόγος για την Οκλαχόμα των ΗΠΑ η οποία κινήθηκε δικαστικά εναντίον της Johnson & Johnson, όχι μόνο επειδή κυκλοφόρησε στην αγορά «τα χάπια του θανάτου», αλλά επιπλέον γιατί εν γνώση της ενορχήστρωσε μια τεράστια εκστρατεία για να παραπλανήσει γιατρούς και ασθενείς για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα παυσίπονων, που είχαν βάση τα οπιοειδή.

Μια εθνική τραγωδία


Δεν πρόκειται για μία καινούρια ιστορία καθώς στα αμερικανικά δικαστήρια εκκρεμούν τουλάχιστον 2.000 μηνύσεις κατά φαρμακευτικών εταιρειών, οι οποίες, μάλιστα, έχουν πληρώσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε εξωδικαστικούς συμβιβασμούς, προκειμένου να κρύψουν κάτω από το τραπέζι το τεράστιο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκονται: Το ότι έκαναν δηλαδή τους Αμερικάνους ναρκομανείς και μάλιστα... με συνταγή γιατρού!

Ο εθισμός στα συνταγογραφούμενα οπιοειδή παυσίπονα, αποτελεί μία ακόμα τραγωδία της αμερικανικής κοινωνίας. Πρόκειται για μια εθνική επιδημία που πλήττει τις ΗΠΑ, εδώ και περίπου 30 χρόνια, αφήνοντας πίσω της εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς. Ακόμη και σήμερα, περισσότεροι από 130 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες από υπερβολική δόση οπιούχων ναρκωτικών. Και εξ αυτών, οι εθισμένοι στα αναλγητικά οπιούχα χάπια είναι περισσότεροι από τους εθισμένους στην ηρωίνη.

Γυναίκες, άντρες, νέοι και ηλικιωμένοι, άνθρωποι όλων των κοινωνικών τάξεων είναι εθισμένοι στα οπιούχα παυσίπονα στις ΗΠΑ. Μάλιστα η κοινή γνώμη έχει κατά καιρούς «συγκλονιστεί» από θανάτους διασήμων που σχετίζονται με τα χάπια αυτά, όπως με τον ξαφνικό τέλος του Χιθ Λέτζερ, του Πρινς και του Μάικλ Τζάκσον.

Οκλαχόμα Vs Johnson & Johnson


«Σήμερα πετύχαμε μια σημαντική νίκη για την πολιτεία της Οκλαχόμα, για το αμερικανικό έθνος και για όσους έχουν χάσει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο λόγω υπερβολικής δόσης οπιοειδών. Τα αποδεικτικά στοιχεία και οι καταθέσεις των 109 μαρτύρων έδειξαν ότι η εταιρεία δεν έλεγε μόνο ψέματα για να παραπλανήσει τους γιατρούς και τους ασθενείς, αλλά βρισκόταν σε συνεννόηση με άλλες φαρμακευτικές εταιρείες προκειμένου να επιβάλουν την πιο θανατηφόρα ανθρωπογενή επιδημία που έχουν δει ποτέ οι ΗΠΑ».

Με αυτά τα λόγια, ο γενικός εισαγγελέας της Οκλαχόμα, Μάικ Χάντερ, χαιρέτισε την καταδικαστική απόφαση κατά της φαρμακοβιομηχανίας Johnson & Johnson, που σύμφωνα με την απόφαση της Δικαιοσύνης «προκάλεσε κακόβουλα και με δόλιο τρόπο επιδημία οπιοειδών στην πολιτεία της Οκλαχόμα, συμβάλλοντας στον θάνατο 6.000 ανθρώπων μόνο από το 2000 και μετά».

Το δικαστήριο έκρινε πως η εταιρεία – κολοσσός αφενός υπεραμυνόταν της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των οπιούχων σκευασμάτων που εμπορεύεται, αν και γνώριζε πολύ καλά τις επιδράσεις τους, αλλά ίσως το χειρότερο που έκανε ήταν η εκστρατεία παραπλάνησης γιατρών και ασθενών. Στο πλαίσιο αυτό είχε φτάσει στο σημείο να στέλνει ακόμη και πλασιέ στα ιατρεία της Οκλαχόμα για να διανέμουν φυλλάδια υπέρ της χρήσης των οπιούχων προκειμένου να πείθουν τους γιατρούς να τα συνταγογραφούν και τους ασθενείς να τα λαμβάνουν, χωρίς να ανησυχούν. Διακινούσε επίσης ψευδείς πληροφορίες για τη δράση φαρμάκων της στο διαδίκτυο, παραποιώντας πληροφορίες αναφορικά με τη σύστασή τους.

Η Johnson & Johnson κατέθεσε έφεση κατά της απόφαση, ενώ εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε ότι δεν αποδέχεται τις κατηγορίες και ότι τα προϊόντα της είναι επιστημονικά ελεγμένα.

Σημειώνεται ωστόσο ότι αυτό δεν ήταν το πρώτο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκεται η εταιρεία, που μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα έχει κατηγορηθεί για άλλα τρία προϊόντα της. Πρώτα από όλα έχει κατηγορηθεί ότι το διάσημο ταλκ της περιέχει αμίαντο που προκαλεί καρκίνο, ότι το χάπι της Xarelto μπορεί να προκαλέσει εσωτερική αιμορραγία αλλά και για τους κινδύνους ενός κολπικού εμφυτεύματος που κυκλοφορεί από τη φίρμα.

Πώς ξεκίνησαν όλα


Τη δεκαετία του '90 ένα δόγμα ζωής που υποστήριζε ότι «είναι απαράδεκτο ένας ασθενής να αισθάνεται πόνο», έκανε φαρμακευτικές και γιατρούς να ψάχνουν το αντίδοτο σε κάθε πιθανό άλγος. Έτσι βρήκαν τη «λύση» στα οπιούχα, που οφείλουν την παυσίπονη ενέργειά τους στη δράση τους στο Kεντρικό Nευρικό Σύστημα και προκαλούν την ενεργοποίηση των ανασταλτικών νευρώνων του πόνου και των νευρώνων μεταβίβασης του πόνου.

Σχεδόν εννέα στα δέκα χάπια οπιούχων σκευασμάτων παρασκευάστηκαν από τις θυγατρικές τριών μόλις αμερικανικών πολυεθνικών φαρμακευτικών, των Mallinckrodt, Endo και Actavis. Ωστόσο ήταν μια πολύ μικρότερη φαρμακευτική, η Purdue Pharma, που έπαιξε τον κύριο ρόλο στην καθιέρωση της μαζικής συνταγογράφησης οπιούχων επηρεάζοντας την πρακτική και την κουλτούρα της θεραπείας του πόνου. Η Purdue Pharma ήταν ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός οπιούχων σκευασμάτων αλλά άλλαξε τα πάντα.

Από το 1996 έως το 2001, ο αμερικανικός φαρμακευτικός κολοσσός Purdue Pharma πραγματοποίησε περισσότερα από 40 πανεθνικά «συμπόσια διαχείρισης του πόνου» σε γραφικές τοποθεσίες, φιλοξενώντας χιλιάδες Αμερικανούς γιατρούς, νοσηλευτές και φαρμακοποιούς. Όπως θα αποδεικνυόταν αργότερα από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, οι επαγγελματίες του τομέα υγειονομικής περίθαλψης λάμβαναν ειδικές προσκλήσεις, έπαιρναν μέρος σε συνέδρια που διοργανώθηκαν πάνω σε διαφημιστικό υλικό σχετικά με το νέο «αστέρι» της εταιρείας, το OxyContin, και, ουσιαστικά, «προσλήφθηκαν» ως «συνήγοροι» και «διαφημιστές» της εταιρείας.

Όμως, το OxyContin επρόκειτο να καταστεί το «σημείο μηδέν» της κρίσης των οπιοειδών. Το χάπι περιλαμβάνει οξυκωδόνη, ένα ημι-συνθετικό οπιοειδές που σχετίζεται με την μορφίνη και γενικά βασίζεται σε στοιχεία της οπιούχας παπαρούνας. Αυτά τα ισχυρά παυσίπονα χρησιμοποιήθηκαν για να απαλύνουν τον πόνο από τον καρκίνο, αλλά από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, τα χάπια με βάση την οξυκωδόνη και την υδροκωδόνη μπήκαν επιθετικά στην αγορά των σκευασμάτων για χρόνιους πόνους, όπως αυτούς που αποκτώνται από χειρωνακτική δουλειά ή κάποιο τροχαίο ατύχημα.

Από το 1996 έως το 2002, η Purdue υπερδιπλασίασε τις πωλήσεις της και διένειμε κουπόνια, έτσι ώστε οι γιατροί να μπορέσουν να αφήσουν τους ασθενείς τους να δοκιμάσουν δωρεάν, επί 30 ημέρες, αυτά τα εξαιρετικά εθιστικά φάρμακα. Οι συνταγές που εκδόθηκαν για το OxyContin στις ΗΠΑ αυξήθηκαν δέκα φορές σε αυτά τα έξι χρόνια, από 670.000 ετησίως σε περισσότερα από 6 εκατομμύρια. Ένα δελτίο από την Αμερικανική Ένωση Δημόσιας Υγείας το 2009, που ενημερώνει για την αύξηση των συνταγογραφούμενων οπιοειδών, κατέληγε στο συμπέρασμα στον τίτλο του: «Η προώθηση και εμπορία του OxyContin: Εμπορικός θρίαμβος, τραγωδία για τη δημόσια Υγεία». Ωστόσο υποστήριζε ότι η Purdue είχε μειώσει τους κινδύνους εθισμού.

Στο μεταξύ τα χάπια έγιναν ανάρπαστα και από τους χρήστες οπιούχων ναρκωτικών. Ήδη από το 1999, οι τοξικοεξαρτημένοι τα έψαχναν στη μαύρη αγορά, τα εμπορεύονταν στους δρόμους και έκαναν επιθέσεις σε φαρμακεία για να τα κλέψουν.

Εκτός ελέγχου


Η φρενίτιδα με τη συνταγογράφηση ηρέμησε όταν ο αμερικανικός ιατρικός σύλλογος και το κράτος άρχισαν να συνειδητοποιούν το πρόβλημα, ωστόσο η κατάσταση τους είχε ήδη ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Το 2010 ελήφθησαν κάποια μέτρα για να καταστήσουν την κατανάλωση οπιούχων χαπιών πιο δύσκολη. Οι γιατροί υποχρεώθηκαν να συνταγογραφούν υπό αυστηρότερους όρους, ενώ δημιουργήθηκαν βάσεις συνταγογράφησης προκειμένου να ταυτοποιούνται άτομα που λάμβαναν πολυάριθμες συνταγές από διάφορους γιατρούς.

Πολλοί εθισμένοι στα χάπια στράφηκαν τότε στην ηρωίνη που ήταν πιο φθηνή και πιο εύκολο να τη βρει κανείς. Λίγα χρόνια αργότερα, η παράνομη προμήθεια φαιντανύλης, που είναι 50 φορές ισχυρότερη από την ηρωίνη, αύξησε τον αριθμό των νεκρών.

Ένα πρώτο σημαντικό βήμα έγινε με τη δικαστική διαμάχη – ορόσημο το 2007, όπου επιβλήθηκε στην Purdue Pharma πρόστιμο ύψους 635 εκατομμυρίων δολαρίων για παραπλάνηση του κοινού. Βέβαια στο μεταξύ είχε κερδίσει δισεκατομμύρια. Το κακό που είχε κάνει όμως, δεν μπορούσε να το ξεπληρώσει κανένα πρόστιμο. Μέχρι το 2002, τα συνταγογραφούμενα οπιοειδή σκότωναν 5.000 ανθρώπους ετησίως στην Αμερική και ο αριθμός τους τριπλασιάστηκε την επόμενη δεκαετία. Το 2014 έφυγαν από τη ζωή περισσότεροι από 47.000 Αμερικανοί λόγω υπερβολικής δόσης ναρκωτικών. To 2017 ο αριθμός των νεκρών ξεπέρασε τους 50.000. Βάσει στατιστικών, περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από συνταγογραφούμενα αναλγητικά παρά από τα τροχαία και τα θανατηφόρα περιστατικά με όπλα. Ο αριθμός ξεπερνά ακόμη και τα θύματα του AIDS, όταν η ασθένεια βρισκόταν σε έξαρση τη δεκαετία του ’90.

Μια παγκόσμια κρίση


Το πρόβλημα όμως δεν εντοπίζεται μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά τείνει να γίνει μια παγκόσμια κρίση. Στην άλλη πλευρά του κόσμου, η Αυστραλία φαίνεται να μην έχει πάρει το μάθημά της από τις ΗΠΑ, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη με με μια έκρηξη του φαινομένου της συνταγογράφησης οπιοδών αλλά και των θανάτων εξαιτίας τους. Οι φαρμακευτικές εταιρείες που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης για την επιθετική εμπορία οπιοειδών στην Αμερική, έχουν πια στρέψει την προσοχή τους στο εξωτερικό, και απεργάζονται μαρκετίστικα σχέδια για να προωθήσουν τα θανατηφόρα χάπια τους σε άλλες χώρες.

Όπως και με τις ΗΠΑ, έτσι και η κυβέρνηση της Αυστραλίας άργησε πολύ να ανταποκριθεί στις προειδοποιήσεις που υπήρχαν εδώ και χρόνια από ειδικούς στον τομέα της Υγείας.

Οι γιατροί, οι ερευνητές και οι Αυστραλοί, των οποίων η ζωή έχει «αλωθεί» από τα οπιοειδή, περιγράφουν μια κατάσταση που πια εκτείνεται από την μία άκρη ως την άλλη, της μακρινής ηπείρου. Το ποσοστό θνησιμότητας από τα οπιοειδή στην Αυστραλία έχει υπερδιπλασιαστεί σε λίγο περισσότερο από μια δεκαετία και οι αξιωματούχοι ανησυχούν πια ότι χωρίς μια επείγουσα κι αποτελεσματική δράση, η Αυστραλία γρήγορα θα ακολουθήσει τα χνάρια των ΗΠΑ.

Από το 2000, η Αυστραλία άρχισε να εγκρίνει και να επιδοτεί ορισμένα οπιοειδή για χρήση από καρκινοπαθείς που υπέφεραν από χρόνιους πόνους. Έκτοτε η χρήση τους εκτινάχθηκε. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία, της γιατρού Jennifer Stevens στο Associated Press, η οποία εργάζεται στο  St. Vincent’s Hospital στο Σίδνεϊ. Πριν από μερικά χρόνια, ένας φαρμακοποιός στο νοσοκομείο της είπε ότι έπρεπε να προσλάβει ένα επιπλέον άτομο, μόνο και μόνο για να επεξεργάζεται τις συνταγές του φαρμάκου Endone, ενός χαπιού οξυκωδόνης. Η Stevens ανακάλυψε τότε ότι οι συνταγές του Endone στο νοσοκομείο, είχαν αυξηθεί κατά 500% μέσα σε 8 χρόνια, χωρίς να έχουν στο μεταξύ μειωθεί τα άλλα οπιοειδή. Με μια περαιτέρω μελέτη ανακάλυψε ότι το 10% των ασθενών στους οποίους δόθηκαν οπιούχα χάπια μετά από κάποια χειρουργική επέμβαση, συνέχιζαν τη χρήση τους 3 μήνες μετά, παρότι τα συγκεκριμένα φάρμακα συνιστώνται μόνο για βραχυπρόθεσμη χρήση.

Ομοίως με τις ΗΠΑ, όπως αυξήθηκαν οι συνταγογραφήσεις οπιοειδών, έτσι αυξήθηκαν και οι θάνατοι από υπερβολική δόση. Οι θάνατοι που σχετίζονται με τα οπιοειδή από 439 που ήταν το 2006, αυξήθηκαν σε 1.119 το 2016, σύμφωνα με το αυστραλιανό Ινστιτούτο Υγείας και Πρόνοιας. Οι περισσότεροι από αυτούς τους θανάτους σχετίζονταν με συνταγογραφούμενα παυσίπονα παρά με παράνομα ναρκωτικά και σε αυτή την περίπτωση.

Και αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που πρόκειται να συμβεί στην Ινδία! Την ίδια στιγμή που η ινδική κυβέρνηση χαλαρώνει τους νόμους περί συνταγογραφούμενων οπιοειδών - μετά από δεκαετίες σκληρής άσκησης πίεσης από ενδιαφερόμενα λόμπι - το αχανές σε μέγεθος σύστημα Υγείας της χώρας, στο οποίο είναι και δύσκολο να υπάρξει επίβλεψη, παρουσιάζει μια εντυπωσιακή ευκαιρία για την αναπτυσσόμενη βιομηχανία πόνου και τις πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες που αναζητούν νέες αγορές.

Η βιομηχανία πόνου της Ινδίας είναι ταξικά στρωματοποιημένη. Οι πλούσιοι απευθύνονται σε υπερπολυτελείς κλινικές πόνου που τους προσφέρουν τα πλέον ακριβά οπιούχα, η εργατική τάξη στρέφεται στους γιατρούς της γειτονιάς της για μια πολυπόθητη συνταγή και οι κατώτερες κάστες, ειδικά εκείνοι που ζουν στις τεράστιες παραγκουπόλεις, ψάχνουν ανακούφιση στα μη πιστοποιημένα φαρμακεία διαφόρων «αλχημιστών». Τα φάρμακα κατά του πόνου είναι άμεσα διαθέσιμα παντού και οι φαρμακευτικές μπορούν να προμηθεύσουν με αυτά τους πάντες, ανάλογα με το πορτοφόλι τους.

Ο δρόμος για να φτάσουν στους ασθενείς είναι πεπατημένος, σύμφωνα με ρεπορτάζ του βρετανικού Guardian. Οι φαρμακευτικές εταιρείες συνήθως δίνουν στους τοπικούς εκπροσώπους πωλήσεων των σκευασμάτων, «φακελάκια», ώστε εκείνοι να προσφέρουν στους γιατρούς μετρητά ή δώρα – όπως iPads, αυτοκίνητα, ταξίδια σε συνέδρια - για να συνταγογραφήσουν το φάρμακο που θέλουν. Όσοι γιατροί είναι... «πρόθυμοι» να συνεργαστούν, «ανταμείβονται» με δωρεάν προϊόντα για να τα δοκιμάσουν στους ασθενείς τους. Άλλοι, που είναι «ακόμη πιο πρόθυμοι» χρηματίζονται ακόμη και για διοργανώσουν επιστημονικές ημερίδες ή να κάνουν ιατρικές δημοσιεύσεις για χάρη των οπιούχων που πωλούν οι μεγάλες φαρμακευτικές.

Η μάχη κατά των χαπιών του θανάτου, θυμίζει τη μάχη του Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ. Όμως, κάθε μάχη μπορεί να κερδηθεί...

Πηγή: tvxs.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου