Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Γιορτάζεται η μοναξιά;

Λίλα Μήτσουρα



Μπροστά μου στο ταμείο βρίσκεται ένας κύριος, μεγάλης ηλικίας. Κρατάει στο καλαθάκι του λίγα πράγματα. Είμαι ακριβώς πίσω του περιμένοντας τη σειρά μου.

Αναγκαστικά παρακολουθώ…

Μία μερίδα έτοιμο φαγητό, ένα μικρό κουτάκι με κρεμώδη σαλάτα, ένα μικρό κρασάκι και μία μπύρα.

Μόνος, σκέφτομαι. Μούδιασα αρχικά, στεναχωρήθηκα.

Μετράει τα ψιλά του, ρωτάει την ταμία για τις τιμές, κοιτάει το γενικό σύνολο. Λογικό, συνταξιούχος είναι ο άνθρωπος και όλοι ξέρουμε τι έχουν πάθει οι συντάξεις.

Στεναχωριέμαι, κοιτάω αλλού. Μετά όμως σκέφτομαι πως δεν ήταν για λύπηση. Ήταν αυτοεξυπηρετούμενος, προσπαθούσε με τον δικό του τρόπο να περνάει όσο γίνεται καλύτερα… Και άλλα τέτοια όμορφα έβαζα στο μυαλό μου.

Γιορτάζεται η μοναξιά; Όχι πάντα, όχι σε όλες τις ηλικίες ίσως. Όχι αν βρίσκεσαι στην δύση της ζωής σου. Παλεύεις να περνάς καλύτερα, να διασκεδάσεις τον φόβο σου, να μη σκέφτεσαι, να φας, να πιείς ένα ποτηράκι και να κοιμηθείς άμεσα για να μη σκέφτεσαι.

Και το τηλέφωνο των δικών σου ανθρώπων είναι κάτι, αλλά δεν είναι και τίποτα. Αυτό που σε σώνει από τις σκέψεις σου είναι η αγκαλιά, είναι το φιλί, είναι το χάδι. Είναι να νιώθεις ζωντανή τη παρουσία του άλλου δίπλα σου. Είμαι εδώ μαζί σου, κάνε τη ζωή σου όπως θες, αλλά να ξέρεις ότι είμαι εδώ αν με χρειαστείς, δεν είσαι μόνος σου.

Αυτό μας το στέρησε η πανδημία. Αυτή την επαφή, αυτήν την ζωογόνα αγκαλιά.

Για όλους εμάς που δεν έχουμε τους γονείς μας πια και γνωρίζουμε την έλλειψη τους, ακόμα και τότε που στο τέλος είχαν αλλάξει οι ρόλοι και ήμασταν εμείς οι κηδεμόνες, κάπου μέσα μας παραμέναμε παιδιά που θέλουμε να κουρνιάσουμε στην αγκαλιά τους, να κατευνάσουμε τους φόβους μας.

Παιδιά και αυτοί οι γλυκύτατοι ηλικιωμένοι που θέλουν την παρέα και το γέλιο και την αγάπη μας. Για να καταλαγιάσουν και αυτοί τους φόβους τους. Να τρομάξουν την μοναξιά τους και να φύγει.

Θυμάμαι τη μαμά μου να λέει πολύ συχνά «δεν με νοιάζει εμένα, έχω τα παιδιά μου…». Και από αυτή την φράση της έπαιρνε δύναμη εκείνη και γω με την αδερφή μου σαν να νιώθαμε κάπως καλύτερα. Ότι ρε παιδί μου να, κάτι ανταποδίδουμε και μεις από τα άπειρα που μας έδωσε εκείνη.

Θυμάμαι και τους δύο μου γονείς να μου λένε συχνά «είμαι καλά, μην ανησυχείς!».Έννοια τους μέχρι την τελευταία τους ανάσα να είμαστε καλά εμείς, τα παιδιά τους, να μην ανησυχούμε. Από τα ματάκια τους ήξερα αν ήταν ή όχι. Από τη φωνή τους στο τηλέφωνο αναγνώριζα ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι δεν είναι καλά…

Πόσο πιο απλά ήταν τα πράγματα τότε όμως. Τη τσάντα στον ώμο και έφευγα άμεσα να δω τι συμβαίνει. Τώρα; Τώρα τι γίνεται; Πώς μπορείς να το κάνεις αυτό; Να στείλεις μήνυμα, να πάρεις απάντηση και να πας να τους δεις, εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου. Ρε αγάπη με ωράριο γίνεται?

Αλλά θα μου πεις από «το ολότελα καλή και η Παναγιώταινα» που λέει και η παροιμία.

Δεν θα πω τίποτα για τις ώρες που βρίσκονται στο νοσοκομείο μόνοι τους, δίχως να μπορείς να τους κανακέψεις, να τους φροντίσεις, τώρα στα χρόνια του ιού. Νομίζω όλοι νιώθουμε τα ίδια συναισθήματα…

Μολογώ τις βαθύτερες σκέψεις μου με κάθε ειλικρίνεια, κάνοντας παράκληση. Δεν είναι δεδομένο ότι καταλαβαίνουν πάντα την αγάπη. Είναι σαν μωρά παιδιά, θέλουν διαρκή υπενθύμιση, ότι τους αγαπάμε, πως ό,τι και αν συμβεί εμείς θα βρούμε τον τρόπο να είμαστε εκεί κοντά τους.

Να τους δείχνετε την αγάπη σας με τον δικό σας τρόπο ο καθένας, να τους νοιάζεστε και να τους μιλάτε πολύ ακόμα και για βλακείες. Να ακούν την φωνή σας να ηρεμούν οι φόβοι τους.

Ακόμα και αν είναι αυτοεξυπηρετούμενοι, έχουν ανάγκη την αγάπη και το νοιάξιμο μας. Είναι ευαίσθητοι και περήφανοι άνθρωποι και μπορεί να διασκεδάζουν την μοναξιά τους, αλλά είναι πολλές οι ώρες γαμώτο.

Πάρα πολλές για κάποιον μόνο του…





Λίλα Μήτσουρα: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου