Με τον νέο νόμο - πλαίσιο, ακούμε ξανά από την κυβέρνηση για καινοτόμες αλλαγές που θα συνδέσουν τα ΑΕΙ «με την κοινωνία και την αγορά εργασίας». Μέτρα όπως βιομηχανικά διδακτορικά και επαγγελματικά μεταπτυχιακά, συμμετοχή ανθρώπων της αγοράς στα Συμβούλια Διοίκησης, ευέλικτα προγράμματα σπουδών όπως τα λεγόμενα «minor degrees», παρουσιάζονται ως τέτοιες «καινοτομίες». Φυσικά, όλη η συζήτηση δεν είναι καινούρια, όμως πολλοί θα αναρωτιούνται γιατί είναι κακό τα πανεπιστήμια να αφουγκράζονται τις ανάγκες της οικονομίας και να παρέχουν υπηρεσίες που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερες πιθανότητες επαγγελματικής αποκατάστασης σε θέσεις συναφείς με το αντικείμενο που έχουμε σπουδάσει. Είναι όμως έτσι;
Καταρχάς τα πανεπιστήμια δεν αναπτύσσονται σε κενό αέρος, αλλά σε μια κοινωνία με ιεραρχήσεις, κίνητρα και νόμους, που σχετίζονται πάντα με τις ανάγκες της τάξης που έχει τα κλειδιά της οικονομίας, εν προκειμένω τους μεγάλους επιχειρηματίες. Ετσι, στην πραγματικότητα δεν γίνεται να μην υπάρχει σύνδεση των πανεπιστημίων με τις ανάγκες της οικονομίας. Εξάλλου η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι επαγγελματική εκπαίδευση, αφού προετοιμάζει ένα τμήμα των αυριανών εργαζομένων που χρειάζεται να κατέχουν γνώση μιας επιστήμης για να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
Στον καπιταλισμό, ο εργαζόμενος είτε είναι μορφωμένος είτε όχι καταλήγει να πουλά την εργατική του δύναμη. Ετσι η σύνδεση του εργαζόμενου με την εργασία γίνεται με όρους αγοράς. Με απλά λόγια, όλοι οι εργαζόμενοι μπαίνουν σε ένα δύσκολο πεδίο ανταγωνισμού, για να πουλήσουν την ικανότητά τους να εργάζονται και από την άλλη ο αγοραστής (επιχειρηματίας) ψάχνει να βρει εκείνο το εμπόρευμα (εργαζόμενο) που θα του κάνει τη δουλειά αποδοτικότερα, πιο παραγωγικά και με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Ετσι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση οργανώνεται πάντα με βάση τις ανάγκες της κερδοφορίας και καθοδηγείται από τις ανάγκες αλλά και τους ανταγωνισμούς των οικονομικών κλάδων που τροφοδοτεί με επιστημονικό δυναμικό. Το διακύβευμα λοιπόν δεν είναι αν τα πανεπιστήμια θα συνδέονται με την αγορά, αυτό φυσικά είναι δεδομένο, αλλά πώς αυτά θα παράγουν ένα εμπόρευμα ακόμα πιο προσιτό στην αγορά.
Ας δούμε αρχικά ποια κατάσταση ισχύει σήμερα στην αγορά εργασίας που θα συναντήσουν οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων, με την πολιτική όλων των αστικών κυβερνήσεων να διαμορφώνει συνθήκες λεηλασίας του λαϊκού εισοδήματος και προστασίας των συμφερόντων των εργοδοτών.
Σταθερά συμπιέζονται οι μισθολογικές απολαβές, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η παραγωγικότητα των εργαζομένων. Ο κατώτατος μισθός μένει στα 713 ευρώ μεικτά, κάτω και από τον κατώτατο μισθό του 2009, με τέσσερις κυβερνήσεις να έχουν περάσει από τότε και με τις σημερινές ανατιμήσεις... Χτυπήθηκαν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (κατάργηση της εθνικής, κλαδικές έχουν στις περισσότερες περιπτώσεις να υπογραφούν αρκετά χρόνια), αφού προωθήθηκαν οι ατομικές «διαπραγματεύσεις». Διαμορφώθηκαν συνθήκες ευελιξίας (εργασία ορισμένου χρόνου, επέκταση μερικής απασχόλησης, νέα μοντέλα εργασίας) ειδικά για τις μικρές ηλικίες.
Ετσι με αυτήν τη «σωτήρια διασύνδεση» με την αγορά:
Με τα παραπάνω έρχονται αντιμέτωποι οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων ως συνέπεια των νόμων της αγοράς και όχι λόγω δυσλειτουργιών του πανεπιστημίου, όπως προσπαθούν να το παρουσιάσουν τα αστικά επιτελεία. Γιατί αγορά εργασίας σημαίνει άναρχη κατανομή του επιστημονικού δυναμικού βάσει των προσδοκιών των κεφαλαίου για κερδοφορία και όχι των αναγκών της κοινωνίας.
Μάλιστα, η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας στον καπιταλισμό, αντί να κάνει πιο εύκολη τη ζωή και τους όρους εργασίας, διαμορφώνει ουρές ανέργων, απαξιώνοντας άναρχα γνώσεις και επαγγέλματα. Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργείται απόκλιση ανάμεσα στο δυναμικό που ειδικεύεται σε ένα επάγγελμα και στη δυνατότητα να το ασκήσει. Για παράδειγμα κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι ειδικότητες, όπως αυτή του γεωλόγου, του μηχανικού ορυκτών πόρων κ.ά. είναι περιττές για την κοινωνία, ειδικά σε μια χώρα σεισμογενή και με σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές και ορυκτό πλούτο, όπως η Ελλάδα. Παρ' όλα αυτά οι στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου δημιουργούν θέσεις εργασίας με το σταγονόμετρο και οι απόφοιτοι πληρώνουν το μάρμαρο της «πράσινης μετάβασης».
Καταρχάς τα πανεπιστήμια δεν αναπτύσσονται σε κενό αέρος, αλλά σε μια κοινωνία με ιεραρχήσεις, κίνητρα και νόμους, που σχετίζονται πάντα με τις ανάγκες της τάξης που έχει τα κλειδιά της οικονομίας, εν προκειμένω τους μεγάλους επιχειρηματίες. Ετσι, στην πραγματικότητα δεν γίνεται να μην υπάρχει σύνδεση των πανεπιστημίων με τις ανάγκες της οικονομίας. Εξάλλου η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι επαγγελματική εκπαίδευση, αφού προετοιμάζει ένα τμήμα των αυριανών εργαζομένων που χρειάζεται να κατέχουν γνώση μιας επιστήμης για να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
Στον καπιταλισμό, ο εργαζόμενος είτε είναι μορφωμένος είτε όχι καταλήγει να πουλά την εργατική του δύναμη. Ετσι η σύνδεση του εργαζόμενου με την εργασία γίνεται με όρους αγοράς. Με απλά λόγια, όλοι οι εργαζόμενοι μπαίνουν σε ένα δύσκολο πεδίο ανταγωνισμού, για να πουλήσουν την ικανότητά τους να εργάζονται και από την άλλη ο αγοραστής (επιχειρηματίας) ψάχνει να βρει εκείνο το εμπόρευμα (εργαζόμενο) που θα του κάνει τη δουλειά αποδοτικότερα, πιο παραγωγικά και με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Ετσι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση οργανώνεται πάντα με βάση τις ανάγκες της κερδοφορίας και καθοδηγείται από τις ανάγκες αλλά και τους ανταγωνισμούς των οικονομικών κλάδων που τροφοδοτεί με επιστημονικό δυναμικό. Το διακύβευμα λοιπόν δεν είναι αν τα πανεπιστήμια θα συνδέονται με την αγορά, αυτό φυσικά είναι δεδομένο, αλλά πώς αυτά θα παράγουν ένα εμπόρευμα ακόμα πιο προσιτό στην αγορά.
Τι ισχύει σήμερα στη σύνδεση με την αγορά
Ας δούμε αρχικά ποια κατάσταση ισχύει σήμερα στην αγορά εργασίας που θα συναντήσουν οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων, με την πολιτική όλων των αστικών κυβερνήσεων να διαμορφώνει συνθήκες λεηλασίας του λαϊκού εισοδήματος και προστασίας των συμφερόντων των εργοδοτών.
Σταθερά συμπιέζονται οι μισθολογικές απολαβές, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η παραγωγικότητα των εργαζομένων. Ο κατώτατος μισθός μένει στα 713 ευρώ μεικτά, κάτω και από τον κατώτατο μισθό του 2009, με τέσσερις κυβερνήσεις να έχουν περάσει από τότε και με τις σημερινές ανατιμήσεις... Χτυπήθηκαν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (κατάργηση της εθνικής, κλαδικές έχουν στις περισσότερες περιπτώσεις να υπογραφούν αρκετά χρόνια), αφού προωθήθηκαν οι ατομικές «διαπραγματεύσεις». Διαμορφώθηκαν συνθήκες ευελιξίας (εργασία ορισμένου χρόνου, επέκταση μερικής απασχόλησης, νέα μοντέλα εργασίας) ειδικά για τις μικρές ηλικίες.
Ετσι με αυτήν τη «σωτήρια διασύνδεση» με την αγορά:
-- Το 24% των πτυχιούχων ΑΕΙ ηλικίας 25-65 ετών είναι άνεργο και αντίστοιχα το 17,5% στην ηλικιακή ομάδα των 25-39 ετών (Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης 2022).
-- 1 στους 3 εργάζεται σε δουλειά άσχετη με το επιστημονικό του αντικείμενο (Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης).
-- Το 65% των εργαζομένων αμείβεται με λιγότερα από 1.000 ευρώ τον μήνα (Εκθεση ΙΝΕ της ΓΣΕΕ 2022).
-- 500 χιλιάδες έφυγαν στο εξωτερικό και δεν γυρίζουν παρά τις μεγάλες κουβέντες για αντιμετώπιση του brain drain.
Με τα παραπάνω έρχονται αντιμέτωποι οι απόφοιτοι των πανεπιστημίων ως συνέπεια των νόμων της αγοράς και όχι λόγω δυσλειτουργιών του πανεπιστημίου, όπως προσπαθούν να το παρουσιάσουν τα αστικά επιτελεία. Γιατί αγορά εργασίας σημαίνει άναρχη κατανομή του επιστημονικού δυναμικού βάσει των προσδοκιών των κεφαλαίου για κερδοφορία και όχι των αναγκών της κοινωνίας.
Μάλιστα, η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας στον καπιταλισμό, αντί να κάνει πιο εύκολη τη ζωή και τους όρους εργασίας, διαμορφώνει ουρές ανέργων, απαξιώνοντας άναρχα γνώσεις και επαγγέλματα. Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργείται απόκλιση ανάμεσα στο δυναμικό που ειδικεύεται σε ένα επάγγελμα και στη δυνατότητα να το ασκήσει. Για παράδειγμα κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι ειδικότητες, όπως αυτή του γεωλόγου, του μηχανικού ορυκτών πόρων κ.ά. είναι περιττές για την κοινωνία, ειδικά σε μια χώρα σεισμογενή και με σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές και ορυκτό πλούτο, όπως η Ελλάδα. Παρ' όλα αυτά οι στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου δημιουργούν θέσεις εργασίας με το σταγονόμετρο και οι απόφοιτοι πληρώνουν το μάρμαρο της «πράσινης μετάβασης».
Τι απαιτεί από το πανεπιστήμιο ο επιχειρηματικός κόσμος
Πηγαίνοντας παρακάτω, ώστε να απαντήσουμε στο αρχικό ερώτημα, πρέπει να δούμε τι απαιτεί σήμερα από το πανεπιστήμιο ο επιχειρηματικός κόσμος. Και ποιος είναι καταλληλότερος να μας πει κάτι τέτοιο από τον Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ); Εδώ θα ξεχωρίσουμε ως αγαπημένη φράση, που ανακυκλώνεται για χρόνια σε εκθέσεις και συνέδρια, την αντιμετώπιση του «χάσματος δεξιοτήτων».
Κρίσιμο στοιχείο, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, για την Ελλάδα είναι «η αναντιστοιχία μεταξύ των γνωστικών πεδίων που κατέχουν οι απόφοιτοι, με τις γνώσεις και δεξιότητες που έχει ανάγκη η αγορά εργασίας. Ετσι η έλλειψη συντονισμού της εκπαίδευσης με την αγορά καταδεικνύει το ζήτημα της ταυτόχρονης ύπαρξης ανέργων με υπερβάλλουσες δεξιότητες και την αδυναμία των επιχειρήσεων να προσελκύσουν εργαζόμενους με τις απαραίτητες τεχνικές δεξιότητες».
Και πώς επέδρασαν τα παραπάνω στην Ανώτατη Εκπαίδευση:
Α) Αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα, με στόχο τη σταδιακή του αντικατάσταση από επαγγελματικά περιγράμματα, δηλαδή μια περιγραφή τού τι δύναται να κάνει ένας απόφοιτος με τις γνώσεις που του παρέχει το πτυχίο του, χωρίς όμως αυτό να συνεπάγεται συγκεκριμένο επαγγελματικό δικαίωμα. Ως επιστέγασμα, εντείνεται η κατηγοριοποίηση πτυχίων, που έρχεται ως συνέπεια της ανάγκης της αγοράς να αναζητά εργαζόμενους διαφορετικών ταχυτήτων και ειδικεύσεων ακόμα και για το ίδιο επάγγελμα.
Β) Υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών στο επίπεδο της παροχής των κάθε λογής δεξιοτήτων που ζητά η αγορά. Ετσι ανοίγει ξανά η συζήτηση για τριετείς κύκλους, για minor degrees, προωθώντας την παροχή προγραμμάτων σπουδών με έμφαση σε ορισμένες πτυχές, χωρίς να δίνεται βαρύτητα στη συνολική κατανόηση των πιο ανθεκτικών και γενικών νόμων κάθε επιστήμης, στην επιστημονική μεθοδολογία και την εφαρμογή της. Τα παραπάνω έρχεται να εξυπηρετήσει και η ελαστικότητα στην επιλογή του περιεχομένου των σπουδών, με τη δυνατότητα ο φοιτητής να «διαμορφώνει» το πρόγραμμά του και με το τελικό αποτέλεσμα να αποτιμάται στη συγκέντρωση πιστωτικών μονάδων, όπως προωθεί ο νέος νόμος. Στην ουσία το πανεπιστήμιο πουλάει γνώσεις με το κομμάτι και οι φοιτητές αγοράζουν προσόντα όσο αντέχει η τσέπη τους.
Γ) Είσοδος κατάλληλου αριθμού απόφοιτων στην αγορά εργασίας, χωρίς καθυστερήσεις. Φυσικά όμως αυτό δεν συνεπάγεται επιστημονικό σχέδιο για τις ανάγκες της κοινωνίας σε εργατικό δυναμικό διαφόρων ειδικοτήτων, αφού τα «θέλω» της αγοράς αλλάζουν με κριτήρια την κερδοφορία των επιχειρηματιών κάθε κλάδου. Ούτε συνεπάγεται παροχή των κατάλληλων μέσων, ώστε να μπορεί ένας φοιτητής να τελειώσει τη σχολή «στην ώρα του». Σημαίνει αρκετή ατομική ευθύνη τόσο για την πορεία των σπουδών όσο και για την εύρεση εργασίας. Ετσι επιβλήθηκαν οι κάθε λογής κόφτες όπως το ν+2 ή η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής.
Δ) Επανακατάρτιση και διά βίου μάθηση, ώστε οι δεξιότητες να ανανεώνονται και η αγορά εργασίας να λαμβάνει τα κατάλληλα updates με ευθύνη φυσικά των ίδιων των εργαζομένων. Ετσι όμως καταλήξαμε να αφαιρούνται γνώσεις από τα πτυχία, μετατρέποντάς τα σε ένα ακόμα χαρτί μαζί με τα ακριβοπληρωμένα μεταπτυχιακά και σεμινάρια, που πρέπει να συγκεντρώνει διαρκώς κανείς για να ψάξει για δουλειά ή για να διατηρηθεί ανταγωνιστικός με το πέρασμα των χρόνων.
Ισχύουν όμως τα ίδια σε όλες τις πανεπιστημιακές σχολές; Υπάρχουν σχολές που προβάλλονται συχνά ως πρότυπα, με υψηλή ζήτηση, προσελκύουν χρηματοδοτήσεις και ξεχωρίζουν ως εν δυνάμει κέντρα αριστείας. Στην πραγματικότητα, όμως, και εκεί δεν είναι όλα τόσο ρόδινα. Για παράδειγμα, όλοι θα έχουν ακούσει για τις συνθήκες εντατικοποίησης της εργασίας των προγραμματιστών, που μάλιστα την εποχή της διευρυμένης αξιοποίησης της τηλεργασίας λαμβάνει και άλλη διάσταση, με το σταθερό ωράριο να ακούγεται ανέκδοτο. 'Η στην περίπτωση του κλάδου του Φαρμάκου, έναν από τους δυναμικούς κλάδους του ελληνικού κεφαλαίου, όπου οι εργαζόμενοι μπορεί μεν να βρίσκουν εύκολα δουλειά, αλλά δεν γνώρισαν την ίδια ανάπτυξη σε μισθούς και δικαιώματα. Και να μη λησμονήσουμε ότι συνήθως αυτές οι σχολές γίνονται σημαιοφόροι της στρατηγικής του κεφαλαίου και της ΕΕ στα πανεπιστήμια, παρουσιάζουν μια πιο προχωρημένη εικόνα επιχειρηματικού πανεπιστημίου, πιο δομημένη αγορά τίτλων σπουδών και πιστοποιήσεων, απόσπαση γνώσεων από το πτυχίο προς μεταπτυχιακό επίπεδο, υποδομές που χρησιμοποιούνται στα πλαίσια επιχειρηματικών σχεδίων κ.ά.
Αν παραμεριστεί η αιτία του προβλήματος, η σύνδεση με την εργασία θα γίνεται σχεδιασμένα και όχι με όρους αγοράς
Για όλα τα παραπάνω διαβάζουμε συνοπτικά στην έκδοση του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών (θέση 9): «Οσο υπεισέρχεται πιο άμεσα η επιστήμη στην παραγωγή και τις υπηρεσίες, τόσο διευρύνονται οι ανάγκες πιο ισόμετρης και ουσιαστικής σχέσης μεταξύ παραγωγής επιστημόνων και παραγωγικών αναγκών. Ο καπιταλισμός, λόγω της νομοτελειακής του λειτουργίας στη βάση της ατομικής ιδιοκτησίας, του ανταγωνισμού, του ατομικού σχεδιασμού, δεν μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα στη βάση κεντρικού κρατικού σχεδιασμού και με γνώμονα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Γι' αυτό το "λύνει" με την ανάπτυξη της σχέσης ΑΕΙ - μονοπωλίων, με γνώμονα την ενίσχυση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας».
Το ζητούμενο λοιπόν σήμερα για τους καπιταλιστές είναι η Ανώτατη Εκπαίδευση να μπορεί να αφουγκράζεται τις ανάγκες της οικονομίας. Να βρίσκεται σε επικοινωνία με τον επιχειρηματικό κόσμο, για να ελέγχονται τα προβλήματα και οι δυσαναλογίες που δημιουργούνται από τις ίδιες τις αντιθέσεις του καπιταλισμού, εξασφαλίζοντας ότι θα διαιωνίζονται οι όροι εκμετάλλευσης. Ετσι η στενότερη σύνδεση των ΑΕΙ με τις επιχειρήσεις σημαίνει στενότερη σύνδεση με την εργασιακή ζούγκλα και ανασφάλεια!
Για το ΚΚΕ η πραγματική καινοτομία είναι άλλη. Να παραμεριστεί η αιτία του προβλήματος, δηλαδή η ατομική ιδιοκτησία στην παραγωγή και ο ατομικός σχεδιασμός. Η σύνδεση με την εργασία να γίνεται σχεδιασμένα και όχι με όρους αγοράς. Στον σοσιαλισμό με κεντρικό σχεδιασμό θα μπορούν να προβλέπονται οι ανάγκες, να προσδιορίζονται η πληθώρα και οι ειδικότητες των επιστημόνων που χρειάζονται. Ετσι πριν τελειώσει το πανεπιστήμιο κάθε νέος και νέα, θα ξέρει πού θα βρει δουλειά και θα έχει κατοχυρωμένο το δικαίωμα στην εργασία. Καθένας θα μπορεί να επιλέγει πιο ελεύθερα, με βάση τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά του το αντικείμενο των σπουδών του, χωρίς να σκέφτεται αν αυτό τον κάνει πιο ελκυστικό στις επιχειρήσεις, αν θα έχει αντίκρισμα.
Γι' αυτό σήμερα, οι φοιτητές και αυριανοί εργαζόμενοι να μην μειώσουν τις απαιτήσεις τους. Να παλέψουν μέσα από το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα και σε συνεργασία με τα σωματεία των εργαζομένων του κλάδου τους, για τους όρους με τους οποίους πουλούν την εξειδικευμένη τους εργατική δύναμη, κόντρα στις επιθυμίες των καπιταλιστών. Να θέσουν στην προμετωπίδα των αιτημάτων τους το πτυχίο να είναι η μοναδική προϋπόθεση για την πλήρη πρόσβαση στο επάγγελμα, για δουλειά με δικαιώματα, αλλά και όλη η γνώση για την άσκηση του επαγγέλματος να παρέχεται στο πτυχίο και να μην γίνεται εμπόρευμα που διατίθεται μέσω ποικίλων εναλλακτικών δρόμων.
Για όλα τα παραπάνω διαβάζουμε συνοπτικά στην έκδοση του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ για το Πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών (θέση 9): «Οσο υπεισέρχεται πιο άμεσα η επιστήμη στην παραγωγή και τις υπηρεσίες, τόσο διευρύνονται οι ανάγκες πιο ισόμετρης και ουσιαστικής σχέσης μεταξύ παραγωγής επιστημόνων και παραγωγικών αναγκών. Ο καπιταλισμός, λόγω της νομοτελειακής του λειτουργίας στη βάση της ατομικής ιδιοκτησίας, του ανταγωνισμού, του ατομικού σχεδιασμού, δεν μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα στη βάση κεντρικού κρατικού σχεδιασμού και με γνώμονα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Γι' αυτό το "λύνει" με την ανάπτυξη της σχέσης ΑΕΙ - μονοπωλίων, με γνώμονα την ενίσχυση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας».
Το ζητούμενο λοιπόν σήμερα για τους καπιταλιστές είναι η Ανώτατη Εκπαίδευση να μπορεί να αφουγκράζεται τις ανάγκες της οικονομίας. Να βρίσκεται σε επικοινωνία με τον επιχειρηματικό κόσμο, για να ελέγχονται τα προβλήματα και οι δυσαναλογίες που δημιουργούνται από τις ίδιες τις αντιθέσεις του καπιταλισμού, εξασφαλίζοντας ότι θα διαιωνίζονται οι όροι εκμετάλλευσης. Ετσι η στενότερη σύνδεση των ΑΕΙ με τις επιχειρήσεις σημαίνει στενότερη σύνδεση με την εργασιακή ζούγκλα και ανασφάλεια!
Για το ΚΚΕ η πραγματική καινοτομία είναι άλλη. Να παραμεριστεί η αιτία του προβλήματος, δηλαδή η ατομική ιδιοκτησία στην παραγωγή και ο ατομικός σχεδιασμός. Η σύνδεση με την εργασία να γίνεται σχεδιασμένα και όχι με όρους αγοράς. Στον σοσιαλισμό με κεντρικό σχεδιασμό θα μπορούν να προβλέπονται οι ανάγκες, να προσδιορίζονται η πληθώρα και οι ειδικότητες των επιστημόνων που χρειάζονται. Ετσι πριν τελειώσει το πανεπιστήμιο κάθε νέος και νέα, θα ξέρει πού θα βρει δουλειά και θα έχει κατοχυρωμένο το δικαίωμα στην εργασία. Καθένας θα μπορεί να επιλέγει πιο ελεύθερα, με βάση τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά του το αντικείμενο των σπουδών του, χωρίς να σκέφτεται αν αυτό τον κάνει πιο ελκυστικό στις επιχειρήσεις, αν θα έχει αντίκρισμα.
Γι' αυτό σήμερα, οι φοιτητές και αυριανοί εργαζόμενοι να μην μειώσουν τις απαιτήσεις τους. Να παλέψουν μέσα από το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα και σε συνεργασία με τα σωματεία των εργαζομένων του κλάδου τους, για τους όρους με τους οποίους πουλούν την εξειδικευμένη τους εργατική δύναμη, κόντρα στις επιθυμίες των καπιταλιστών. Να θέσουν στην προμετωπίδα των αιτημάτων τους το πτυχίο να είναι η μοναδική προϋπόθεση για την πλήρη πρόσβαση στο επάγγελμα, για δουλειά με δικαιώματα, αλλά και όλη η γνώση για την άσκηση του επαγγέλματος να παρέχεται στο πτυχίο και να μην γίνεται εμπόρευμα που διατίθεται μέσω ποικίλων εναλλακτικών δρόμων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου