Άρης Χατζηστεφάνου
Οι ένοπλοι πολιτοφύλακες παρουσιάζονται συνήθως ως προστάτες της πατρίδας και του έθνους από ξένους εισβολείς. Ο 20ός αιώνας όμως μας δίδαξε ότι συνήθως δρούσαν για λογαριασμό μεγάλων επιχειρηματιών χτυπώντας όσους βρίσκονταν χαμηλότερα στην ιεραρχία της αγοράς εργασίας.
«Γιατί κρατά ο πολιτοφύλακας μια κοντόκαννη καραμπίνα; Θα σκοτώσει τους αδερφούς του και τις αδερφές του;», αναρωτιόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 ο μεγάλος Αμερικανός τραγουδιστής και συνθέτης Γούντι Γκάθρι.
Το τραγούδι του Vigilante Man (ο άνθρωπος που παίρνει τον νόμο στα χέρια του) γράφτηκε για να περιγράψει τις ομάδες πολιτοφυλακής που επετίθεντο εναντίον των εσωτερικά εκτοπισμένων που εγκατέλειπαν σε κύματα τις μεσοδυτικές Πολιτείες της Αμερικής. Πρόκειται για την ίδια ιστορία που διηγούνταν και ο Τζον Στάινμπεκ στα «Σταφύλια της οργής» σχετικά με το μεταναστευτικό ρεύμα που δημιούργησαν στο εσωτερικό των ΗΠΑ οι τεράστιες αμμοθύελλες.
Ο όρος πολιτοφυλακή βέβαια έχει πολλές ερμηνείες, αφού χρησιμοποιείται ακόμη και από επαναστατικά καθεστώτα για να περιγράψει κάθε σώμα πολιτών που παίρνει τον νόμο στα χέρια του, άλλοτε για να συνδράμει και άλλοτε για να αμφισβητήσει την εξουσία τής εκάστοτε ηγεσίας. Οι πολιτοφύλακες στους οποίους αναφέρονται όμως ο Γκάθρι και ο Στάινμπεκ (και εμείς για τη συνέχεια αυτού του κειμένου) είναι οι κυνηγοί κεφαλών που συγκροτούν παρακρατικά τάγματα εφόδου.
Για τα σημερινά δεδομένα των πολιτοφυλακών, που δρουν στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, σε αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και πρόσφατα και στην Ελλάδα, η συγκεκριμένη ιστορία ίσως να φαντάζει σαν εξαίρεση στον κανόνα. Στα χρόνια του Γούντι Γκάθρι ο «εχθρός-μετανάστης» ήταν λευκός, Αμερικανός πολίτης και δεν διέφερε από τους διώκτες του ούτε στη φυλή ούτε στην εθνικότητα ή τη θρησκεία. Χαλούσε έτσι τη συνταγή του απόλυτου «Αλλου» που έρχεται να μολύνει τον πολιτισμό και την πατρίδα μας.
Αυτό που διέκρινε τον πολιτοφύλακα από το θύμα του ήταν ότι το τελευταίο βρέθηκε αίφνης χαμηλότερα στην ιεραρχία του εργατικού δυναμικού, αφού λόγω της αμμοθύελλας (ανθρωπογενές φαινόμενο που οφειλόταν στην υπερεκμετάλλευση του εδάφους) έχασε όλη του την περιουσία.
Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις όπου οι πολιτοφυλακές δηλώνουν ότι έχουν σαφή στόχευση σε ξένους μετανάστες ή σε ανθρώπους διαφορετικού χρώματος και θρησκείας, συνήθως καταλήγουν να λειτουργούν σαν μηχανισμός ελέγχου του εργατικού δυναμικού.
Η Κου Κλουξ Κλαν, παραδείγματος χάριν, θα αποκτήσει τη μεγαλύτερη ισχύ της μετά την κατάργηση της δουλείας, όταν ο μαύρος πληθυσμός του αμερικανικού Νότου περνά από το καθεστώς του σκλάβου σε αυτό του ανειδίκευτου εργάτη που πρέπει να ελέγχεται από το κράτος και το ιδιωτικό παρακράτος. Πολύ σύντομα μάλιστα η οργάνωση θα επεκταθεί και προς τις βόρειες Πολιτείες, όπου στρέφεται αρχικά εναντίον των μεταναστών που φτάνουν από την Ευρώπη και στη συνέχεια εναντίον εργατών και συνδικαλιστών σε μεγάλες βιομηχανίες.
Τη δράση της Κου Κλουξ Κλαν θα αντιγράψουν και αντίστοιχες πολιτοφυλακές που χρησιμοποιούνταν ως απεργοσπαστικοί μηχανισμοί στις μεγάλες απεργίες της δεκαετίας του ’30. Ισως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ήταν η γιγαντιαία απεργία στα εργοστάσια της General Motors στο Μίσιγκαν το 1936, όταν ο στρατός και η αστυνομία «επικουρούνταν» από τάγματα εφόδου των λεγόμενων vigilantes.
Πρόκειται ουσιαστικά για το ίδιο ακριβώς φαινόμενο που παρατηρήθηκε στην Ιταλία τη δεκαετία του 1920, όταν βιομήχανοι σαν τον Ανιέλι ανέθεταν στους Μελανοχίτωνες να διαλύσουν διά της βίας τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις στις βιομηχανικές ζώνες του Βορρά. Από αυτές τις ομάδες πολιτοφυλακής θα αντλήσει ο Μουσολίνι τη δύναμή του για να παρουσιάσει για πρώτη φορά το όραμά του για τον φασισμό μέσα στο κτίριο των Ιταλών βιομηχάνων του Μιλάνου.
Στην Ιταλία του Μουσολίνι δεν γέννησε ο φασισμός τους πολιτοφύλακες αλλά οι πολιτοφύλακες τον φασισμό.
Η εξέλιξη των ακροδεξιών, ρατσιστικών πολιτοφυλακών στη διάρκεια του 20ού αιώνα θα ήταν εντελώς διαφορετική εάν σε όλες τις περιπτώσεις δεν απολάμβαναν την ανοχή ή την έμπρακτη στήριξη του κράτους αλλά και των μέσων ενημέρωσης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη μεγάλου μήκους υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ ήταν «Η γέννηση ενός έθνους» - μια προπαγανδιστική ταινία που εξυμνούσε τα επιτεύγματα της Κου Κλουξ Κλαν. Σε μια άκρως συμβολική κίνηση, μάλιστα, ο τότε πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον αποφάσισε ότι αυτή έπρεπε να είναι η πρώτη ταινία που θα προβαλλόταν στο εσωτερικό του Λευκού Οίκου.
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα οι σύγχρονες πολιτοφυλακές ακροδεξιών οργανώσεων των ΗΠΑ περιπολούν ανενόχλητες και απάγουν μετανάστες με την απειλή των όπλων σε αγαστή συνεργασία με τις δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας στα σύνορα με το Μεξικό.
Τα μέσα ενημέρωσης μάλιστα θυμούνται την ύπαρξή τους μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όπως όταν συνελήφθη o αρχηγός της μεγαλύτερης πολιτοφυλακής των ΗΠΑ, Λάρι Μίτσελ Χόπκινς, με κατηγορίες παράνομης οπλοκατοχής (η οργάνωσή του είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν και για σχέδια δολοφονίας του Μπαράκ Ομπάμα, της Χίλαρι Κλίντον και του Τζορτζ Σόρος).
Αντίστοιχα στην Ιταλία ο Μπερλουσκόνι έγινε το 2009 ο πρώτος ηγέτης μετά τον Μουσολίνι που νομιμοποίησε και πάλι τη δράση ένοπλων πολιτοφυλακών.
Ακόμη βέβαια και στη γενέτειρα της Κου Κλουξ Κλαν, τις ΗΠΑ, αλλά και την πατρίδα των Μελανοχιτώνων, την Ιταλία, κανένα κυβερνητικό στέλεχος και κανένας τηλεοπτικός σταθμός δεν έφτασε να εξυμνεί με τόσο υστερικό πάθος τη δράση ομάδων εθελοντών που κυκλοφορούν με προτεταμένα όπλα και φωτογραφίζονται με στελέχη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής. Εχει και η Ελλάδα τις δικές της πρωτιές στο σκοτάδι της Ιστορίας.
Πηγή: efsyn.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη
Οι ένοπλοι πολιτοφύλακες παρουσιάζονται συνήθως ως προστάτες της πατρίδας και του έθνους από ξένους εισβολείς. Ο 20ός αιώνας όμως μας δίδαξε ότι συνήθως δρούσαν για λογαριασμό μεγάλων επιχειρηματιών χτυπώντας όσους βρίσκονταν χαμηλότερα στην ιεραρχία της αγοράς εργασίας.
«Γιατί κρατά ο πολιτοφύλακας μια κοντόκαννη καραμπίνα; Θα σκοτώσει τους αδερφούς του και τις αδερφές του;», αναρωτιόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 ο μεγάλος Αμερικανός τραγουδιστής και συνθέτης Γούντι Γκάθρι.
Το τραγούδι του Vigilante Man (ο άνθρωπος που παίρνει τον νόμο στα χέρια του) γράφτηκε για να περιγράψει τις ομάδες πολιτοφυλακής που επετίθεντο εναντίον των εσωτερικά εκτοπισμένων που εγκατέλειπαν σε κύματα τις μεσοδυτικές Πολιτείες της Αμερικής. Πρόκειται για την ίδια ιστορία που διηγούνταν και ο Τζον Στάινμπεκ στα «Σταφύλια της οργής» σχετικά με το μεταναστευτικό ρεύμα που δημιούργησαν στο εσωτερικό των ΗΠΑ οι τεράστιες αμμοθύελλες.
Ο όρος πολιτοφυλακή βέβαια έχει πολλές ερμηνείες, αφού χρησιμοποιείται ακόμη και από επαναστατικά καθεστώτα για να περιγράψει κάθε σώμα πολιτών που παίρνει τον νόμο στα χέρια του, άλλοτε για να συνδράμει και άλλοτε για να αμφισβητήσει την εξουσία τής εκάστοτε ηγεσίας. Οι πολιτοφύλακες στους οποίους αναφέρονται όμως ο Γκάθρι και ο Στάινμπεκ (και εμείς για τη συνέχεια αυτού του κειμένου) είναι οι κυνηγοί κεφαλών που συγκροτούν παρακρατικά τάγματα εφόδου.
Για τα σημερινά δεδομένα των πολιτοφυλακών, που δρουν στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, σε αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και πρόσφατα και στην Ελλάδα, η συγκεκριμένη ιστορία ίσως να φαντάζει σαν εξαίρεση στον κανόνα. Στα χρόνια του Γούντι Γκάθρι ο «εχθρός-μετανάστης» ήταν λευκός, Αμερικανός πολίτης και δεν διέφερε από τους διώκτες του ούτε στη φυλή ούτε στην εθνικότητα ή τη θρησκεία. Χαλούσε έτσι τη συνταγή του απόλυτου «Αλλου» που έρχεται να μολύνει τον πολιτισμό και την πατρίδα μας.
Αυτό που διέκρινε τον πολιτοφύλακα από το θύμα του ήταν ότι το τελευταίο βρέθηκε αίφνης χαμηλότερα στην ιεραρχία του εργατικού δυναμικού, αφού λόγω της αμμοθύελλας (ανθρωπογενές φαινόμενο που οφειλόταν στην υπερεκμετάλλευση του εδάφους) έχασε όλη του την περιουσία.
Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις όπου οι πολιτοφυλακές δηλώνουν ότι έχουν σαφή στόχευση σε ξένους μετανάστες ή σε ανθρώπους διαφορετικού χρώματος και θρησκείας, συνήθως καταλήγουν να λειτουργούν σαν μηχανισμός ελέγχου του εργατικού δυναμικού.
Η Κου Κλουξ Κλαν, παραδείγματος χάριν, θα αποκτήσει τη μεγαλύτερη ισχύ της μετά την κατάργηση της δουλείας, όταν ο μαύρος πληθυσμός του αμερικανικού Νότου περνά από το καθεστώς του σκλάβου σε αυτό του ανειδίκευτου εργάτη που πρέπει να ελέγχεται από το κράτος και το ιδιωτικό παρακράτος. Πολύ σύντομα μάλιστα η οργάνωση θα επεκταθεί και προς τις βόρειες Πολιτείες, όπου στρέφεται αρχικά εναντίον των μεταναστών που φτάνουν από την Ευρώπη και στη συνέχεια εναντίον εργατών και συνδικαλιστών σε μεγάλες βιομηχανίες.
Τη δράση της Κου Κλουξ Κλαν θα αντιγράψουν και αντίστοιχες πολιτοφυλακές που χρησιμοποιούνταν ως απεργοσπαστικοί μηχανισμοί στις μεγάλες απεργίες της δεκαετίας του ’30. Ισως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ήταν η γιγαντιαία απεργία στα εργοστάσια της General Motors στο Μίσιγκαν το 1936, όταν ο στρατός και η αστυνομία «επικουρούνταν» από τάγματα εφόδου των λεγόμενων vigilantes.
Πρόκειται ουσιαστικά για το ίδιο ακριβώς φαινόμενο που παρατηρήθηκε στην Ιταλία τη δεκαετία του 1920, όταν βιομήχανοι σαν τον Ανιέλι ανέθεταν στους Μελανοχίτωνες να διαλύσουν διά της βίας τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις στις βιομηχανικές ζώνες του Βορρά. Από αυτές τις ομάδες πολιτοφυλακής θα αντλήσει ο Μουσολίνι τη δύναμή του για να παρουσιάσει για πρώτη φορά το όραμά του για τον φασισμό μέσα στο κτίριο των Ιταλών βιομηχάνων του Μιλάνου.
Στην Ιταλία του Μουσολίνι δεν γέννησε ο φασισμός τους πολιτοφύλακες αλλά οι πολιτοφύλακες τον φασισμό.
Η εξέλιξη των ακροδεξιών, ρατσιστικών πολιτοφυλακών στη διάρκεια του 20ού αιώνα θα ήταν εντελώς διαφορετική εάν σε όλες τις περιπτώσεις δεν απολάμβαναν την ανοχή ή την έμπρακτη στήριξη του κράτους αλλά και των μέσων ενημέρωσης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη μεγάλου μήκους υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ ήταν «Η γέννηση ενός έθνους» - μια προπαγανδιστική ταινία που εξυμνούσε τα επιτεύγματα της Κου Κλουξ Κλαν. Σε μια άκρως συμβολική κίνηση, μάλιστα, ο τότε πρόεδρος Γούντροου Ουίλσον αποφάσισε ότι αυτή έπρεπε να είναι η πρώτη ταινία που θα προβαλλόταν στο εσωτερικό του Λευκού Οίκου.
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα οι σύγχρονες πολιτοφυλακές ακροδεξιών οργανώσεων των ΗΠΑ περιπολούν ανενόχλητες και απάγουν μετανάστες με την απειλή των όπλων σε αγαστή συνεργασία με τις δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας στα σύνορα με το Μεξικό.
Τα μέσα ενημέρωσης μάλιστα θυμούνται την ύπαρξή τους μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, όπως όταν συνελήφθη o αρχηγός της μεγαλύτερης πολιτοφυλακής των ΗΠΑ, Λάρι Μίτσελ Χόπκινς, με κατηγορίες παράνομης οπλοκατοχής (η οργάνωσή του είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν και για σχέδια δολοφονίας του Μπαράκ Ομπάμα, της Χίλαρι Κλίντον και του Τζορτζ Σόρος).
Αντίστοιχα στην Ιταλία ο Μπερλουσκόνι έγινε το 2009 ο πρώτος ηγέτης μετά τον Μουσολίνι που νομιμοποίησε και πάλι τη δράση ένοπλων πολιτοφυλακών.
Ακόμη βέβαια και στη γενέτειρα της Κου Κλουξ Κλαν, τις ΗΠΑ, αλλά και την πατρίδα των Μελανοχιτώνων, την Ιταλία, κανένα κυβερνητικό στέλεχος και κανένας τηλεοπτικός σταθμός δεν έφτασε να εξυμνεί με τόσο υστερικό πάθος τη δράση ομάδων εθελοντών που κυκλοφορούν με προτεταμένα όπλα και φωτογραφίζονται με στελέχη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής. Εχει και η Ελλάδα τις δικές της πρωτιές στο σκοτάδι της Ιστορίας.
Πηγή: efsyn.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη