Βασίλης Βασιλικός
“Οι νεκροί δεν μιλούν. Ντυμένοι με την ωραιότητα του θανάτου, έχουν πάρει μαζί τους τόσα μυστικά, που καμιά άνοιξη, με όσα βλαστάρια, δεν μπορεί να μας φανερώσει. Έγκυα γη από αποκαλύψεις που δεν έγιναν, από απολογίες που δεν πρόφτασαν να ειπωθούν, από υπομνήματα και συνηγόρους, αιτήσεις εξαιρέσεων, κώδικες, ερμηνείες πραγμάτων που έχουν σφηνωθεί πάνω στα παγωμένα κόκαλα, σαν το αλάτι.
Οι νεκροί δεν ξέρουν πως φτιάχνεται η ιστορία. Με το αίμα τους την ποτίζουν και δεν μαθαίνουν ποτέ τι ακολούθησε το θάνατο τους. Είναι χωρίς επίγνωση της θυσίας τους και αυτό τους κάνει ακόμα πιο ωραίους. Οι πρώτοι χριστιανοί ξέραν γιατί θυσιάστηκαν. Πήγαιναν στο μαρτύριο εν γνώσει.Αλλά γιατί να πει κανείς σήμερα ότι θυσιάζεται, όταν αυτά που πιστεύει δεν είναι παρά η λογική, η κοινότατη λογική;
…Δεν είχε μέσα του κανένα αίσθημα ιεραποστολικό. Είχε μόνο γνωρίσει τη φτώχεια και τις αρρώστιες από πρώτο χέρι. Δουλειά του ήταν αυτή. Και ήξερε πως τα καλύτερα νοσοκομεία λιγοστεύουν τους πόνους. Ήξερε πως σε μια άλλη διάταξη των πραγμάτων απλουστεύονται πολλά από τα δυσεπίλυτα προβλήματα της εποχής μας. Αν μια σφαίρα στοιχίζει όσο ένα κιλό γάλα και ένα υποβρύχιο Πολάρις όσο να θρέψεις έναν ολόκληρο λαό για μια βδομάδα – και να τον θρέψεις καλά- που ήταν το παράλογο;
Κοινή, κοινότατη λογική και απ΄’ έξω το σκοτάδι. Σκοτάδι πηχτό που δεν συγχωρούσε ούτε τις αστραπές, ούτε τα φωτεινά διαλείμματα σε έναν σχιζοφρενικό. Έτσι έβλεπε αυτός τα πράγματα και για αυτό ήθελε να μιλήσει. Δεν ήταν κομμουνιστής. Αν είχε βγει βουλευτής με το κόμμα της αριστεράς, το έκανε γιατί ήταν το μόνο κόμμα που ταίριαζε κάπως με τις απόψεις του. Δεν ήταν θεωρητικός του μαρξισμού, άνθρωπος δηλαδή εντοιχισμένος σε μία θεωρία. Ήταν από παντού ανοιχτός και αισθανόταν τα ρεύματα να περνούν ανεμπόδιστα από μέσα του. Προτίμησε φυσικά αυτά που τον ζέσταιναν…
… Και α τι όμορφη που γίνεται η ζωή όταν πιστεύεις στους άλλους!
Οι νεκροί δεν μίλησαν ποτέ για αυτό τους βαραίνει μια μεγάλη κατηγόρια. Για αυτό και ξέχασαν για πάντα την αξία της φωνής. Πρέπει, λοιπόν, εμείς να μιλάμε για λογαριασμό τους. Πρέπει να υπερασπιζόμαστε το δίκιο της απουσίας τους.
“Οι νεκροί δεν μιλούν. Ντυμένοι με την ωραιότητα του θανάτου, έχουν πάρει μαζί τους τόσα μυστικά, που καμιά άνοιξη, με όσα βλαστάρια, δεν μπορεί να μας φανερώσει. Έγκυα γη από αποκαλύψεις που δεν έγιναν, από απολογίες που δεν πρόφτασαν να ειπωθούν, από υπομνήματα και συνηγόρους, αιτήσεις εξαιρέσεων, κώδικες, ερμηνείες πραγμάτων που έχουν σφηνωθεί πάνω στα παγωμένα κόκαλα, σαν το αλάτι.
Οι νεκροί δεν ξέρουν πως φτιάχνεται η ιστορία. Με το αίμα τους την ποτίζουν και δεν μαθαίνουν ποτέ τι ακολούθησε το θάνατο τους. Είναι χωρίς επίγνωση της θυσίας τους και αυτό τους κάνει ακόμα πιο ωραίους. Οι πρώτοι χριστιανοί ξέραν γιατί θυσιάστηκαν. Πήγαιναν στο μαρτύριο εν γνώσει.Αλλά γιατί να πει κανείς σήμερα ότι θυσιάζεται, όταν αυτά που πιστεύει δεν είναι παρά η λογική, η κοινότατη λογική;
…Δεν είχε μέσα του κανένα αίσθημα ιεραποστολικό. Είχε μόνο γνωρίσει τη φτώχεια και τις αρρώστιες από πρώτο χέρι. Δουλειά του ήταν αυτή. Και ήξερε πως τα καλύτερα νοσοκομεία λιγοστεύουν τους πόνους. Ήξερε πως σε μια άλλη διάταξη των πραγμάτων απλουστεύονται πολλά από τα δυσεπίλυτα προβλήματα της εποχής μας. Αν μια σφαίρα στοιχίζει όσο ένα κιλό γάλα και ένα υποβρύχιο Πολάρις όσο να θρέψεις έναν ολόκληρο λαό για μια βδομάδα – και να τον θρέψεις καλά- που ήταν το παράλογο;
Κοινή, κοινότατη λογική και απ΄’ έξω το σκοτάδι. Σκοτάδι πηχτό που δεν συγχωρούσε ούτε τις αστραπές, ούτε τα φωτεινά διαλείμματα σε έναν σχιζοφρενικό. Έτσι έβλεπε αυτός τα πράγματα και για αυτό ήθελε να μιλήσει. Δεν ήταν κομμουνιστής. Αν είχε βγει βουλευτής με το κόμμα της αριστεράς, το έκανε γιατί ήταν το μόνο κόμμα που ταίριαζε κάπως με τις απόψεις του. Δεν ήταν θεωρητικός του μαρξισμού, άνθρωπος δηλαδή εντοιχισμένος σε μία θεωρία. Ήταν από παντού ανοιχτός και αισθανόταν τα ρεύματα να περνούν ανεμπόδιστα από μέσα του. Προτίμησε φυσικά αυτά που τον ζέσταιναν…
… Και α τι όμορφη που γίνεται η ζωή όταν πιστεύεις στους άλλους!
Οι νεκροί δεν μίλησαν ποτέ για αυτό τους βαραίνει μια μεγάλη κατηγόρια. Για αυτό και ξέχασαν για πάντα την αξία της φωνής. Πρέπει, λοιπόν, εμείς να μιλάμε για λογαριασμό τους. Πρέπει να υπερασπιζόμαστε το δίκιο της απουσίας τους.
Πηγή: koutipandoras
Σημείωση: Ο Βασίλης Βασιλικός γεννήθηκε στην Καβάλα στις 18 Νοεμβρίου 1934.
Ο πολυγραφότατος Βασίλης Βασιλικός υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους έλληνες πεζογράφους και ο περισσότερο μεταφρασμένος μετά τον Νίκο Καζαντζάκη. Έγινε παγκοσμίως γνωστός με το μυθιστόρημά του «Ζ», που μετέφερε στον κινηματογράφο ο Κώστας Γαβράς, που μαζί με τον «Αλέξη Ζορμπά» του Καζαντζάκη, είναι τα μόνα νεοελληνικά έργα που περιλαμβάνονται στη λίστα της βρετανικής εφημερίδας «The Guardian», που δημοσιεύτηκε το 2009, με τα «1000 βιβλία που πρέπει να διαβάσει κανείς».
Πηγή: sansimera.gr
Ο πολυγραφότατος Βασίλης Βασιλικός υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους έλληνες πεζογράφους και ο περισσότερο μεταφρασμένος μετά τον Νίκο Καζαντζάκη. Έγινε παγκοσμίως γνωστός με το μυθιστόρημά του «Ζ», που μετέφερε στον κινηματογράφο ο Κώστας Γαβράς, που μαζί με τον «Αλέξη Ζορμπά» του Καζαντζάκη, είναι τα μόνα νεοελληνικά έργα που περιλαμβάνονται στη λίστα της βρετανικής εφημερίδας «The Guardian», που δημοσιεύτηκε το 2009, με τα «1000 βιβλία που πρέπει να διαβάσει κανείς».
Πηγή: sansimera.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου