Τα σενάρια περί οικουμενικής κυβέρνησης στην Ελλάδα, όταν κυκλοφόρησαν έναν χρόνο πριν από τις Βρυξέλλες –κατά κύριο λόγο–, ακούστηκαν περισσότερο ως ευσεβείς πόθοι κάποιων (γερμανικών) κύκλων παρά ως μια ρεαλιστική εκδοχή για την ελληνική πολιτική πραγματικότητα.
Τα εν λόγω σενάρια τότε, έπεσαν στο κενό, καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαινόταν να παίζει χωρίς αντίπαλο. Έχοντας ευρύτατη επικοινωνιακή υποστήριξη από τα media και με σταθερό ευρύ δημοσκοπικό προβάδισμα, ο Μητσοτάκης μπορούσε να διαχειριστεί τις διάφορες «στραβές» που του έτυχαν από την Covid-19 και τα ελληνοτουρκικά μέχρι τις φωτιές, τα χιόνια και την ακρίβεια.
Ακόμη και το ζήτημα των αποδεδειγμένων παρακολουθήσεων κορυφαίων υπουργών και της ηγεσίας του στρατεύματος από την ΕΥΠ (και τους Ισραηλινούς «ιδιώτες» κατασκόπους του Ρredator) δεν φάνηκε ικανό να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ν.Δ. και του Μητσοτάκη στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό…
Όλα αυτά μέχρι τις 28 του Φλεβάρη, ημέρα της τραγωδίας στα Τέμπη. Το αίμα των νεκρών ξέπλυνε κάθε ψευδαίσθηση περί ύπαρξης επιτελικού κράτους, το οποίο μάλιστα καθοδηγείται αριστοτεχνικά από «αρίστους», όπως η ομοβροντία των media καλλιεργούσε εν χορώ αμέσως μετά (ακόμα και πριν) την ανάληψη της εξουσίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Νέο δημοσκοπικό σκηνικό
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις που έγιναν αμέσως μετά την τραγωδία εμφάνισαν την ψαλίδα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ να κλείνει. Από τις 6+ μονάδες η διαφορά έπεσε στις 3. Το ενδιαφέρον στα εν λόγω δημοσκοπικά ευρήματα είναι ότι μαζί με τη μεγάλη πτώση της Ν.Δ. καταγράφεται και οριακή πτώση τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του τρίτου (όπως λένε οι δημοσκοπήσεις) κόμματος, του ΠΑΣΟΚ…
Μια πρώτη ανάγνωση των δημοσκοπικών επιδόσεων των κομμάτων που κυβέρνησαν, κυβερνούν και φιλοδοξούν να κυβερνήσουν, μετά την τραγωδία, δείχνει κατά μία έννοια τον επιμερισμό των ευθυνών στα κόμματα εξουσίας που δεν κατάφεραν, ανάμεσα στα άλλα, να πετύχουν ούτε την ασφαλή λειτουργία του λιλιπούτειου ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου.
Τα όσα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας μετά το δυστύχημα στα Τέμπη περιγράφουν την εικόνα ενός αποδιοργανωμένου κράτους, παραδομένου στα (μεγάλα) συμφέροντα, που υπαγορεύουν χρονοδιαγράμματα, διαγωνισμούς, εργολαβίες, με υπουργούς απλούς τροχονόμους να επιταχύνουν ή να καθυστερούν την ολοκλήρωση κρίσιμων έργων, ανάλογα με τις οδηγίες των εταιρειών. Και καθώς το ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο είναι «ελάχιστο» σε μήκος, οι ευθύνες για την αθλιότητά του προφανώς βαραίνουν όσους κυβέρνησαν και δεν κατάφεραν να το φτιάξουν όπως θα έπρεπε.
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις που έγιναν αμέσως μετά την τραγωδία εμφάνισαν την ψαλίδα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ να κλείνει. Από τις 6+ μονάδες η διαφορά έπεσε στις 3. Το ενδιαφέρον στα εν λόγω δημοσκοπικά ευρήματα είναι ότι μαζί με τη μεγάλη πτώση της Ν.Δ. καταγράφεται και οριακή πτώση τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του τρίτου (όπως λένε οι δημοσκοπήσεις) κόμματος, του ΠΑΣΟΚ…
Μια πρώτη ανάγνωση των δημοσκοπικών επιδόσεων των κομμάτων που κυβέρνησαν, κυβερνούν και φιλοδοξούν να κυβερνήσουν, μετά την τραγωδία, δείχνει κατά μία έννοια τον επιμερισμό των ευθυνών στα κόμματα εξουσίας που δεν κατάφεραν, ανάμεσα στα άλλα, να πετύχουν ούτε την ασφαλή λειτουργία του λιλιπούτειου ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου.
Τα όσα ήρθαν στο φως της δημοσιότητας μετά το δυστύχημα στα Τέμπη περιγράφουν την εικόνα ενός αποδιοργανωμένου κράτους, παραδομένου στα (μεγάλα) συμφέροντα, που υπαγορεύουν χρονοδιαγράμματα, διαγωνισμούς, εργολαβίες, με υπουργούς απλούς τροχονόμους να επιταχύνουν ή να καθυστερούν την ολοκλήρωση κρίσιμων έργων, ανάλογα με τις οδηγίες των εταιρειών. Και καθώς το ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο είναι «ελάχιστο» σε μήκος, οι ευθύνες για την αθλιότητά του προφανώς βαραίνουν όσους κυβέρνησαν και δεν κατάφεραν να το φτιάξουν όπως θα έπρεπε.
Το ποτήρι ξεχείλισε
Καθώς μία σταγόνα αρκεί για να ξεχειλίσει το ποτήρι, αυτή η ματωμένη σταγόνα των θυμάτων των Τεμπών έφερε στην επιφάνεια πάγιες αδυναμίες του ελληνικού κράτους και των μηχανισμών του και υπενθύμισε μια σειρά από ζητήματα που οι κυβερνήσεις δεν στάθηκαν ικανές να αντιμετωπίσουν / ρυθμίσουν.
Προφανώς η κυβέρνηση της Ν.Δ. είναι αυτή που φέρει το κύριο βάρος της ευθύνης για τα Τέμπη, καθώς μέσα στην τετραετία της θα μπορούσε να έχει διευθετήσει τα προβλήματα του σιδηροδρόμου δυο – τρεις φορές. Ωστόσο προβλήματα άλυτα, που καταγράφουν τις παθογένειες του ελληνικού κράτους, υπάρχουν πολλά ακόμη, μαζί και οι ευθύνες όσων κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια.
Μέσα σε αυτό το κλίμα που συνεπάγονται οι οδυνηρές μετά την τραγωδία των Τεμπών διαπιστώσεις, οδεύουμε στις εκλογές με ένα εκλογικό σύστημα που περιπλέκει τα πράγματα, καθώς οι δύο διεκδικητές της νίκης (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και ο πιθανότερος «ρυθμιστής» των πραγμάτων (ΠΑΣΟΚ), στην πιθανή περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης, δεν μπορούν να υποστηρίξουν πως «οι άλλοι φταίνε» για το χάλι του ελληνικού κράτους.
Ως προς τις μετεκλογικές συνεργασίες που μπορεί να απαιτηθούν σε περίπτωση που (πιθανότατα) η κάλπη δεν θα δώσει αυτοδυναμία, τα πράγματα επίσης είναι περιπλεγμένα μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ του… Κυριάκου Μητσοτάκη. Προφανώς, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να συνεργαστεί με αυτόν που τον παρακολουθούσε…
Καθώς μία σταγόνα αρκεί για να ξεχειλίσει το ποτήρι, αυτή η ματωμένη σταγόνα των θυμάτων των Τεμπών έφερε στην επιφάνεια πάγιες αδυναμίες του ελληνικού κράτους και των μηχανισμών του και υπενθύμισε μια σειρά από ζητήματα που οι κυβερνήσεις δεν στάθηκαν ικανές να αντιμετωπίσουν / ρυθμίσουν.
Προφανώς η κυβέρνηση της Ν.Δ. είναι αυτή που φέρει το κύριο βάρος της ευθύνης για τα Τέμπη, καθώς μέσα στην τετραετία της θα μπορούσε να έχει διευθετήσει τα προβλήματα του σιδηροδρόμου δυο – τρεις φορές. Ωστόσο προβλήματα άλυτα, που καταγράφουν τις παθογένειες του ελληνικού κράτους, υπάρχουν πολλά ακόμη, μαζί και οι ευθύνες όσων κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια.
Μέσα σε αυτό το κλίμα που συνεπάγονται οι οδυνηρές μετά την τραγωδία των Τεμπών διαπιστώσεις, οδεύουμε στις εκλογές με ένα εκλογικό σύστημα που περιπλέκει τα πράγματα, καθώς οι δύο διεκδικητές της νίκης (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και ο πιθανότερος «ρυθμιστής» των πραγμάτων (ΠΑΣΟΚ), στην πιθανή περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης, δεν μπορούν να υποστηρίξουν πως «οι άλλοι φταίνε» για το χάλι του ελληνικού κράτους.
Ως προς τις μετεκλογικές συνεργασίες που μπορεί να απαιτηθούν σε περίπτωση που (πιθανότατα) η κάλπη δεν θα δώσει αυτοδυναμία, τα πράγματα επίσης είναι περιπλεγμένα μετά την αποκάλυψη της παρακολούθησης του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ του… Κυριάκου Μητσοτάκη. Προφανώς, είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να συνεργαστεί με αυτόν που τον παρακολουθούσε…
Κάποιος Παπαδήμος;
Από αυτό το σημείο λοιπόν ξεκινά η αναζωπύρωση των σεναρίων περί τρικομματικής κυβέρνησης με πρωθυπουργό πρόσωπο «κοινής αποδοχής», με προκαθορισμένο ορίζοντα και έργο την ανασυγκρότηση του κράτους καθώς και άλλων επειγόντων (και πολιτικά κοστοβόρων) ζητημάτων που έχουν να κάνουν με επιζητούμενες μεταρρυθμίσεις (ιδιωτικοποίηση νερού για παράδειγμα) ή διευθετήσεις προβλημάτων της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, όπως τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.
Δεν είναι μυστικό ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα αποσπούσε το χειροκρότημα εξωγενών κέντρων εξουσίας που «παίζουν» έτσι κι αλλιώς καθοριστικό ρόλο στις εγχώριες εξελίξεις, όπως η Ε.Ε. αλλά και οι ΗΠΑ.
Μια τέτοια εξέλιξη ωστόσο αποτελεί βαρύ πλήγμα για το εγχώριο πολιτικό προσωπικό, που εκ των πραγμάτων θα κληθεί να αποδεχτεί και να ομολογήσει την αποτυχία της διαχείρισης, αντιμετωπίζοντας μάλιστα τον κίνδυνο να τεθεί στο περιθώριο των μελλοντικών πολιτικών εξελίξεων.
Ίσως αυτό το τελευταίο (ο κίνδυνος δηλαδή να βρεθούν στην απέξω οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες) να είναι και ο μόνος κοινός τόπος πάνω στον οποίο να αναζητήσουν διέξοδο από τον βάλτο στον οποίο οδήγησαν τους εαυτούς τους και τη χώρα χωρίς να υποχρεωθούν να φορτωθούν έναν καινούργιο… Παπαδήμο, πιθανότατα εκ Βρυξελλών…
Από αυτό το σημείο λοιπόν ξεκινά η αναζωπύρωση των σεναρίων περί τρικομματικής κυβέρνησης με πρωθυπουργό πρόσωπο «κοινής αποδοχής», με προκαθορισμένο ορίζοντα και έργο την ανασυγκρότηση του κράτους καθώς και άλλων επειγόντων (και πολιτικά κοστοβόρων) ζητημάτων που έχουν να κάνουν με επιζητούμενες μεταρρυθμίσεις (ιδιωτικοποίηση νερού για παράδειγμα) ή διευθετήσεις προβλημάτων της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, όπως τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.
Δεν είναι μυστικό ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα αποσπούσε το χειροκρότημα εξωγενών κέντρων εξουσίας που «παίζουν» έτσι κι αλλιώς καθοριστικό ρόλο στις εγχώριες εξελίξεις, όπως η Ε.Ε. αλλά και οι ΗΠΑ.
Μια τέτοια εξέλιξη ωστόσο αποτελεί βαρύ πλήγμα για το εγχώριο πολιτικό προσωπικό, που εκ των πραγμάτων θα κληθεί να αποδεχτεί και να ομολογήσει την αποτυχία της διαχείρισης, αντιμετωπίζοντας μάλιστα τον κίνδυνο να τεθεί στο περιθώριο των μελλοντικών πολιτικών εξελίξεων.
Ίσως αυτό το τελευταίο (ο κίνδυνος δηλαδή να βρεθούν στην απέξω οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες) να είναι και ο μόνος κοινός τόπος πάνω στον οποίο να αναζητήσουν διέξοδο από τον βάλτο στον οποίο οδήγησαν τους εαυτούς τους και τη χώρα χωρίς να υποχρεωθούν να φορτωθούν έναν καινούργιο… Παπαδήμο, πιθανότατα εκ Βρυξελλών…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου