Ελλάδα
Κάθε δίλημμα που θέτει η κυβέρνηση γύρω από την εξέλιξη της πανδημίας γίνεται με ένα και μόνο σκοπό: Να στηριχθεί το «αφήγημα» της ατομικής ευθύνης και να πετάξει από πάνω της τις τεράστιες ευθύνες που έχει κυρίως για την άθλια κατάσταση στο δημόσιο σύστημα Υγείας. «Εμβολιασμοί ή μέτρα», «υποχρεωτικότητα ή κίνητρα», «προνόμια ή απαγορεύσεις» είναι στοιχεία της κυβερνητικής προπαγάνδας που επαναλαμβάνονται αυτές τις μέρες.
Και ενώ ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της πανδημίας καιροφυλακτεί εξαιτίας των μεταλλάξεων, η κυβέρνηση συνεχίζει προκλητικά να απορρίπτει τις δίκαιες και επείγουσες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος για άνοιγμα όλων των νοσοκομείων που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια, για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας με μέσα, υποδομές και προσωπικό. Πηγαίνει μάλιστα και ένα βήμα παραπέρα, αναγγέλλοντας νέες συγχωνεύσεις και λουκέτα σε περιφερειακά νοσοκομεία, κλιμακώνοντας την πολιτική της εμπορευματοποίησης, που πληρώνει ακόμα και με τη ζωή του ο λαός.
Αντί για επίταξη του ιδιωτικού τομέα χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όπως ζητούσαν και συνεχίζουν να απαιτούν υγειονομικοί, συνδικάτα και φορείς, η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα έκαναν παζάρια με τους επιχειρηματίες της Υγείας, στερώντας πολύτιμο προσωπικό και υποδομές από τη μάχη για την αντιμετώπιση του ιού. Ποιος λοιπόν ευθύνεται για μια ενδεχόμενη νέα κατάρρευση των νοσοκομείων από την εξάπλωση της μετάλλαξης «Δέλτα», αν όχι η πολιτική που αντιμετωπίζει την Υγεία ως πηγή κέρδους και τους ασθενείς ως «πελατεία»;
Οι εμβολιασμοί είναι σε εξέλιξη εδώ και 7 μήνες, με ένα συνεχές «μπρος - πίσω», με ένα σίριαλ που συνεχίζεται στις παραδόσεις των εμβολίων, με εκβιασμούς από τις πολυεθνικές του Φαρμάκου και γεωπολιτικές κόντρες πάνω σε ένα τόσο σημαντικό επιστημονικό επίτευγμα.
Οι υγειονομικοί από την αρχή ξεκαθάρισαν την ανάγκη στήριξης του εμβολιαστικού προγράμματος με έγκαιρη προμήθεια όλων των διαθέσιμων σκευασμάτων. Με προσωπικό και υποδομές, με στελέχωση των εμβολιαστικών κέντρων, χωρίς επιβάρυνση των νοσοκομείων. Με ενίσχυση της ΠΦΥ με προσωπικό και μέσα, έτσι που να μη δημιουργείται η παραμικρή υπόνοια σχετικά με το ασφαλές της εμβολιαστικής διαδικασίας.
Τα σμπαράλια όμως της ΠΦΥ δεν επιτρέπουν την οργανωμένη ενημέρωση του λαού, ούτε βέβαια τον σχεδιασμένο επιστημονικά εμβολιασμό, με την επιλογή του κατάλληλου σκευάσματος ανάλογα με τις ιδιαίτερες παθήσεις, την παρακολούθηση του εμβολιασμένου για τυχόν παρενέργειες, την υγειονομική καταγραφή για παραπέρα επιστημονική μελέτη, ώστε να μην δημιουργείται έδαφος για αβεβαιότητες και ανασφάλειες.
Ποιος «φρενάρει» λοιπόν την εμβολιαστική διαδικασία, αν όχι η ίδια η πολιτική της κυβέρνησης, οι παλινωδίες στις οποίες βάζει τη σφραγίδα της η εμπορευματοποίηση της ΠΦΥ και του Φαρμάκου, εκκολάπτοντας και τον ανορθολογισμό;
Το εργατικό κίνημα από την πρώτη στιγμή πρόταξε διεκδικήσεις για μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, για πολλαπλούς ελέγχους, για ενίσχυση των αστικών συγκοινωνιών ώστε να μην υπάρχει συνωστισμός.
Αντί γι' αυτά η εργοδοσία με τις πλάτες της κυβέρνησης ξεσάλωσε, τα πρωτόκολλα - λάστιχο έγιναν καθεστώς, οι έλεγχοι έγιναν ακόμα πιο σπάνιοι από ό,τι πριν την πανδημία. Σε λεωφορεία και Μετρό τις ώρες αιχμής γίνεται το αδιαχώρητο. Ποιος φταίει για τη νέα εξάπλωση του ιού, αν όχι η προστασία της εργοδοσίας αντί των εργαζομένων και η αντιμετώπιση των προστασίας του λαού ως «δημοσιονομικό» ζήτημα, που δεν επιτρέπει τη γενναία στήριξή των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς με προσωπικό και μέσα;
Η εξέλιξη της πανδημίας, το νέο κύμα που φουσκώνει, αποδεικνύει ξανά την αξία των διεκδικήσεων που διατυπώνουν τα εργατικά σωματεία, οι φορείς των υγειονομικών. Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, η επίταξη του ιδιωτικού τομέα, τα μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς είναι ζωτικής σημασίας για να τα καταφέρει ο λαός. Αυτές οι διεκδικήσεις αποκαλύπτουν και τον πραγματικό ένοχο: Τη στρατηγική του κεφαλαίου, την επιχειρηματική δράση, που βάζει ανυπέρβλητα «όρια» στην ουσιαστική προστασία.
Κάθε δίλημμα που θέτει η κυβέρνηση γύρω από την εξέλιξη της πανδημίας γίνεται με ένα και μόνο σκοπό: Να στηριχθεί το «αφήγημα» της ατομικής ευθύνης και να πετάξει από πάνω της τις τεράστιες ευθύνες που έχει κυρίως για την άθλια κατάσταση στο δημόσιο σύστημα Υγείας. «Εμβολιασμοί ή μέτρα», «υποχρεωτικότητα ή κίνητρα», «προνόμια ή απαγορεύσεις» είναι στοιχεία της κυβερνητικής προπαγάνδας που επαναλαμβάνονται αυτές τις μέρες.
Και ενώ ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της πανδημίας καιροφυλακτεί εξαιτίας των μεταλλάξεων, η κυβέρνηση συνεχίζει προκλητικά να απορρίπτει τις δίκαιες και επείγουσες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος για άνοιγμα όλων των νοσοκομείων που έκλεισαν τα προηγούμενα χρόνια, για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας με μέσα, υποδομές και προσωπικό. Πηγαίνει μάλιστα και ένα βήμα παραπέρα, αναγγέλλοντας νέες συγχωνεύσεις και λουκέτα σε περιφερειακά νοσοκομεία, κλιμακώνοντας την πολιτική της εμπορευματοποίησης, που πληρώνει ακόμα και με τη ζωή του ο λαός.
Αντί για επίταξη του ιδιωτικού τομέα χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όπως ζητούσαν και συνεχίζουν να απαιτούν υγειονομικοί, συνδικάτα και φορείς, η κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα έκαναν παζάρια με τους επιχειρηματίες της Υγείας, στερώντας πολύτιμο προσωπικό και υποδομές από τη μάχη για την αντιμετώπιση του ιού. Ποιος λοιπόν ευθύνεται για μια ενδεχόμενη νέα κατάρρευση των νοσοκομείων από την εξάπλωση της μετάλλαξης «Δέλτα», αν όχι η πολιτική που αντιμετωπίζει την Υγεία ως πηγή κέρδους και τους ασθενείς ως «πελατεία»;
Οι εμβολιασμοί είναι σε εξέλιξη εδώ και 7 μήνες, με ένα συνεχές «μπρος - πίσω», με ένα σίριαλ που συνεχίζεται στις παραδόσεις των εμβολίων, με εκβιασμούς από τις πολυεθνικές του Φαρμάκου και γεωπολιτικές κόντρες πάνω σε ένα τόσο σημαντικό επιστημονικό επίτευγμα.
Οι υγειονομικοί από την αρχή ξεκαθάρισαν την ανάγκη στήριξης του εμβολιαστικού προγράμματος με έγκαιρη προμήθεια όλων των διαθέσιμων σκευασμάτων. Με προσωπικό και υποδομές, με στελέχωση των εμβολιαστικών κέντρων, χωρίς επιβάρυνση των νοσοκομείων. Με ενίσχυση της ΠΦΥ με προσωπικό και μέσα, έτσι που να μη δημιουργείται η παραμικρή υπόνοια σχετικά με το ασφαλές της εμβολιαστικής διαδικασίας.
Τα σμπαράλια όμως της ΠΦΥ δεν επιτρέπουν την οργανωμένη ενημέρωση του λαού, ούτε βέβαια τον σχεδιασμένο επιστημονικά εμβολιασμό, με την επιλογή του κατάλληλου σκευάσματος ανάλογα με τις ιδιαίτερες παθήσεις, την παρακολούθηση του εμβολιασμένου για τυχόν παρενέργειες, την υγειονομική καταγραφή για παραπέρα επιστημονική μελέτη, ώστε να μην δημιουργείται έδαφος για αβεβαιότητες και ανασφάλειες.
Ποιος «φρενάρει» λοιπόν την εμβολιαστική διαδικασία, αν όχι η ίδια η πολιτική της κυβέρνησης, οι παλινωδίες στις οποίες βάζει τη σφραγίδα της η εμπορευματοποίηση της ΠΦΥ και του Φαρμάκου, εκκολάπτοντας και τον ανορθολογισμό;
Το εργατικό κίνημα από την πρώτη στιγμή πρόταξε διεκδικήσεις για μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς, για πολλαπλούς ελέγχους, για ενίσχυση των αστικών συγκοινωνιών ώστε να μην υπάρχει συνωστισμός.
Αντί γι' αυτά η εργοδοσία με τις πλάτες της κυβέρνησης ξεσάλωσε, τα πρωτόκολλα - λάστιχο έγιναν καθεστώς, οι έλεγχοι έγιναν ακόμα πιο σπάνιοι από ό,τι πριν την πανδημία. Σε λεωφορεία και Μετρό τις ώρες αιχμής γίνεται το αδιαχώρητο. Ποιος φταίει για τη νέα εξάπλωση του ιού, αν όχι η προστασία της εργοδοσίας αντί των εργαζομένων και η αντιμετώπιση των προστασίας του λαού ως «δημοσιονομικό» ζήτημα, που δεν επιτρέπει τη γενναία στήριξή των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς με προσωπικό και μέσα;
Η εξέλιξη της πανδημίας, το νέο κύμα που φουσκώνει, αποδεικνύει ξανά την αξία των διεκδικήσεων που διατυπώνουν τα εργατικά σωματεία, οι φορείς των υγειονομικών. Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, η επίταξη του ιδιωτικού τομέα, τα μέτρα προστασίας στους χώρους δουλειάς είναι ζωτικής σημασίας για να τα καταφέρει ο λαός. Αυτές οι διεκδικήσεις αποκαλύπτουν και τον πραγματικό ένοχο: Τη στρατηγική του κεφαλαίου, την επιχειρηματική δράση, που βάζει ανυπέρβλητα «όρια» στην ουσιαστική προστασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου