ΑΠΟ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΒΑΤΖΙΚΛΗΣ
Μετά από μια ενδιαφέρουσα συνάντηση με μια σουπιά, ο Αυστραλός φιλόσοφος Peter Godfrey-Smith άρχισε να εξερευνά τη μυστηριώδη ζωή των κεφαλόποδων. Και του γεννήθηκε η απορία: γιατί τόσο έξυπνα πλάσματα ζουν τόσο λίγο;
Στον πυθμένα του κόλπου Cabbage Tree, στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, ο Peter Godfrey-Smith πλησιάζει ένα πολύ ιδιαίτερο πλάσμα: μια γιγάντια αυστραλιανή σουπιά. Έχει μήκος περίπου 60 εκατοστά και το σώμα της, που περιβάλλεται από ένα εσωτερικό κέλυφος σε σχήμα σανίδας του σερφ έχει το χρώμα του βελούδου ενώ οι κόρες του ματιού της, σε σχήμα W, της δίνουν μια ιδιαίτερα αυστηρή έκφραση, διαβάζουμε στον Guardian.
Ήταν μια συνάντηση σαν αυτή, στο ίδιο ακριβώς σημείο, που έκανε τον Peter Godfrey-Smith να ασχοληθεί με τα κεφαλόποδα. Ακαδημαϊκός φιλόσοφος από την Αυστραλία, είχε πρόσφατα διοριστεί καθηγητής στο Χάρβαρντ, αλλά η εμπειρία του αυτή τον επηρέασε βαθιά και τον ώθησε να γράψει μια φιλοσοφική μελέτη πρώτα για το Χάρβαρντ και στη συνέχεια για το City University της Νέας Υόρκης.
Η σουπιά δεν φοβόταν. Είχε την ίδια περιέργεια που είχε κι εκείνος, παρόλο που δεν βλέπουν τον κόσμο όπως εμείς (μας χωρίζουν εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, σχεδόν διπλάσια από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο σπονδυλωτό). Τα μάτια των κεφαλόποδων μοιάζουν με τα δικά μας, αλλά οι ομοιότητες σταματούν εκεί. Το μεγαλύτερο μέρος των νευρώνων τους βρίσκονται στα πλοκάμια, τα οποία όχι μόνο μπορούν να αγγίξουν αλλά και να μυρίσουν και να γευτούν. Τα πλοκάμια τους έχουν κυριολεκτικά το δικό τους μυαλό.
Μετά από μια ενδιαφέρουσα συνάντηση με μια σουπιά, ο Αυστραλός φιλόσοφος Peter Godfrey-Smith άρχισε να εξερευνά τη μυστηριώδη ζωή των κεφαλόποδων. Και του γεννήθηκε η απορία: γιατί τόσο έξυπνα πλάσματα ζουν τόσο λίγο;
Στον πυθμένα του κόλπου Cabbage Tree, στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, ο Peter Godfrey-Smith πλησιάζει ένα πολύ ιδιαίτερο πλάσμα: μια γιγάντια αυστραλιανή σουπιά. Έχει μήκος περίπου 60 εκατοστά και το σώμα της, που περιβάλλεται από ένα εσωτερικό κέλυφος σε σχήμα σανίδας του σερφ έχει το χρώμα του βελούδου ενώ οι κόρες του ματιού της, σε σχήμα W, της δίνουν μια ιδιαίτερα αυστηρή έκφραση, διαβάζουμε στον Guardian.
Ήταν μια συνάντηση σαν αυτή, στο ίδιο ακριβώς σημείο, που έκανε τον Peter Godfrey-Smith να ασχοληθεί με τα κεφαλόποδα. Ακαδημαϊκός φιλόσοφος από την Αυστραλία, είχε πρόσφατα διοριστεί καθηγητής στο Χάρβαρντ, αλλά η εμπειρία του αυτή τον επηρέασε βαθιά και τον ώθησε να γράψει μια φιλοσοφική μελέτη πρώτα για το Χάρβαρντ και στη συνέχεια για το City University της Νέας Υόρκης.
Η σουπιά δεν φοβόταν. Είχε την ίδια περιέργεια που είχε κι εκείνος, παρόλο που δεν βλέπουν τον κόσμο όπως εμείς (μας χωρίζουν εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, σχεδόν διπλάσια από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο σπονδυλωτό). Τα μάτια των κεφαλόποδων μοιάζουν με τα δικά μας, αλλά οι ομοιότητες σταματούν εκεί. Το μεγαλύτερο μέρος των νευρώνων τους βρίσκονται στα πλοκάμια, τα οποία όχι μόνο μπορούν να αγγίξουν αλλά και να μυρίσουν και να γευτούν. Τα πλοκάμια τους έχουν κυριολεκτικά το δικό τους μυαλό.
Είχε συναίσθηση του εαυτού της; Και αν ναι πώς διαφέρει από αυτή των ανθρώπων; είναι το θέμα του βιβλίου του Godfrey-Smith «Other Minds: The Octopus, The Sea and the Deep Origins of Consciousness». Σε αυτό ασχολείται με διάφορα φιλοσοφικά προβλήματα που αφορούν τα κεφαλόποδα και αφηγείται πολλές προσωπικές εμπειρίες αλλά και ενδιαφέρουσες ιστορίες.
Περιγράφει ένα πείραμα που έγινε στον Ζωολογικό Κέντρο της Νάπολης το 1959 με σκοπό να μάθουν σε τρία χταπόδια πώς να απελευθερώνονται από τη γυάλα τραβώντας έναν μοχλό. Ένα από αυτά τράβηξε μια λάμπα που βρισκόταν πάνω από τη δεξαμενή και άρχισε να ρίχνει νερό σε όποιον πλησίαζε με αποτέλεσμα να σπάσει το μοχλό και να χαλάσει το πείραμα.
Αυτή η ικανότητα τους να επιλύουν προβλήματα μας κάνει να τα θεωρούμε ιδιαίτερα έξυπνα ζώα. Με μισό δισεκατομμύριο νευρώνες στο σώμα τους και έναν εγκέφαλό αρκετά μεγάλο σε σχέση με το μέγεθός τους, το μυαλό των χταποδιών είναι στην ίδια κατηγορία με αυτό των σκύλων.
Σε συνθήκες αιχμαλωσίας, έχουν μάθει να κινούνται σε λαβύρινθους, να λύνουν γρίφους και να ανοίγουν βάζα με βιδωτά καπάκια, ενώ στη φύση έχουν μάθει να στοιβάζουν πέτρες για να προστατεύουν τις εισόδους των κρυψώνων τους και να κρύβονται μέσα στα κελύφη καρύδας.
Ένα ζώο με λιγότερα από οκτώ πόδια μπορεί να καταφέρει λιγότερα, αλλά όχι απαραίτητα επειδή είναι πιο ανόητο. Δεν υπάρχει κάποια μέθοδος μέτρησης της ευφυΐας τους, ενώ ορισμένοι δείκτες, όπως η χρήση εργαλείων, χρησιμοποιήθηκαν απλά και μόνο επειδή γίνονται πιο κατανοητοί από τους ανθρώπους.
«Νομίζω ότι είναι λάθος να ψάχνουμε για κάτι συγκεκριμένο», λέει ο Godfrey-Smith. «Τα χταπόδια τα πάνε καλά σε εξελιγμένα είδη μάθησης, αλλά πόσο καλά είναι δύσκολο να πει κανείς, εν μέρει επειδή είναι πολύ δύσκολο να κάνουμε πειράματα. Φέρνεις μερικά χταπόδια στο εργαστήριο και κάποια από αυτά αρνούνται να συμμετάσχουν».
Οι αποδράσεις τους από την αιχμαλωσία δείχνουν επίγνωση των συνθηκών και την ικανότητά τους να προσαρμόζονται σε αυτές. Ένα πείραμα του 2010 επιβεβαίωσε ότι τα κεφαλόποδα είναι σε θέση να αναγνωρίζουν ανθρώπους και να τους συμπαθούν ή να τους αντιπαθούν.
Μπορούμε να πούμε ότι έχουν προσωπικότητες. Αλλά οι ασυνέπειες της συμπεριφοράς τους, σε συνδυασμό με τη φαινομενική ευφυΐα τους, αποτελούν παγίδα: «Είναι δελεαστικό», παραδέχεται ο Godfrey-Smith, «να δώσουμε στα χαρακτηριστικά τους μια ανθρώπινη εξήγηση».
Οι απόψεις για τη νοημοσύνη του χταποδιού ποικίλλουν εντός της επιστημονικής κοινότητας. Μια θεμελιώδης αρχή της ψυχολογίας των ζώων, που επινόησε ο Βρετανός ψυχολόγος C Lloyd Morgan τον 19ο αιώνα, λέει ότι καμία συμπεριφορά δεν πρέπει να αποδίδεται σε μια περίπλοκη εσωτερική διαδικασία, αν μπορεί να εξηγηθεί με μια απλούστερη. «Αυτό είναι ενδεικτικό μιας γενικής προτίμησης για απλές εξηγήσεις», λέει ο Godfrey-Smith, που ως φιλόσοφος δεν πείθεται.
Σε μια διάλεξη του στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, λέει ότι η μελέτη του για τα κεφαλόποδα, που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη, επηρεάζει ολοένα και περισσότερο την επαγγελματική του ζωή. Όταν οι φιλόσοφοι συλλογίζονται το πρόβλημα μυαλού-σώματος, κανένας δεν μιλάει για τα χταπόδια. Η μελέτη των κεφαλόποδων δίνει κάποιες ενδείξεις σε ερωτήματα σχετικά με την προέλευση της δικής μας συνείδησης.
Ο τελευταίος κοινός μας πρόγονος έζησε πριν από 600 εκατομμύρια χρόνια, έμοιαζε με σκουλήκι και είχε μήκος μερικά χιλιοστά. Ωστόσο, στην πορεία τα κεφαλόποδα ανέπτυξαν μάτια υψηλής ανάλυσης, όπως τα δικά μας, εντελώς ανεξάρτητα: «Έχουν μάτια που εστιάζουν την εικόνα στον αμφιβληστροειδή, όπως κι εμείς, αλλά αυτό είναι όλο», λέει ο Godfrey-Smith. Το ότι συνέβη δύο φορές σε τόσο διαφορετικά μεταξύ τους είδη αποτελεί τροφή για σκέψη σχετικά με τη διαδικασία της εξέλιξης, όπως αναπάντητη παραμένει και η ανεξήγητα σύντομη διάρκεια ζωής τους: τα περισσότερα είδη κεφαλόποδων ζουν από ένα ως δύο χρόνια.
«Όταν το έμαθα αυτό, έμεινα έκπληκτος», λέει ο Godfrey-Smith. «Πίστευα ότι θα τα επισκέπτομαι για πολλά χρόνια. Αλλά μετά σκέφτηκα: μάλλον όχι, θα πεθάνουν σε λίγους μήνες. Ένας πολύ μεγάλος εγκέφαλος και μια πολύ σύντομη ζωή. Από εξελικτική σκοπιά δεν είναι και ό,τι καλύτερο», εξηγεί ο Godfrey-Smith. «Είναι σαν να ξοδεύεις ένα τεράστιο ποσό για να κάνεις διδακτορικό και μετά έχεις μόνο δύο χρόνια για να το χρησιμοποιήσεις…».
Είναι πιθανό ότι ο εγκέφαλος του χταποδιού είναι τόσο δυνατός επειδή είναι δυσκίνητο ζώο. Όπως ένας υπολογιστής θα χρειαζόταν έναν πολύ δυνατό επεξεργαστή για να εκτελέσει μεγάλο όγκο εργασιών.
«Με οκτώ πλοκάμια είναι δύσκολο να ελέγξει το σώμα του, αλλά αυτό δεν εξηγεί τα ταλέντα του και τον παιχνιδιάρικο με το οποίο τα δείχνει. Συμπεριφέρεται έξυπνα και κάνει όλα αυτά τα πρωτότυπα πράγματα. Αυτή η εξήγηση δεν είναι αρκετή», λέει ο Godfrey-Smith. «Υπάρχει κάτι ακόμη πιο μυστηριώδες εκεί έξω».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου