he Strangled Woman 1870-72, του Πολ Σεζάν
Είναι η γυναικοκτονία.
Γυναικοκτονία το λένε αυτό.
‘Γυναικοκτόνο τον λένε αυτόν.
Δεν είναι ο ‘32χρονος πιλότος’. Δεν είναι ο ‘νέος και ωραίος’ . ‘Δεν είναι ο ‘πρίγκιπας’, δεν είναι ο ‘κουβαλητής’, δεν είναι ο ‘περιζήτητος εργένης’, δεν είναι ο ‘πολύφερνος γαμπρός’.
Δεν είναι ο ευγενικός γείτονας, δεν είναι ο φίλος ο γλεντζές, δεν είναι ο ‘ποιος το περίμενε πέσαμε από τα σύννεφα’.
Είναι γυναικοκτόνος.
Είναι ο φονιάς που έχει τα κλειδιά του σπιτιού σου. Είναι το απόβρασμα που μοιράζεται το κρεββάτι σου. Είναι ο πατριάρχης, είναι το αφεντικό, είναι ο ιδιοκτήτης της γυναίκας, του παιδιού, το σκύλου.
Είναι η τοξική αρρενωπότητα που γ@μει και δέρνει.
Δεν τη ‘σκότωσε γιατί την αγαπούσε’. Δεν έφταιγε η κακιά στιγμή. Δεν ήταν έγκλημα πάθους, έγκλημα εν βρασμώ, έγκλημα εκ προμελέτης, δεν ήταν σε τίποτα που να τακτοποιείται συνετά στα κουτάκια της συνείδησής μας.
Γιατί τη δολοφόνησε;
Γιατί έτσι.
Γιατί γούσταρε.
Γιατί μπορούσε.
Οι σκατένιοι της alt-right ρητορικής, βγάζουν φλύκταινες με τον όρο ‘γυναικοκτονία’. Ίσως γιατί απειλεί τα πατριαρχικά τους κεκτημένα, ίσως γιατί γκρεμοτσακίζει τα στερεότυπα που τους έκαναν σκατοφασίστες.
Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτα Ισότητας δίνει τον γενικό ορισμό της γυναικοκτονίας.
«Η δολοφονία γυναικών και κοριτσιών που διαπράττεται εξαιτίας του φύλου τους και γίνεται ανεκτή τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς. Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως «εγκλήματα για λόγους τιμής».
Ως ‘γυναικοκτονία’ ορίζεται επίσης η στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων, συμμοριών, οργανωμένου εγκλήματος για λαθρεμπόριο τραφικινγκ, κάθε μορφής εμπορία γυναικών και κοριτσιών και ναρκωτικών.’
Ο όρος «femicidio» προέρχεται από το αγγλικό «femicide» που σημαίνει ‘γυναικοκτονία’. Σε ευρεία κλίμακα χρησιμοποιείται στη Λατινική Αμερική κι αποτελεί το εργαλείο επικοινωνίας που αποδίδει λεκτικά το φαινόμενο της κλιμακούμενης βίας απέναντι στις γυναίκες και τα κορίτσια.
Ο όρος «γυναικοκτονία» αποτυπώνει την ‘κανονικότητα’ της ατιμωρησίας του δράστη στο πλαίσιο της θεσμικής βίας των δικαστικών, αστυνομικών αρχών. Αποτυπώνει την ανοχή της κοινωνίας, την προτροπή στο έγκλημα, την κάλυψη – συχνά και την ηρωοποίηση - του γυναικοκτόνου που δεν λογοδοτεί, που είναι μάγκας και ξέπλυνε την τιμή του.
Μιλάμε δηλαδή εδώ για ένα εθιμικό ‘δίκαιο’ ή - αν θες - έναν ‘άγραφο νόμο’ που υπερισχύει και τελικά κάνει παιχνίδι σε βάρος της των νόμων και της Δικαιοσύνης μιας οργανωμένης πολιτείας.
Γυναικοκτονία είναι η δολοφονία μιας γυναίκας από έναν ερωτικό σύντροφο.
Ως ερωτικός σύντροφος νοείται πρώην ή νυν σύζυγος ή σύντροφος, ανεξάρτητα από το αν ο/η δράστης/στρια έχει μοιραστεί ή μοιράζεται την ίδια κατοικία με το θύμα.
Δολοφονία είναι και η γυναικοκτονία. Στυγνή.
Όμως «ο όρος ‘γυναικοκτονία’ φωτίζει το αίτιο, την κοινωνική συνθήκη, την επαναληψιμότητα και την ένταση ενός φαινομένου» γράφει η φεμινίστρια δημοσιογράφος Μαρία Λουκά. «Είναι ένας όρος που έχει γίνει αποδεκτός στον ακαδημαϊκό χώρο, σε διεθνείς φορείς γυναικείων δικαιωμάτων αλλά και εν γένει ανθρωπιστικούς, σε μεγάλα διεθνή media, στον φεμινιστικό χώρο. Διεκδικούμε τη χρήση του και τη νομική αναγνώριση του ως επιβαρυντική περίσταση στο έγκλημα της ανθρωποκτονίας. Μπορεί να σας ξενίζει, να μην τον έχετε συνηθίσει αλλά αναζητήστε αξιόπιστες βιβλιογραφικές πηγές, διαβάστε και κυρίως ακούστε λίγο το αίτημα των υποκειμένων που υφίστανται τη βία.»
Γι αυτό σάς παρακαλούμε κύριοι, μη μας λέτε τι να κάνουμε. Μη μάς δίνετε συμβουλές, μη μάς προτρέπετε να καταγγείλουμε, να φύγουμε τρέχοντας, μακριά από την πρώτη κιόλας ένδειξη κακοποίησης.
Μη μάς λέτε τι να κάνουμε. Το ξέρουμε και μόνες μας.
Μη μας λέτε ‘φύγετε’. Ρωτήστε αν μπορούμε να φύγουμε.
Ρωτήστε μας αν υπάρχει στέγη για μας και τα παιδιά μας, αν υπάρχει δουλειά, αν υπάρχουν χρήματα, αν υπάρχουν δομές να μάς ενισχύσουν, φορείς να μας περιθάλψουν, κονδύλια να στηρίξουν το νέο μας ξεκίνημα.
Εμείς οι θηλυκότητες όταν ομολόγησε ο φονιάς, κλάψαμε. Θρηνήσαμε την Καρολάιν σαν να ήταν δικός μας άνθρωπος.
Και μετά μετρηθήκαμε.
Και βρεθήκαμε μία λιγότερη.
Έλειπε η Ελένη Τοπαλούδη, έλειπε η Μαριάννα που την έσφαξε ο πρώην άντρας της, έλειπε η Θεοδώρα που τη στραγγάλισε μπροστά στα παιδιά τους, έλειπε η Έλενα από την Κύπρο που την κακοποιούσε ο πατέρας, έλειπε η Νίκη που πήγε να το σκάσει αλλά δεν πρόλαβε. Έλειπε η Σούζαν η βιολόγος που ο φονιάς βίασε και σκότωσε, έλειπε η Ντόρα, η Αγλαία, η Ηρώ, η Μπέτυ.
Τις πενθήσαμε τις αδελφές μας.
Τις μαυροντύσαμε τις ψυχές μας.
Κι όταν στέγνωσαν τα δάκρυα, θυμώσαμε. Πολύ. Νιώσαμε το ωστικό κύμα της οργής να ξεχειλίζει από τα τρίσβαθα του εντός μας και να καταπίνει αυτό το κ@λοσύμπαν της βίας, της κτηνωδίας, της βαρβαρότητας.
Βγήκαμε στους δρόμους για τα κορίτσια μας. Βγήκαμε στους δρόμους για μας.
Και θα ξαναβγούμε. Και ξανά και ξανά. Και πάλι και πάλι κι άντε πάλι. Θα βγούμε στους δρόμους μέχρι να σταματήσουμε να μετράμε τις νεκρές αδελφές μας.
Θα βγούμε στους δρόμους μέχρι να σου συνθλίψω την τοξική σου αρρενωπότητα, μάγκα μου.
Και να στη δώσω να τη φας.
*Η στραγγαλισμένη γυναίκα 1870-72, του Πολ Σεζάν
Είναι η γυναικοκτονία.
Γυναικοκτονία το λένε αυτό.
‘Γυναικοκτόνο τον λένε αυτόν.
Δεν είναι ο ‘32χρονος πιλότος’. Δεν είναι ο ‘νέος και ωραίος’ . ‘Δεν είναι ο ‘πρίγκιπας’, δεν είναι ο ‘κουβαλητής’, δεν είναι ο ‘περιζήτητος εργένης’, δεν είναι ο ‘πολύφερνος γαμπρός’.
Δεν είναι ο ευγενικός γείτονας, δεν είναι ο φίλος ο γλεντζές, δεν είναι ο ‘ποιος το περίμενε πέσαμε από τα σύννεφα’.
Είναι γυναικοκτόνος.
Είναι ο φονιάς που έχει τα κλειδιά του σπιτιού σου. Είναι το απόβρασμα που μοιράζεται το κρεββάτι σου. Είναι ο πατριάρχης, είναι το αφεντικό, είναι ο ιδιοκτήτης της γυναίκας, του παιδιού, το σκύλου.
Είναι η τοξική αρρενωπότητα που γ@μει και δέρνει.
Δεν τη ‘σκότωσε γιατί την αγαπούσε’. Δεν έφταιγε η κακιά στιγμή. Δεν ήταν έγκλημα πάθους, έγκλημα εν βρασμώ, έγκλημα εκ προμελέτης, δεν ήταν σε τίποτα που να τακτοποιείται συνετά στα κουτάκια της συνείδησής μας.
Γιατί τη δολοφόνησε;
Γιατί έτσι.
Γιατί γούσταρε.
Γιατί μπορούσε.
Οι σκατένιοι της alt-right ρητορικής, βγάζουν φλύκταινες με τον όρο ‘γυναικοκτονία’. Ίσως γιατί απειλεί τα πατριαρχικά τους κεκτημένα, ίσως γιατί γκρεμοτσακίζει τα στερεότυπα που τους έκαναν σκατοφασίστες.
Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτα Ισότητας δίνει τον γενικό ορισμό της γυναικοκτονίας.
«Η δολοφονία γυναικών και κοριτσιών που διαπράττεται εξαιτίας του φύλου τους και γίνεται ανεκτή τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς. Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως «εγκλήματα για λόγους τιμής».
Ως ‘γυναικοκτονία’ ορίζεται επίσης η στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων, συμμοριών, οργανωμένου εγκλήματος για λαθρεμπόριο τραφικινγκ, κάθε μορφής εμπορία γυναικών και κοριτσιών και ναρκωτικών.’
Ο όρος «femicidio» προέρχεται από το αγγλικό «femicide» που σημαίνει ‘γυναικοκτονία’. Σε ευρεία κλίμακα χρησιμοποιείται στη Λατινική Αμερική κι αποτελεί το εργαλείο επικοινωνίας που αποδίδει λεκτικά το φαινόμενο της κλιμακούμενης βίας απέναντι στις γυναίκες και τα κορίτσια.
Ο όρος «γυναικοκτονία» αποτυπώνει την ‘κανονικότητα’ της ατιμωρησίας του δράστη στο πλαίσιο της θεσμικής βίας των δικαστικών, αστυνομικών αρχών. Αποτυπώνει την ανοχή της κοινωνίας, την προτροπή στο έγκλημα, την κάλυψη – συχνά και την ηρωοποίηση - του γυναικοκτόνου που δεν λογοδοτεί, που είναι μάγκας και ξέπλυνε την τιμή του.
Μιλάμε δηλαδή εδώ για ένα εθιμικό ‘δίκαιο’ ή - αν θες - έναν ‘άγραφο νόμο’ που υπερισχύει και τελικά κάνει παιχνίδι σε βάρος της των νόμων και της Δικαιοσύνης μιας οργανωμένης πολιτείας.
Γυναικοκτονία είναι η δολοφονία μιας γυναίκας από έναν ερωτικό σύντροφο.
Ως ερωτικός σύντροφος νοείται πρώην ή νυν σύζυγος ή σύντροφος, ανεξάρτητα από το αν ο/η δράστης/στρια έχει μοιραστεί ή μοιράζεται την ίδια κατοικία με το θύμα.
Δολοφονία είναι και η γυναικοκτονία. Στυγνή.
Όμως «ο όρος ‘γυναικοκτονία’ φωτίζει το αίτιο, την κοινωνική συνθήκη, την επαναληψιμότητα και την ένταση ενός φαινομένου» γράφει η φεμινίστρια δημοσιογράφος Μαρία Λουκά. «Είναι ένας όρος που έχει γίνει αποδεκτός στον ακαδημαϊκό χώρο, σε διεθνείς φορείς γυναικείων δικαιωμάτων αλλά και εν γένει ανθρωπιστικούς, σε μεγάλα διεθνή media, στον φεμινιστικό χώρο. Διεκδικούμε τη χρήση του και τη νομική αναγνώριση του ως επιβαρυντική περίσταση στο έγκλημα της ανθρωποκτονίας. Μπορεί να σας ξενίζει, να μην τον έχετε συνηθίσει αλλά αναζητήστε αξιόπιστες βιβλιογραφικές πηγές, διαβάστε και κυρίως ακούστε λίγο το αίτημα των υποκειμένων που υφίστανται τη βία.»
Γι αυτό σάς παρακαλούμε κύριοι, μη μας λέτε τι να κάνουμε. Μη μάς δίνετε συμβουλές, μη μάς προτρέπετε να καταγγείλουμε, να φύγουμε τρέχοντας, μακριά από την πρώτη κιόλας ένδειξη κακοποίησης.
Μη μάς λέτε τι να κάνουμε. Το ξέρουμε και μόνες μας.
Μη μας λέτε ‘φύγετε’. Ρωτήστε αν μπορούμε να φύγουμε.
Ρωτήστε μας αν υπάρχει στέγη για μας και τα παιδιά μας, αν υπάρχει δουλειά, αν υπάρχουν χρήματα, αν υπάρχουν δομές να μάς ενισχύσουν, φορείς να μας περιθάλψουν, κονδύλια να στηρίξουν το νέο μας ξεκίνημα.
Εμείς οι θηλυκότητες όταν ομολόγησε ο φονιάς, κλάψαμε. Θρηνήσαμε την Καρολάιν σαν να ήταν δικός μας άνθρωπος.
Και μετά μετρηθήκαμε.
Και βρεθήκαμε μία λιγότερη.
Έλειπε η Ελένη Τοπαλούδη, έλειπε η Μαριάννα που την έσφαξε ο πρώην άντρας της, έλειπε η Θεοδώρα που τη στραγγάλισε μπροστά στα παιδιά τους, έλειπε η Έλενα από την Κύπρο που την κακοποιούσε ο πατέρας, έλειπε η Νίκη που πήγε να το σκάσει αλλά δεν πρόλαβε. Έλειπε η Σούζαν η βιολόγος που ο φονιάς βίασε και σκότωσε, έλειπε η Ντόρα, η Αγλαία, η Ηρώ, η Μπέτυ.
Τις πενθήσαμε τις αδελφές μας.
Τις μαυροντύσαμε τις ψυχές μας.
Κι όταν στέγνωσαν τα δάκρυα, θυμώσαμε. Πολύ. Νιώσαμε το ωστικό κύμα της οργής να ξεχειλίζει από τα τρίσβαθα του εντός μας και να καταπίνει αυτό το κ@λοσύμπαν της βίας, της κτηνωδίας, της βαρβαρότητας.
Βγήκαμε στους δρόμους για τα κορίτσια μας. Βγήκαμε στους δρόμους για μας.
Και θα ξαναβγούμε. Και ξανά και ξανά. Και πάλι και πάλι κι άντε πάλι. Θα βγούμε στους δρόμους μέχρι να σταματήσουμε να μετράμε τις νεκρές αδελφές μας.
Θα βγούμε στους δρόμους μέχρι να σου συνθλίψω την τοξική σου αρρενωπότητα, μάγκα μου.
Και να στη δώσω να τη φας.
*Η στραγγαλισμένη γυναίκα 1870-72, του Πολ Σεζάν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου