Του Κώστα Δημητριάδη
Τη βδομάδα που πέρασε, βρέθηκε στo κέντρο της δημοσιότητας προκαλώντας σημαντικές δονήσεις το νέο επεισόδιο στην συνοριακή γραμμή του Έβρου. Με βάση όσα έχουν γίνει γνωστά, το θέμα προέκυψε με την παρεμπόδιση από τουρκικής πλευράς των εργασιών τοποθέτησης φράκτη εντός ελληνικού εδάφους σε περιοχή του Έβρου. Ακόμα και μετά την κλειστή ενημέρωση των επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων και Άμυνας της Βουλής από τους αρμόδιους υπουργούς, όπου συστηματικά επιχειρήθηκε να υποβαθμιστεί το γεγονός και να κλείσει η συζήτηση, δεν έχει γίνει σαφές κατά πόσο θα συνεχιστούν οι εργασίες για την τοποθέτηση του φράκτη.
Η υπόθεση παρουσιάζει πολλές ενδιαφέρουσες πτυχές. Και τις πολλαπλές, αγχώδεις και αντιφατικές δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια που αποκαλύπτουν πολλά για το είδος της κατευναστικής και ενδοτικής πολιτικής που ασκείται έναντι της «συμμάχου» Τουρκίας τη στιγμή που η τελευταία ξεδιπλώνει βήμα-βήμα και χωρίς διακοπή ένα σχέδιο αμφισβήτησης των ελληνικών συνόρων χωρίς να χάσει την ευκαιρία να εκμεταλλευθεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση την ελληνική υποχωρητική στάση. Και τις ποικίλες αντιδράσεις συνδεμένες με τις στοιχίσεις των διάφορων πλευρών του πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Αλλά και τις διεθνείς πλευρές του ζητήματος και το ιδιαίτερο έδαφος υποστήριξης που προσφέρει η γερμανική πολιτική στον τουρκικό επεκτατισμό.
Δεν πρόκειται βέβαια για μεμονωμένη εξέλιξη. Είναι ακόμα ένας κρίκος στο σχέδιο της επιθετικής τουρκικής πολιτικής να θέσει υπό αμφισβήτηση την ελληνική κυριαρχία από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη, να γκριζάρει σύνορα και περιοχές. Ειδικότερα εντάσσεται στην ανανεωμένη εξαπόλυση από πλευράς Τουρκίας (που είχε υποχωρήσει προσωρινά λόγω της πανδημίας) ενός δεύτερου κύματος πίεσης προς την Ελλάδα. Κύματος με μοχλό το μεταναστευτικό, τόσο στον Έβρο όσο και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όπως έχει ήδη προαναγγελθεί από τον Τσαβούσογλου.
Οι τουρκικές επιδιώξεις πρέπει να ιδωθούν μέσα στο ασταθές και πολύπλοκο πλαίσιο των πολλαπλών ανταγωνισμών μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, όπως αυτό διαμορφώνεται. Όμως, στην παρούσα φάση, η ενεργότερη πτυχή αυτού του τοπίου, και συνάμα η πιο επικίνδυνη για την κυριαρχία της χώρας μας, δείχνει να είναι η σταθερή επιδίωξη της γερμανικής πολιτικής σε σχέση με την Τουρκία, συνδυασμένη και με συνολικότερες διευθετήσεις στα Δυτικά Βαλκάνια. Δύο πλευρές χρειάζεται να σημειωθούν σχετικά με αυτή την εξέλιξη.
Κατά πρώτον, δεν πρόκειται για την αναβίωση της τυπικής πορείας ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Όπως φαίνεται από τις πρόσφατες δηλώσεις του Τσαβούσογλου και άλλων κρατικών παραγόντων της Τουρκίας και από τις αντίστοιχες γερμανικές τοποθετήσεις (αλλά ακόμα και από τις προτάσεις-επιλογές συγκεκριμένων μερίδων του ελληνικού πολιτικού συστήματος που εξυπηρετούν αυτή τη λογική, όπως θα δούμε στη συνέχεια) προωθείται ένα σχέδιο δημιουργίας γερμανοτουρκικού άξονα. Αυτή η διμερής προωθούμενη πολιτική –αναβίωση επανερχόμενων μοτίβων των γερμανικών επιδιώξεων στη διάρκεια του 20ου αιώνα– κινείται παρακάμπτοντας τη σημερινή Ε.Ε., τις διαδικασίες και τα όποια κριτήριά της. Δείχνει να σχετίζεται με τις γερμανικές γεωπολιτικές προτεραιότητες, όπως αυτές προσαρμόζονται στα τοπία που εκτιμάται ότι θα προκύψουν από τη συνεχιζόμενη και δύσκολα αναστρέψιμη κρίση της Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό εξηγείται η επίμονη και με πολλαπλούς τρόπους ενεργή συμμετοχή του Βερολίνου στο γκριζάρισμα της ελληνικής κυριαρχίας. Και μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, η ευθεία προώθησή του.
Δεύτερη πλευρά, η εργαλειακή και ενορχηστρωμένη χρήση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και η δράση των ΜΚΟ ως μοχλού για την υπονόμευση της ελληνικής κυριαρχίας στη Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Με τη δράση τους να λειτουργεί σαν προπέτασμα για την απόκρυψη κρατικών και άλλων υπερεθνικών γεωπολιτικών επιδιώξεων. Εδώ, το φάσμα των συνιστωσών που συλλειτουργούν είναι ευρύ και περιλαμβάνει την ευρωκρατία, και ιδιαίτερα τους θεσμούς της υπό ισχυρή γερμανική επιρροή, ένα ολόκληρο πλέγμα ΜΜΕ και μεγάλων συμφερόντων, τα ρεύματα του δικαιωματισμού που κυριαρχούν εντός της ευρωπαϊκής αριστεράς (συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής) και βέβαια τους βραχίονες της τουρκικής πολιτικής.
Το επεισόδιο στον Έβρο έφερε δονήσεις και συγκρούσεις μέσα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Και, από την άποψή αυτή, οι τουρκικές επιθετικές ενέργειες έχουν τα καθόλου αμελητέα αποτελέσματά τους. Όμως, από την πλευρά που μας ενδιαφέρει κυρίως εδώ, πρέπει να τεθούν κάποια ζητήματα πρωτεύουσας σημασίας.
Κατά πρώτο, η εξέλιξη αυτή φωτίζει την στοίχιση των διάφορων μερίδων τυο ελληνικού πολιτικού συστήματος με τις επιδιώξεις των διαφορετικών ξένων κέντρων γεωπολιτικής επιρροής που εντάσσονται στο δυτικό σύστημα. Η εσωτερική πολιτική δείχνει να εσωτερικεύει τους ανταγωνισμούς και τις συγκρούσεις μεταξύ των κέντρων αυτών.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ο Ν. Δένδιας αντιμετώπισε την κρίση μιλώντας πολύ, επιπόλαια και σε ασυνήθιστα έντονους για υπουργό τόνους, κάνοντας απροκάλυπτα ενδοτικές τοποθετήσεις που παρέπεμπαν και στην αποδοχή της παραχώρησης εδάφους και ενισχύοντας την εκτίμηση ότι αντλεί στήριξη από ξένα –κυρίως αμερικάνικα– κέντρα ισχύος. Στον χώρο της Ν.Δ., η κρίση κινητοποίησε την καραμανλική αλλά και την σαμαρική πτέρυγα προς διαφορετικές κατευθύνσεις βεβαίως, ενώ η Ντ. Μπακογιάννη τοποθετήθηκε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες (στο πλαίσιο διαδικτυακής εκδήλωσης του Ιδρύματος Καραμανλή) υπέρ μιάς συνολικής διευθέτησης των διαφορών με την Τουρκία, στοιχιζόμενη έτσι με το πλαίσιο που ορίζουν οι γερμανικές γεωπολιτικές επιδιώξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με όλες τις αντιπολιτευτικές κορώνες του, υποχρεώθηκε σε γρήγορη αναδίπλωση, υπηρετώντας πάντως σταθερά την υπονόμευση της υπεράσπισης των συνόρων (από τον ανοιχτό τρόπο της «νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ» μέχρι τον έμμεσο «επεξεργασμένο» τρόπο των Βούτση και Κατρούγκαλου). Οργανικά ενταγμένος στο «δικαιωματικό» ρεύμα της ευρωπαϊκής αριστεράς. Σε παρόμοια «ευρωπαϊστική» γραμμή κινήθηκε σε αυτό το ζήτημα και το ΜέΡΑ25, ενώ το ΚΚΕ είδε, κατά τον γνωστό του τρόπο, τον «ανταγωνισμό των αστικών τάξεων της Τουρκίας και της Ελλάδας».
Επιπλέον, μόνο τυχαία δεν είναι η σύμπτωση των εξελίξεων στον Έβρο με τη δημοσιοποίηση σεναρίων για επιλογή από τον Μητσοτάκη του Βενιζέλου στο υπουργείο Εξωτερικών ή Άμυνας, και η ενίσχυση των διεργασιών που οδηγούν σε διάσπαση και μοίρασμα του ΚΙΝΑΛ μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ.
Δύο διαπιστώσεις πρέπει να γίνουν στη φάση που βρισκόμαστε.
α) Το πολιτικό σύστημα βρίσκεται ήδη σε φάση ανακατατάξεων, με τη δραστήρια εμπλοκή και των ξένων κέντρων ισχύος. Δεν είναι τόσο σταθερό όσο δείχνει και θέλει να προβάλλεται ότι είναι. Ιδιαίτερα αν υπολογιστούν σοβαρά οι θύελλες που έρχονται.
β) Είναι απόλυτα αναγκαίο να αντιμετωπιστεί πολιτικά η υποτίμηση του προβλήματος κυριαρχίας της χώρας και οι συνέπειες της επί μακρόν αποσύνδεσής του από τα προβλήματα της οικονομίας και της ανάπτυξής της. Είναι σαφές ότι οι πιέσεις ασκούνται συνδυασμένα και εκβιαστικά επί του συνόλου των ζητημάτων –γεωπολιτικών και οικονομικών.
Πηγή: e-dromos.gr
Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές
Τι δείχνει –σε όποιον θέλει να δει– το θέμα που ανέκυψε στον Έβρο
Τη βδομάδα που πέρασε, βρέθηκε στo κέντρο της δημοσιότητας προκαλώντας σημαντικές δονήσεις το νέο επεισόδιο στην συνοριακή γραμμή του Έβρου. Με βάση όσα έχουν γίνει γνωστά, το θέμα προέκυψε με την παρεμπόδιση από τουρκικής πλευράς των εργασιών τοποθέτησης φράκτη εντός ελληνικού εδάφους σε περιοχή του Έβρου. Ακόμα και μετά την κλειστή ενημέρωση των επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων και Άμυνας της Βουλής από τους αρμόδιους υπουργούς, όπου συστηματικά επιχειρήθηκε να υποβαθμιστεί το γεγονός και να κλείσει η συζήτηση, δεν έχει γίνει σαφές κατά πόσο θα συνεχιστούν οι εργασίες για την τοποθέτηση του φράκτη.
Ένας ακόμα κρίκος
Η υπόθεση παρουσιάζει πολλές ενδιαφέρουσες πτυχές. Και τις πολλαπλές, αγχώδεις και αντιφατικές δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια που αποκαλύπτουν πολλά για το είδος της κατευναστικής και ενδοτικής πολιτικής που ασκείται έναντι της «συμμάχου» Τουρκίας τη στιγμή που η τελευταία ξεδιπλώνει βήμα-βήμα και χωρίς διακοπή ένα σχέδιο αμφισβήτησης των ελληνικών συνόρων χωρίς να χάσει την ευκαιρία να εκμεταλλευθεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση την ελληνική υποχωρητική στάση. Και τις ποικίλες αντιδράσεις συνδεμένες με τις στοιχίσεις των διάφορων πλευρών του πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Αλλά και τις διεθνείς πλευρές του ζητήματος και το ιδιαίτερο έδαφος υποστήριξης που προσφέρει η γερμανική πολιτική στον τουρκικό επεκτατισμό.
Δεν πρόκειται βέβαια για μεμονωμένη εξέλιξη. Είναι ακόμα ένας κρίκος στο σχέδιο της επιθετικής τουρκικής πολιτικής να θέσει υπό αμφισβήτηση την ελληνική κυριαρχία από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη, να γκριζάρει σύνορα και περιοχές. Ειδικότερα εντάσσεται στην ανανεωμένη εξαπόλυση από πλευράς Τουρκίας (που είχε υποχωρήσει προσωρινά λόγω της πανδημίας) ενός δεύτερου κύματος πίεσης προς την Ελλάδα. Κύματος με μοχλό το μεταναστευτικό, τόσο στον Έβρο όσο και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όπως έχει ήδη προαναγγελθεί από τον Τσαβούσογλου.
Εξωτερικές πλευρές
Οι τουρκικές επιδιώξεις πρέπει να ιδωθούν μέσα στο ασταθές και πολύπλοκο πλαίσιο των πολλαπλών ανταγωνισμών μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, όπως αυτό διαμορφώνεται. Όμως, στην παρούσα φάση, η ενεργότερη πτυχή αυτού του τοπίου, και συνάμα η πιο επικίνδυνη για την κυριαρχία της χώρας μας, δείχνει να είναι η σταθερή επιδίωξη της γερμανικής πολιτικής σε σχέση με την Τουρκία, συνδυασμένη και με συνολικότερες διευθετήσεις στα Δυτικά Βαλκάνια. Δύο πλευρές χρειάζεται να σημειωθούν σχετικά με αυτή την εξέλιξη.
Κατά πρώτον, δεν πρόκειται για την αναβίωση της τυπικής πορείας ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Όπως φαίνεται από τις πρόσφατες δηλώσεις του Τσαβούσογλου και άλλων κρατικών παραγόντων της Τουρκίας και από τις αντίστοιχες γερμανικές τοποθετήσεις (αλλά ακόμα και από τις προτάσεις-επιλογές συγκεκριμένων μερίδων του ελληνικού πολιτικού συστήματος που εξυπηρετούν αυτή τη λογική, όπως θα δούμε στη συνέχεια) προωθείται ένα σχέδιο δημιουργίας γερμανοτουρκικού άξονα. Αυτή η διμερής προωθούμενη πολιτική –αναβίωση επανερχόμενων μοτίβων των γερμανικών επιδιώξεων στη διάρκεια του 20ου αιώνα– κινείται παρακάμπτοντας τη σημερινή Ε.Ε., τις διαδικασίες και τα όποια κριτήριά της. Δείχνει να σχετίζεται με τις γερμανικές γεωπολιτικές προτεραιότητες, όπως αυτές προσαρμόζονται στα τοπία που εκτιμάται ότι θα προκύψουν από τη συνεχιζόμενη και δύσκολα αναστρέψιμη κρίση της Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτό εξηγείται η επίμονη και με πολλαπλούς τρόπους ενεργή συμμετοχή του Βερολίνου στο γκριζάρισμα της ελληνικής κυριαρχίας. Και μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, η ευθεία προώθησή του.
Δεύτερη πλευρά, η εργαλειακή και ενορχηστρωμένη χρήση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και η δράση των ΜΚΟ ως μοχλού για την υπονόμευση της ελληνικής κυριαρχίας στη Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Με τη δράση τους να λειτουργεί σαν προπέτασμα για την απόκρυψη κρατικών και άλλων υπερεθνικών γεωπολιτικών επιδιώξεων. Εδώ, το φάσμα των συνιστωσών που συλλειτουργούν είναι ευρύ και περιλαμβάνει την ευρωκρατία, και ιδιαίτερα τους θεσμούς της υπό ισχυρή γερμανική επιρροή, ένα ολόκληρο πλέγμα ΜΜΕ και μεγάλων συμφερόντων, τα ρεύματα του δικαιωματισμού που κυριαρχούν εντός της ευρωπαϊκής αριστεράς (συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής) και βέβαια τους βραχίονες της τουρκικής πολιτικής.
Εσωτερικές πλευρές
Το επεισόδιο στον Έβρο έφερε δονήσεις και συγκρούσεις μέσα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Και, από την άποψή αυτή, οι τουρκικές επιθετικές ενέργειες έχουν τα καθόλου αμελητέα αποτελέσματά τους. Όμως, από την πλευρά που μας ενδιαφέρει κυρίως εδώ, πρέπει να τεθούν κάποια ζητήματα πρωτεύουσας σημασίας.
Κατά πρώτο, η εξέλιξη αυτή φωτίζει την στοίχιση των διάφορων μερίδων τυο ελληνικού πολιτικού συστήματος με τις επιδιώξεις των διαφορετικών ξένων κέντρων γεωπολιτικής επιρροής που εντάσσονται στο δυτικό σύστημα. Η εσωτερική πολιτική δείχνει να εσωτερικεύει τους ανταγωνισμούς και τις συγκρούσεις μεταξύ των κέντρων αυτών.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ο Ν. Δένδιας αντιμετώπισε την κρίση μιλώντας πολύ, επιπόλαια και σε ασυνήθιστα έντονους για υπουργό τόνους, κάνοντας απροκάλυπτα ενδοτικές τοποθετήσεις που παρέπεμπαν και στην αποδοχή της παραχώρησης εδάφους και ενισχύοντας την εκτίμηση ότι αντλεί στήριξη από ξένα –κυρίως αμερικάνικα– κέντρα ισχύος. Στον χώρο της Ν.Δ., η κρίση κινητοποίησε την καραμανλική αλλά και την σαμαρική πτέρυγα προς διαφορετικές κατευθύνσεις βεβαίως, ενώ η Ντ. Μπακογιάννη τοποθετήθηκε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες (στο πλαίσιο διαδικτυακής εκδήλωσης του Ιδρύματος Καραμανλή) υπέρ μιάς συνολικής διευθέτησης των διαφορών με την Τουρκία, στοιχιζόμενη έτσι με το πλαίσιο που ορίζουν οι γερμανικές γεωπολιτικές επιδιώξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με όλες τις αντιπολιτευτικές κορώνες του, υποχρεώθηκε σε γρήγορη αναδίπλωση, υπηρετώντας πάντως σταθερά την υπονόμευση της υπεράσπισης των συνόρων (από τον ανοιχτό τρόπο της «νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ» μέχρι τον έμμεσο «επεξεργασμένο» τρόπο των Βούτση και Κατρούγκαλου). Οργανικά ενταγμένος στο «δικαιωματικό» ρεύμα της ευρωπαϊκής αριστεράς. Σε παρόμοια «ευρωπαϊστική» γραμμή κινήθηκε σε αυτό το ζήτημα και το ΜέΡΑ25, ενώ το ΚΚΕ είδε, κατά τον γνωστό του τρόπο, τον «ανταγωνισμό των αστικών τάξεων της Τουρκίας και της Ελλάδας».
Επιπλέον, μόνο τυχαία δεν είναι η σύμπτωση των εξελίξεων στον Έβρο με τη δημοσιοποίηση σεναρίων για επιλογή από τον Μητσοτάκη του Βενιζέλου στο υπουργείο Εξωτερικών ή Άμυνας, και η ενίσχυση των διεργασιών που οδηγούν σε διάσπαση και μοίρασμα του ΚΙΝΑΛ μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ.
Δύο διαπιστώσεις πρέπει να γίνουν στη φάση που βρισκόμαστε.
α) Το πολιτικό σύστημα βρίσκεται ήδη σε φάση ανακατατάξεων, με τη δραστήρια εμπλοκή και των ξένων κέντρων ισχύος. Δεν είναι τόσο σταθερό όσο δείχνει και θέλει να προβάλλεται ότι είναι. Ιδιαίτερα αν υπολογιστούν σοβαρά οι θύελλες που έρχονται.
β) Είναι απόλυτα αναγκαίο να αντιμετωπιστεί πολιτικά η υποτίμηση του προβλήματος κυριαρχίας της χώρας και οι συνέπειες της επί μακρόν αποσύνδεσής του από τα προβλήματα της οικονομίας και της ανάπτυξής της. Είναι σαφές ότι οι πιέσεις ασκούνται συνδυασμένα και εκβιαστικά επί του συνόλου των ζητημάτων –γεωπολιτικών και οικονομικών.
Πηγή: e-dromos.gr
Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου