Μαρία Μητσοπούλου
Μετά την πανδημία –τρόπον τινά «μετά» – η κυβέρνηση εισέρχεται σε «μεταρρυθμιστικό οίστρο» σύμφωνα με την εικόνα που μεταφέρουν κυριακάτικα δημοσιεύματα. Ο εν λόγω «οίστρος» φαίνεται να επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά ότι η έννοια «μεταρρύθμιση» αποτελεί ευφημισμό για νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εν προκειμένω έρχονται να ξηλώσουν ό,τι έχει απομείνει όρθιο από το λεγόμενο κοινωνικό κράτος: εργασία, ασφάλιση, υγεία, παιδεία.
Μετά το εργασιακό το οποίο θα ψηφιστεί στις 17 Ιουνίου, διαρρέεται πως έρχεται ένα ακόμη εργασιακό που ρυθμίζει ασφαλιστικά ζητήματα καθώς και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, το Σαββατοκύριακο είδαν το φως της δημοσιότητας διαρροές περί κυβερνητικών σχεδιασμών για παραχώρηση υπηρεσιών του ΕΟΠΥΥ σε ιδιώτες.
Μένει να φανεί αν το πλάνο των θερινών «μεταρρυθμίσεων» περιλαμβάνει συνολικότερα την Υγεία στη βάση των όσων ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για Συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημοσίου τομέα (ΣΔΙΤ) διότι όπως είπε το ΕΣΥ «δεν είναι υποχρεωτικά κρατικό»!
Είναι να απορεί κανείς βέβαια πώς -μετά από μια τέτοια πρωτοφανή στη σύγχρονη ιστορία πανδημία, όπου τα δημόσια συστήματα Υγείας σήκωσαν όλο το βάρος και ειδικά στα καθ’ ημάς το ΕΣΥ ανταποκρίθηκε σε συνθήκες αποψίλωσής του μετά από δέκα χρόνια κρίσης – η κυβέρνηση θα διαφημίσει πειστικά τον ιδιωτικό τομέα ακριβώς τη στιγμή που καταδείχτηκε ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της δημόσιας υγείας.
Θα πει κανείς, θέληση να υπάρχει. Εδώ το επιχείρημα με το οποίο έκανε εισαγωγή στο εργασιακό νομοσχέδιο ο αρμόδιος υπουργός ήταν ότι με τη δεκάωρη εργασία εξασφαλίζουμε ρεπό για να μαζέψουμε τις ελιές τον χειμώνα.
Σε κάθε περίπτωση το καλοκαίρι προμηνύεται πολιτικά θερμό, καθώς η κυβέρνηση πατάει «γκάζια», είτε για να σηματοδοτήσει επιστροφή στην κανονικότητα που με τη σειρά της θα φέρει το … «rebound» της οικονομίας, είτε γιατί έτσι μπορεί να πετύχει πιο γρήγορες εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης (είτε και τα δύο). Παράλληλα, τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών παραμένουν διαρκώς ανοιχτά. Ο πρωθυπουργός διαψεύδει και κάνει λόγο για εξάντληση της τετραετίας στη βάση του αφηγήματος ότι θέλει η κυβέρνησή του – η οποία εμπράκτως δεν αμφισβητείται στο βαθμό που δημοσκοπικά διατηρεί τα ποσοστά της κοντά στο εκλογικό αποτέλεσμα του 2019- να επαναφέρει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης.
Τα σενάρια όμως είναι σενάρια και μέχρι να επιβεβαιωθούν ή να διαψευστούν οριστικά αναμένεται να κυλήσει πολύ «μεταρρυθμιστικό» νερό στο αυλάκι.
Το μπαλάκι πέφτει και στην αντιπολίτευση και δη την αξιωματική η οποία δεν αρκεί μόνο να επικαλείται τις κοινωνικές αντιστάσεις που θα φέρουν την «πολιτική αλλαγή» αλλά καλό είναι να δώσει δείγματα γραφής ότι μπορεί και να τις οργανώνει ή έστω να τις υποβοηθά και όχι να εξαντλείται σε κοινοβουλευτικούς καβγάδες. Μέχρι να φτάσουμε στην πολιτική αλλαγή που ευαγγελίζεται και την προοδευτική κυβέρνηση που θα σχηματίσει μετά τις πρώτες κάλπες με απλή αναλογική όπως διακηρύσσει η ηγεσία – χωρίς πάντως να υπάρχουν ορατές ενδείξεις σε αυτή την κατεύθυνση προς το παρόν- είναι ευκαιρία να αποδείξει ότι η «επανασύνδεση με την κοινωνία» δεν είναι ρητορικό σχήμα.
Αν τα ζητήματα υπεράσπισης του κοινωνικού κράτους θεωρεί ότι είναι αναπόσπαστα και καθοριστικά στοιχεία της φυσιογνωμίας της καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να κινητοποιεί το ακροατήριο και σε αυτή τη βάση και όχι μόνο δια της αντιδεξιάς και αντιμητσοτακικής πόλωσης ή των κάθε λογής μεταγραφών.
Μένει να φανεί αν το πλάνο των θερινών «μεταρρυθμίσεων» περιλαμβάνει συνολικότερα την Υγεία στη βάση των όσων ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για Συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημοσίου τομέα (ΣΔΙΤ) διότι όπως είπε το ΕΣΥ «δεν είναι υποχρεωτικά κρατικό»!
Είναι να απορεί κανείς βέβαια πώς -μετά από μια τέτοια πρωτοφανή στη σύγχρονη ιστορία πανδημία, όπου τα δημόσια συστήματα Υγείας σήκωσαν όλο το βάρος και ειδικά στα καθ’ ημάς το ΕΣΥ ανταποκρίθηκε σε συνθήκες αποψίλωσής του μετά από δέκα χρόνια κρίσης – η κυβέρνηση θα διαφημίσει πειστικά τον ιδιωτικό τομέα ακριβώς τη στιγμή που καταδείχτηκε ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της δημόσιας υγείας.
Θα πει κανείς, θέληση να υπάρχει. Εδώ το επιχείρημα με το οποίο έκανε εισαγωγή στο εργασιακό νομοσχέδιο ο αρμόδιος υπουργός ήταν ότι με τη δεκάωρη εργασία εξασφαλίζουμε ρεπό για να μαζέψουμε τις ελιές τον χειμώνα.
Σε κάθε περίπτωση το καλοκαίρι προμηνύεται πολιτικά θερμό, καθώς η κυβέρνηση πατάει «γκάζια», είτε για να σηματοδοτήσει επιστροφή στην κανονικότητα που με τη σειρά της θα φέρει το … «rebound» της οικονομίας, είτε γιατί έτσι μπορεί να πετύχει πιο γρήγορες εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης (είτε και τα δύο). Παράλληλα, τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών παραμένουν διαρκώς ανοιχτά. Ο πρωθυπουργός διαψεύδει και κάνει λόγο για εξάντληση της τετραετίας στη βάση του αφηγήματος ότι θέλει η κυβέρνησή του – η οποία εμπράκτως δεν αμφισβητείται στο βαθμό που δημοσκοπικά διατηρεί τα ποσοστά της κοντά στο εκλογικό αποτέλεσμα του 2019- να επαναφέρει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης.
Τα σενάρια όμως είναι σενάρια και μέχρι να επιβεβαιωθούν ή να διαψευστούν οριστικά αναμένεται να κυλήσει πολύ «μεταρρυθμιστικό» νερό στο αυλάκι.
Το μπαλάκι πέφτει και στην αντιπολίτευση και δη την αξιωματική η οποία δεν αρκεί μόνο να επικαλείται τις κοινωνικές αντιστάσεις που θα φέρουν την «πολιτική αλλαγή» αλλά καλό είναι να δώσει δείγματα γραφής ότι μπορεί και να τις οργανώνει ή έστω να τις υποβοηθά και όχι να εξαντλείται σε κοινοβουλευτικούς καβγάδες. Μέχρι να φτάσουμε στην πολιτική αλλαγή που ευαγγελίζεται και την προοδευτική κυβέρνηση που θα σχηματίσει μετά τις πρώτες κάλπες με απλή αναλογική όπως διακηρύσσει η ηγεσία – χωρίς πάντως να υπάρχουν ορατές ενδείξεις σε αυτή την κατεύθυνση προς το παρόν- είναι ευκαιρία να αποδείξει ότι η «επανασύνδεση με την κοινωνία» δεν είναι ρητορικό σχήμα.
Αν τα ζητήματα υπεράσπισης του κοινωνικού κράτους θεωρεί ότι είναι αναπόσπαστα και καθοριστικά στοιχεία της φυσιογνωμίας της καλείται να αποδείξει ότι μπορεί να κινητοποιεί το ακροατήριο και σε αυτή τη βάση και όχι μόνο δια της αντιδεξιάς και αντιμητσοτακικής πόλωσης ή των κάθε λογής μεταγραφών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου