Τάσος Σαραντής
Καθώς τα κινήματα για φυλετική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη κλιμακώνονται στις ΗΠΑ, διαπιστώνεται ότι αυτοί οι αγώνες έχουν έναν κοινό εχθρό: τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Οι ίδιες εταιρείες, που προωθούν τον περιβαλλοντικό ρατσισμό στις μαύρες και ισπανόφωνες κοινότητες μέσω της τοξικής ρύπανσης που προκαλούν στους τόπους που διαβιούν, χρηματοδοτούν επίσης τις αστυνομικές δυνάμεις σε πόλεις που εκτείνονται από το Χιούστον και το Ντιτρόιτ έως τη Νέα Ορλεάνη και το Σολτ Λέικ Σίτι.
Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που χρηματοδοτούν ορυκτά καύσιμα είναι όλοι μεγάλοι υποστηρικτές των αμερικανικών αστυνομικών ιδρυμάτων, τα οποία λαμβάνουν τα χρήματα των εταιρειών για να αγοράσουν όπλα, εξοπλισμό και τεχνολογία παρακολούθησης για τα αστυνομικά τμήματα. Αυτές οι δωρεές προστίθενται στα πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται σε εθνικό επίπεδο για την αστυνόμευση κάθε χρόνο, αφού οι μεγάλες πόλεις της Αμερικής ξοδεύουν συνήθως το 20% έως 47% των γενικών προϋπολογισμών τους για τις αστυνομικές υπηρεσίες.
Εταιρείες-κολοσσοί, από τη Chevron και τη Shell έως τις Wells Fargo και JPMorgan Chase, γίνονται χρηματοδότες των αστυνομικών ιδρυμάτων και επιπλέον χορηγοί σε εκδηλώσεις και γκαλά για γιορτές της αστυνομίας, ενώ στελέχη των εταιρειών καταλαμβάνουν διευθυντικές θέσεις στα διοικητικά συμβούλια αστυνομικών ιδρυμάτων. Οι αποκαλύψεις αυτές προέρχονται από έρευνα του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Public Accountability Initiative (PIA) και της βάσης δεδομένων LittleSis, που καταγράφει τις σχέσεις μεταξύ εταιρειών και κυβερνητικών παραγόντων.
Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων, οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι τράπεζες που τις χρηματοδοτούν, οι οποίες βασίζονται στην εξόρυξη για να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους, έχουν ένα κίνητρο για να δημιουργήσουν στενούς δεσμούς με τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες λειτουργούν για να υποστηρίζουν και να προστατεύουν τα συμφέροντά τους εν όψει των αντιδράσεων των τοπικών κοινοτήτων για τις δραστηριότητές τους. Σε πολλές Πολιτείες, αυτές οι εταιρείες υποστηρίζουν νόμους για να ποινικοποιήσουν τις διαμαρτυρίες ενάντια σε έργα βρόμικης ενέργειας, όπως τη διέλευση αγωγών μεταφοράς καυσίμων.
Αυτή η συμβιωτική σχέση μεταξύ της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και της αστυνομίας συχνά σημαίνει ότι οι εταιρείες που μολύνουν τις μαύρες και ισπανόφωνες κοινότητες -όπως η Marathon Petroleum στο Ντιτρόιτ, η Valero στο Κόρπους Κρίστι ή η Shell στη Λουιζιάνα- είναι οι ίδιες που ενισχύουν οικονομικά τις αστυνομικές δυνάμεις σε αυτές τις ίδιες πόλεις. Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων υποστηρίζουν τα αστυνομικά ιδρύματα σε ολόκληρη τη χώρα, ειδικά σε μεγάλες Πολιτείες παραγωγής πετρελαίου, όπως το Τέξας και η Λουιζιάνα.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο πετρελαϊκός γίγαντας Chevron, που βρίσκεται στους 25 μεγαλύτερους ρυπαντές παγκοσμίως και έχει υπό την ιδιοκτησία του δύο από τα διυλιστήρια με τις μεγαλύτερες εκπομπές βενζολίου στη χώρα, είναι «Εταιρικός Συνεργάτης της Αστυνομίας» για το Ιδρυμα Αστυνομίας και Δικαιοσύνης της Νέας Ορλεάνης και μέλος του διοικητικού συμβουλίου των αστυνομικών ιδρυμάτων στο Χιούστον και το Σολτ Λέικ Σίτι.
Τα διυλιστήρια της Chevron έχουν γίνει στόχος πολλών αγώνων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης. Για παράδειγμα, στο Ρίτσμοντ της Καλιφόρνιας, οι κάτοικοι της κοινότητας αγωνίζονται εδώ και χρόνια ενάντια στη ρύπανση και στον περιβαλλοντικό ρατσισμό της Chevron, η οποία διαθέτει ένα μεγάλο διυλιστήριο στην πόλη που αποτελείται κατά 80% από έγχρωμους ανθρώπους.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η έκθεση εξετάζει επίσης ιδιωτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα. Η πάροχος ενέργειας Exelon, η μεγαλύτερη εταιρεία κοινής ωφέλειας της χώρας, η οποία το 2019 αναγκάστηκε να πληρώσει 200 εκατομμύρια δολάρια για ρύπανση που προκάλεσε υδροηλεκτρικό φράγμα της στον κόλπο Τσέζαπικ στη Βιρτζίνια, έχει πραγματοποιήσει δωρεές σε αστυνομικά ιδρύματα στη Βαλτιμόρη, τη Φιλαδέλφεια, το Σικάγο και την Ουάσινγκτον.
Η αμερικανική DC JPMorgan Chase, μια κορυφαία παγκόσμια τράπεζα σε χρηματοδοτήσεις ορυκτών καυσίμων, είναι επίσης εταιρικός συνεργάτης του Ιδρύματος Αστυνομίας και Δικαιοσύνης της Νέας Ορλεάνης και το 2011 δώρισε 4,6 εκατομμύρια δολάρια στο NYC Police Foundation.
Οι συντάκτες της έρευνας σημειώνουν ότι επειδή τα αστυνομικά ιδρύματα είναι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, υπόκεινται σε λιγότερο έλεγχο και επικρατεί έλλειψη διαφάνειας γύρω από αυτές τις δωρεές, καθίσταται δύσκολο να πουν ακριβώς ποιες εταιρείες πραγματοποιούν δωρεές στα αστυνομικά ιδρύματα και με τι ποσά. Λόγος για τον οποίο η έρευνά τους βασίζεται σε πληροφορίες από εκθέσεις εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, δελτία Τύπου, φορολογικά έντυπα και υλικό από τα αστυνομικά ιδρύματα.
Η έρευνα δημοσιεύεται τη στιγμή που η συνεχιζόμενη πανδημία του κορονοϊού πλήττει με δυσανάλογο αριθμό θυμάτων τις κοινότητες των μαύρων, των Λατίνων και των ιθαγενών, που πλήττονται επίσης εν μέρει από τον περιβαλλοντικό ρατσισμό και από τη μεγάλη έκθεση στη ρύπανση. Και, καθώς το κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στον ρατσισμό και στην αστυνομική βαρβαρότητα συνεχίζεται, οι ακτιβιστές διαπιστώνουν τη σύνδεση μεταξύ αστυνόμευσης, ρύπανσης και κλιματικής αλλαγής.
Πηγή: efsyn.gr
Τάσος Σαραντής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Καθώς τα κινήματα για φυλετική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη κλιμακώνονται στις ΗΠΑ, διαπιστώνεται ότι αυτοί οι αγώνες έχουν έναν κοινό εχθρό: τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Οι ίδιες εταιρείες, που προωθούν τον περιβαλλοντικό ρατσισμό στις μαύρες και ισπανόφωνες κοινότητες μέσω της τοξικής ρύπανσης που προκαλούν στους τόπους που διαβιούν, χρηματοδοτούν επίσης τις αστυνομικές δυνάμεις σε πόλεις που εκτείνονται από το Χιούστον και το Ντιτρόιτ έως τη Νέα Ορλεάνη και το Σολτ Λέικ Σίτι.
Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που χρηματοδοτούν ορυκτά καύσιμα είναι όλοι μεγάλοι υποστηρικτές των αμερικανικών αστυνομικών ιδρυμάτων, τα οποία λαμβάνουν τα χρήματα των εταιρειών για να αγοράσουν όπλα, εξοπλισμό και τεχνολογία παρακολούθησης για τα αστυνομικά τμήματα. Αυτές οι δωρεές προστίθενται στα πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται σε εθνικό επίπεδο για την αστυνόμευση κάθε χρόνο, αφού οι μεγάλες πόλεις της Αμερικής ξοδεύουν συνήθως το 20% έως 47% των γενικών προϋπολογισμών τους για τις αστυνομικές υπηρεσίες.
Εταιρείες-κολοσσοί, από τη Chevron και τη Shell έως τις Wells Fargo και JPMorgan Chase, γίνονται χρηματοδότες των αστυνομικών ιδρυμάτων και επιπλέον χορηγοί σε εκδηλώσεις και γκαλά για γιορτές της αστυνομίας, ενώ στελέχη των εταιρειών καταλαμβάνουν διευθυντικές θέσεις στα διοικητικά συμβούλια αστυνομικών ιδρυμάτων. Οι αποκαλύψεις αυτές προέρχονται από έρευνα του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Public Accountability Initiative (PIA) και της βάσης δεδομένων LittleSis, που καταγράφει τις σχέσεις μεταξύ εταιρειών και κυβερνητικών παραγόντων.
Συμβιωτική σχέση
Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων, οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι τράπεζες που τις χρηματοδοτούν, οι οποίες βασίζονται στην εξόρυξη για να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους, έχουν ένα κίνητρο για να δημιουργήσουν στενούς δεσμούς με τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες λειτουργούν για να υποστηρίζουν και να προστατεύουν τα συμφέροντά τους εν όψει των αντιδράσεων των τοπικών κοινοτήτων για τις δραστηριότητές τους. Σε πολλές Πολιτείες, αυτές οι εταιρείες υποστηρίζουν νόμους για να ποινικοποιήσουν τις διαμαρτυρίες ενάντια σε έργα βρόμικης ενέργειας, όπως τη διέλευση αγωγών μεταφοράς καυσίμων.
Αυτή η συμβιωτική σχέση μεταξύ της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και της αστυνομίας συχνά σημαίνει ότι οι εταιρείες που μολύνουν τις μαύρες και ισπανόφωνες κοινότητες -όπως η Marathon Petroleum στο Ντιτρόιτ, η Valero στο Κόρπους Κρίστι ή η Shell στη Λουιζιάνα- είναι οι ίδιες που ενισχύουν οικονομικά τις αστυνομικές δυνάμεις σε αυτές τις ίδιες πόλεις. Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων υποστηρίζουν τα αστυνομικά ιδρύματα σε ολόκληρη τη χώρα, ειδικά σε μεγάλες Πολιτείες παραγωγής πετρελαίου, όπως το Τέξας και η Λουιζιάνα.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο πετρελαϊκός γίγαντας Chevron, που βρίσκεται στους 25 μεγαλύτερους ρυπαντές παγκοσμίως και έχει υπό την ιδιοκτησία του δύο από τα διυλιστήρια με τις μεγαλύτερες εκπομπές βενζολίου στη χώρα, είναι «Εταιρικός Συνεργάτης της Αστυνομίας» για το Ιδρυμα Αστυνομίας και Δικαιοσύνης της Νέας Ορλεάνης και μέλος του διοικητικού συμβουλίου των αστυνομικών ιδρυμάτων στο Χιούστον και το Σολτ Λέικ Σίτι.
Τα διυλιστήρια της Chevron έχουν γίνει στόχος πολλών αγώνων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης. Για παράδειγμα, στο Ρίτσμοντ της Καλιφόρνιας, οι κάτοικοι της κοινότητας αγωνίζονται εδώ και χρόνια ενάντια στη ρύπανση και στον περιβαλλοντικό ρατσισμό της Chevron, η οποία διαθέτει ένα μεγάλο διυλιστήριο στην πόλη που αποτελείται κατά 80% από έγχρωμους ανθρώπους.
Ρυπαντές και δωρητές
Ωστόσο, δεν είναι μόνο εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η έκθεση εξετάζει επίσης ιδιωτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα. Η πάροχος ενέργειας Exelon, η μεγαλύτερη εταιρεία κοινής ωφέλειας της χώρας, η οποία το 2019 αναγκάστηκε να πληρώσει 200 εκατομμύρια δολάρια για ρύπανση που προκάλεσε υδροηλεκτρικό φράγμα της στον κόλπο Τσέζαπικ στη Βιρτζίνια, έχει πραγματοποιήσει δωρεές σε αστυνομικά ιδρύματα στη Βαλτιμόρη, τη Φιλαδέλφεια, το Σικάγο και την Ουάσινγκτον.
Η αμερικανική DC JPMorgan Chase, μια κορυφαία παγκόσμια τράπεζα σε χρηματοδοτήσεις ορυκτών καυσίμων, είναι επίσης εταιρικός συνεργάτης του Ιδρύματος Αστυνομίας και Δικαιοσύνης της Νέας Ορλεάνης και το 2011 δώρισε 4,6 εκατομμύρια δολάρια στο NYC Police Foundation.
Οι συντάκτες της έρευνας σημειώνουν ότι επειδή τα αστυνομικά ιδρύματα είναι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, υπόκεινται σε λιγότερο έλεγχο και επικρατεί έλλειψη διαφάνειας γύρω από αυτές τις δωρεές, καθίσταται δύσκολο να πουν ακριβώς ποιες εταιρείες πραγματοποιούν δωρεές στα αστυνομικά ιδρύματα και με τι ποσά. Λόγος για τον οποίο η έρευνά τους βασίζεται σε πληροφορίες από εκθέσεις εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, δελτία Τύπου, φορολογικά έντυπα και υλικό από τα αστυνομικά ιδρύματα.
Η έρευνα δημοσιεύεται τη στιγμή που η συνεχιζόμενη πανδημία του κορονοϊού πλήττει με δυσανάλογο αριθμό θυμάτων τις κοινότητες των μαύρων, των Λατίνων και των ιθαγενών, που πλήττονται επίσης εν μέρει από τον περιβαλλοντικό ρατσισμό και από τη μεγάλη έκθεση στη ρύπανση. Και, καθώς το κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στον ρατσισμό και στην αστυνομική βαρβαρότητα συνεχίζεται, οι ακτιβιστές διαπιστώνουν τη σύνδεση μεταξύ αστυνόμευσης, ρύπανσης και κλιματικής αλλαγής.
Πηγή: efsyn.gr
Τάσος Σαραντής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου