Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2021

Αφιέρωμα στον Πάνο Τζαβέλλα: Συζήτηση με τη Νατάσσα Παπαδοπούλου

Γιάννης Αγγέλου


Το alt.gr τιμά τον Πάνο Τζαβέλλα με ένα αφιέρωμα στην μνήμη του. Ο Γιάννης Αγγέλου (Συνταγματάρχης ΜΗΧ ε.α) συζητά με την Νατάσσα Παπαδοπούλου, σύντροφο και γυναίκα του Πάνου, για τη δράση, το έργο και τη ζωή του Πάνου Τζαβέλα που έφυγε σαν σήμερα στις 27 Γενάρη του 2008

Πέρασαν 12 χρόνια από την ημέρα που ο Πάνος Τζαβέλλας, πήρε την κιθάρα του κι έφυγε αφήνοντας πίσω του μουσικό πλούτο και αγώνες και απογοητεύσεις μα και ελπίδα.

«Από μικρός έπαιζα κιθάρα κι αγαπούσα πολύ αυτό το όργανο. Μου ‘λειπε στη φυλακή όσο τίποτε άλλο. Πελέκησα λοιπόν ένα ξύλο κι έκανα το μπράτσο, χάραξα τα διαστήματα με μαθηματικούς υπολογισμούς, χάλασα μια καραβάνα κι έκανα τα τάστα κι εκεί πάνω τέντωσα έξι σύρματα. Έτσι κρατούσα επαφή με τον ήχο. Στις γιορτές της κόλλαγα και μια ρεγγόκασα για ηχείο. Αυτή ήταν η κιθάρα μου στις φυλακές, όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν. Είχε πλάκα. Τη δουλειά της όμως την έκανε».

Αυτά ήταν τα δικά του λόγια, όπως τα έγραψε στο ΨΗΦΙΔΩΤΟ του, ότι απόμεινε από την καταστροφική πυρκαγιά το Νοέμβρη του 2008, που κατάστρεψε τις περισσότερες από τις αναμνήσεις του. Στις 27 του Γενάρη, σχεδόν δυο μήνες μετά, έφυγε κι αυτός…

Σε αυτό το αφιέρωμα δεν είμαι μόνος. Είναι μαζί μου η σύντροφός του από το 1971 μέχρι το τέλος της ζωής του, η Νατάσα Παπαδοπούλου. Μαζί περπατάμε όλο τη διαδρομή της ζωής του Πάνου.

Ο Πάνος Τζαβέλλας γεννήθηκε το 1925 στην Κοζάνη. Έφηβο τον βρήκε ο πόλεμος του ’40 και οργανώνεται στην ΕΠΟΝ.

Όπως μου λέει η Νατάσα Παπαδοπούλου: 

«Νεαρούλης ήταν σύνδεσμος της ΕΠΟΝ με τη Θεσσαλονίκη. Να σου πω μια ιστορία με τον Τσιτσάνη. Την είχαμε πει και στην κόρη του, τη Βικτωρία κι έκλαιγε. Τότε ο Πάνος που ακόμη αρτιμελής, πήγαινε στη Θεσσαλονίκη να βρει τους συντρόφους του και στα κλεφτά άκουγε τον Τσιτσάνη στο «Ουζερί Τσιτσάνης». Χόρευε πολύ ωραίο ζεϊμπέκικο και ο Τσιτσάνης του φώναζε: «Έλα να χορέψει το παλικαράκι». Ήταν και πολύ ωραίο αγόρι ο Πάνος, αδύνατος, πολύ ψιλός. Την κόρη του, που τότε θα ήταν πέντε χρονών, ο Τσιτσάνης την ανέβαζε πάνω σ’ ένα τραπέζι και τη μάθαινε να χορεύει».

Εκείνη την περίοδο δεν είχε ακόμη ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική, πέρα από το ότι: «Μ’ ένα φίλο του πιάνανε τις κιθάρες και πηγαίναν να κάνουν καντάδα στους φυλακισμένους! Έτσι έφαγε και το πρώτο του ξύλο, τον συνέλαβαν που τραγουδούσε σε κρατούμενους!», όπως μου αφηγείται η Νατάσα Παπαδοπούλου.

Βγαίνει στο βουνό, εντάσσεται με τον ΕΛΑΣ και αργότερα με τον Δημοκρατικό Στρατό. Στο βουνό τραυματίζεται και ακρωτηριάζεται το δεξί του πόδι. Συλλαμβάνεται και ξεκινά ο δρόμος για τις φυλακές. Μετά από δίκες καταδικάζεται τρεις φορές σε θάνατο.

«Γίνεται ο Εμφύλιος και είναι αντάρτης με το Δημοκρατικό Στρατό. Στο βουνό ήταν μαζί με τους γονείς του Σπύρου του Χαλβατζή. Επειδή η μάνα του Σπύρου κουραζόταν, την αδερφή του, μωρό, την έδινε στον Πάνο να την κουβαλάει στις πεζοπορίες στο βουνό. Φανταστείτε, στις βουνοκορφές με τα τουφέκια στον ώμο νάχουν αγκαλιά το μωρό και να του κλείνουν και το στόμα για να μη φωνάζει…Ο Πάνος τραυματίζεται. Τον πιάνουν και τον πάνε στην Κοζάνη. Θα μπορούσαν απλά να του έβγαζαν τη σφαίρα και να μην του έκοβαν το πόδι, αλλά του το κόψανε! Να είσαι 23 ετών, να βράζει το αίμα σου και να σου κόβουν το πόδι, ενώ μπορούσαν να το σώσουν. Δεν ήταν να πεις ότι είχε πάθει γάγγραινα…», μου λέει η Νατάσα Παπαδοπούλου.

Όπως γράφει και ο ίδιος στο ΨΗΦΙΔΩΤΟ:

«Στις φυλακές έπεσα νωρίς, από το 1945. Τις καταδίκες όμως σε θάνατο τις άρπαξα όταν πιάστηκα βαριά τραυματισμένος σαν αντάρτης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας τον Ιούλη του 1949».

Ας τον ακούσουμε σε ένα σπάνιο ντοκουμέντο

Ξεκινάνε οι φυλακίσεις. Γύρισε όλες τις φυλακές και μάλιστα σε όλες τύγχανε «ιδιαίτερης περιποίησης». Στους μεγάλους σεισμούς της Κεφαλλονιάς βρισκόταν στη φυλακή που κατέρρεε. Οι κρατούμενοι ζητούσαν να βγουν από τη φυλακή, ο κόσμος απέξω φώναζε να βγουν οι κρατούμενοι κι ένας αρχιφύλακας τους απαντούσε «Θα το σκάσετε». Πήραν λοιπόν σύρμα οι κρατούμενοι κι έφτιαξαν ένα συρματόπλεγμα για να του δείξουν πως δεν έχουν πρόθεση να το σκάσουν. Ελάχιστα λεπτά μετά η φυλακή κατέρρευσε από μετασεισμό, σα χάρτινος πύργος.

Στη Σοβιετική Ένωση

Το 1958 αρρωσταίνει βαριά. Προσβλήθηκε από τη νόσο του Buerger και το 1961 με τη βοήθεια του ΚΚΕ φεύγει στην Σοβιετική Ένωση για θεραπεία. Εκεί νοσηλεύεται τρία χρόνια και θεραπεύεται από την ασθένεια που υπέστη στις φυλακές. Παράλληλα εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να σπουδάσει μουσική και γνώρισε τον σπουδαίο συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς.

Όπως μου αφηγείται η Νατάσα Παπαδοπούλου: 

«Καταδικασμένος τρεις φορές σε θάνατο, αρρώστησε σοβαρά από τη νόσο του Buerger αλλιώς δεν θα έβγαινε το ’59. Μέχρι εκείνη την στιγμή ζούσε μέσα στην αγωνία, όποτε άνοιγε η πόρτα του κελιού αφού δε γνώριζαν ποιον θα πάρουν για εκτέλεση. Μεγάλη η αγωνία του θανάτου. Από τις πολλές κακουχίες έκλεισαν οι αρτηρίες του. Κινδύνευε να του κόψουν όλα τα μέλη του. Τους έλεγε ότι πονάει, ήταν ανήμπορος να περπατήσει. Σερνόταν… Το ’59 τον πετάνε έξω, για να μην πεθάνει μες τη φυλακή. Μόνος και αβοήθητος. Πού να πήγαινε σε τέτοια κατάσταση στην Αθήνα, που δεν είχε κανέναν; Τον βλέπουν απ’ απέναντι οι γυναίκες πολιτικές κρατούμενοι απ’ του Αβέρωφ και φωνάζουν τους συντρόφους: «Ελάτε να τον μαζέψετε»! Τον πηγαίνουν στον «Άτλαντα» στη Σοφοκλέους, στον αριθμό 30. Εκεί το ΚΚΕ πήγαινε για περίθαλψη τους άπορους κομμουνιστές ή αυτούς που ήταν ολομόναχοι στην Αθήνα. Έκατσε εκεί μερικούς μήνες παρέα με τους φρικτούς του πόνους. Λίγο πριν φύγει για τη Σοβιετική Ένωση, έζησε και σε μια σπηλιά στα Τουρκοβούνια. Ένας φίλος του από την Κοζάνη τον πήγε εκεί, του έδωσε μια κιθάρα και του πήγαινε φαγητό. Ένιωθε ελεύθερος ο Πάνος, έβλεπε ήλιο, του άρεσε. Όταν ο φίλος του επρόκειτο να φύγει του ζήτησε ο Πάνος να τον πάει στη θάλασσα, στη Βάρκιζα. Ήταν η καλύτερή του. Όλη μέρα ο Πάνος κολυμπούσε, διάβαζε. Εκεί, λοιπόν, του ανακοινώθηκε ότι εγκρίθηκε η αίτηση του για να πάει στη Σοβιετική Ένωση το ’61».

Στη Σοβιετική Ένωση ο Πάνος Τζαβέλλας παρέμεινε τρία χρόνια. Για την αντιμετώπιση του προβλήματός του απαιτήθηκαν πολλές εγχειρήσεις και μπόρεσε και κρατήθηκε. Η συγκεκριμένη νόσος είναι ανίατη. Έγινε καλά κατά 60%, μεγάλο ποσοστό για την εποχή.

Συνεχίζει η Νατάσσα Παπαδοπούλου: 

«Τη γλώσσα την γνώριζε άριστα, γιατί την είχε μάθει στις φυλακές. Ακόμη και ιδιωματισμούς! Κάποιες φορές για να ζήσει έκανε και μεταφράσεις. Τρία χρόνια έμεινε εκεί και μάλιστα του πρότειναν να μείνει εάν ήθελε. «Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα μου» έλεγε ο Πάνος. Μια άλλη οικογένεια Ρώσων ήθελε να τον υιοθετήσει, γιατί έμοιαζε πολύ στον γιο τους που είχε αυτοκτονήσει από ερωτική απογοήτευση! Οι Ρώσοι αγαπούσαν πάρα πολύ την Ελλάδα! Ένας του φιλούσε τα πόδια, γιατί ¨Τα πόδια αυτά πατούσαν την Ακρόπολη¨!»

Για το πώς γνώρισε τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς, η Νατάσσα Παπαδοπούλου λέει:

«Ο Πάνος κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, δεν ήταν όλη μέρα στο κρεβάτι. Τον έβγαζαν έξω με το αναπηρικό αμαξίδιο, έπαιζε κιθάρα και μαζεύονταν οι νοσοκόμες. Δεν καταλάβαιναν τους στίχους του, αλλά κλαίγανε και πιθανώς νόμιζαν ότι κι αυτός ήταν ένας σπουδαίος Έλληνας μουσικός. Μια μέρα του λένε: «Θα έρθει εδώ ένας συνάδελφος σου»… «Ας έρθει, μιλάω και τα ρώσικα, θα ανταλλάξω κάποιες ενδιαφέρουσες κουβέντες με κάποιον», σκέφτηκε ο Πάνος που ούτε περνούσε από το μυαλό του αυτό που τελικά συνέβη. Εμφανίζεται ο «συνάδελφος», ο Πάνος τον γνώρισε από φωτογραφίες της εποχής. «Είμαι ο Σοστακόβιτς» του είπε, άφωνος ο Τζαβέλλας! Μίλησαν, αντάλλαξαν απόψεις και κράτησαν αλληλογραφία τα επόμενα χρόνια. Δυστυχώς οι επιστολές του κάηκαν όταν κάηκε το σπίτι. Δεν έμεινε τίποτα».

Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1965

Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1965. Ξεκινά την πρώτη του καλλιτεχνική δουλειά σε μπουάτ της Πλάκας. Γνωρίζει στο «Καφενείο των μουσικών» τον Αντώνη Γιατράκο και αρχίζει να τραγουδά για πρώτη φορά με αμοιβή 20 δραχμές στα «Παγωνάκια». Δουλεύει σε καμπαρέ, ταβέρνες, σκυλάδικα και σε κάθε είδους στέκια. Γνωρίζεται με τους συνθέτες του Νέου Κύματος και συνεργάζεται με τον Μάνο Λοΐζο και τον Χρήστο Λεοντή. Η δικτατορία του 1967 κλείνει τις μπουάτ και ο Τζαβέλλας βρίσκεται ξανά στη φυλακή, κατηγορούμενος για αγώνα και παράνομη δράση ενάντια στη Χούντα.


Το 1968 καταδικάστηκε ξανά, σε είκοσι χρόνια φυλάκιση στις φυλακές Αβέρωφ και ύστερα στον Κορυδαλλό Στην ασφάλεια, οι δεσμώτες αδιαφορώντας για την κακή κατάσταση της υγείας του, τον υποβάλλουν σε φρικτά βασανιστήρια.

Ύστερα από αλλεπάλληλες αιτήσεις κατορθώνει να του δοθεί η άδεια για μία κιθάρα. Ωστόσο, ο όρος είναι να παίζει στα πλυσταριά χωρίς ηχείο. Γνώριζαν καλά ότι το τραγούδι γεμίζει με σθένος τους κρατούμενους. Παρόλα αυτά, μελετάει τους ρεμπέτικους δρόμους, το δημοτικό τραγούδι, την βυζαντινή μουσική. Στον Κορυδαλλό φτιάχνει χορωδία με τους νέους συγκρατούμενούς του, στήνει θεατρικές παραστάσεις και κυρίως καταγράφει τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης, τα οποία θεωρούσε χρέος του να τα διαδώσει στους νέους.

«Μπροστά μου έχω τις μορφές των αγωνιστών που έπεσαν για να χαρούν όλοι οι άνθρωποι την ομορφιά της ζωής. Γι’ αυτούς τραγουδώ, μ’ αυτούς είμαι πάντα συντροφιά, αυτοί με εμπνέουν, αυτοί μου δίνουν δύναμη να συνεχίσω τον αγώνα τους, με το τραγούδι και την κιθάρα, για έναν κόσμο πιο ανθρώπινο».

Το 1971 αποφυλακίζεται με το νόμο «Περί ανηκέστου βλάβης». Έχοντας μαζέψει το υλικό απ’ όλα τα Αντιστασιακά τραγούδια, αλλά και με δικές του συνθέσεις, στήνει στην Πλάκα Το Αντάρτικο Λημέρι. Γράφει κάπου στο βιβλίο του, ANTAPTO-ROCK: «Τι είναι τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944; Είναι η καλλιτεχνική έκφραση του Έπους της Εθνικής Αντίστασης. Είναι η φωνή, του λαού μας σε μια κρίσιμη και δραματική ώρα της πατρίδας μας. Είναι ο καθρέφτης της λαϊκής ψυχής, είναι οι πόθοι και τα όνειρά του, είναι η κλαγγή των όπλων, βροντή κι αστροπελέκι, είναι κάλεσμα για μάχη, είναι η ψυχή του αγώνα».

Το 1971 είναι η χρονιά που γνωρίζει τη συνομιλήτριά μας μετέπειτα σύντροφό του. Ας μας πει η ίδια πώς έγινε εκείνη η γνωριμία:

«Ήμουν 21 ετών, σπούδαζα στην ΑΣΟΕΕ. Γνώρισα τον Πάνο από τον Κώστα Μανταίο, τον αδερφό του Πέτρου. Ως νεολαίος είχε κάνει φυλακή επί χούντας με τον Πάνο κι αυτός. Εγώ ούτε καλή μαθήτρια ήμουν, ούτε τίποτα. Ήθελα να παίζω θέατρο και να τραγουδάω. Τότε μου είπε ο Μανταίος: «Θες να σε πάω να σ’ ακούσει ένας φίλος μου που γράφει τραγούδια και που μόλις βγήκε απ’ τη φυλακή;». Ντρεπόμουν, αλλά δέχτηκα. Πήγαμε στην Κυψέλη που έμενε τότε, σε ένα πλυσταριό. Τη στιγμή που τον πρωτοείδα δε θα την ξεχάσω ΠΟΤΕ! Είχε κοντά μαλλιά τότε και ήταν καθισμένος σ’ ένα μεγάλο κρεβάτι με την κιθάρα του. Υπήρχε μόνο μια καρέκλα με κάτι ρούχα κρεμασμένα. Πάμφτωχος ήταν ο άνθρωπος, δεν είχε στον ήλιο μοίρα… Επειδή εργαζόμουν τα πρωινά στο φούρνο του μπαμπά μου και μετά πήγαινα στον Πάνο, του πήγαινα παξιμάδια, ψωμί, διάφορα. Η μαμά μου τον αγαπούσε πολύ, γιατί είχε τρεις εκτελεσμένους αδερφούς! Ο ένας, ο Γιώργος, ήταν δίπλα στον Άρη Βελουχιώτη και οι άλλοι δύο είχαν επίσης εκτελεστεί. Η μαμά μου τον ένιωθε σαν αδερφό τον Πάνο, γιατί είχαν πάνω – κάτω και την ίδια ηλικία. Ο Πάνος ήταν 25 χρόνια μεγαλύτερος μου».

Έχοντας μαζέψει το υλικό απ’ όλα τα Αντιστασιακά τραγούδια και με δικές του συνθέσεις, στήνει στην Πλάκα «Το Αντάρτικο Λημέρι».

Το 1972, έγινε η πρώτη συναυλία με δικά του πολιτικά τραγούδια και ο χώρος ήταν γεμάτος ασφάλεια.

Τη διετία 1973-1974, παίζει στην μπουάτ «Πέμπτη Εποχή» με το Θωμά Μπακαλάκο, τον Μάνο Αβαράκη που έπαιζε φυσαρμόνικα και με το Νικόλα Άσιμο. Με τον Άσιμο, μάλιστα, τους συνέδεσε μία φιλία ως το τέλος, αφού ήταν και οι δυο από την Κοζάνη.

Το 1973 έγραψε δυο πολύ ωραία λαϊκά, τα «Πάρε με φεγγάρι μου» και «Ροδακινιά ξανθή» τα οποία κυκλοφόρησαν με το Γιώργο Νταλάρα το 1974.

Εδώ το «Πάρε με φεγγάρι μου», με στίχους και μουσική του Πάνου Τζαβέλλα.

Πάρε με φεγγάρι μου στην ασημί αγκαλιά σου,
άνοιξε τα φτερά σου να φύγουμε από δω,
για να βρω τη χαρά μου
και να σου τραγουδώ...


Κι εδώ το «Ροδακινιά ξανθή»

Ροδακινιά ξανθή γιατί πικραίνεσαι
μη σου 'κλεψαν το φως
και μου μαραίνεσαι και μου πικραίνεσαι
μη μου μαραίνεσαι μη μου πικραίνεσαι


Η πτώση της Χούντας το 1974 βρίσκει τον Τζαβέλλα στη μπουάτ Λήδρα, που ελεύθερος πια μαζί με τη σύντροφο στη ζωή και το τραγούδι, Νατάσα Παπαδοπούλου και την ορχήστρα του συνεχίζει να τραγουδά τα τραγούδια του και έτσι αρχίζει και η πρώτη του δισκογραφική δραστηριότητα όπως ο πρώτος του δίσκος ζωντανά γραμμένος, «ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΛΗΜΕΡΙ». Τα τραγούδια του και από τους επόμενους οκτώ δίσκους του, ζωντανεύουν και μέσα από συναυλίες, που δίνονται σε ανοικτά γήπεδα και πανεπιστήμια σ’ όλη την Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό, όπως στη Γερμανία, Σουηδία κ.α.

Όλο το άλμπουμ εδώ

Κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια του δίσκου αυτού είναι ο Μπεζεντάκος, Μάημ’ Μάημ’, Ο Κυρ Παντελής, Ο Φρούραρχος Της Καστοριάς.

Ακούμε το «Μάημ’ Μάημ’», με τη Χαρούλα Αλεξίου

Μάη, Μάη, χρυσομάη, τί μας άργησες -
Μάημ- και δε φάνηκες;
Να μας φέρεις τα Λουλούδια και την Άνοιξη
σήκω λούσου κι άλλαξε


Εδώ το «Ξυπνήστε»

Ήμασταν ζωντανοί νεκροί
μας δίνανε μ' ανταλλαγή
τη μπόμπα την ατομική
Το Ισραήλ για να σωθεί
ακόμα ο στόλος ναυλοχεί
γεμάτη πόρνες η ακτή
κι αν φύγανε οι Γερμανοί
ήρθαν οι Αμερικανοί
καινούρια πάλι κατοχή


Ξεκινά και η καλλιτεχνική του παρουσίαση από ξένες τηλεοράσεις, όπως η Βουλγαρική, Γερμανική, Σουηδική.

Και φυσικά και στην Ελληνική τηλεόραση, που ζωντανεύει ακόμα και σήμερα τραγούδια του συνθέτη-στιχουργού, τα οποία μιλάνε μέσα από τα προβλήματα των καιρών μας.

Το 1976 κυκλοφόρησαν δυο, παντελώς άγνωστα, λαϊκά τραγούδια του Πάνου Τζαβέλλα, με στίχους του Διονύση Τσιτομενέα. Ήταν το χασαποσέρβικο «Οι Καλαμαριώτες» και το ζεϊμπέκικο «Στην παλιά μου γειτονιά», που τραγούδησε η λαϊκή ερμηνεύτρια Βάκια Βάλβη και εντάχθηκαν στον πρώτο και μοναδικό προσωπικό της δίσκο, που κυκλοφόρησε, με τίτλο το όνομά της, από την εταιρεία Sonora.

Εδώ Οι Καλαμαριώτες

Κι εδώ Στην παλιά μου γειτονιά

Το 1977 ο Πάνος Τζαβέλλας μελοποίησε μια σειρά ποιημάτων του Φώτη Αγγουλέ, με αποτέλεσμα το δίσκο «Πορεία μες τη νύχτα», που κυκλοφόρησε από τη Sonora, με τη συμμετοχή, σε τέσσερα τραγούδια, της Νατάσας Παπαδοπούλου. Ο δίσκος αφιερώθηκε «στους συντρόφους που δεν γυρίσανε πίσω». Πιο γνωστά τραγούδια Μείνε, Το στίγμα, Μην καρτεράτε, Πένθιμο εμβατήριο, Λύτρωση

Εδώ Το στίγμα, ερμηνεύει η Νατάσσα Παπαδουπούλου

Κι ίσως μια μάννα, ένα παιδί!
κάπου να σε προσμένει,
μα εσύ, θα μένεις πάντοτε
ξένος σε χώρα ξένη
κι η μνήμη σου που της ζωής
το νόημα θα λερώνει,
θάναι ένα στίγμα, ένας λεκές,
μέσ` στο κατάσπρο χιόνι...


Το 1978 κυκλοφορεί ο δίσκος «Για σε πατρίδα μας Ελλάδα». Κι εδώ πολλά τα γνωστά τραγούδια, με πιο χαρακτηριστικά Μαλλιά σγουρά, Λόρδος Μπάιρον, Λαέ Σκλαβωμένε, Το Χαϊδάρι, Για σε πατρίδα μας Ελλάδα.

Εδώ ακούμε το «Ένα παλληκάρι είκοσι χρονώ», παραδοσιακό τραγούδι, που ερμηνεύει ο Πάνος Τζαβέλλας.

Σύρε πες στην μάν μ’ τη μπαμπόγρια
και στην αδερφή μου την καλόγρια
Θέλει ας βάλει μαύρα θέλει ας παντρευτεί,
μένα με σκοτώσανε στο Γκιουλ Μπαξέ


Εδώ το Μαύρα μαλλιά, άγνωστου συνθέτη και άγνωστου στιχουργού 

Εγώ Άη Στράτη δε φοβάμαι
είναι κι αυτή μια Ελληνική γωνιά
τα μαύρα τα μαλλιά μας κι αν ασπρίσαν
δε μας τρομάζει η βαρυχειμωνιά



Το 1980 κυκλοφόρησαν, από τη μικρή εταιρεία Venus – Tzina «Τα τραγούδια της Κατοχής», με δώδεκα σατιρικά πόλεων, φυλακής και εξορίας, αντάρτικα και δημοτικά, με το αίτημα -στο σημείωμα του δίσκου- της αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης. Τραγούδησαν κι εκεί ο Πάνος Τζαβέλλας με την Νατάσα Παπαδοπούλου και χορωδία. Τα πιο γνωστά τραγούδια, Είμαστε εμείς Ελλάδα, Γιούπι για για, Ελλάδα μας Ελλάδα μας, Τραγούδι για την Ειρήνη.

Το Τραγούδι για την Ειρήνη, με τη Νατάσσα Παπαδοπούλου, στίχοι και μουσική Πάνου Τζαβέλλα.

Σκύβει η μάνα στην κούνια του παιδιού της,
του χαμογελάει γλυκά
και του λέει πόλεμο δε θα γνωρίσεις,
δεν θ’ αφήσουμε ν’ ανάψει πια φωτιά.



Είμαστε εμείς Ελλάδα, στίχοι και μουσική Πάνου Τζαβέλλα. Ερμηνεύουν Μαρία Δημητριάδη – Αφροδίτη Μάνου και χορωδία

Είμαστε εμείς Ελλάδα τα παιδιά σου
οργανωμένα σε πόλεις και χωριά
και για εσένα και για τη λευτεριά σου
θ' αγωνιστούμε όλοι με καρδιά.


Από την ίδια εταιρεία εκδόθηκαν το 1981 δυο δίσκοι.

Ο πρώτος κυκλοφόρησε με αφορμή τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την ίδρυση του ΕΑΜ, με τίτλο «Μωραΐτικα τραγούδια της Αντίστασης», με δώδεκα αντάρτικα και δημοτικά τραγούδια που διασκεύασε ο Πάνος Τζαβέλλας και τραγούδησαν ο ίδιος, η Νατάσα Παπαδοπούλου, ο Γιάννης Γιαννόπουλος, ο Χρήστος Ζούκας και Χορωδία. Μερικά από τα τραγούδια είναι, Καλάβρυτα, Ψηλά τη σημαία, Σ’ όλον τον κόσμο ξαστεριά, Η μάνα του αντάρτη.

Μια μάνα μια λεβέντισσα


Αναφέρεται στη μάχη στο Μονοδένδρι στις 13 Μάρτη 1944. Στις 23 Οκτώβρη 1943 οι Γερμανοί κατακτητές, με κουκουλοφόρους συνεργάτες τους γνωστούς στη Σπάρτη ως ομάδες Βρεττάκου που υπέδειξαν τα σπίτια των πατριωτών, χτύπησαν τις πόρτες της Σπάρτης και συνέλαβαν επιστήμονες, επαγγελματίες, εργάτες και αγρότες. Συνολικά 450 μέλη και στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ μεταφέρθηκαν την επόμενη μέρα με καμιόνια στις φυλακές της Τρίπολης. Το Νοέμβρη, εκτέλεσαν τους 118 στο Μονοδένδρι Λακωνίας, σε αντίποινα για ενέδρα ανταρτών του ΕΛΑΣ, κατά την οποία σκοτώθηκαν πολλοί Γερμανοί. Στο Μονοδένδρι, που βρίσκεται στο δρόμο Σπάρτης – Τρίπολης, έγιναν ενέδρες ενάντια σε Γερμανούς και στον εμφύλιο, αλλά και εκτελέσεις από τους Γερμανούς και τα Τάγματα Ασφαλείας.



Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε ο δίσκος «Λευτεριά παντάνασσα» με δώδεκα τραγούδια του Πάνου Τζαβέλλα σε στίχους Πέτρου Ανταίου και Στέφανου Τηλικίδη.

Τραγούδησαν ο Πάνος Τζαβέλλας και η Νατάσα Παπαδοπούλου, συμμετείχε τιμητικά η Δάφνη Σκούρα και έπαιξε μπουζούκι ο Χρήστος Νικολόπουλος.

Όλο το άλμπουμ εδώ.


Από τη Venus – Tzina κυκλοφόρησε το 1983 ο δίσκος «Θρήνοι κι αναστάσιμα», με δώδεκα λαϊκά τραγούδια του Πάνου Τζαβέλλα, με ερμηνεύτρια την Καίτη Γκρέυ. Μια συνεργασία έκπληξη, όσον αφορά την μέχρι τότε πορεία τόσο του δημιουργού, όσο και της λαϊκής ερμηνεύτριας. Μπουζούκι έπαιξε κι εδώ ο Χρήστος Νικολόπουλος.

Μάνα και γιός



Θρήνος για τον Μανόλη Σιγανό



Σε διαφορετικό μήκος κύματος, κυκλοφόρησε το 1986, από το label Arioso της μικρής εταιρείας Intersound, ο «Επαναστατικός ρομαντισμός», με δέκα σύγχρονα τραγούδια του Πάνου Τζαβέλλα για τη μετανάστευση και την Αθήνα του νέφους, καθώς και δυο επανεκτελέσεις του «Κυρ – Παντελή» και του «Ξυπνήστε».

Ύμνος της ΕΠΟΝ


Αθήνα του νέφους του άγχους και της αντιπαροχής



Από την Αrioso κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και ο δίσκος «Στ’ άρματα», με τον Πάνο Τζαβέλλα να τραγουδά δώδεκα από τα δημοφιλέστερα αντάρτικα τραγούδια, με τη συμμετοχή της χορωδίας «Ελεύθεροι Τροβαδούροι».
Σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και του Πειραιά

Ο Πάνος Τζαβέλλας τη δεκαετία του’80, βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, στα Εξάρχεια, όπου εκεί είναι συγκεντρωμένα τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, πανεπιστήμια, Ακαδημίες, Πολυτεχνείο, κέντρο δηλαδή, του φοιτητικού και προοδευτικού επαναστατικού κινήματος.

Η καλλιτεχνική του πορεία συνεχίστηκε λίγα ακόμη χρόνια σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και του Πειραιά. Όπως ο ίδιος έλεγε:

«Μετά από αυτά τα γεγονότα εγώ πέρασα στην περιοχή των Εξαρχείων. Στην αρχή στην οδό Αραχώβης, στην μπουάτ “Κλωθώ”, μετά στην οδό Μεθώνης στην “Περεστρόικα” και μετά στην Εταιρεία Σκηνοθετών της οδού Τοσίτσα. Εκεί τραγουδούσα πλέον τα δικά μου τραγούδια. Όταν έκλεισε αυτός ο κύκλος, πέρασα στου Ψυρρή, στο καφενείο “Τάκη 13”. Στήσαμε εκεί ένα καινούργιο πρόγραμμα με βάση το ρεμπέτικο και ό,τι πιο ποιοτικό υπήρχε στο λαϊκό και στο έντεχνο τραγούδι. Όταν του Ψυρρή έπηξε από τα μαγαζιά και άρχισε το τσιφτετέλι πάνω στα τραπέζια, τότε πήραμε τα όργανα και φύγαμε και από ‘κεί. Η διαδρομή που σου περιέγραψα αποτυπώνεται στους 9 δίσκους που έχω κάνει συνολικά. Οι έξι τελευταίοι είναι σε μικρές εταιρείες, δεν περιέχουν σουξέ, απευθύνονται σε σκεπτόμενους ανθρώπους, δεν είναι εμπορικοί. Διότι δεν είμαι επαγγελματίας, ερασιτέχνης ήμουν και παραμένω».

Το 2008 κάηκε το σπίτι τους

Συζητώντας με τη Νατάσσα Παπαδοπούλου, φτάσαμε στο 2008, που κάηκε το σπίτι τους. «Από το ’78 είχαμε ένα σπιτάκι, ένα δώμα 35 τετραγωνικά πάνω στη θάλασσα, στην Πειραϊκή. Όταν ήταν άρρωστος ο Πάνος στη Σοβιετική Ένωση, του λέγανε οι γιατροί: «Εσύ θα είσαι μπροστά στη θάλασσα, θα κολυμπάς και θα βρεις και μια νέα γυναίκα»… Όλα τα βρήκε (εδώ γέλασε). Κολυμπούσαμε μαζί χειμώνα – καλοκαίρι. Μέχρι που το 2008 κάηκε ολοσχερώς το σπίτι. Ήμουν στην αδερφή μου, που σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό. Με ειδοποίησαν πως καίγεται το σπίτι. Ο Πάνος ήδη 84 ετών και είχε αρχίσει να ξεχνάει. Είχε δυο λάμπες και όλη νύχτα διάβαζε. Η μία λάμπα έσκασε και το σπίτι λαμπάδιασε.

Γλύτωσε αφού σύρθηκε μέχρι την ταράτσα. Τον ψάχναμε και δεν τον βρίσκαμε. Σπάσαμε την πόρτα της ταράτσας και τον βρήκαμε αγκαλιά με την κιθάρα του. Αργότερα στο νοσοκομείο που νοσηλευόταν με καρκίνο στο στομάχι, έλεγε χαρακτηριστικά: «Με κυνηγούσαν οι φλόγες»! Σκέφτομαι πως ο Πάνος πέρασε από φωτιές και στα νιάτα του και στα γεράματά του. Χάθηκαν όλα… Τα σοβιετικά βιβλία του, τρεις επιστολές του Σοστακόβιτς που τον είχε γνωρίσει, τις παρτιτούρες του, δεν έμεινε τίποτα…Το σπίτι ξαναφτιάχτηκε μέχρι τα τέλη του 2009, αλλά ο Πάνος δεν πρόλαβε να το δει. Το σχεδίασε απ’ την αρχή η φίλη μας, ηθοποιός και καλή αρχιτεκτόνισσα Γεωργία Ζώη, που είχαμε γνωρίσει στην ταινία «Το κόκκινο τραίνο» με το τραγούδι του Πάνου στους τίτλους σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το έκανε πολύ όμορφο.»

Λίγες μέρες μετά, στις 27 του Γενάρη, μάζεψε τα μπογαλάκια του κι έφυγε για να πάει εκεί που προσπάθησαν πολλές φορές να τον στείλουν οι δεσμώτες και βασανιστές του. Έκλεισε τα μάτια του και ταξίδεψε για πάντα.

Μόνο που κάποιοι δε μπορούν να φύγουν. Έχουν αφήσει γερές ρίζες με το έργο τους, στην ψυχή, στην μνήμη, στην τέχνη την ίδια.

Όταν γνωρίζεις έναν τέτοιο καλλιτέχνη γύρω στα 16 σου, δε σβήνεται με καμία δύναμη το πάθος της ερμηνείας του, η φλόγα στα μάτια του, η φωνή του που διαπερνούσε το είναι μου και ο ρυθμός που έδινε σε όλο το ακροατήριο.

Κλείνω με κάτι που αρέσει, έχει πολυερμηνευτεί αλλά θα το ακούσουμε από τον ίδιο.

Έντιμε άνθρωπε κυρ-Παντελή, συγκλονιστικός Πάνος Τζαβέλλας σε μια σπάνια ηχογράφηση

Ξέρεις πως δώσανε, κυρ Παντελή,
άλλοι τα νιάτα τους και τη ζωή
να γίνει τ' όνειρο φέτα ψωμί
να φας κι εσύ, κυρ Παντελή;
Κι εσύ τι έδωσες, κυρ Παντελή;
Πες μας τι έκανες σ' αυτή τη γη.
Πες μας τι άφησες κληρονομιά
που να εμπνέει τη νέα γενιά.
Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
έντρομε, άβουλε, συ φασουλή,
βρώμισες τ' όνειρο και την ψυχή,
άδειο πετσί χωρίς πνοή.


Να ευχαριστήσω τη Νατάσσα Παπαδοπούλου για τη συζήτηση-συνέντευξη, που με χαρά παραχώρησε στο Alt.gr. Να την ευχαριστήσω και για το ΨΗΦΙΔΩΤΟ, αλλά και για τα ποιήματα του Πάνου Τζαβέλλα, που δημοσιεύονται εδώ. Η επόμενη συνάντησή μας θα είναι από κοντά! Υπόσχεση!

Σε PDF ποιήματα του Πάνου Τζαβέλλα

Πηγές:
www.rizospastis.gr,
www.panostzavellas.gr,
www.ogdoo.gr,
www.musicheaven.gr

Σύνταξη-Επιμέλεια: Γιάννης Αγγέλου

Πηγή:alt.gr


Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου