Ρούλα Καραγιάννη
Τριάντα χρόνια συμπληρώθηκαν από εκείνο το βράδυ του Γενάρη που το παρακράτος έδειχνε για άλλη μια φορά το φρικτό πρόσωπό του βάφοντας με αίμα τους μαθητικούς και φοιτητικούς αγώνες. Η θυσία του Ν. Τεμπονέρα ήταν το αποτέλεσμα της δράσης παρακρατικού μηχανισμού, που επιστράτευσε η τότε κυβέρνηση της ΝΔ για να χτυπήσει το μαθητικό κίνημα.
Το φθινόπωρο του 1990 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Υπουργό Παιδείας τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο ανακοινώνει πολυνομοσχέδιο στα πλαίσια μιας αντεργατικής πολιτικής που δεν αφήνει άθικτη φυσικά την παιδεία. Η αντιδημοκρατική και αναχρονιστική μεταρρύθμιση Κοντογιαννόπουλου ανοίγει το δρόμο για πιο ταξικό και πειθαρχημένο σχολείο. Μεταξύ άλλων το πολυνομοσχέδιο προέβλεπε, εξετάσεις από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, μείωση αργιών, κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών και 15μελών, σύστημα πόντων για έλεγχο (point system) της συμπεριφοράς των μαθητών, επιβολή ομοιόμορφης εμφάνισης, υποχρεωτικό εκκλησιασμό, έπαρση της σημαίας κ.α. Για τα πανεπιστήμια προέβλεπε κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, εντατικοποίηση, περικοπή φοιτητικής συμμετοχής στη διοίκηση των ΑΕΙ και κατάργηση του ασύλου. Την ίδια περίοδο γίνεται για πρώτη φορά συζήτηση για ιδιωτικά πανεπιστήμια από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
Οι πρώτες καταλήψεις ξεκινούν τέλος Οκτωβρίου του 1990 και μέχρι τον Δεκέμβριο τα υπό κατάληψη Γυμνάσια και Λύκεια φτάνουν το 70% του συνόλου. Ένα μεγαλειώδες κίνημα εξαπλώθηκε με μαζικές καταλήψεις σχολείων και σχολών και συγκλονιστικά συλλαλητήρια. Μαθητές, φοιτητές εκπαιδευτικοί και εργάτες συναντήθηκαν στους δρόμους του αγώνα σε ένα αποφασιστικό κίνημα. Η επερχόμενη νίκη του κινήματος τρόμαζε την εξουσία. Δεν της απέμεινε παρά η προσφυγή στην παρακρατική βία. Ομάδες κρούσης «αγανακτισμένων πολιτών» της Ν.Δ και της ΟΝΝΕΔ ανέλαβαν να σπάσουν δια της βίας τις καταλήψεις των μαθητών που συνεχίστηκαν και μετά τα Χριστούγεννα.
Στις 7 Ιανουαρίου τα επεισόδια υπήρξαν σχετικά περιορισμένα κι είχαν περισσότερο τον χαρακτήρα «κοινωνικού αυτοματισμού», με πρωταγωνιστές κυρίως νεοδημοκράτες γονείς εχθρικούς προς τις καταλήψεις. Την επόμενη μέρα, όμως, οι βιαιότητες ήταν εντελώς διαφορετικής κλίμακας.
Στην Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, στην Αμαλιάδα, στην Κέρκυρα, στην Λαμία ομάδες της ΟΝΝΕΔ επιχειρούν εφόδους βίαιων ανακαταλήψεων.
Στις 08.01.1991, στις 19.30 το απόγευμα, στην Πάτρα, 25-30 στελέχη της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης Ιωάννη Καλαμπόκα, επιτίθενται οπλισμένοι κατά των μαθητών στην κατάληψη του Πολυκλαδικού Λυκείου, χωρίς όμως να επιτύχουν να διώξουν τους μαθητές.
Στις 21:30 το βράδυ μπούκαραν και στο σχολικό συγκρότημα Βουδ, πετώντας έξω τους καταληψίες μαθητές και τραυματίζοντας με κοπίδι στο χέρι τον πρόεδρο του δεκαπενταμελούς.
Η είδηση μεταδόθηκε από τοπικό ραδιοσταθμό και διακόσιοι περίπου πολίτες συρρέουν έξω από το συγκρότημα για να προστατεύσουν τους μαθητές.
Γύρω στις 23.05 το βράδυ, ομάδα καθηγητών μαθητών και γονέων επιχειρεί να μπει στο κτίριο. Με το άνοιγμα της πόρτας τα μέλη της ΟΝΝΕΔ επιτίθενται στον κόσμο με σιδερολοστούς, καδρόνια και τσιμεντόλιθους. Ο καθηγητής μαθηματικών και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, πέφτει θανάσιμα τραυματισμένος, με ανοιγμένο το κρανίο από το σιδερολοστό του Ι.Καλαμπόκα. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο κλινικά νεκρός και το πρωί παύουν όλες οι ζωτικές λειτουργίες του.
Η είδηση του φόνου προκάλεσε κανονική έκρηξη στον χώρο της νεολαίας.
Το βράδυ της 9ης Ιανουαρίου, το κέντρο της Πάτρας τρανταζόταν από τις συγκεντρώσεις μαθητών, φοιτητών, εκπαιδευτικών και πολιτών. Η πόλη πνίγεται στα δακρυγόνα. Στους δρόμους της Αθήνας ακολούθησε ένα διήμερο πολύωρων οδομαχιών (10-11/1), με συμμετοχή χιλιάδων διαδηλωτών, εκατοντάδων τραυματιών και 4 ακόμη νεκρούς, όταν ένα από τα 4.000 δακρυγόνα που εκτόξευσαν τα ΜΑΤ προκάλεσε πυρκαγιά στο ισόγειο χαρτοπωλείο του «Κ. Μαρούση».
Πανικόβλητη, η κυβέρνηση απέσυρε τα επίμαχα διατάγματα και το πολυνομοσχέδιο. Ο Κοντογιαννόπουλος παραιτήθηκε κι ο διάδοχός του Γιώργος Σουφλιάς εξήγγειλε εθνικό διάλογο για την Παιδεία «από μηδενική βάση».
Η δίκη του Καλαμπόκα διήρκεσε σχεδόν ένα χρόνο (22 Ιουνίου 1992 – 9 Μαρτίου 1993) και έγινε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου. Πρωτοδίκως καταδικάσθηκε σε ισόβια για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, χωρίς να του αναγνωρισθεί κανένα ελαφρυντικό.
Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ στήριξαν και συμμετείχαν με όλες τους τις δυνάμεις στις συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν έξω από το Δικαστήριο του Βόλου. Καταδίκασαν τη στυγνή δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα απαιτώντας την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων καθώς και των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας.
Λίγους μήνες αργότερα έγινε η δίκη του σε δεύτερο βαθμό (7 Δεκεμβρίου 1993 – 19 Απριλίου 1994) ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Λάρισας. Οι δικαστές του αναγνώρισαν ελαφρυντικά και τον καταδίκασαν σε κάθειρξη 17 ετών και τριών μηνών. Η υπόθεση ξαναδικάστηκε (1-15/10/1996), το εφετείο υποχρεώθηκε από τον Άρειο Πάγο σε νέα επιμέτρηση της ποινής, μειώνοντάς τη σε 16,5 χρόνια (22/1/1998). Στις 2 Φεβρουαρίου 1998 αφέθηκε ελεύθερος, αφού εξέτισε τα 2/5 της ποινής του.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Με τη συνευθύνη όλων των κυβερνήσεων ο φάκελος των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας του Τεμπονέρα δεν άνοιξε ποτέ!
Αντιθέτως, ο Καλαμπόκας, μετά το σύντομο πέρασμά του από τη φυλακή, έγινε προϊστάμενος υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στον Βόλο.
Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος εξελέγη το 2000 πανηγυρικά βουλευτής του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ στη Β΄ Αθηνών και το 2003 χρημάτισε υφυπουργός Υγείας της κυβέρνησης Σημίτη.
Ο τότε δε βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος, που δικαιολογούσε τις βιαιοπραγίες της ομάδας Καλαμπόκα σαν τοπικό «έθιμο» (Πρακτικά Εξεταστικής, 15/5/1991, σ. 82), ευτύχησε να στηρίξει ως βουλευτής των ΑΝΕΛ την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Τριάντα χρόνια μετά, η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ εκμεταλλευόμενη στο έπακρο την πανδημία χρησιμοποιώντας την καταστολή και τον φόβο, επιβάλλει τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, καταργεί το Πανεπιστημιακό Άσυλο επαναφέρει την τράπεζα θεμάτων, επαναφέρει το χαρακτηρισμό της διαγωγής στους μαθητές, ολοκληρώνοντας την ταξική και αντιεκπαιδευτική πολιτική που άφησε στη μέση το βαμμένο με αίμα μαθητικό και φοιτητικό κίνημα εκείνης της εποχής.
Τριάντα χρόνια μετά, η κοινή στρατηγική του κεφαλαίου, και για την παιδεία της ΕΕ και του ΟΟΣΑ που υλοποιούνται από τις αστικές κυβερνήσεις, συμπυκνώνεται στην πρόσφατη έκθεση Πισσαρίδη. Στόχος τους η εμπορευματοποίηση της παιδείας, η καταβαράθρωση της εργασίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Σήμερα ο δρόμος της τιμής και του χρέους στη θυσία του Ν. Τεμπονέρα, αλλά και χιλιάδων αγωνιστών που θυσιάστηκαν για την παιδεία, τη λευτεριά, την ανεξαρτησία, το σοσιαλισμό είναι η έμπρακτη στήριξη του εργατικού και μαθητικού κινήματος.
Ο άλλος δρόμος, αυτός της απάθειας και της υποταγής είναι δρόμος προς την εκβαρβάρωση της κοινωνίας και της ανθρώπινης υπόστασης.
Τριάντα χρόνια συμπληρώθηκαν από εκείνο το βράδυ του Γενάρη που το παρακράτος έδειχνε για άλλη μια φορά το φρικτό πρόσωπό του βάφοντας με αίμα τους μαθητικούς και φοιτητικούς αγώνες. Η θυσία του Ν. Τεμπονέρα ήταν το αποτέλεσμα της δράσης παρακρατικού μηχανισμού, που επιστράτευσε η τότε κυβέρνηση της ΝΔ για να χτυπήσει το μαθητικό κίνημα.
Το φθινόπωρο του 1990 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Υπουργό Παιδείας τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο ανακοινώνει πολυνομοσχέδιο στα πλαίσια μιας αντεργατικής πολιτικής που δεν αφήνει άθικτη φυσικά την παιδεία. Η αντιδημοκρατική και αναχρονιστική μεταρρύθμιση Κοντογιαννόπουλου ανοίγει το δρόμο για πιο ταξικό και πειθαρχημένο σχολείο. Μεταξύ άλλων το πολυνομοσχέδιο προέβλεπε, εξετάσεις από το Γυμνάσιο στο Λύκειο, μείωση αργιών, κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών και 15μελών, σύστημα πόντων για έλεγχο (point system) της συμπεριφοράς των μαθητών, επιβολή ομοιόμορφης εμφάνισης, υποχρεωτικό εκκλησιασμό, έπαρση της σημαίας κ.α. Για τα πανεπιστήμια προέβλεπε κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, εντατικοποίηση, περικοπή φοιτητικής συμμετοχής στη διοίκηση των ΑΕΙ και κατάργηση του ασύλου. Την ίδια περίοδο γίνεται για πρώτη φορά συζήτηση για ιδιωτικά πανεπιστήμια από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
Οι πρώτες καταλήψεις ξεκινούν τέλος Οκτωβρίου του 1990 και μέχρι τον Δεκέμβριο τα υπό κατάληψη Γυμνάσια και Λύκεια φτάνουν το 70% του συνόλου. Ένα μεγαλειώδες κίνημα εξαπλώθηκε με μαζικές καταλήψεις σχολείων και σχολών και συγκλονιστικά συλλαλητήρια. Μαθητές, φοιτητές εκπαιδευτικοί και εργάτες συναντήθηκαν στους δρόμους του αγώνα σε ένα αποφασιστικό κίνημα. Η επερχόμενη νίκη του κινήματος τρόμαζε την εξουσία. Δεν της απέμεινε παρά η προσφυγή στην παρακρατική βία. Ομάδες κρούσης «αγανακτισμένων πολιτών» της Ν.Δ και της ΟΝΝΕΔ ανέλαβαν να σπάσουν δια της βίας τις καταλήψεις των μαθητών που συνεχίστηκαν και μετά τα Χριστούγεννα.
Στις 7 Ιανουαρίου τα επεισόδια υπήρξαν σχετικά περιορισμένα κι είχαν περισσότερο τον χαρακτήρα «κοινωνικού αυτοματισμού», με πρωταγωνιστές κυρίως νεοδημοκράτες γονείς εχθρικούς προς τις καταλήψεις. Την επόμενη μέρα, όμως, οι βιαιότητες ήταν εντελώς διαφορετικής κλίμακας.
Στην Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, στην Αμαλιάδα, στην Κέρκυρα, στην Λαμία ομάδες της ΟΝΝΕΔ επιχειρούν εφόδους βίαιων ανακαταλήψεων.
Στις 08.01.1991, στις 19.30 το απόγευμα, στην Πάτρα, 25-30 στελέχη της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης Ιωάννη Καλαμπόκα, επιτίθενται οπλισμένοι κατά των μαθητών στην κατάληψη του Πολυκλαδικού Λυκείου, χωρίς όμως να επιτύχουν να διώξουν τους μαθητές.
Στις 21:30 το βράδυ μπούκαραν και στο σχολικό συγκρότημα Βουδ, πετώντας έξω τους καταληψίες μαθητές και τραυματίζοντας με κοπίδι στο χέρι τον πρόεδρο του δεκαπενταμελούς.
Η είδηση μεταδόθηκε από τοπικό ραδιοσταθμό και διακόσιοι περίπου πολίτες συρρέουν έξω από το συγκρότημα για να προστατεύσουν τους μαθητές.
Γύρω στις 23.05 το βράδυ, ομάδα καθηγητών μαθητών και γονέων επιχειρεί να μπει στο κτίριο. Με το άνοιγμα της πόρτας τα μέλη της ΟΝΝΕΔ επιτίθενται στον κόσμο με σιδερολοστούς, καδρόνια και τσιμεντόλιθους. Ο καθηγητής μαθηματικών και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, πέφτει θανάσιμα τραυματισμένος, με ανοιγμένο το κρανίο από το σιδερολοστό του Ι.Καλαμπόκα. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο κλινικά νεκρός και το πρωί παύουν όλες οι ζωτικές λειτουργίες του.
Η είδηση του φόνου προκάλεσε κανονική έκρηξη στον χώρο της νεολαίας.
Το βράδυ της 9ης Ιανουαρίου, το κέντρο της Πάτρας τρανταζόταν από τις συγκεντρώσεις μαθητών, φοιτητών, εκπαιδευτικών και πολιτών. Η πόλη πνίγεται στα δακρυγόνα. Στους δρόμους της Αθήνας ακολούθησε ένα διήμερο πολύωρων οδομαχιών (10-11/1), με συμμετοχή χιλιάδων διαδηλωτών, εκατοντάδων τραυματιών και 4 ακόμη νεκρούς, όταν ένα από τα 4.000 δακρυγόνα που εκτόξευσαν τα ΜΑΤ προκάλεσε πυρκαγιά στο ισόγειο χαρτοπωλείο του «Κ. Μαρούση».
Πανικόβλητη, η κυβέρνηση απέσυρε τα επίμαχα διατάγματα και το πολυνομοσχέδιο. Ο Κοντογιαννόπουλος παραιτήθηκε κι ο διάδοχός του Γιώργος Σουφλιάς εξήγγειλε εθνικό διάλογο για την Παιδεία «από μηδενική βάση».
Η δίκη του Καλαμπόκα διήρκεσε σχεδόν ένα χρόνο (22 Ιουνίου 1992 – 9 Μαρτίου 1993) και έγινε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου. Πρωτοδίκως καταδικάσθηκε σε ισόβια για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, χωρίς να του αναγνωρισθεί κανένα ελαφρυντικό.
Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ στήριξαν και συμμετείχαν με όλες τους τις δυνάμεις στις συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν έξω από το Δικαστήριο του Βόλου. Καταδίκασαν τη στυγνή δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα απαιτώντας την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων καθώς και των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας.
Λίγους μήνες αργότερα έγινε η δίκη του σε δεύτερο βαθμό (7 Δεκεμβρίου 1993 – 19 Απριλίου 1994) ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Λάρισας. Οι δικαστές του αναγνώρισαν ελαφρυντικά και τον καταδίκασαν σε κάθειρξη 17 ετών και τριών μηνών. Η υπόθεση ξαναδικάστηκε (1-15/10/1996), το εφετείο υποχρεώθηκε από τον Άρειο Πάγο σε νέα επιμέτρηση της ποινής, μειώνοντάς τη σε 16,5 χρόνια (22/1/1998). Στις 2 Φεβρουαρίου 1998 αφέθηκε ελεύθερος, αφού εξέτισε τα 2/5 της ποινής του.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Με τη συνευθύνη όλων των κυβερνήσεων ο φάκελος των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας του Τεμπονέρα δεν άνοιξε ποτέ!
Αντιθέτως, ο Καλαμπόκας, μετά το σύντομο πέρασμά του από τη φυλακή, έγινε προϊστάμενος υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στον Βόλο.
Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος εξελέγη το 2000 πανηγυρικά βουλευτής του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ στη Β΄ Αθηνών και το 2003 χρημάτισε υφυπουργός Υγείας της κυβέρνησης Σημίτη.
Ο τότε δε βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος, που δικαιολογούσε τις βιαιοπραγίες της ομάδας Καλαμπόκα σαν τοπικό «έθιμο» (Πρακτικά Εξεταστικής, 15/5/1991, σ. 82), ευτύχησε να στηρίξει ως βουλευτής των ΑΝΕΛ την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Τριάντα χρόνια μετά, η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ εκμεταλλευόμενη στο έπακρο την πανδημία χρησιμοποιώντας την καταστολή και τον φόβο, επιβάλλει τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, καταργεί το Πανεπιστημιακό Άσυλο επαναφέρει την τράπεζα θεμάτων, επαναφέρει το χαρακτηρισμό της διαγωγής στους μαθητές, ολοκληρώνοντας την ταξική και αντιεκπαιδευτική πολιτική που άφησε στη μέση το βαμμένο με αίμα μαθητικό και φοιτητικό κίνημα εκείνης της εποχής.
Τριάντα χρόνια μετά, η κοινή στρατηγική του κεφαλαίου, και για την παιδεία της ΕΕ και του ΟΟΣΑ που υλοποιούνται από τις αστικές κυβερνήσεις, συμπυκνώνεται στην πρόσφατη έκθεση Πισσαρίδη. Στόχος τους η εμπορευματοποίηση της παιδείας, η καταβαράθρωση της εργασίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Σήμερα ο δρόμος της τιμής και του χρέους στη θυσία του Ν. Τεμπονέρα, αλλά και χιλιάδων αγωνιστών που θυσιάστηκαν για την παιδεία, τη λευτεριά, την ανεξαρτησία, το σοσιαλισμό είναι η έμπρακτη στήριξη του εργατικού και μαθητικού κινήματος.
Ο άλλος δρόμος, αυτός της απάθειας και της υποταγής είναι δρόμος προς την εκβαρβάρωση της κοινωνίας και της ανθρώπινης υπόστασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου