Γράφει η Μαρία Τσιόγκα
«Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το «Άσιμος» με γιώτα. Ουχί Ασίμος ουδεμίαν σχέσιν έχω με τον Ισαάκ Ασίμοφ. Τώρα θα μου πεις, γιατί το «Άσιμος» με γιώτα. Γιατί όταν λέμε «ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής…», η λέξη «άσημος» παίζει το ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη «τραγουδιστής» και γράφεται με ήτα. Ενώ το «Άσιμος» είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί ο επιθετικός προσδιορισμός του εαυτού μου»
Ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Ένας μεγάλος καλλιτέχνης, μια σημαντική προσωπικότητα, τόσο για το έργο αλλά κυρίως για τον ακραίο, αντισυμβατικό χαρακτήρα και τρόπο ζωής του. Ήταν ένας άνθρωπος που έπαιζε σε όλη τη ζωή του με τη φωτιά. Ένας ανατρεπτικός τραγουδοποιός, συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής κυρίως της ελληνικής ροκ, που είπε όμως πολλά πολιτικά τραγούδια, μπαλάντες και λαϊκά.
Πολλές φορές η συμπεριφορά και τα τραγούδια του Άσιμου θεωρήθηκαν προκλητικά. Εκείνος όμως αγνοούσε τις προειδοποιήσεις λογοκρισίας και παρέμενε ανυπότακτος. Ήταν ένα έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, που πέρασε πρώτα από τον αριστερισμό, έπειτα από τον αναρχισμό και στη συνέχεια απαρνήθηκε και τον τελευταίο, καθώς δεν ήθελε να τον ταξινομούν σε καμία ιδεολογία.
Η καλλιτεχνική του πορεία
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου 1949 αλλά μεγάλωσε στην Κοζάνη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος Ασημόπουλος. Στα παιδικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, σύντομα όμως τον κέρδισαν η μουσική και το θέατρο και αφοσιώθηκε σε αυτά. Στην εφηβεία του αγάπησε τα ποιήματα του Γεωργίου Σουρή και συνήθιζε να γράφει σατιρικούς στίχους πάνω σε γνωστές ξένες μελωδίες της εποχής, διασκεδάζοντας τους συμμαθητές του. Τότε, φιλοξενήθηκε και στη νεανική στήλη της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» και χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Νίκος Άσιμος.
Στα 18 του χρόνια, έφυγε για τη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει στη Φιλοσοφική Σχολή του Α. Π. Θ. Σαν φοιτητής, ασχολήθηκε με το θέατρο που αγαπούσε και τότε αγόρασε την πρώτη του κιθάρα, ξεκινώντας να συνθέτει δικά του τραγούδια ως αυτοδίδακτος. Το 1972, στο δώμα του Λευκού Πύργου πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση ως τραγουδοποιός και ηθοποιός μπροστά στο κοινό.
Ένα χρόνο αργότερα, εγκατέλειψε τις σπουδές του και κατέβηκε στην Αθήνα ώστε να ασχοληθεί περισσότερο με τη μουσική. Σύντομα συνεργάστηκε με πολλούς καλλιτέχνες στις μπουάτ της Πλάκας, όπως οι Πάνος Τζαβέλας, Γιάννης Ζουγανέλης, Σάκης Μπουλάς, Μαριάννα Τόλη κ. α. Το 1975 εξέδωσε τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών με τα τραγούδια «Ο Μηχανισμός» (Α΄ πλευρά) και «Ο Ρωμιός» (Β΄ πλευρά), που έπεσε θύμα λογοκρισίας και απαγορεύτηκε η μετάδοσή του από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση ενώ επιτρεπόταν η πώλησή του από τα δισκοπωλεία.
Από το 1978 έως το 1987 ο Νικόλας Άσιμος κυκλοφόρησε 8 παράνομες κασέτες, τις οποίες ηχογράφησε σε σπίτια ή άλλους χώρους και διακίνησε κυρίως ο ίδιος στα κάγκελα του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων αλλά και σε διάφορα νυχτερινά μαγαζιά, θέλοντας να αποφύγει έτσι τις δισκογραφικές. Επίσης, το 1982 εκδόθηκε ο πρώτος και τελευταίος του δίσκος 33 στροφών με τίτλο «Ο Ξαναπές», στον οποίο συμμετείχαν η Χάρις Αλεξίου, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Αθηναϊκή Κομπανία
«Ονομάζομαι Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το «Άσιμος» με γιώτα. Ουχί Ασίμος ουδεμίαν σχέσιν έχω με τον Ισαάκ Ασίμοφ. Τώρα θα μου πεις, γιατί το «Άσιμος» με γιώτα. Γιατί όταν λέμε «ο τάδε είναι άσημος τραγουδιστής…», η λέξη «άσημος» παίζει το ρόλο επιθετικού προσδιορισμού στη λέξη «τραγουδιστής» και γράφεται με ήτα. Ενώ το «Άσιμος» είναι όνομα ή καλύτερα επώνυμο και ουχί ο επιθετικός προσδιορισμός του εαυτού μου»
Ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Ένας μεγάλος καλλιτέχνης, μια σημαντική προσωπικότητα, τόσο για το έργο αλλά κυρίως για τον ακραίο, αντισυμβατικό χαρακτήρα και τρόπο ζωής του. Ήταν ένας άνθρωπος που έπαιζε σε όλη τη ζωή του με τη φωτιά. Ένας ανατρεπτικός τραγουδοποιός, συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής κυρίως της ελληνικής ροκ, που είπε όμως πολλά πολιτικά τραγούδια, μπαλάντες και λαϊκά.
Πολλές φορές η συμπεριφορά και τα τραγούδια του Άσιμου θεωρήθηκαν προκλητικά. Εκείνος όμως αγνοούσε τις προειδοποιήσεις λογοκρισίας και παρέμενε ανυπότακτος. Ήταν ένα έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, που πέρασε πρώτα από τον αριστερισμό, έπειτα από τον αναρχισμό και στη συνέχεια απαρνήθηκε και τον τελευταίο, καθώς δεν ήθελε να τον ταξινομούν σε καμία ιδεολογία.
Η καλλιτεχνική του πορεία
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου 1949 αλλά μεγάλωσε στην Κοζάνη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος Ασημόπουλος. Στα παιδικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, σύντομα όμως τον κέρδισαν η μουσική και το θέατρο και αφοσιώθηκε σε αυτά. Στην εφηβεία του αγάπησε τα ποιήματα του Γεωργίου Σουρή και συνήθιζε να γράφει σατιρικούς στίχους πάνω σε γνωστές ξένες μελωδίες της εποχής, διασκεδάζοντας τους συμμαθητές του. Τότε, φιλοξενήθηκε και στη νεανική στήλη της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» και χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Νίκος Άσιμος.
Στα 18 του χρόνια, έφυγε για τη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει στη Φιλοσοφική Σχολή του Α. Π. Θ. Σαν φοιτητής, ασχολήθηκε με το θέατρο που αγαπούσε και τότε αγόρασε την πρώτη του κιθάρα, ξεκινώντας να συνθέτει δικά του τραγούδια ως αυτοδίδακτος. Το 1972, στο δώμα του Λευκού Πύργου πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση ως τραγουδοποιός και ηθοποιός μπροστά στο κοινό.
Ένα χρόνο αργότερα, εγκατέλειψε τις σπουδές του και κατέβηκε στην Αθήνα ώστε να ασχοληθεί περισσότερο με τη μουσική. Σύντομα συνεργάστηκε με πολλούς καλλιτέχνες στις μπουάτ της Πλάκας, όπως οι Πάνος Τζαβέλας, Γιάννης Ζουγανέλης, Σάκης Μπουλάς, Μαριάννα Τόλη κ. α. Το 1975 εξέδωσε τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών με τα τραγούδια «Ο Μηχανισμός» (Α΄ πλευρά) και «Ο Ρωμιός» (Β΄ πλευρά), που έπεσε θύμα λογοκρισίας και απαγορεύτηκε η μετάδοσή του από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση ενώ επιτρεπόταν η πώλησή του από τα δισκοπωλεία.
Από το 1978 έως το 1987 ο Νικόλας Άσιμος κυκλοφόρησε 8 παράνομες κασέτες, τις οποίες ηχογράφησε σε σπίτια ή άλλους χώρους και διακίνησε κυρίως ο ίδιος στα κάγκελα του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων αλλά και σε διάφορα νυχτερινά μαγαζιά, θέλοντας να αποφύγει έτσι τις δισκογραφικές. Επίσης, το 1982 εκδόθηκε ο πρώτος και τελευταίος του δίσκος 33 στροφών με τίτλο «Ο Ξαναπές», στον οποίο συμμετείχαν η Χάρις Αλεξίου, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Αθηναϊκή Κομπανία
Αφίσα που διαφήμιζε τις κασέτες που πουλούσε με τα τραγούδια που ηχογραφούσε ο Άσιμος |
Τις δεκαετίες του ’70 και ’80 συνήθιζε να στήνει αυτοσχέδιες παραστάσεις στο δρόμο, στο κέντρο της Αθήνας, τις λεγόμενες «Κροκ» και «Βόλτα», οι οποίες είχαν καλλιτεχνική αλλά και πολιτική χροιά. Παράλληλα, δημιούργησε δύο μουσικά συγκροτήματα, τους «Exarchia Square Band» και «Νικόλας Άσιμος και οι Εναπομείναντες», με τα οποία όμως δεν ηχογράφησε ποτέ. Τέλος, συμμετείχε ως δημιουργός στο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» με 5 δικά του τραγούδια και έγραψε και ένα βιβλίο, «Αναζητώντας Κροκανθρώπους».
Η προσωπική του ζωή
Σύντροφος της ζωής του Νικόλα Άσιμου ήταν Λίλιαν Χαριτάκη με την οποία απέκτησαν το 1976 μία κόρη, που επίσης ονόμασαν Λίλιαν. Έζησαν πολλά χρόνια μαζί και αγαπήθηκαν βαθιά, ωστόσο οι προστριβές ανάμεσα στο ζευγάρι δεν άργησαν να έρθουν και οι δυο τους οδηγήθηκαν στον χωρισμό μετά τον ερχομό της κόρης τους. Ο Νικόλας Άσιμος ανέλαβε μόνος του την ανατροφή του παιδιού, που σύντομα έγινε η μασκότ των Εξαρχείων. Καθώς ήταν το μόνο παιδί της παρέας, όλοι οι φίλοι και συνεργάτες του καλλιτέχνη την πρόσεχαν και την αγαπούσαν πολύ, βαπτίζοντας την μάλιστα χαϊδευτικά «Νιουνιού», επειδή όταν πεινούσε φώναζε δυνατά «νιου νιου», θέλοντας να πιει γάλα ΝΟΥΝΟΥ.
Όσοι έζησαν τον Νικόλα Άσιμο εκείνη την εποχή, έχουν να λένε για την πολύ τρυφερή σχέση που είχε αναπτύξει με την κόρη του, την οποία έπαιρνε πάντα μαζί του στην πλατεία των Εξαρχείων και είχαν γίνει αχώριστοι. Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου περιέγραψε την εικόνα του καλλιτέχνη να κουβαλάει την κόρη του μέσα στο καρότσι που πουλούσε βιβλία. «Περίεργη και συγχρόνως τόσο ανθρώπινη και υπέροχη εικόνα. Ένα παιδί μέσα στα βιβλία σε ένα καρότσι» έχει δηλώσει.
Παρόλη την αγάπη που έτρεφε για την κόρη του και ενώ είχε αναλάβει μόνος του να την φροντίζει, ποτέ δεν την αναγνώρισε τυπικά ως κόρη του καθώς δεν είχε καλή σχέση με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες. Μετά τον θάνατό του, ο πατέρας του Άσιμου την αναγνώρισε ως νόμιμο παιδί του γιου του.
Το τέλος του αντισυμβατικού καλλιτέχνη
Ο Νικόλας Άσιμος έζησε τη σύντομη ζωή του στα άκρα. Ήταν ένας άνθρωπος που τόλμησε να φωνάξει δυνατά την κραυγή απόγνωσής του, να προκαλέσει πολλές φορές μέσα από τα λόγια και τα τραγούδια του, να παραμείνει βαθιά πολιτικοποιημένος και πιστός στις αξίες του, αψηφώντας τη λογοκρισία της εποχής και τις συνέπειες που του επέφερε ο τρόπος ζωής του. Ήδη το 1977 προσήχθη και προφυλακίστηκε μαζί με άλλους πέντε εκδότες – συγγραφείς, με επίσημη κατηγορία: «εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν αρνητικά το κοινωνικό σύνολο».
Από το 1981 ξεκίνησε η σχέση του καλλιτέχνη με τα ψυχιατρεία. Ο ίδιος νοσηλεύτηκε πολλές φορές, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τις ψυχικές ασθένειες που τον βασάνιζαν. Το 1987 κατηγορήθηκε για τον βιασμό μιας κοπέλας και οδηγήθηκε στη φυλακή. Παρά τη γρήγορη αποφυλάκισή του με χρηματική εγγύηση, ο ίδιος δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεπεράσει την κατηγορία που του αποδόθηκε, η οποία δεν τεκμηριώθηκε ποτέ. Η ψυχική του υγεία χειροτέρεψε, ώσπου, εν αναμονή της δίκης του, ο Νικόλας Άσιμος αυτοκτόνησε στο σπίτι του στα Εξάρχεια στις 17 Μαρτίου 1988.
«Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θ’ ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις. Αλλά δε θα ‘μαι πια εγώ. Θα ‘ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τη χρησιμοποιούν μετά το θάνατό τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν. Όσο υπήρχα με φοβόσουν. Όσο υπήρχα δε με άντεχες. Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα σου το ζητούσα. Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ. Είναι καλύτερο ν’ αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με τη φάτσα μου επάνω τυπωμένη. Κι ας σου φαίνεται γελοίο. Κι ας μου φαινόταν γελοίο».
Αυτός ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Λοιδορήθηκε όσο κανένας άλλος Έλληνας καλλιτέχνης, φυλακίστηκε ως αναρχικός και ταραξίας, νόσησε από ψυχική ασθένεια, κατηγορήθηκε για βιασμό και πριν μας γυρίσει παραδειγματικά την πλάτη, φρόντισε να μας διδάξει πώς είναι να τολμάς, να πιστεύεις βαθιά, να δημιουργείς με θάρρος και μας άφησε πίσω να τον θαυμάζουμε για πάντα.
Πηγή:cityportal.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου