Σπύρος Μανουσέλης
Με αφορμή το τελευταίο βιβλίο του, ένα ενδιαφέρον δοκίμιο για τα ανθρωπογενή αίτια της τρέχουσας πλανητικής κρίσης, ο Φίλιππος Δρακονταειδής παρουσιάζει στην «Εφ.Συν.» την ιδιαιτέρως ανησυχαστική υποψία ότι στην πρόσφατη ανθρώπινη ιστορία επικρατεί ένας τρόπος σκέψης και άρα δράσης που, αντίθετα με το παρελθόν, δεν στηρίζεται σε κάποιο κοινά αποδεκτό «Πλαίσιο», ικανό να δικαιολογεί και να νομιμοποιεί τις ατομικές και συλλογικές επιλογές μας.
Μήπως η «Ανθρωπόκαινος απορρύθμιση», που παρουσιάσαμε στα δύο τελευταία άρθρα μας, είναι η συνέπεια της ατομικής και κοινωνικής επιλογής των σημερινών ανθρώπων να ζουν εκτός Πλαισίου; Και πρόκειται όντως για συνειδητή «επιλογή»;
Για να διερευνήσουμε αυτά τα ερωτήματα δεν ζητήσαμε τη βοήθεια ενός διακεκριμένου ειδικού επιστήμονα, αλλά ενός ανθρώπου των γραμμάτων, του γνωστού συγγραφέα και διανοούμενου Φ. Δρακονταειδή, ο οποίος πολύ πρόθυμα δέχτηκε να μας διευκρινίσει μερικές «δύσπεπτες» ιδέες που ενδέχεται να ενοχλήσουν τους αναγνώστες του «Εκτός Πλαισίου», του μικρού σε έκταση αλλά πολύ πυκνού σε ιδέες βιβλίου του.
● Γιατί νιώσατε ως αδήριτη ανάγκη να διερευνήσετε και να γράψετε για την τρέχουσα «Ανθρωπόκαινο εποχή» και για την πλανητική-ανθρωπιστική κρίση που αυτή συνεπάγεται;
Ο Πολ Κρούτζεν (1933), βραβείο Νόμπελ Χημείας (1995), πρότεινε το 2000 σε επιστημονικό συνέδριο τον όρο «Ανθρωπόκαινος εποχή» υποστηρίζοντας πως η ανθρώπινη κυριαρχία επί της Γης είναι πια γεγονός πλανητικού χαρακτήρα και συνδέεται άρρηκτα με την απορρύθμιση και κατάρρευση του ιστορικού πλαισίου οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών συντεταγμένων. Ο χρόνος που απαιτήθηκε για να φτάσει και να καταλήξει ο άνθρωπος σε αυτό το στάδιο είναι ελάχιστος σε σχέση με το πρόσφατο εξελικτικό παρελθόν του και εκτιμάται σε περίπου ένδεκα χιλιάδες χρόνια.
Αν, όμως, απαιτήθηκε τουλάχιστον μία χιλιετία για την ολοκλήρωση της αγροτικής επανάστασης, χρειάστηκαν μόνο τρεις, περίπου, αιώνες για να περάσει η ανθρωπότητα από τη βιομηχανική επανάσταση και τη μαζική γραμμική παραγωγή στην πιο πρόσφατη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας. Ενώ οι τρεις προηγούμενες επαναστάσεις είχαν αρχικά τοπικό και μόνο κατά την ακμή τους ευρύτερο γεωγραφικό χαρακτήρα, η τελευταία είναι, αντίθετα, εξαρχής «παγκοσμιοποιημένη», δηλαδή ολοκληρωτικά κυρίαρχη του υλικού και άυλου κόσμου και, κατά συνέπεια, απολύτως εξουσιαστική.
Η παρουσία και η εξέλιξη της τελευταίας επανάστασης, όπως συμβαίνει με ό,τι λέγεται «επανάσταση», συνοδεύονται από βαθύτατες κρίσεις, οι οποίες, λόγω της πλανητικής της διάστασης, εμφανίζονται παντού, σε πραγματικό χρόνο, αφού διαθέτει τα τεχνικά μέσα και τα τεχνολογικά δίκτυα μεταφοράς λόγου και εικόνας που επιβάλλουν την καθολική εξουσία της. Η οποία οικοδομεί και επιβάλλει το εντελώς νέο πλαίσιο λειτουργίας της σε αντιδιαστολή με το μακρύ παρελθόν της, σπέρματα του οποίου συντηρεί για να καθησυχάζει τους χρήστες και να μην ενοχλείται.
Τίθεται βεβαίως το ερώτημα πώς αντιλαμβάνεται και πώς διαχειρίζεται αυτήν τη χειμαρρώδη ροή τεχνολογικών εξελίξεων ο λόγος της γραφής και της νόησης. Οι κατηγορίες σε βάρος των σκοπίμως εμφανιζόμενων και προκαλούμενων κρίσεων του «συστήματος», το οποίο ευδοκιμεί επενδύοντας στρατηγικά σε διαρκείς οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ελεγκτικές παρεμβάσεις, είναι θόρυβοι και όχι ουσία. Επιχειρήματα πολιτικών δογμάτων, φιλοσοφικών διαφωτισμών, κοινωνικών οραμάτων, συλλογικών και ατομικών δικαιωμάτων της «προ-Ανθρωποκαίνου εποχής», είναι μια γλώσσα ακατανόητη και περιφρονημένη για την πλανητική εξουσία, η οποία οργανώνει και εκμεταλλεύεται την ομοιογένεια της εκφοράς και απλούστευσης του λόγου, ελαχιστοποιώντας την ανάγκη σκέψης μέσω εύληπτων, βασανιστικά επαναλαμβανόμενων και πρόσκαιρα ανακουφιστικών μηνυμάτων.
Σε αυτό το αδιαφανές περιβάλλον, ο ανθρώπινος λόγος οφείλει να κατανοεί και να αναλύει τον λόγο της εξουσίας και να τον χρησιμοποιεί στην επιχειρηματολογία του. Όπως εύστοχα επιχειρηματολογεί ο εξελικτικός βιολόγος Robert Trivers στο πόνημά του «H Μωρία των Ανοήτων» (εκδ. Κάτοπτρο, 2016), όταν ο λόγος της γραφής είναι αναίσθητος, είναι ικανός να εξαπατά τους κυρίαρχους θηρευτές και να ωφελεί την επιβίωση.
● Γιατί, όμως, για να συνοψίσετε αυτήν την καινοφανή πλανητική απορρύθμιση (οικολογική και πανανθρώπινη) επιλέξατε το «Εκτός Πλαισίου» ως τίτλο για το τελευταίο δοκίμιό σας; Τι ακριβώς σημαίνει για ένα νοήμον είδος, όπως η ανθρωπότητα, το να ζει, να σκέπτεται και άρα το να υπάρχει εκτός Πλαισίου;
Είμαι της γνώμης, ανατρέχοντας σε στοχαστές και προσωπικότητες των Γραμμάτων, της Τέχνης, της Επιστήμης και της Πολιτικής των τριών τελευταίων αιώνων ως τις μέρες μας, πως όλες οι εξελίξεις –βιολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές– λειτούργησαν αδιαλείπτως εντός ενός σταθερού πλαισίου. Αυτό το πλαίσιο διαμόρφωνε τις εκάστοτε ιστορικές εκδοχές της ισόρροπης σχέσης του ανθρώπου με τους άλλους ανθρώπους όσο και με το πλανητικό σύστημα, στον βαθμό που αυτή η σχέση εξασφαλίζει την επιβίωση του είδους, επηρεάζοντας και επηρεαζόμενη από φυσικά γεγονότα και ανθρώπινες αποφάσεις.
Εκτιμώ ότι αυτό το «Πλαίσιο» αποτελεί οντολογικά το παιχνίδι του «παίζοντος ανθρώπου» (homo ludens, κατά τον Γιόχαν Χουιζίνγκα) με απαράβατη, ωστόσο, προϋπόθεση τον ακριβή ορισμό του παιχνιδιού από λογικής, βιολογικής και αισθητικής απόψεως. Σκεφτείτε πως αυτό το παιχνίδι επαναλαμβάνεται με τους ίδιους ή με διαφορετικούς κανόνες, με ζαβολιές, με τους ίδιους ή άλλους συμπαίκτες, κατά μόνας, με φίλους ή εχθρούς, αρχηγούς, κριτές, διακόπτεται για να συνεχιστεί αργότερα, καταλήγει σε συμπλοκές, αλλά και σε αγκαλιές, καθορίζει νίκες και ήττες.
Με άλλα λόγια, το «Πλαίσιο» είναι μια σαφής δομή από κανονιστικά όρια, τα οποία μπορούν να μεταβάλλονται ή και να ανατρέπονται χρονικά και λειτουργικά από τη ροή των πραγμάτων, από πραγματικές και –πολύ πιο έντονα– φαντασιακές αιτίες και αφορμές, από δόγματα και παράλληλες λογικές, από δυνάμεις και υποταγές. Τα όρια αυτά μπορούν να είναι υπερβατικά ή εκκοσμικευμένα, μικρής ή μεγάλης αντοχής, επιβεβλημένα κατά συνθήκη, κατά τύχη και κατ’ ανάγκη, το εξωτερικό όμως σύνορο, το Πλαίσιο, «απέχει», όπως αναλύει ο Μισέλ ντε Μονταίνι (Michel de Montaigne) στα «Δοκίμιά» του, δηλαδή δεν συμμετέχει, διατρέφει τα όρια ως διαρκές βάσανο του βίου για προσδιορισμούς του ανθρώπινου κόσμου, του κόσμου της Γης και του κόσμου του Σύμπαντος.
Σε αυτό το ιστορικό παιχνίδι, μυθολογίες, θεογονίες, έπη, θρησκευτικές διαθήκες και γραφές κάνουν λόγο για θεομηνίες, κατακλυσμούς και κλιματικές αλλαγές, που, όπως αποδεικνύει η αρχαιολογία, εκδηλώνονταν σωρευτικά με σεισμούς, με μεγάλες για εκείνα τα χρόνια ανθρώπινες μετακινήσεις, πολιτικές αναταραχές, αλλά και άγνωστους προς το παρόν παράγοντες, όπως οι επελάσεις «Ανθρώπων της Θάλασσας», που ολοκλήρωσαν την κατάρρευση του Πολιτισμού της Εποχής του Χαλκού (βλ. Eric H. Cline «1177 π.Χ. Όταν κατέρρευσε ο Πολιτισμός», εκδ. Ψυχογιός, 2018). Έτσι, που μεσολάβησαν επτά αιώνες σιωπής ώσπου να εμφανιστεί η Εποχή του Σιδήρου.
Αυτό σημαίνει πως το «Πλαίσιο» είναι χώρος ευαίσθητης διακινδύνευσης μέχρι καταστροφής. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε, κατά το παρελθόν, κατάρρευση πλανητικού χαρακτήρα. Το ανθρώπινο είδος κατά τη μακρά περίοδο χιλιετιών, όσο και αν αντιλαμβανόταν ότι ο κόσμος του κατέρρεε, δεν δρούσε ως πλανητική δύναμη, όπως εύστοχα επισημαίνεται στο προηγούμενο άρθρο σας.
Τι σημαίνει, λοιπόν, το να ζει ένα νοήμον είδος, το να υπάρχει και να σκέπτεται η σημερινή ανθρωπότητα Εκτός Πλαισίου; Σημαίνει ότι η τύχη και η ανάγκη αποφασίζουν για το παρόν και το μέλλον του, πως η ζωή του δεν έχει ούτε ηθική, ούτε ανθρωπισμό. Ο Πολιτισμός οφείλει να έχει και τα δύο. Και αυτή η αυτοεξαπάτηση είναι το μειονέκτημα του σύγχρονου ανθρώπου ενώπιον της Ζωής, η οποία ποσώς ενδιαφέρεται για την απανθρωποποίησή μας. Θέλω να πω πως το «Εκτός Πλαισίου» είναι ζωή, όχι όμως βίος.
● Το αγωνιώδες, αλλά κάπως παλαιομοδίτικο ερώτημα που τίθεται σήμερα επιτακτικά είναι: Και τώρα, τι κάνουμε; Διαθέτουμε ακόμη, ως ανθρωπότητα, το απαραίτητο για την επιβίωσή μας «ηθικοπολιτικό Πλαίσιο», δηλαδή έναν ιστορικά δοκιμασμένο και κοινά αποδεκτό ηθικό ή κοινωνικοπολιτικό κώδικα, που θα μας επέτρεπε να αντισταθούμε ή, τουλάχιστον, να αμφισβητήσουμε την αήθη, αλλά παντοιοτρόπως συντελούμενη, απανθρωποποίησή μας;
Το ερώτημα «τι κάνουμε;» είναι ερώτημα εντός Πλαισίου, που αποδέχεται σιωπηλά ως προϋπόθεση ότι μπορούμε όντως «να κάνουμε κάτι». Έχω τη γνώμη πως για τα σημερινά και προβλεπόμενα πράγματα, για το παρόν και μέλλον status, ισχύει η φράση του Καρλ Σμιτ, με την οποία αρχίζει η πραγματεία του «Πολιτική Θεολογία»: «Κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει σε κατάσταση εξαίρεσης», δηλαδή εκείνος που επιβάλλει έναν κανόνα όπου η εξαίρεση καθίσταται πάγια κατάσταση, προσδιορίζοντας έτσι τη φυσιογνωμία και τις δομές της κυριαρχίας του· στα χρόνια μας η κυριαρχία είναι οικονομική με τσιράκι την Πολιτική.
Σπεύδω να σημειώσω ότι, με αυτήν την προσέγγιση, η παρουσία της εξαίρεσης ισχυροποιεί το εκτός Πλαισίου, που εκδηλώνεται «ηθικοπολιτικά» από τον κυρίαρχο και ερήμην του κοινού κοινωνικοπολιτικού κώδικα των ανθρώπων. Απλοποιώντας σε κάποιο βαθμό αυτήν τη σκέψη, η γραμμή που χαράζεται πλανητικά, δηλαδή για όλη την ανθρωπότητα, είναι ιστορικά δοκιμασμένη ως η «τελική λύση», η οποία έχει ιστορικά αποδείξει ότι μπορεί να διαχειρίζεται την ευρεία κοινωνική αποσύνθεση, τη συστηματική προβολή και αποδοχή της απανθρωποποίησης.
«Τι κάνουμε» λοιπόν για να αντισταθούμε ή, τουλάχιστον, να αμφισβητήσουμε αυτήν την κυριαρχία; Όσο βρισκόμαστε εντός Πλαισίου, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι οι μειονότητες αντιστέκονται, αμφισβητούν, επαναστατούν, ευαγγελίζονται και κομίζουν αλλαγές. Ποια αντίσταση και ποια αμφισβήτηση, όμως, έχει πιθανότητα να καρποφορήσει όταν ένας έκαστος, κάθε ατομικότητα, προσφέρεται «αυτοβούλως» στο κυρίαρχο πρότυπο εξουσίας, απολαμβάνοντας μάλιστα τις αυταπάτες της!
Απαιτείται χρόνος για την αναγνώριση, την ωρίμανση και την επιτυχία της αντίστασης, παρ’ όλο που οι επιταχύνσεις των εξελίξεων δεν προσφέρουν ευχέρεια συνολικής κατανόησης ή αντίθεσης, αλλά μόνο σπασμωδικές κινήσεις και αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις. Με άλλα λόγια, το επείγον της κατάστασης αντιμετωπίζεται από τον κυρίαρχο όχι με βία, αλλά με καθυστερήσεις μέχρις εξαντλήσεως των αντιρρήσεων. Λαβαίνω το θάρρος να σχολιάσω αρνητικά το περίεργο γεγονός ότι οι αμφισβητήσεις, εντός των «ευνομούμενων δημοκρατικών» κοινωνιών, εκδηλώνονται χωρίς διακινδύνευση απώλειας ή περιορισμού των κεκτημένων, των δοτών απολαύσεων, της καταναλωτικής ευφορίας, ενώ σε αυτές τις ίδιες κοινωνίες συντελείται η πλήρης απαξίωση της δυνατότητας βίου ευρύτερων στρωμάτων.
Ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, διδάκτωρ Ανθρωπιστικών Επιστημών (Πανεπιστήμιο Μονπελιέ - Γαλλία), είναι πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Στα δοκίμιά του μελετά τη διασύνδεση και τους συσχετισμούς των σύγχρονων πολιτικών, οικονομικών, πολιτιστικών και τεχνολογικών εξελίξεων.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, ότι στο δοκίμιό του έδωσε τον τίτλο «Φεβρουάριος Αιών», θέλοντας να τονίσει ότι ο 20ός αιώνας υπήρξε ο «κουτσός» αιώνας, όπου αναπτύχθηκε γρήγορα και συστηματικά η πολιτική του τρόμου. Η έντυπη λογοτεχνία είχε, από την Αναγέννηση ώς τις μέρες μας, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ενώ, στο δοκίμιο «Παραμύθι της λογοτεχνίας» (Πατάκης, 1997) διερευνά το πώς η στροφή των κοινωνιών στην κατανάλωση μετέτρεψε το λογοτεχνικό έργο σε εφήμερο κατασκεύασμα. Εξετάζοντας μάλιστα αυτή την εξέλιξη, προχωρά στη διάκριση μεταξύ «γράφειν» και «συγγράφειν», υποστηρίζοντας πως το «γράφειν» έχει πια τον πρώτο λόγο, οπότε το «συγγράφειν» τίθεται στο περιθώριο.
Αναγνωρίζοντας ότι η τεχνολογία επιβάλλει μια νέα αντίληψη της ζωής και της ιστορίας, της ανθρώπινης μοίρας και της επιβίωσης του κόσμου, στο δοκίμιό του «Μνήμη και Μνήμη» (Πατάκης, 2000) κάνει τη σύγκριση μεταξύ ιστορικής μνήμης (με άξονα τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη) και μνήμης του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τέλος, τα σύγχρονα προβλήματα επιβάλλουν την ανάγκη της διαρκούς αναζήτησης χάρη στο ερώτημα «τι;». Πιστεύοντας πως οι απαντήσεις δεν είναι άλλο από «ζαριές», ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής αναρωτιέται, στο δοκίμιο «Λόγος ερειπίων» (εκδ. Γαβριηλίδη, 2010), τι είναι το κράτος, ο λαός, το πολίτευμα, το δίκαιο και ο πολιτισμός.
Στο τελευταίο δοκίμιό του με τίτλο «Εκτός Πλαισίου» (εκδ. Εκκρεμές, 2019), υποστηρίζει ότι ο ανθρώπινος βίος ορίζει την παρουσία και τη διάρκειά του «εντός» ενός πλαισίου παρελθόντος, της παράδοσης και της κληρονομιάς, σε μια βραδύτητα αιώνων. Η φρενήρης επιτάχυνση του ανθρώπινου χρόνου και η πλημμυρίδα δεδομένων εκ μέρους της σύγχρονης επιστήμης, τεχνολογίας, οικονομικής πρωτοκαθεδρίας, πολιτικής αδράνειας, διαμορφώνουν πια ένα πλανητικών διαστάσεων «εκτός», που εισβάλλει στο παραδοσιακό «εντός» για να το ανασκευάσει, όταν δεν το καταργεί ολοσχερώς. Η Ανθρωπόκαινος Εποχή, το Διαδίκτυο, οι τεχνοεπιστημονικές εξελίξεις είναι οι θεμελιώδεις αρθρώσεις του σημερινού μετανεωτερικού και απανθρωποποιητικού εκτός Πλαισίου.
Πηγή: efsyn.gr
Σπύρος Μανουσέλης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Με αφορμή το τελευταίο βιβλίο του, ένα ενδιαφέρον δοκίμιο για τα ανθρωπογενή αίτια της τρέχουσας πλανητικής κρίσης, ο Φίλιππος Δρακονταειδής παρουσιάζει στην «Εφ.Συν.» την ιδιαιτέρως ανησυχαστική υποψία ότι στην πρόσφατη ανθρώπινη ιστορία επικρατεί ένας τρόπος σκέψης και άρα δράσης που, αντίθετα με το παρελθόν, δεν στηρίζεται σε κάποιο κοινά αποδεκτό «Πλαίσιο», ικανό να δικαιολογεί και να νομιμοποιεί τις ατομικές και συλλογικές επιλογές μας.
Μήπως η «Ανθρωπόκαινος απορρύθμιση», που παρουσιάσαμε στα δύο τελευταία άρθρα μας, είναι η συνέπεια της ατομικής και κοινωνικής επιλογής των σημερινών ανθρώπων να ζουν εκτός Πλαισίου; Και πρόκειται όντως για συνειδητή «επιλογή»;
Για να διερευνήσουμε αυτά τα ερωτήματα δεν ζητήσαμε τη βοήθεια ενός διακεκριμένου ειδικού επιστήμονα, αλλά ενός ανθρώπου των γραμμάτων, του γνωστού συγγραφέα και διανοούμενου Φ. Δρακονταειδή, ο οποίος πολύ πρόθυμα δέχτηκε να μας διευκρινίσει μερικές «δύσπεπτες» ιδέες που ενδέχεται να ενοχλήσουν τους αναγνώστες του «Εκτός Πλαισίου», του μικρού σε έκταση αλλά πολύ πυκνού σε ιδέες βιβλίου του.
● Γιατί νιώσατε ως αδήριτη ανάγκη να διερευνήσετε και να γράψετε για την τρέχουσα «Ανθρωπόκαινο εποχή» και για την πλανητική-ανθρωπιστική κρίση που αυτή συνεπάγεται;
Ο Πολ Κρούτζεν (1933), βραβείο Νόμπελ Χημείας (1995), πρότεινε το 2000 σε επιστημονικό συνέδριο τον όρο «Ανθρωπόκαινος εποχή» υποστηρίζοντας πως η ανθρώπινη κυριαρχία επί της Γης είναι πια γεγονός πλανητικού χαρακτήρα και συνδέεται άρρηκτα με την απορρύθμιση και κατάρρευση του ιστορικού πλαισίου οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών συντεταγμένων. Ο χρόνος που απαιτήθηκε για να φτάσει και να καταλήξει ο άνθρωπος σε αυτό το στάδιο είναι ελάχιστος σε σχέση με το πρόσφατο εξελικτικό παρελθόν του και εκτιμάται σε περίπου ένδεκα χιλιάδες χρόνια.
Αν, όμως, απαιτήθηκε τουλάχιστον μία χιλιετία για την ολοκλήρωση της αγροτικής επανάστασης, χρειάστηκαν μόνο τρεις, περίπου, αιώνες για να περάσει η ανθρωπότητα από τη βιομηχανική επανάσταση και τη μαζική γραμμική παραγωγή στην πιο πρόσφατη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας. Ενώ οι τρεις προηγούμενες επαναστάσεις είχαν αρχικά τοπικό και μόνο κατά την ακμή τους ευρύτερο γεωγραφικό χαρακτήρα, η τελευταία είναι, αντίθετα, εξαρχής «παγκοσμιοποιημένη», δηλαδή ολοκληρωτικά κυρίαρχη του υλικού και άυλου κόσμου και, κατά συνέπεια, απολύτως εξουσιαστική.
Η παρουσία και η εξέλιξη της τελευταίας επανάστασης, όπως συμβαίνει με ό,τι λέγεται «επανάσταση», συνοδεύονται από βαθύτατες κρίσεις, οι οποίες, λόγω της πλανητικής της διάστασης, εμφανίζονται παντού, σε πραγματικό χρόνο, αφού διαθέτει τα τεχνικά μέσα και τα τεχνολογικά δίκτυα μεταφοράς λόγου και εικόνας που επιβάλλουν την καθολική εξουσία της. Η οποία οικοδομεί και επιβάλλει το εντελώς νέο πλαίσιο λειτουργίας της σε αντιδιαστολή με το μακρύ παρελθόν της, σπέρματα του οποίου συντηρεί για να καθησυχάζει τους χρήστες και να μην ενοχλείται.
Τίθεται βεβαίως το ερώτημα πώς αντιλαμβάνεται και πώς διαχειρίζεται αυτήν τη χειμαρρώδη ροή τεχνολογικών εξελίξεων ο λόγος της γραφής και της νόησης. Οι κατηγορίες σε βάρος των σκοπίμως εμφανιζόμενων και προκαλούμενων κρίσεων του «συστήματος», το οποίο ευδοκιμεί επενδύοντας στρατηγικά σε διαρκείς οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ελεγκτικές παρεμβάσεις, είναι θόρυβοι και όχι ουσία. Επιχειρήματα πολιτικών δογμάτων, φιλοσοφικών διαφωτισμών, κοινωνικών οραμάτων, συλλογικών και ατομικών δικαιωμάτων της «προ-Ανθρωποκαίνου εποχής», είναι μια γλώσσα ακατανόητη και περιφρονημένη για την πλανητική εξουσία, η οποία οργανώνει και εκμεταλλεύεται την ομοιογένεια της εκφοράς και απλούστευσης του λόγου, ελαχιστοποιώντας την ανάγκη σκέψης μέσω εύληπτων, βασανιστικά επαναλαμβανόμενων και πρόσκαιρα ανακουφιστικών μηνυμάτων.
Σε αυτό το αδιαφανές περιβάλλον, ο ανθρώπινος λόγος οφείλει να κατανοεί και να αναλύει τον λόγο της εξουσίας και να τον χρησιμοποιεί στην επιχειρηματολογία του. Όπως εύστοχα επιχειρηματολογεί ο εξελικτικός βιολόγος Robert Trivers στο πόνημά του «H Μωρία των Ανοήτων» (εκδ. Κάτοπτρο, 2016), όταν ο λόγος της γραφής είναι αναίσθητος, είναι ικανός να εξαπατά τους κυρίαρχους θηρευτές και να ωφελεί την επιβίωση.
● Γιατί, όμως, για να συνοψίσετε αυτήν την καινοφανή πλανητική απορρύθμιση (οικολογική και πανανθρώπινη) επιλέξατε το «Εκτός Πλαισίου» ως τίτλο για το τελευταίο δοκίμιό σας; Τι ακριβώς σημαίνει για ένα νοήμον είδος, όπως η ανθρωπότητα, το να ζει, να σκέπτεται και άρα το να υπάρχει εκτός Πλαισίου;
Είμαι της γνώμης, ανατρέχοντας σε στοχαστές και προσωπικότητες των Γραμμάτων, της Τέχνης, της Επιστήμης και της Πολιτικής των τριών τελευταίων αιώνων ως τις μέρες μας, πως όλες οι εξελίξεις –βιολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές– λειτούργησαν αδιαλείπτως εντός ενός σταθερού πλαισίου. Αυτό το πλαίσιο διαμόρφωνε τις εκάστοτε ιστορικές εκδοχές της ισόρροπης σχέσης του ανθρώπου με τους άλλους ανθρώπους όσο και με το πλανητικό σύστημα, στον βαθμό που αυτή η σχέση εξασφαλίζει την επιβίωση του είδους, επηρεάζοντας και επηρεαζόμενη από φυσικά γεγονότα και ανθρώπινες αποφάσεις.
Εκτιμώ ότι αυτό το «Πλαίσιο» αποτελεί οντολογικά το παιχνίδι του «παίζοντος ανθρώπου» (homo ludens, κατά τον Γιόχαν Χουιζίνγκα) με απαράβατη, ωστόσο, προϋπόθεση τον ακριβή ορισμό του παιχνιδιού από λογικής, βιολογικής και αισθητικής απόψεως. Σκεφτείτε πως αυτό το παιχνίδι επαναλαμβάνεται με τους ίδιους ή με διαφορετικούς κανόνες, με ζαβολιές, με τους ίδιους ή άλλους συμπαίκτες, κατά μόνας, με φίλους ή εχθρούς, αρχηγούς, κριτές, διακόπτεται για να συνεχιστεί αργότερα, καταλήγει σε συμπλοκές, αλλά και σε αγκαλιές, καθορίζει νίκες και ήττες.
Με άλλα λόγια, το «Πλαίσιο» είναι μια σαφής δομή από κανονιστικά όρια, τα οποία μπορούν να μεταβάλλονται ή και να ανατρέπονται χρονικά και λειτουργικά από τη ροή των πραγμάτων, από πραγματικές και –πολύ πιο έντονα– φαντασιακές αιτίες και αφορμές, από δόγματα και παράλληλες λογικές, από δυνάμεις και υποταγές. Τα όρια αυτά μπορούν να είναι υπερβατικά ή εκκοσμικευμένα, μικρής ή μεγάλης αντοχής, επιβεβλημένα κατά συνθήκη, κατά τύχη και κατ’ ανάγκη, το εξωτερικό όμως σύνορο, το Πλαίσιο, «απέχει», όπως αναλύει ο Μισέλ ντε Μονταίνι (Michel de Montaigne) στα «Δοκίμιά» του, δηλαδή δεν συμμετέχει, διατρέφει τα όρια ως διαρκές βάσανο του βίου για προσδιορισμούς του ανθρώπινου κόσμου, του κόσμου της Γης και του κόσμου του Σύμπαντος.
Σε αυτό το ιστορικό παιχνίδι, μυθολογίες, θεογονίες, έπη, θρησκευτικές διαθήκες και γραφές κάνουν λόγο για θεομηνίες, κατακλυσμούς και κλιματικές αλλαγές, που, όπως αποδεικνύει η αρχαιολογία, εκδηλώνονταν σωρευτικά με σεισμούς, με μεγάλες για εκείνα τα χρόνια ανθρώπινες μετακινήσεις, πολιτικές αναταραχές, αλλά και άγνωστους προς το παρόν παράγοντες, όπως οι επελάσεις «Ανθρώπων της Θάλασσας», που ολοκλήρωσαν την κατάρρευση του Πολιτισμού της Εποχής του Χαλκού (βλ. Eric H. Cline «1177 π.Χ. Όταν κατέρρευσε ο Πολιτισμός», εκδ. Ψυχογιός, 2018). Έτσι, που μεσολάβησαν επτά αιώνες σιωπής ώσπου να εμφανιστεί η Εποχή του Σιδήρου.
Αυτό σημαίνει πως το «Πλαίσιο» είναι χώρος ευαίσθητης διακινδύνευσης μέχρι καταστροφής. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε, κατά το παρελθόν, κατάρρευση πλανητικού χαρακτήρα. Το ανθρώπινο είδος κατά τη μακρά περίοδο χιλιετιών, όσο και αν αντιλαμβανόταν ότι ο κόσμος του κατέρρεε, δεν δρούσε ως πλανητική δύναμη, όπως εύστοχα επισημαίνεται στο προηγούμενο άρθρο σας.
Τι σημαίνει, λοιπόν, το να ζει ένα νοήμον είδος, το να υπάρχει και να σκέπτεται η σημερινή ανθρωπότητα Εκτός Πλαισίου; Σημαίνει ότι η τύχη και η ανάγκη αποφασίζουν για το παρόν και το μέλλον του, πως η ζωή του δεν έχει ούτε ηθική, ούτε ανθρωπισμό. Ο Πολιτισμός οφείλει να έχει και τα δύο. Και αυτή η αυτοεξαπάτηση είναι το μειονέκτημα του σύγχρονου ανθρώπου ενώπιον της Ζωής, η οποία ποσώς ενδιαφέρεται για την απανθρωποποίησή μας. Θέλω να πω πως το «Εκτός Πλαισίου» είναι ζωή, όχι όμως βίος.
● Το αγωνιώδες, αλλά κάπως παλαιομοδίτικο ερώτημα που τίθεται σήμερα επιτακτικά είναι: Και τώρα, τι κάνουμε; Διαθέτουμε ακόμη, ως ανθρωπότητα, το απαραίτητο για την επιβίωσή μας «ηθικοπολιτικό Πλαίσιο», δηλαδή έναν ιστορικά δοκιμασμένο και κοινά αποδεκτό ηθικό ή κοινωνικοπολιτικό κώδικα, που θα μας επέτρεπε να αντισταθούμε ή, τουλάχιστον, να αμφισβητήσουμε την αήθη, αλλά παντοιοτρόπως συντελούμενη, απανθρωποποίησή μας;
Το ερώτημα «τι κάνουμε;» είναι ερώτημα εντός Πλαισίου, που αποδέχεται σιωπηλά ως προϋπόθεση ότι μπορούμε όντως «να κάνουμε κάτι». Έχω τη γνώμη πως για τα σημερινά και προβλεπόμενα πράγματα, για το παρόν και μέλλον status, ισχύει η φράση του Καρλ Σμιτ, με την οποία αρχίζει η πραγματεία του «Πολιτική Θεολογία»: «Κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει σε κατάσταση εξαίρεσης», δηλαδή εκείνος που επιβάλλει έναν κανόνα όπου η εξαίρεση καθίσταται πάγια κατάσταση, προσδιορίζοντας έτσι τη φυσιογνωμία και τις δομές της κυριαρχίας του· στα χρόνια μας η κυριαρχία είναι οικονομική με τσιράκι την Πολιτική.
Σπεύδω να σημειώσω ότι, με αυτήν την προσέγγιση, η παρουσία της εξαίρεσης ισχυροποιεί το εκτός Πλαισίου, που εκδηλώνεται «ηθικοπολιτικά» από τον κυρίαρχο και ερήμην του κοινού κοινωνικοπολιτικού κώδικα των ανθρώπων. Απλοποιώντας σε κάποιο βαθμό αυτήν τη σκέψη, η γραμμή που χαράζεται πλανητικά, δηλαδή για όλη την ανθρωπότητα, είναι ιστορικά δοκιμασμένη ως η «τελική λύση», η οποία έχει ιστορικά αποδείξει ότι μπορεί να διαχειρίζεται την ευρεία κοινωνική αποσύνθεση, τη συστηματική προβολή και αποδοχή της απανθρωποποίησης.
«Τι κάνουμε» λοιπόν για να αντισταθούμε ή, τουλάχιστον, να αμφισβητήσουμε αυτήν την κυριαρχία; Όσο βρισκόμαστε εντός Πλαισίου, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι οι μειονότητες αντιστέκονται, αμφισβητούν, επαναστατούν, ευαγγελίζονται και κομίζουν αλλαγές. Ποια αντίσταση και ποια αμφισβήτηση, όμως, έχει πιθανότητα να καρποφορήσει όταν ένας έκαστος, κάθε ατομικότητα, προσφέρεται «αυτοβούλως» στο κυρίαρχο πρότυπο εξουσίας, απολαμβάνοντας μάλιστα τις αυταπάτες της!
Απαιτείται χρόνος για την αναγνώριση, την ωρίμανση και την επιτυχία της αντίστασης, παρ’ όλο που οι επιταχύνσεις των εξελίξεων δεν προσφέρουν ευχέρεια συνολικής κατανόησης ή αντίθεσης, αλλά μόνο σπασμωδικές κινήσεις και αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις. Με άλλα λόγια, το επείγον της κατάστασης αντιμετωπίζεται από τον κυρίαρχο όχι με βία, αλλά με καθυστερήσεις μέχρις εξαντλήσεως των αντιρρήσεων. Λαβαίνω το θάρρος να σχολιάσω αρνητικά το περίεργο γεγονός ότι οι αμφισβητήσεις, εντός των «ευνομούμενων δημοκρατικών» κοινωνιών, εκδηλώνονται χωρίς διακινδύνευση απώλειας ή περιορισμού των κεκτημένων, των δοτών απολαύσεων, της καταναλωτικής ευφορίας, ενώ σε αυτές τις ίδιες κοινωνίες συντελείται η πλήρης απαξίωση της δυνατότητας βίου ευρύτερων στρωμάτων.
Ποιος είναι;
Ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, διδάκτωρ Ανθρωπιστικών Επιστημών (Πανεπιστήμιο Μονπελιέ - Γαλλία), είναι πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Στα δοκίμιά του μελετά τη διασύνδεση και τους συσχετισμούς των σύγχρονων πολιτικών, οικονομικών, πολιτιστικών και τεχνολογικών εξελίξεων.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, ότι στο δοκίμιό του έδωσε τον τίτλο «Φεβρουάριος Αιών», θέλοντας να τονίσει ότι ο 20ός αιώνας υπήρξε ο «κουτσός» αιώνας, όπου αναπτύχθηκε γρήγορα και συστηματικά η πολιτική του τρόμου. Η έντυπη λογοτεχνία είχε, από την Αναγέννηση ώς τις μέρες μας, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ενώ, στο δοκίμιο «Παραμύθι της λογοτεχνίας» (Πατάκης, 1997) διερευνά το πώς η στροφή των κοινωνιών στην κατανάλωση μετέτρεψε το λογοτεχνικό έργο σε εφήμερο κατασκεύασμα. Εξετάζοντας μάλιστα αυτή την εξέλιξη, προχωρά στη διάκριση μεταξύ «γράφειν» και «συγγράφειν», υποστηρίζοντας πως το «γράφειν» έχει πια τον πρώτο λόγο, οπότε το «συγγράφειν» τίθεται στο περιθώριο.
Αναγνωρίζοντας ότι η τεχνολογία επιβάλλει μια νέα αντίληψη της ζωής και της ιστορίας, της ανθρώπινης μοίρας και της επιβίωσης του κόσμου, στο δοκίμιό του «Μνήμη και Μνήμη» (Πατάκης, 2000) κάνει τη σύγκριση μεταξύ ιστορικής μνήμης (με άξονα τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη) και μνήμης του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Τέλος, τα σύγχρονα προβλήματα επιβάλλουν την ανάγκη της διαρκούς αναζήτησης χάρη στο ερώτημα «τι;». Πιστεύοντας πως οι απαντήσεις δεν είναι άλλο από «ζαριές», ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής αναρωτιέται, στο δοκίμιο «Λόγος ερειπίων» (εκδ. Γαβριηλίδη, 2010), τι είναι το κράτος, ο λαός, το πολίτευμα, το δίκαιο και ο πολιτισμός.
Στο τελευταίο δοκίμιό του με τίτλο «Εκτός Πλαισίου» (εκδ. Εκκρεμές, 2019), υποστηρίζει ότι ο ανθρώπινος βίος ορίζει την παρουσία και τη διάρκειά του «εντός» ενός πλαισίου παρελθόντος, της παράδοσης και της κληρονομιάς, σε μια βραδύτητα αιώνων. Η φρενήρης επιτάχυνση του ανθρώπινου χρόνου και η πλημμυρίδα δεδομένων εκ μέρους της σύγχρονης επιστήμης, τεχνολογίας, οικονομικής πρωτοκαθεδρίας, πολιτικής αδράνειας, διαμορφώνουν πια ένα πλανητικών διαστάσεων «εκτός», που εισβάλλει στο παραδοσιακό «εντός» για να το ανασκευάσει, όταν δεν το καταργεί ολοσχερώς. Η Ανθρωπόκαινος Εποχή, το Διαδίκτυο, οι τεχνοεπιστημονικές εξελίξεις είναι οι θεμελιώδεις αρθρώσεις του σημερινού μετανεωτερικού και απανθρωποποιητικού εκτός Πλαισίου.
Πηγή: efsyn.gr
Σπύρος Μανουσέλης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου