«Συγγνώμη, σας πάτησα;» λέμε αυθόρμητα στον συνεπιβάτη μας μέσα στο στριμωξίδι του μετρό ή του λεωφορείου. Την ίδια λέξη προφέρουμε σε δεκάδες άλλα περιστατικά της καθημερινότητας, αν φυσικά έχουμε γαλουχηθεί με τη στοιχειώδη αγωγή καλών τρόπων. Ένα δείγμα ευγένειας, ένα ντελικάτο μέσο κοινωνικής συνύπαρξης.
Στις επαγγελματικές και προσωπικές μας σχέσεις, ωστόσο, η αξία της συγγνώμης αποκτά υπεραξία, αν είναι ειλικρινής και την ξεστομίζουμε προτού την απαιτήσουν οι άλλοι. Άνθρωποι είμαστε και σφάλματα κάνουμε και παρορμητικοί και επιπόλαιοι μπορούμε να γίνουμε, χωρίς να υπολογίσουμε πόσο μπορεί να πληγώσουμε τους συναδέλφους μας στη δουλειά ή τα πιο κοντινά μας άτομα. Αλλά ακόμα και προσποιητή ή μέρος τακτικής να είναι, μια συγγνώμη καταλαγιάζει -έστω προσωρινά- την ένταση, αποκαθιστά ισορροπίες, μας βοηθά να κάνουμε ένα βήμα πίσω από τον εγωισμό μας. Η παραδοχή ότι φταίξαμε σε κάτι, λόγω ή έργω, γκρεμίζει την ψευδή ούτως ή άλλως εικόνα της αυτοκρατορίας του αλάθητου και καταπραϋνει την ενοχή μας.
Όσο όμως και να ακουστεί παράξενο ή οξύμωρο, στις περιπτώσεις των εγκληματιών η έννοια της συγγνώμης αυτοκαταργείται. «Έχετε μετανιώσει»; «Θα ζητήσετε συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος;» είναι οι ερωτήσεις καρμπόν των δημοσιογράφων με τα προτεταμένα μικρόφωνα. Αν καθίσταται ανώφελη, είναι πρώτα απ’ όλα γιατί έμμεσα, μεσω αυτής, αφαιρείται το μοναδικό πράγμα που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα έμβια όντα: τη συνείδηση. Η σαύρα πχ δεν έχει συνείδηση ότι τριγυρνά σε ξένους κήπους. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που ο δολοφόνος μπορεί να βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών ή σε κατάσταση μέθης και να μην έχει επαφή με την πραγματικότητα, η επίγνωση των πράξεών μας-ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής τάξης-μας κάνει να μην είμαστε απλώς ένα κέλυφος παραφουσκωμένο με ένστικτα. Το κυριότερο όμως είναι ότι καμιά συγγνώμη δεν μπορεί να επαναφέρει μια ζωή που χάθηκε. Είναι αυτό το αναπότρεπτο του θανάτου που χαρακτηρίζει μόνο τη ζωή ως αναφαίρετο δικαίωμα.
Η ενδεχόμενη μεταμέλεια είναι μια εσωτερική διεργασία που δεν έχει να κάνει με ένα δημόσιο show, με μία ακόμη παράσταση όπου είσαι ο σκηνοθέτης και ο πρωταγωνιστής συνάμα. Μεταμέλεια είναι να ακούς τις νύχτες τις Ερινύες να αλυχτούν σαν τα σκυλιά, να βλέπεις τη ζωή σου, που ρήμαξες και χάλασες, ολόκληρη σε σινεμασκόπ και όχι μερικά λαμπερά αποσπάσματα στο Instagram. Να σε πνίγουν μέχρι ασφυξίας τα λυτά της μαλλιά, το αστραφτερό της χαμόγελο. Η αληθινή τιμωρία δεν είναι αυτή που θα σου επιβάλει ο νόμος, αλλά η ψυχική κόλαση που θα περάσεις όταν και εάν ξυπνήσει μέσα σου η ναρκωμένη ενσυναίσθηση.
Όταν πάψεις πια να παριστάνεις τον Ρασκόλνικοφ από το «Εγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογέφσκι που πίστευε ότι οι άνθρωποι χωρίζονται σε «συνηθισμένους» και σε «ιδιαίτερους» και πως οι δεύτεροι δεν χρειάζεται να ακολουθήσουν τους ηθικούς κώδικες γιατί είναι γραφτό να γίνουν μεγάλοι άνδρες. Είχες όλο το πακέτο για να θεωρείς ότι μπορείς να διαπράξεις το τέλειο έγκλημα. Το κίνητρο που αναζητά η αστυνομία δεν ήταν άλλο από την αίσθηση παντοδυναμίας, που χρειαζόταν ανά πάσα στιγμή επιβεβαίωση. Κυβερνούσες τους αιθέρες, ήθελες να κυβερνήσεις και τη ζωή της γυναίκας σου νομίζοντας πως ήταν ουρανός. Μα ήταν γη που είχε ανάγκη να την ποτίζεις με τρυφερότητα, αέρας που ξέφευγε.
Δεν είσαι καν τραγικός ήρωας που διανύει την επώδυνη διαδρομή από την άγνοια στη γνώση, γιατί εσύ από την αρχή ήξερες πολύ καλά τι κάνεις. Τραγικά πρόσωπα μπορεί να είναι κάτι άλλοι φονιάδες, κάτι φτωχοδιάβολοι, κοινωνικά απόβλητοι που συγκρούονται με τη μοίρα τους. Η συγγνώμη σου δεν πείθει κανένα. Είναι ένα ακριβό ψυχικό νόμισμα που κανένας δεν σου το χαλαλίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου