Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2019

Παναγιώτης Θεοδωρόπουλος


Από τον σημερινό κουρνιαχτό για την …υπεράσπιση του δρόμου του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τα Ελληνοτουρκικά στη βάση της απόφασης του Ελσίνκι και των «λογικών φωνών» της εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στα πλαίσια ενός «συμβιβασμού», δεν θα μπορούσε να λείψει ο Κώστας Σημίτης.

Ο πρωθυπουργός που υπέγραψε συμφωνίες που αναγνωρίζουν «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο και «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, πέρα της διευθέτησης της υφαλοκρηπίδας, βγήκε από το πολιτικό «λαγούμι» του και σε μια περίοδο όξυνσης της επιθετικότητας της Άγκυρας, έσπευσε να πάρει θέση.

Με άρθρο του στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Σημίτης εξαπολύει επίθεση εναντίον του Κώστα Καραμανλή κάνοντας λόγο για «χαμένες ευκαιρίες» και επικρίνοντας τη στάση που κράτησε στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών το 2004 για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να καταλογίζει τελικά στον τότε πρωθυπουργό τη σημερινή προκλητική συμπεριφορά Ερντογάν. Η παρέμβαση Σημίτη δεν έγκειται φυσικά στην πρεμούρα του να καταγγείλει τον πολιτικό αντίπαλο του – παρότι επιχειρεί να την εμφανίσει ως τέτοια – αλλά στην καλλιέργεια λογικών «συμβιβασμού» με την Τουρκία που θα στρώσουν το έδαφος για μια προσφυγή στη Χάγη με προκαθορισμένους όμως όρους για τα κυριαρχικά συμφέροντα της χώρας, όπως εδώ και δεκαετίες απαιτούν τα ευρωατλαντικά ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Ο Σημίτης που με υπογραφές του ανήγαγε τις προκλητικές τουρκικές διεκδικήσεις σε «ελληνοτουρκικές διαφορές» (!!!) μέσω της επίθεσης του στον Κ. Καραμανλή (ο οποίος φυσικά ουδέποτε αμφισβήτησε τις ευρωατλαντικές υποδείξεις), θέλει να επαναφέρει στο προσκήνιο τις λογικές της «συνεννόησης» όπως ο ίδιος της εφάρμοσε υπηρετώντας τα συμφέροντα της ντόπιας άρχουσας τάξης και εκτελώντας τις εντολές των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ.

Το ίδιο είχε πράξει και πριν μερικούς μήνες με άρθρο του στην «Καθημερινή», όταν τότε μίλησε για «τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων» με την Τουρκία και είχε κινδυνολογήσει κάνοντας πρόβλεψη για «νέα Ίμια».

Τώρα με το άρθρο του στα «ΝΕΑ» έρχεται μετά την κινδυνολογία, να υπερασπιστεί την συμφωνία του Ελσίνκι ισχυριζόμενος ότι: «Αναπτύχθηκε μια δυναμική στις ελληνοτουρκικές σχέσεις (…) αποτέλεσμα της οποίας ήταν και οι αλλεπάλληλες διερευνητικές συνομιλίες για την αντιμετώπιση των υφισταμένων διαφορών (σ.σ η χρησιμοποίηση του πληθυντικού αριθμού περί «ελληνοτουρκικών διαφορών φυσικά δεν είναι τυχαία)». Αμέσως μετά εγκαλεί τον Καραμανλή για τη «στάση του 2004», ισχυριζόμενος ότι αποτέλεσμα της «είναι οι σημερινές απειλές και οι εκβιασμοί της Τουρκίας».

Όλα τα παραπάνω τα αναφέρει για να καταλήξει στο «ζουμί»: «Συμπληρωματικά πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, η προσφυγή στη Χάγη δεν αποκλείει ούτε την ανάπτυξη των πολιτικών και οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών, ούτε την πραγματοποίηση διερευνητικών συνομιλιών για την αντιμετώπιση των μεταξύ τους προβλημάτων. Είναι ένα μέσο για την ειρηνική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών».

Οι αναφορές Σημίτη σε συνδυασμό με τα περί «ειρηνικής διευθέτησης» θα μπορούσαν να ηχούσαν εύηχα στα αυτιά πολλών. Τι είδους προσφυγή στη Χάγη όμως οραματίζεται ο Κώστας Σημίτης; Προτείνει η Ελλάδα να πάει στο διεθνές δικαστήριο με βάση τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας; Προτείνει η Ελλάδα να εμφανιστεί ενώπιον της Χάγης για τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας που είναι η μόνη διαφορά Ελλάδας – Τουρκίας; Όχι. Προτείνει προσφυγή στη Χάγη στο πνεύμα όλων των συμφωνίων που έχει υπογράψει ο ίδιος, ως πρωθυπουργός της χώρας και έχουν μετατρέψει τις Τουρκικές διεκδικήσεις, με τις ευλογίες των «συμμάχων», σε ελληνοτουρκικές διαφορές.

Αυτή την πολιτική του «ραγιαδισμού», του «αμερικανοτσολιαδισμού» της υποταγής στις πολιτικές ΕΕ και ΝΑΤΟ υπηρέτησε ο Κ. Σημίτης:

Α) Όταν στα Ίμια το 1996, και ενώ ετίθετο με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο το καθεστώς των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο, εκστόμισε εκείνο το απίθανα υποτελές «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ»…

Β) Όταν στη Μαδρίτη, το 1997, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, υπό το βλέμμα της αμερικανίδας ΥΠΕΞ Μ. Ολμπράιτ, υπέγραψε ως πρωθυπουργός μια συμφωνία στην οποία αναγνωρίζονται «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο!

Γ) Όταν προσυπέγραψε τη νέα δομή του ΝΑΤΟ, στα πλαίσια της οποίας γίνεται αποδεκτός ο πυρήνας των τουρκικών διεκδικήσεων, καθώς ο επιχειρησιακός έλεγχος του Αιγαίου αφαιρείται από την Ελλάδα και υπάγεται κατευθείαν στα ΝΑΤΟϊκά στρατηγεία!

Δ) Όταν στο Ελσίνκι, το 1999, υπό τη σκέπη των ευρωπαίων εταίρων, έβαλε ως πρωθυπουργός φαρδιά – πλατιά την υπογραφή του κάτω από ένα κείμενο που – κατά παρέκκλιση της θέσης ότι η μόνη διαφορά μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας είναι η διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας – κάνει λόγο για «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή θέματα» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Ο Σημίτης λοιπόν ήταν αυτός που το 1997 και το 1999 έβαλε την υπογραφή του και παρέδωσε κυριαρχικά δικαιώματα με τοποτηρητές τις ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ.

Ειδικότερα στο κείμενο των συμπερασμάτων του Ελσίνκι αναφέρεται σχετικά με την Τουρκία και τις υπόλοιπες υποψήφιες χώρες προς ένταξη στην ΕΕ (παράγραφος 4) σημειώνεται: Η ΕΕ «παροτρύνει τα υποψήφια κράτη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων». Καλεί δε «να φέρουν τη διαφορά ενώπιον του “Διεθνούς Δικαστηρίου”»!!!

Η ελληνική κυβέρνηση, αποδεχόμενη την υποψηφιότητα της Τουρκίας και υπογράφοντας την συγκεκριμένη παράγραφο, υπέγραψε ότι αναγνωρίζει το δικαίωμα (!) της Τουρκίας να εγείρει θέμα «συνοριακών διαφορών» με την Ελλάδα, η επίλυση μάλιστα των οποίων τίθεται υπό τη δικαιοδοσία της Χάγης!

Η σημερινή στάση της Τουρκίας, γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό ότι δεν απορρέει από τη «χαμένη ευκαιρία» της Συνόδου του 2004 όπως ισχυρίζεται ο Κ. Σημίτης. Απορρέει ακριβώς από τα όσα, τα υπογεγραμμένα από την τότε ελληνική κυβέρνηση δύο παραπάνω κείμενα της παραχωρούν ως δικαιώματα. Απορρέει από τη στάση που κράτησαν όλα τα επόμενα χρόνια οι κυβερνήσεις αυτού τόπου (μαζί και αυτή του Κ. Καραμανλή) που τις αποδέχτηκαν ως συνέχεια του κράτους τους. Απορρέει από την στάση των συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ και της ΕΕ, αφού με την ενεργητική συμμετοχή τους υπογράφησαν οι συγκεκριμένες συμφωνίες.

Αυτοί λοιπόν που σήμερα επιζητούν τη Χάγη ή την όποια επιδιαιτησία, αμερικανική, ΝΑΤΟική ή ευρωενωσιακή, όπως ο Κ. Σημίτης, έχουν απεμπολήσει κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Έχουν στρώσει το έδαφος ώστε μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις να γίνουν νομικό αντικείμενο!!! Δεν επιζητούν μια λύση που θα στηρίζεται στο διεθνές δικαίο και θα είναι προς όφελος του ελληνικού και τουρκικού λαού. Αναζητούν μια φόρμουλα για να κλείσουν άρον – άρον και νομικά αυτό που ονομάζουν «διάφορες» για να προχωρήσουν οι «μπίζνες» στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή, ώστε να αυξήσουν τα κέρδη τους οι κεφαλαιοκράτες και από τις δυο πλευρές του Αρχιπελάγους μαζί με τα ενεργειακά μονοπώλια που ετοιμάζονται να ριχτούν στο «ψητό»… Η Χάγη λοιπόν, μπορεί να γίνει το μέσον και για την τυπική επιβολή προαποφασισμένων και το «μοίρασμα» του Αιγαίου στο όνομα μιας «λύσης» στη λογική του «Win – Win».

Μόνο που όλα τα παραπάνω είναι μπλεγμένα μέσα σε γενικότερους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς σχεδιασμούς, ανταγωνισμούς για το μοίρασμα αγορών και σφαιρών επιρροής, οι οποίοι σε συνδυασμό με την Τουρκική επιθετικότητα του καθεστώτος Ερντογάν δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Για το κεφάλαιο μπορούν να φέρουν νέα κέρδη αλλά για τους λαούς και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου δεν εξαλείφουν τους κινδύνους. Το αντίθετο, τους γιγαντώνουν…

Πηγή: ημεροδρόμος



Παναγιώτης Θεοδωρόπουλος: Σχετικά με τον Συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου