Κώστας Καναβούρης
Οι τράπεζες είναι ληστές. Αυτό δα το ξέρουμε από τον καιρό που ο Μπέρτολντ Μπρεχτ είχε θέσει το περίφημο ερώτημα εργασίας (προκειμένου να απελευθερώσει την απάντηση), στην «Όπερα της πεντάρας»: «Τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας μπροστά στην ίδρυσή της;»
Οι τράπεζες είναι ληστές και όπως οι ληστές μοιράζουν τα κέρδη. Κοντά 700 εκατομμύρια μοίρασαν σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, χωρίς να παίξει βλέφαρο. Τριάντα εκατομμύρια δίνουν κάθε χρόνο στον Μητσοτάκη για να μπορεί το κόμμα του να τους αφήνει να ληστεύουν, δια νόμου, απίστευτα ποσά.
Όμως ο εκδότης Σάμης Γαβριηλίδης χρωστούσε. Χρωστούσε γιατί δεν διαχειρίστηκε σωστά το χρέος όλων μας στις λέξεις, τις έννοιες, τα αισθήματα και τα νοήματα. Γιατί προσπάθησε να ξεπληρώσει με βιβλία το χρέος του σε ένα αριθμό: τον αριθμό του Άουσβιτς στο χέρι της μάνας του. Δύσκολη πληρωμή σ’ αυτή την παγκόσμια «Όπερα της πεντάρας» που παίζεται χωρίς διακοπή σε όλη τη γη και το «χρήμα» για να την δεις είναι πάντοτε το αίμα.
Οι τράπεζες λοιπόν, περίμεναν να πεθάνει ο Σάμης και όπως όλοι οι ληστές που τιμούν την ιδιότητά τους, για μιας πεντάρας χρέη, μπήκαν εν κρυπτώ και ξαφνικά στον αγαπημένο χώρο των εκδόσεων και τον ρήμαξαν. Και πολτοποίησαν όλα τα βιβλία που βρήκαν στις αποθήκες. Δεν ειδοποίησαν τους δημιουργούς να αγοράσουν έστω με κάποιο συμβολικό αντίτιμο τα έργα τους. Δεν ειδοποίησαν καν τους οικείους του να πάρουν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Ανάμεσα στα πολτοποιημένα βιβλία και η ποιητική μου συλλογή «Τα επίχειρα της προοπτικής» (2010). Αμ τα είδαμε πολλές φορές τα επίχειρα όταν κοπιάζεις για την προοπτική. Αντί για θρήνο όμως, προτιμώ να δημοσιεύσω ένα από τα πολτοποιημένα μου ποιήματα, συγκεκριμένα το τελευταίο της συλλογής. Που να το ήξερα Σάμη ότι θα γινόταν προφητικό…
Αυτό είναι το ποίημα, όμως νομίζω πως χρειάζεται και ένα υστερόγραφο προς τους βάρβαρους των τραπεζών: Κρατάτε το αμβλύ χαλύβδινο όργανο που πολτοποιεί κάθε κόπο, κάθε αίσθημα, κάθε νόημα: το κέρδος. Κρατάμε το αιχμηρό όργανο που τρυπάει κάθε σκοτάδι: ένα μολύβι. Κρατάτε μπακαλοτέφτερο. Κρατάμε ποιητικές συλλογές. Κοιτάτε πως να κρύψετε τα κλεμμένα. Αδημονούμε να δείξουμε τον πακτωλό του κέρδους που αναβλύζει από τις λέξεις. Ανήκετε σε συμμορία. Ανήκουμε στο μέγα έθνος των απογόνων του Ομήρου, ανήκουμε στον παγκόσμιο πληθυσμό των λυπημένων, στην «απέραντη μειονότητα» (κατά Χουάν Ραμόν Χιμένεθ), που πάντα προχωράει. Είστε οι δούλοι του Ξέρξη που μαστιγώνουν τη θάλασσα για να την τιμωρήσουν. Είμαστε η θάλασσα. Πώς είναι δυνατόν να μας νικήσετε;
Και να το ξέρετε: τα ποιήματα που πολτοποιήσατε, είναι η κρίσιμη μάζα που θα σας τινάξει στον αέρα. Ρωτήστε και τους Ναζί.
Οι τράπεζες είναι ληστές. Αυτό δα το ξέρουμε από τον καιρό που ο Μπέρτολντ Μπρεχτ είχε θέσει το περίφημο ερώτημα εργασίας (προκειμένου να απελευθερώσει την απάντηση), στην «Όπερα της πεντάρας»: «Τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας μπροστά στην ίδρυσή της;»
Οι τράπεζες είναι ληστές και όπως οι ληστές μοιράζουν τα κέρδη. Κοντά 700 εκατομμύρια μοίρασαν σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, χωρίς να παίξει βλέφαρο. Τριάντα εκατομμύρια δίνουν κάθε χρόνο στον Μητσοτάκη για να μπορεί το κόμμα του να τους αφήνει να ληστεύουν, δια νόμου, απίστευτα ποσά.
Όμως ο εκδότης Σάμης Γαβριηλίδης χρωστούσε. Χρωστούσε γιατί δεν διαχειρίστηκε σωστά το χρέος όλων μας στις λέξεις, τις έννοιες, τα αισθήματα και τα νοήματα. Γιατί προσπάθησε να ξεπληρώσει με βιβλία το χρέος του σε ένα αριθμό: τον αριθμό του Άουσβιτς στο χέρι της μάνας του. Δύσκολη πληρωμή σ’ αυτή την παγκόσμια «Όπερα της πεντάρας» που παίζεται χωρίς διακοπή σε όλη τη γη και το «χρήμα» για να την δεις είναι πάντοτε το αίμα.
Οι τράπεζες λοιπόν, περίμεναν να πεθάνει ο Σάμης και όπως όλοι οι ληστές που τιμούν την ιδιότητά τους, για μιας πεντάρας χρέη, μπήκαν εν κρυπτώ και ξαφνικά στον αγαπημένο χώρο των εκδόσεων και τον ρήμαξαν. Και πολτοποίησαν όλα τα βιβλία που βρήκαν στις αποθήκες. Δεν ειδοποίησαν τους δημιουργούς να αγοράσουν έστω με κάποιο συμβολικό αντίτιμο τα έργα τους. Δεν ειδοποίησαν καν τους οικείους του να πάρουν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Ανάμεσα στα πολτοποιημένα βιβλία και η ποιητική μου συλλογή «Τα επίχειρα της προοπτικής» (2010). Αμ τα είδαμε πολλές φορές τα επίχειρα όταν κοπιάζεις για την προοπτική. Αντί για θρήνο όμως, προτιμώ να δημοσιεύσω ένα από τα πολτοποιημένα μου ποιήματα, συγκεκριμένα το τελευταίο της συλλογής. Που να το ήξερα Σάμη ότι θα γινόταν προφητικό…
Σπασμένη σιωπή
Δεν είναι ομιλία, είναι μια απειλή νοσοκομείου:
Τεράστιες λέξεις σωριασμένες στα υπόγεια·
Κανένας δεν γίνεται να ξαπλώσει πάνω τους.
Η Ιστορία προόδευσε, δεν χρειάζεται τις παλιές της λέξεις.
Η Ιστορία δεν χρειάζεται την σιωπή
Τις λέξεις που σωριάστηκαν πάνω στην σιωπή
Και με το βάρος τους την έσπασαν.
Περνούνε τώρα οι διοικητικοί υπάλληλοι
Και τις καταμετρούνε τις λέξεις της σιωπής
Τις άχρηστες σπασμένες λέξεις:
Τόσο ύψος, τόσο μήκος, τόσο αίμα,
Τόση σιωπή μέσα στη σιωπή.
Οι υπάλληλοι κλειδώνουνε τις λέξεις.
Φεύγουν. Σβήνουν τα φώτα.
Ακούγεται ο ήχος. Έφυγαν.
Κι όλες οι άχρηστες λέξεις
Απλώς δεν υπάρχουνε μέσα στο σκοτάδι.
Στο τελευταίο τους σκοτάδι.
Γιατί αύριο, σύμφωνα με το πρωτόκολλο,
Θα έρθουν οι αρμόδιοι υπάλληλοι και θα τις καταστρέψουν
Για να μην πιάνουν τόπο στις κραυγές
Και στις αιφνίδιες μεταστροφές των αισθημάτων
Στο κάτω δέρμα, στο μέσα χώμα και αλλού:
Σε άλλες πατρίδες πεποιθήσεων.
Αύριο λοιπόν οι υπάλληλοι του δημοσίου συμφέροντος
Θα σπάσουν μια – μια την σιωπή των λέξεων,
Θα συντάξουν το σχετικό έγγραφο καταστροφής
Των άχρηστων υλικών.
Αρμοδίως.
Σφραγίδα. Υπογραφή. Τέλος.
Αυτό είναι το ποίημα, όμως νομίζω πως χρειάζεται και ένα υστερόγραφο προς τους βάρβαρους των τραπεζών: Κρατάτε το αμβλύ χαλύβδινο όργανο που πολτοποιεί κάθε κόπο, κάθε αίσθημα, κάθε νόημα: το κέρδος. Κρατάμε το αιχμηρό όργανο που τρυπάει κάθε σκοτάδι: ένα μολύβι. Κρατάτε μπακαλοτέφτερο. Κρατάμε ποιητικές συλλογές. Κοιτάτε πως να κρύψετε τα κλεμμένα. Αδημονούμε να δείξουμε τον πακτωλό του κέρδους που αναβλύζει από τις λέξεις. Ανήκετε σε συμμορία. Ανήκουμε στο μέγα έθνος των απογόνων του Ομήρου, ανήκουμε στον παγκόσμιο πληθυσμό των λυπημένων, στην «απέραντη μειονότητα» (κατά Χουάν Ραμόν Χιμένεθ), που πάντα προχωράει. Είστε οι δούλοι του Ξέρξη που μαστιγώνουν τη θάλασσα για να την τιμωρήσουν. Είμαστε η θάλασσα. Πώς είναι δυνατόν να μας νικήσετε;
Και να το ξέρετε: τα ποιήματα που πολτοποιήσατε, είναι η κρίσιμη μάζα που θα σας τινάξει στον αέρα. Ρωτήστε και τους Ναζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου