Νίκος Δεμισιώτης
Ένα από τα σημεία τριβής σχετικά με την Επανάσταση του 1821 ήταν και ο περιβόητος αφορισμός του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της Φιλικής Εταιρείας από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Το «γιατί» της κίνησης αυτής είναι που προκαλεί ακόμα και σήμερα εντάσεις
Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον Προύθο και κηρύσσει την επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Για πολλούς ιστορικούς, άλλωστε, αυτή είναι η πραγματική ημερομηνία έναρξης της Επανάστασης. Όταν ο σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄ έμαθε τα νέα (την 1 Μαρτίου 1821) από τον Ρώσο πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Στογγάνοφ, εξοργίστηκε και ζήτησε να κατασταλεί η Επανάσταση των Ελλήνων με κάθε τρόπο. Ακόμα και αν χρειαστεί να σφαγιαστούν όλοι οι Έλληνες. Παράλληλα, ξεκίνησε πολεμικές προετοιμασίες και κήρυξε την Κωνσταντινούπολη σε κατάσταση πολιορκίας.
Ο αφορισμός του Υψηλάντη, του Σούτσου και της Φιλικής Εταιρείας
Τυφλωμένος από την οργή του ο Σουλτάνος αποφασίζει και διατάζει γενική σφαγή των Ρωμιών. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη των Οθωμανών σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ Εφέντη, ο οποίος αρνείται να συμμετέχει στη σφαγή λέγοντας στον Σουλτάνο πως κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στο Κοράνι. Η στάση αυτή προκαλεί μεγαλύτερη οργή στον Σουλτάνο ο οποίος τον παύει από τα καθήκοντά του, τον εξορίζει και άμεσα διορίζει άλλον στη θέση του. Ο νέος σεϊχουλισλάμης αναγκάζεται να εκδώσει την απαραίτητη φετφά αλλά χρησιμοποιώντας ένα μικρό τέχνασμα καθώς δεν έκανε λόγο για γενική σφαγή αλλά για τιμωρία μόνο των ενόχων. Όσων δηλαδή είχαν επαναστατήσει.
Μερικές ημέρες αργότερα και ενώ έχει καταλαγιάσει η οργή του, ο Σουλτάνος εκδίδει φιρμάνι με το οποίο χορηγεί αμνηστία σε όσους Έλληνες δεν είχαν συμμετάσχει στο ξέσπασμα της Επανάστασης και εφόσον δήλωναν κατηγορηματικά πως δε θα το κάνουν στο μέλλον.
Αυτό, ωστόσο, όπως φάνηκε δεν του αρκούσε και ήθελε περισσότερες διαβεβαιώσεις πως οι Έλληνες δε θα προχωρήσουν σε έναν γενικό ξεσηκωμό αλλά οι όποιες εστίες εξέγερσης θα περιοριστούν γρήγορα. Για τον λόγο αυτό εξέδωσε ένα ακόμα φιρμάνι με το οποίο απαιτούσε από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε' να αφορίσει τον Αλέξανδρο Σούτσο, τον Μιχαήλ Σούτσο και τη Φιλική Εταιρεία.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνάει τον Προύθο και κηρύσσει την επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Για πολλούς ιστορικούς, άλλωστε, αυτή είναι η πραγματική ημερομηνία έναρξης της Επανάστασης. Όταν ο σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄ έμαθε τα νέα (την 1 Μαρτίου 1821) από τον Ρώσο πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Στογγάνοφ, εξοργίστηκε και ζήτησε να κατασταλεί η Επανάσταση των Ελλήνων με κάθε τρόπο. Ακόμα και αν χρειαστεί να σφαγιαστούν όλοι οι Έλληνες. Παράλληλα, ξεκίνησε πολεμικές προετοιμασίες και κήρυξε την Κωνσταντινούπολη σε κατάσταση πολιορκίας.
Ο αφορισμός του Υψηλάντη, του Σούτσου και της Φιλικής Εταιρείας
Τυφλωμένος από την οργή του ο Σουλτάνος αποφασίζει και διατάζει γενική σφαγή των Ρωμιών. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη των Οθωμανών σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ Εφέντη, ο οποίος αρνείται να συμμετέχει στη σφαγή λέγοντας στον Σουλτάνο πως κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στο Κοράνι. Η στάση αυτή προκαλεί μεγαλύτερη οργή στον Σουλτάνο ο οποίος τον παύει από τα καθήκοντά του, τον εξορίζει και άμεσα διορίζει άλλον στη θέση του. Ο νέος σεϊχουλισλάμης αναγκάζεται να εκδώσει την απαραίτητη φετφά αλλά χρησιμοποιώντας ένα μικρό τέχνασμα καθώς δεν έκανε λόγο για γενική σφαγή αλλά για τιμωρία μόνο των ενόχων. Όσων δηλαδή είχαν επαναστατήσει.
Μερικές ημέρες αργότερα και ενώ έχει καταλαγιάσει η οργή του, ο Σουλτάνος εκδίδει φιρμάνι με το οποίο χορηγεί αμνηστία σε όσους Έλληνες δεν είχαν συμμετάσχει στο ξέσπασμα της Επανάστασης και εφόσον δήλωναν κατηγορηματικά πως δε θα το κάνουν στο μέλλον.
Αυτό, ωστόσο, όπως φάνηκε δεν του αρκούσε και ήθελε περισσότερες διαβεβαιώσεις πως οι Έλληνες δε θα προχωρήσουν σε έναν γενικό ξεσηκωμό αλλά οι όποιες εστίες εξέγερσης θα περιοριστούν γρήγορα. Για τον λόγο αυτό εξέδωσε ένα ακόμα φιρμάνι με το οποίο απαιτούσε από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε' να αφορίσει τον Αλέξανδρο Σούτσο, τον Μιχαήλ Σούτσο και τη Φιλική Εταιρεία.
Και εδώ ακριβώς είναι το σημείο τριβής στη διαμάχη για τον ρόλο του Πατριάρχη και της Εκκλησίας στο ξέσπασμα της Επανάστασης. Υπάρχουν αυτοί που λένε πως ο Πατριάρχης δεν έπρεπε να αφορίσει τον Υψηλάντη και τους Φιλικούς γιατί ούτως ή άλλως το Γένος είχε ξεσηκωθεί άρα τυπικά και ουσιαστικά βρισκόταν σε πόλεμο. Υπάρχουν και εκείνοι που λένε πως ο Πατριάρχης με την κίνηση αυτή αφενός κέρδισε χρόνο για τους επαναστατημένους Έλληνες και αφετέρου απέτρεψε μια μεγάλη σφαγή με θύματα τους άμαχους Έλληνες οι οποίοι καλά – καλά δεν είχαν συνειδητοποιήσει πως είχε ξεκινήσει η Επανάσταση.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς ο Πατριάρχης συνέταξε δυο αφορισμούς. Ο πρώτος ήταν χειρόγραφος και χωρίς καμία επισημότητα. Ήταν ένας αφορισμός... τοπικής εμβέλειας και αφορούσε τη Μολδοβλαχία. Ο Σουλτάνος, ωστόσο, κατάλαβε αμέσως το τέχνασμα που επιχείρησε ο Πατριάρχης και απαίτησε να συνταχθεί νέος αφορισμός πιο επίσημος, πιο γενικός και σε επίσημο (και μονό) χαρτί του Πατριαρχείου προκειμένου να διαμοιραστεί τάχιστα σε αντίτυπα σε κάθε γωνιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μια ημέρα σαν σήμερα, ο Πατριάρχης υπέγραψε τον δεύτερο και επίσημο αφορισμό.
Η ψύχραιμη αντίδραση του Υψηλάντη
Όταν έφτασε στα χέρια του Υψηλάντη ο αφορισμός του Πατριάρχη, αντίθετα με αυτό που θα περίμενε ενδεχομένως κάποιος, δεν έδωσε... την παραμικρή σημασία. Δείχνοντας, μάλιστα, και αντανακλαστικά έγραψε προς τους Σουλιώτες ένας γράμμα στο οποίο ανέφερε: «Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας σας στέλλει αφοριστικά [...] Εσείς, όμως, να τα θεωρείτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου...».
Και αν ο Υψηλάντης έδειξε σπάνια δείγματα διπλωματίας στον Μοριά τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι. Μετά το αρχικό μούδιασμα οι αγωνιστές τα έβαλαν με τον Πατριάρχή. Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό αυτό που έγραψε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του: «Αυτός (σσ: ο Πατριάρχης) έκανεν ό,τι του έλεγεν ο Σουλτάνος». Στην πραγματικότητα πρόκειται για μόλις επτά λέξεις που μπορούν να ερμηνευθούν με δυο διαφορετικούς τρόπους και σίγουρα ούτε αθωώνει αλλά ούτε και τον καταδίκαζε. Τα όσα ακούγονταν για τον Γρηγόριο Ε' στον Μοριά δεν ήταν καθόλου... καλά. Ειδικά μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης όταν έγινε γνωστό πως ο Πατριάρχης ναι μεν ήξερε για τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας αλλά δε θέλησε να γίνει μέλος της επικαλούμενος τη θέση του και λέγοντας «εμένα με έχετε που με έχετε». Παράλληλα, το γεγονός πως τόσο μέσα στη Σύνοδο όσο και στην Πατριαρχική Αυλή υπήρχαν πολλά μέλη της Φιλικής Εταιρείας ίσως αποδεικνύει τις αγνές προθέσεις του Γρηγορίου Ε'.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Πατριάρχης είχε εκτεθεί ανεπανόρθωτα και το τέλος του ήταν προδιαγεγραμμένο. Όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση στην Πελοπόννησο οι Οθωμανικές αρχές αποφάσισαν την εξόντωσή του, με την ελπίδα ότι αυτή θα επιδρούσε αρνητικά στο ηθικό των εξεγερμένων Ρωμιών και θα ανέκοπτε την επαναστατική ορμή τους. Έτσι, στις 10 το πρωί της 10ης Απριλίου του 1821, ανήμερα της εορτής του Πάσχα, παύθηκε από το αξίωμά του «ως ανάξιος γενόμενος του πατριαρχικού θρόνου, αγνώμων προς την Υψηλήν Πύλην και άπιστος».
Συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές του Μποσταντζίμπαση, όπου υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, επέστρεψε φρουρούμενος στο Φανάρι, ενώ κατά τη διαδρομή ομάδες του μουσουλμανικού και εβραϊκού υποκόσμου της Πόλης τον χλεύαζαν και τον προπηλάκιζαν. Στη μεσημβρινή πύλη του Πατριαρχείου είχε στηθεί η αγχόνη. Ο δήμιος, αφού του αφαίρεσε το εγκόλπιο, το ράσο, το κομπολόι και ό,τι πολύτιμο βρήκε πάνω του, τοποθέτησε τον βρόχο στον λαιμό του. Λίγες στιγμές αργότερα, το σώμα του Γρηγορίου αιωρείτο στο κενό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου