Ελλάδα
Ο Τρικαλινός αστυνομικός Χρήστος Πούλιος που εστάλη χθες από την υπηρεσία του, μαζί με συναδέλφους του στα Τέμπη, μοιράζεται μαζί μας το τι αντίκρυσε στο χώρο του τραγικού δυστυχήματος.
Αναλυτικά:
“Χθες, μία μέρα μετά την αδιανόητη (ακόμα δεν μπορεί να την χωρέσει ο νους μας;) τραγωδία που προκάλεσε η σύγκρουση των δύο τρένων, βρέθηκα (στάλθηκα το ακριβές) για εκτέλεση υπηρεσίας (είναι βλέπετε τα «τυχερά» του επαγγέλματος του αστυνομικού) στα Τέμπη στο σημείο του τρομερού αυτού δυστυχήματος.
Τι να σας πω για αυτό που αντίκρυσα…
Τι να πω για την εικόνα που επί 8 ώρες αντίκρυζαν τα μάτια, μα δεν την χωρούσε το μυαλό.
Εικόνες απόκοσμες, που σου ραγίζουν την καρδιά, σου «γυρίζουν» το μυαλό, σου συντρίβουν την ψυχή.
Ένα μεγάλο «θυσιαστήριο» νέων ψυχών τα Τέμπη!
Τι να πω για την μεγάλη καταστροφή, για τα συντρίμμια, για την άμορφη μάζα σιδερικών, για τα διαμελισμένα, τα ακρωτηριασμένα σε μικρά κομματάκια μέλη ανθρωπίνων σωμάτων, για τα διασκορπισμένα παντού προσωπικά αντικείμενα των δύστυχων επιβατών (μπλούζες, παπούτσια, κατεστραμμένα κινητά, τσάντες, πορτοφόλια), για την μυρωδιά, την φοβερή εκείνη δυσοσμία του καμένου, που μία μέρα μετά την τρομερή σύγκρουση των δύο τρένων συνέχιζε να αναδύεται μέσα απ’ τα συντρίμμια.
Τι να σας πω και για όλους εμάς που βρισκόμασταν εκεί.
Πυροσβέστες, σωστικά συνεργεία, χειριστές μηχανημάτων, αστυνομικοί, δημοσιογράφοι, όλοι σκυθρωποί, όλοι με βλέμματα χαμένα, απλανή…
Στιγμές που συνειδητοποιεί κανείς το μεγαλείο της ζωής και πως αυτό το μεγαλείο καταντάει ένα μεγάλο τίποτα στα αρρωστημένα μυαλά και στις μεγαλεπίβολες επιδιώξεις των εξουσιομανών εξουσιαστών μας.
Τι να σας πω για τους δύσμοιρους γονείς και συγγενείς αυτών των άτυχων ανθρώπων.
Τι να πω, που άλλοι με κλαυθμούς και οδυρμούς και άλλοι με μάτια υγρά μα με χείλι σφιχτά, έρχονταν στο σημείο για να δουν τι;
Για να δουν που χάθηκαν οι άνθρωποί τους.
Να δουν τι απέμεινε από το «τρένο του θανάτου», που αντί για τη Θεσσαλονίκη που ήταν ο προορισμός των αγαπημένων τους, τους μετέφερε στον Άδη.
Πώς, με τι λόγια να σταματήσεις αυτούς τους ανθρώπους για να μην πλησιάσουν στο καταραμένο σημείο του ολέθρου, εκεί που τα σωστικά συνεργεία συνεχίζουν το δύσκολο έργο τους;
Πώς να αποφύγεις, τι τρόπο να βρεις να «ξεγλιστρήσεις» για να μην τους πεις το προφανές, αυτό που οι ίδιοι δεν θέλουν, δεν μπορούν, αρνούνται να το πιστέψουν, ότι τα σωστικά συνεργεία έχουν πάψει να είναι σωστικά και έχουν μετατραπεί σε συνεργεία αναζήτησης και περισυλλογής διαμελισμένων σε πολύ μικρά κομματάκια μελών ανθρωπίνων σωμάτων;
Πώς να τους αντιμετωπίσεις, πως να σταματήσεις έναν πατέρα όταν σου λέει «εγώ δεν κάνω πίσω θα πάω να δω που είναι το παιδί μου και δεν με σταματάς ακόμα και αν χρειαστεί να χτυπηθούμε και να σερνόμαστε στις λάσπες»;
Πως σε μια χαροκαμένη μάνα που σου λέει «θέλω να δω που σκοτώσανε το παιδάκι μου», να πεις αυτό που πραγματικά σκέφτεσαι… Πώς να της πεις «δεν το σκότωσαν εδώ το παιδάκι σου καλή μου, στα υπουργεία και στα άλλα κέντρα αποφάσεων στην Αθήνα το σκότωσαν»;
Πώς να απαντήσεις σε μία θεία που ψάχνει την αγαπημένη της 19χρονη ανιψούλα και σε ρωτάει βρήκαν κανένα ζωντανό σήμερα, αν υπάρχουν ελπίδες γιατί «εσείς δεν την ξέρετε, αλλά εγώ που την ξέρω είναι πολύ έξυπνο παιδί η Φραντσέσκα και είμαι βέβαιη ότι θα μπόρεσε, θα βρήκε τρόπο να σωθεί»;
Πώς, πώς, τόσα πολλά πώς…
Ξέρω βέβαια πώς, όπως το ξέρουμε όλοι.
Με κατανόηση του δυσβάσταχτου πόνου, προσπαθώντας να τους δώσεις κουράγιο με λόγια συμπόνιας και με ανθρωπιά!!!
Μόνο που σε τέτοιες τραγικές στιγμές ανείπωτης θλίψης, ξέρεις εκ των προτέρων ότι αυτό δεν φτάνει…
Μακάρι να βοηθούσε έστω κάπως, αλλά…
Δυστυχώς δεν φτάνει.
Αυτά είδα εγώ, αυτά μου πλημμυρίσαν τα μάτια, το μυαλό και την ψυχή εκεί στα Τέμπη.
Αυτά είδαν είμαι σίγουρος και όλοι οι άλλοι που ήταν εκεί. Άνθρωποι όλοι μας απλοί, κανονικοί, με μάτια, μυαλό και ψυχή ανθρώπινα… Όχι σαν τους άλλους, τους «ανθρώπους-τέρατα», αυτούς με τα αδηφάγα μάτια που δεν βλέπουν, δεν μπορούν να δουν τη χαρά της ζωής, που δεν νοιώθουν τον πόνο, που χορταίνουν (πρόσκαιρα κι αυτό) μόνο με το περισσότερο… και αμέσως μετά το ακόμη περισσότερο… και ξανά μανά το ακόμη-ακόμη περισσότερο… προσωπικό τους όφελος.
Η ανείπωτη θλίψη συνεχίζεται λοιπόν…
Όπως και οι διαπιστώσεις για τις βαριές ευθύνες των άθλιων πολιτικών μας.
Πολιτικοί, ποιοι πολιτικοί;
Ανθρωπάκια μοιραία και άβουλα που ποτέ τους, ούτε μια στιγμή, δεν συναισθάνθηκαν το ιερό καθήκον τους υπέρ της κοινωνίας. Ανθρωπάκια που πάντα νοιάζονταν μόνο για τον παχυλό βουλευτικό μισθό τους, για την απόλαυση των προνομίων τους και για την τυφλή υπακοή τους στις ελεεινές ξεπουλημένες ηγεσίες τους, η οποία κατά πεποίθησή τους είναι η μόνη σίγουρη να τους εξασφαλίζει την συνέχιση της συμμετοχής τους στο «μεγάλο κρατικό φαγοπότι».
Αυτοί είναι…
Ας αναπαυτούν οι ψυχούλες τους αυτών που «φύγαν», ας βρουν το κουράγιο και τη δύναμη οι οικογένειές του να αντέξουν τον αβάσταχτο πόνο τους από τις τραγικές απώλειες των αγαπημένων τους προσώπων και…
Ας βάλει το χεράκι του ο Θεός να μας φυλάξει εμάς τους υπόλοιπους από τους εξουσιαστές μας.
Και λέω «Ας βάλει το χέρι του ο Θεός» γιατί όπως πολλάκις έχει αποδειχτεί, από μόνοι μας εμείς, ο λαός, δεν ξέρουμε ή δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε απ’ την καθημερινή ρουτίνα μας για να να διασφαλίσουμε τις ζωές μας, να απαιτήσουμε τον απόλυτο σεβασμό τους από τους εξουσιαστές μας και να διεκδικήσουμε την βελτίωσή τους.
Ας βάλει το χέρι του ο Θεός λοιπόν…”.
Ο Τρικαλινός αστυνομικός Χρήστος Πούλιος που εστάλη χθες από την υπηρεσία του, μαζί με συναδέλφους του στα Τέμπη, μοιράζεται μαζί μας το τι αντίκρυσε στο χώρο του τραγικού δυστυχήματος.
Αναλυτικά:
“Χθες, μία μέρα μετά την αδιανόητη (ακόμα δεν μπορεί να την χωρέσει ο νους μας;) τραγωδία που προκάλεσε η σύγκρουση των δύο τρένων, βρέθηκα (στάλθηκα το ακριβές) για εκτέλεση υπηρεσίας (είναι βλέπετε τα «τυχερά» του επαγγέλματος του αστυνομικού) στα Τέμπη στο σημείο του τρομερού αυτού δυστυχήματος.
Τι να σας πω για αυτό που αντίκρυσα…
Τι να πω για την εικόνα που επί 8 ώρες αντίκρυζαν τα μάτια, μα δεν την χωρούσε το μυαλό.
Εικόνες απόκοσμες, που σου ραγίζουν την καρδιά, σου «γυρίζουν» το μυαλό, σου συντρίβουν την ψυχή.
Ένα μεγάλο «θυσιαστήριο» νέων ψυχών τα Τέμπη!
Τι να πω για την μεγάλη καταστροφή, για τα συντρίμμια, για την άμορφη μάζα σιδερικών, για τα διαμελισμένα, τα ακρωτηριασμένα σε μικρά κομματάκια μέλη ανθρωπίνων σωμάτων, για τα διασκορπισμένα παντού προσωπικά αντικείμενα των δύστυχων επιβατών (μπλούζες, παπούτσια, κατεστραμμένα κινητά, τσάντες, πορτοφόλια), για την μυρωδιά, την φοβερή εκείνη δυσοσμία του καμένου, που μία μέρα μετά την τρομερή σύγκρουση των δύο τρένων συνέχιζε να αναδύεται μέσα απ’ τα συντρίμμια.
Τι να σας πω και για όλους εμάς που βρισκόμασταν εκεί.
Πυροσβέστες, σωστικά συνεργεία, χειριστές μηχανημάτων, αστυνομικοί, δημοσιογράφοι, όλοι σκυθρωποί, όλοι με βλέμματα χαμένα, απλανή…
Στιγμές που συνειδητοποιεί κανείς το μεγαλείο της ζωής και πως αυτό το μεγαλείο καταντάει ένα μεγάλο τίποτα στα αρρωστημένα μυαλά και στις μεγαλεπίβολες επιδιώξεις των εξουσιομανών εξουσιαστών μας.
Τι να σας πω για τους δύσμοιρους γονείς και συγγενείς αυτών των άτυχων ανθρώπων.
Τι να πω, που άλλοι με κλαυθμούς και οδυρμούς και άλλοι με μάτια υγρά μα με χείλι σφιχτά, έρχονταν στο σημείο για να δουν τι;
Για να δουν που χάθηκαν οι άνθρωποί τους.
Να δουν τι απέμεινε από το «τρένο του θανάτου», που αντί για τη Θεσσαλονίκη που ήταν ο προορισμός των αγαπημένων τους, τους μετέφερε στον Άδη.
Πώς, με τι λόγια να σταματήσεις αυτούς τους ανθρώπους για να μην πλησιάσουν στο καταραμένο σημείο του ολέθρου, εκεί που τα σωστικά συνεργεία συνεχίζουν το δύσκολο έργο τους;
Πώς να αποφύγεις, τι τρόπο να βρεις να «ξεγλιστρήσεις» για να μην τους πεις το προφανές, αυτό που οι ίδιοι δεν θέλουν, δεν μπορούν, αρνούνται να το πιστέψουν, ότι τα σωστικά συνεργεία έχουν πάψει να είναι σωστικά και έχουν μετατραπεί σε συνεργεία αναζήτησης και περισυλλογής διαμελισμένων σε πολύ μικρά κομματάκια μελών ανθρωπίνων σωμάτων;
Πώς να τους αντιμετωπίσεις, πως να σταματήσεις έναν πατέρα όταν σου λέει «εγώ δεν κάνω πίσω θα πάω να δω που είναι το παιδί μου και δεν με σταματάς ακόμα και αν χρειαστεί να χτυπηθούμε και να σερνόμαστε στις λάσπες»;
Πως σε μια χαροκαμένη μάνα που σου λέει «θέλω να δω που σκοτώσανε το παιδάκι μου», να πεις αυτό που πραγματικά σκέφτεσαι… Πώς να της πεις «δεν το σκότωσαν εδώ το παιδάκι σου καλή μου, στα υπουργεία και στα άλλα κέντρα αποφάσεων στην Αθήνα το σκότωσαν»;
Πώς να απαντήσεις σε μία θεία που ψάχνει την αγαπημένη της 19χρονη ανιψούλα και σε ρωτάει βρήκαν κανένα ζωντανό σήμερα, αν υπάρχουν ελπίδες γιατί «εσείς δεν την ξέρετε, αλλά εγώ που την ξέρω είναι πολύ έξυπνο παιδί η Φραντσέσκα και είμαι βέβαιη ότι θα μπόρεσε, θα βρήκε τρόπο να σωθεί»;
Πώς, πώς, τόσα πολλά πώς…
Ξέρω βέβαια πώς, όπως το ξέρουμε όλοι.
Με κατανόηση του δυσβάσταχτου πόνου, προσπαθώντας να τους δώσεις κουράγιο με λόγια συμπόνιας και με ανθρωπιά!!!
Μόνο που σε τέτοιες τραγικές στιγμές ανείπωτης θλίψης, ξέρεις εκ των προτέρων ότι αυτό δεν φτάνει…
Μακάρι να βοηθούσε έστω κάπως, αλλά…
Δυστυχώς δεν φτάνει.
Αυτά είδα εγώ, αυτά μου πλημμυρίσαν τα μάτια, το μυαλό και την ψυχή εκεί στα Τέμπη.
Αυτά είδαν είμαι σίγουρος και όλοι οι άλλοι που ήταν εκεί. Άνθρωποι όλοι μας απλοί, κανονικοί, με μάτια, μυαλό και ψυχή ανθρώπινα… Όχι σαν τους άλλους, τους «ανθρώπους-τέρατα», αυτούς με τα αδηφάγα μάτια που δεν βλέπουν, δεν μπορούν να δουν τη χαρά της ζωής, που δεν νοιώθουν τον πόνο, που χορταίνουν (πρόσκαιρα κι αυτό) μόνο με το περισσότερο… και αμέσως μετά το ακόμη περισσότερο… και ξανά μανά το ακόμη-ακόμη περισσότερο… προσωπικό τους όφελος.
Η ανείπωτη θλίψη συνεχίζεται λοιπόν…
Όπως και οι διαπιστώσεις για τις βαριές ευθύνες των άθλιων πολιτικών μας.
Πολιτικοί, ποιοι πολιτικοί;
Ανθρωπάκια μοιραία και άβουλα που ποτέ τους, ούτε μια στιγμή, δεν συναισθάνθηκαν το ιερό καθήκον τους υπέρ της κοινωνίας. Ανθρωπάκια που πάντα νοιάζονταν μόνο για τον παχυλό βουλευτικό μισθό τους, για την απόλαυση των προνομίων τους και για την τυφλή υπακοή τους στις ελεεινές ξεπουλημένες ηγεσίες τους, η οποία κατά πεποίθησή τους είναι η μόνη σίγουρη να τους εξασφαλίζει την συνέχιση της συμμετοχής τους στο «μεγάλο κρατικό φαγοπότι».
Αυτοί είναι…
Ας αναπαυτούν οι ψυχούλες τους αυτών που «φύγαν», ας βρουν το κουράγιο και τη δύναμη οι οικογένειές του να αντέξουν τον αβάσταχτο πόνο τους από τις τραγικές απώλειες των αγαπημένων τους προσώπων και…
Ας βάλει το χεράκι του ο Θεός να μας φυλάξει εμάς τους υπόλοιπους από τους εξουσιαστές μας.
Και λέω «Ας βάλει το χέρι του ο Θεός» γιατί όπως πολλάκις έχει αποδειχτεί, από μόνοι μας εμείς, ο λαός, δεν ξέρουμε ή δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε απ’ την καθημερινή ρουτίνα μας για να να διασφαλίσουμε τις ζωές μας, να απαιτήσουμε τον απόλυτο σεβασμό τους από τους εξουσιαστές μας και να διεκδικήσουμε την βελτίωσή τους.
Ας βάλει το χέρι του ο Θεός λοιπόν…”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου