Του Νίκου Καραβέλου
Ποια επανάσταση;
Ένα επεισόδιο ήταν στην ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Τι ήταν οι επαναστάτες του 1821;
Κάτι άγριοι και βίοι ληστές. Ο Κολοκοτρώνης; Ένας φιλοχρήματος συμφεροντολόγος. Ο Καραϊσκάκης; Ένα λούμπεν στοιχείο. Ο Μπότσαρης; Ένας Αλβανός. Και ο Μακρυγιάννης; Ένας θρησκομανής τοκογλύφος.
Ποιοι τα υποστηρίζουν αυτά;
Όχι βέβαια οι Τούρκοι, οι σοβαροί ιστορικοί τους τουλάχιστον.
Πριν δούμε ποιοι τα υποστηρίζουν, ας ακούσουμε πως απαντά ο ποιητής λαός το 1361, θρηνώντας το κούρσεμα της ελληνικής Ανδριανούπολης, 92 περίπου χρόνια πριν από την άλωση:
«Τ’ αηδόνια της Ανατολής και τα πουλιά της Δύσης
κλαίγουν αργά, κλαίγουν ταχιά, κλαίγουν το μεσημέρι,
κλαίγουν την Αντριανόπολη την πολυκρουσεμένη,
όπου τήνε κρουσέψανε τις τρείς γιορταίς του χρόνου.
του Χριστουγέννου για κηρί και του Βαγιού για βάγια
και της Λαμπρής την Κυριακή για το Χριστός Ανέστη».(1)
Οι δικοί μας είναι. Πανεπιστημιακοί, ειδικευμένοι στην «αποδημητική ιστορία». Αποδομούν την ιστορία και την παράδοση του λαού μας, στηρίζουν διδακτορικές διαδρομές πάνω σε ετούτα τα ανυπόφορα. Παρέχουν αμοιβαίως επιδαψιλεύσεις, τις αναγκαίες προκειμένου, να σιτίζονται ισοβίως στα πρυτανεία, τα τεμπελχανεία, όπως τα ονόμαζε ο Κώστας Βάρναλης (2). Αρπάζοντας τις πανεπιστημιακές έδρες, σαν τους λύκους, απειλούν τις ψυχές και τα μυαλά των παιδιών μας.
Και ας κραυγάζει από τα σπλάχνα το δημοτικό μας τραγούδι, ακόμα και πριν από την Άλωση.
Τι σημασία έχει; Σημασία έχει τι λένε αυτά τα πανεπιστημιακά σκύβαλα, αυτοί οι «πνευματικοί» που τορπιλίζουν συνεχώς την ιστορική μνήμη, την επιστημονική κρίση και την κοινή λογική. Σημασία έχει τι επιβάλλουν ως ιστορική γνώση με το «κύρος» του «πανεπιστημιακού δασκάλου».
Είναι οι ίδιοι που αποδομούν το ’21 ότι τάχα ήταν ένα απλό περιστατικό της νεοελληνικής περιόδου υπό την επιρροή και μόνο των γάλλων διαφωτιστών και όχι η κορύφωση μιας μακραίωνης ιστορίας εξεγέρσεων και επαναστάσεων αμέσως μετά την Άλωση.
Είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν την άποψη περί συμψηφισμού των δήθεν αμοιβαίων σφαγών.
Και ας πονάει ο ποιητής λαός, διεκτραγωγώντας την σκλαβιά:
«Τα παλληκάρια του Μοριά κι οι όμορφες της Πάτρας
ποτέ δεν καταδέχονταν πεζοί να περπατήσουν,
και τώρα, πως κατάντησαν σκλάβοι στους Αρβανίτες!»(3)
Και ας εκφράζει την οδύνη του για τα πάθη των σκλαβωμένων:
«Ήλιε που βγαίνεις το ταχύ, σ’ ούλον τον κόσμον δούδεις,
σ’ ούλον τον κόσμ’ ανάτειλε, σ’ όλη την οικουμένη.
Στω Μπαρμπαρέσω τις αυλές, ήλιε μην ανατείλεις,
κι αν ανατείλεις ήλιε μου, να γοργοβασιλέψεις,
γιατ’ έχουν σκλάβους έμορφους, πολλά παραπονιάρους
και θα γραθούν οι αχτίδες σου που των σκλάβων τα δάκρυα.»(4)
Οι αξιότιμες αυτές κυρίες και κύριοι θεμελιώνουν την ύπαρξή τους πάνω στην αποδόμηση των ιστορικών παραδόσεων του λαού και των μύθων. Λες και ο μύθος και οι παραδόσεις, που θερμαίνουν τις ψυχές των λαών, εμποδίζουν την επιστημονική έρευνα.
Η ιστορία, όμως, εκτός από επιστημονική καταγραφή των γεγονότων, του παρελθόντος και των σχέσεων ανάμεσα σε αυτά, είναι ταυτόχρονα και παραμυθία. Είναι και διδαχή. Είναι ακόμα και προσάναμμα, διδασκαλία αντίστασης.
Ουδέποτε τους απασχόλησε ο συνεχής επαναστατικός αναβρασμός ελάχιστα έτη μετά την Άλωση, με πρώτο επαναστάτη των Κορκόδειλο Κλαδά στη Μάνη (1425-1490) γιο του Θεόδωρου Κλαδά αξιωματικού του δεσπότη του Μυστρά που επί τριάντα ολόκληρα χρόνια πολεμούσε τους Τούρκους και μάλιστα τον σουλτάνο Μεχμέτ τον Πορθητή. Ο ήρωας αυτός συνελήφθη ενώ ετοίμαζε επανάσταση στην Πελοπόννησο και εκτελέστηκε το 1490 με κατακερματισμό (τον κομμάτιασαν!).(5)
Ούτε βεβαίως ασχολήθηκαν με το δράμα των αγωνιστών που απελευθέρωσαν την Ελλάδα και την πείνα που τους έγδαρε.
Ακούστε την τραγική φωνή ενός σπουδαίου, παραγνωρισμένου, ήρωα και επαναστάτη, του καπετάν Κωνσταντή του Ανδραβιδιώτη, του οπλαρχηγού ο οποίος από την αρχή μέχρι το τέλος της επανάστασης έδωσε τα πάντα για την υπόθεση της πατρίδας μας, την έννοια της οποίας αμφισβητούν οι κύριοι «πανεπιστημιακοί». Έδωσε την ψυχή, την υγεία, την περιουσία του. Υπήρξε τυχερός (ή κι άτυχος) γιατί δεν έδωσε και την ζωή του και έζησε εξευτελιζόμενος από την φτώχεια.
Ας ακούσουμε τον καπετάν Κωνσταντή, φίλο του Κολοκοτρώνη. Την επιστολή είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει ο απόγονός του, δημοσιογράφος και ιστορικός κ. Περικλής Καπετανόπουλος.
Ας ακούσουμε πως απαντάει στους κ.κ. «πανεπιστημιακούς», αποδομητές της αλήθειας :
«Εν Πύργω τη 10η Φεβρουαρίου 1841
Μεγαλειότατε,
Πενία καταμαστίζουσα πολυμελή οικογένειαν μου, έχουσα εις μόνον εμέ το στήριγμα της με βιάζει, Βασιλεύ, να υποβάλλω ευσεβάστως την παρούσαν μου, και δ’ αυτής επιστήσω. την εις εμέ αδικίαν γινομένην προ τοσούτου καιρού.
Μεταξύ των λαβόντων μέρος εις την ΙεράνΕπανάστασίν μας κατά την Ηλείαν, είμαι και ο αναφερόμενος, υπηρετήσας το κατά δύναμην.
Παρευρεθείς εις την πρώτην μάχην του Χλουμουτσίου κατά των Οθωμανών Γαστουναίων, διετέλεσα εις όλας τας Πολιορκίας των Πατρών, ευρέθην εις το Μεσολόγγιον με τους υπ’ εμέ, όταν επολιορκείτο υπό του Ομέρ Βρυώνη, εκινήθην παντού, όπου εκάλει ανάγκη, εις τας κατά του Ιμπραήμ Πασσά (δυσανάγνωστη λέξη), συνήψα μεθ’ ενός των (στρατιωτικών) σωμάτων του, πεισματώδη και άνισον μάχην εις Πόρτας, περί το βραχοτά μπουρον, όπου έχασα τον νεώτερον αδελφόν μου Χρίστον, το μόνον υποστήριγμα μου, και δύο από πατρός θείους μου, στείλας δε εις τον Άδηνεκατόμβας εχθρών, ως βεβαιούται κοινώς, και απωλέσας την περιουσίαν μου, και μετ’ αυτής το δίπλωμα της Χιλιαρχίας μου, με το οποίον μ΄ετίμησεν η τότε Εθνική Κυβέρνησις.
Συνεισέφερα, Μεγαλειότατε, χρηματικώς, μισθοδοτών τους ακολουθούντας με στρατιώτης, και μη φαινόμενος αδιάφορος εις τους εράνους, οίτινες εθεσπίζοντο δια την ανάγκην της Πατρίδος μου.
Τέλος πάντων έπραξα, οτι έπρεπε, μείνας πτωχός και μετ’ εμού οκτώ άτομα της οικογενείας μου, δια την διατροφήν των οποίων αναγκάστηκα, γεωργών ιδίοις χερσί την γην ήδη, όθε η ηλικία μου προέβη.
Επισυνάπτω πιστοποιητικόν του ταγματάρχου κ. Δεληγιώργη, πιστοποιούν την υπαρξήν μου ως αξιωματικού επί της Επαναστάσεως μας, παρευρευθείς (δύο δυσανάγνωστες λέξεις) εις τον αγώνα, και αντίγραφον διπλώματος μου, δι’ ου επί Κυβερνήτου εδιορίσθην αξιωματικός β κλάσεως, μισθοδοτούμενος από 60 φοίνικας κατά μήνα.
Όταν ευδοκήσατε, Μεγαλειότατε, να συστήσετε τας εξεταστικάς των εκδουλεύσεων επιτροπάς, εφρόντισα εις μεν την πρώτην να διευθύνω τα έγγραφα μου και έκθεσιν των εκδουλεύσεων μου, και εις την δευτέραν επανηλλειμένως ανέφερον, εξαιτήσας την βαθμολογίαν μου, την οποίαν ως επληροφορήθειν έλαβον, σημειωθείς εις την τάξιν των ταγματαρχών, αλλά χείρ ανόσιος εξήλειψε το ονομά μου από το Μητρώον, θέσασα άλλον, για να με φέρει εις την πλέον δύστυνον κατάστασιν.
Δεν μοι μένοι άλλη ελπίς, παρ’ η προς την Υ.Μ προσφυγή, δια να δικαιωθώ (δυσανάγνωστος λέξη) επι τούτων. Ευαρεστηθείτε, Μεγαλειότατε, να εξετάσητε τους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου περί εμού, και θέλετε εύρει την κοινήν ομολογίαν των αναφερομένων μου και ίσως περί πλειοτέρων, αφ’ όσα εγώ αναφέρω.
Η Διοίκησις της Ηλείας αφ’ ετέρου είναι εκτενώς πληροφορημένη περί της πρώτης καταστάσεως της οικογενείας μου, των εκδουλεύσεων μου, και της ήδη δυστυχίας εις ην διάκειμαι.και δεν φέρω αμφιβολία ότι θέλει δώσει τας αληθεστέρας πληροφορίας.
Και μολοταύτα, Βασιλεύ, αδικούμαι. Και η γενειθήσα εις εμέ αδικία φέρει εις όλεθρον οκτω μέλη της οικογενείας μου, καταμαστιζόμενα υπο πενίας, και εμέ μέχρι τέλους, μη δυνάμενος ν’ αδιαφορω εις την καταστασίν μου.
Λάβετε όθεν πρόνοιαν περί ενός των πιστοτέρων εις τον Υ.(ψηλόν) Θρόνον υπηκόων, και ευδοκήσατε να απονείμετε δικαιοσύνην, εις εμέ τον αναξιοπάσχοντα, τον οποίον Μοίρα κακή αδικεί μέχρι τούδε.
Υποφαινόμενος
Ευπειθέστατος
Της Υ. Μεγαλειότατος
Πιστός υπήκοος
Κωνσταντής Παπαδημητρόπουλος» (6).
(1, 3, 4). Ν.Γ. Πολίτης : «Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού Λαού», Αθήναι 1932, αρ.1., πηγή ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ «ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ» ΤΟΜΟΣ Β1.
(2) ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη».
(5) Σάθα «η τουρκοκρατουμένη ΕΛΛΑΣ», ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ 1821».
(6) Γενικά Αρχεία του Κράτους, «Αριστεία», φακ. 99 έγγραφο 053
Ρ-Ρ
Ποια επανάσταση;
Ένα επεισόδιο ήταν στην ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Τι ήταν οι επαναστάτες του 1821;
Κάτι άγριοι και βίοι ληστές. Ο Κολοκοτρώνης; Ένας φιλοχρήματος συμφεροντολόγος. Ο Καραϊσκάκης; Ένα λούμπεν στοιχείο. Ο Μπότσαρης; Ένας Αλβανός. Και ο Μακρυγιάννης; Ένας θρησκομανής τοκογλύφος.
Ποιοι τα υποστηρίζουν αυτά;
Όχι βέβαια οι Τούρκοι, οι σοβαροί ιστορικοί τους τουλάχιστον.
Πριν δούμε ποιοι τα υποστηρίζουν, ας ακούσουμε πως απαντά ο ποιητής λαός το 1361, θρηνώντας το κούρσεμα της ελληνικής Ανδριανούπολης, 92 περίπου χρόνια πριν από την άλωση:
«Τ’ αηδόνια της Ανατολής και τα πουλιά της Δύσης
κλαίγουν αργά, κλαίγουν ταχιά, κλαίγουν το μεσημέρι,
κλαίγουν την Αντριανόπολη την πολυκρουσεμένη,
όπου τήνε κρουσέψανε τις τρείς γιορταίς του χρόνου.
του Χριστουγέννου για κηρί και του Βαγιού για βάγια
και της Λαμπρής την Κυριακή για το Χριστός Ανέστη».(1)
Οι δικοί μας είναι. Πανεπιστημιακοί, ειδικευμένοι στην «αποδημητική ιστορία». Αποδομούν την ιστορία και την παράδοση του λαού μας, στηρίζουν διδακτορικές διαδρομές πάνω σε ετούτα τα ανυπόφορα. Παρέχουν αμοιβαίως επιδαψιλεύσεις, τις αναγκαίες προκειμένου, να σιτίζονται ισοβίως στα πρυτανεία, τα τεμπελχανεία, όπως τα ονόμαζε ο Κώστας Βάρναλης (2). Αρπάζοντας τις πανεπιστημιακές έδρες, σαν τους λύκους, απειλούν τις ψυχές και τα μυαλά των παιδιών μας.
Και ας κραυγάζει από τα σπλάχνα το δημοτικό μας τραγούδι, ακόμα και πριν από την Άλωση.
Τι σημασία έχει; Σημασία έχει τι λένε αυτά τα πανεπιστημιακά σκύβαλα, αυτοί οι «πνευματικοί» που τορπιλίζουν συνεχώς την ιστορική μνήμη, την επιστημονική κρίση και την κοινή λογική. Σημασία έχει τι επιβάλλουν ως ιστορική γνώση με το «κύρος» του «πανεπιστημιακού δασκάλου».
Είναι οι ίδιοι που αποδομούν το ’21 ότι τάχα ήταν ένα απλό περιστατικό της νεοελληνικής περιόδου υπό την επιρροή και μόνο των γάλλων διαφωτιστών και όχι η κορύφωση μιας μακραίωνης ιστορίας εξεγέρσεων και επαναστάσεων αμέσως μετά την Άλωση.
Είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν την άποψη περί συμψηφισμού των δήθεν αμοιβαίων σφαγών.
Και ας πονάει ο ποιητής λαός, διεκτραγωγώντας την σκλαβιά:
«Τα παλληκάρια του Μοριά κι οι όμορφες της Πάτρας
ποτέ δεν καταδέχονταν πεζοί να περπατήσουν,
και τώρα, πως κατάντησαν σκλάβοι στους Αρβανίτες!»(3)
Και ας εκφράζει την οδύνη του για τα πάθη των σκλαβωμένων:
«Ήλιε που βγαίνεις το ταχύ, σ’ ούλον τον κόσμον δούδεις,
σ’ ούλον τον κόσμ’ ανάτειλε, σ’ όλη την οικουμένη.
Στω Μπαρμπαρέσω τις αυλές, ήλιε μην ανατείλεις,
κι αν ανατείλεις ήλιε μου, να γοργοβασιλέψεις,
γιατ’ έχουν σκλάβους έμορφους, πολλά παραπονιάρους
και θα γραθούν οι αχτίδες σου που των σκλάβων τα δάκρυα.»(4)
Οι αξιότιμες αυτές κυρίες και κύριοι θεμελιώνουν την ύπαρξή τους πάνω στην αποδόμηση των ιστορικών παραδόσεων του λαού και των μύθων. Λες και ο μύθος και οι παραδόσεις, που θερμαίνουν τις ψυχές των λαών, εμποδίζουν την επιστημονική έρευνα.
Η ιστορία, όμως, εκτός από επιστημονική καταγραφή των γεγονότων, του παρελθόντος και των σχέσεων ανάμεσα σε αυτά, είναι ταυτόχρονα και παραμυθία. Είναι και διδαχή. Είναι ακόμα και προσάναμμα, διδασκαλία αντίστασης.
Ουδέποτε τους απασχόλησε ο συνεχής επαναστατικός αναβρασμός ελάχιστα έτη μετά την Άλωση, με πρώτο επαναστάτη των Κορκόδειλο Κλαδά στη Μάνη (1425-1490) γιο του Θεόδωρου Κλαδά αξιωματικού του δεσπότη του Μυστρά που επί τριάντα ολόκληρα χρόνια πολεμούσε τους Τούρκους και μάλιστα τον σουλτάνο Μεχμέτ τον Πορθητή. Ο ήρωας αυτός συνελήφθη ενώ ετοίμαζε επανάσταση στην Πελοπόννησο και εκτελέστηκε το 1490 με κατακερματισμό (τον κομμάτιασαν!).(5)
Ούτε βεβαίως ασχολήθηκαν με το δράμα των αγωνιστών που απελευθέρωσαν την Ελλάδα και την πείνα που τους έγδαρε.
Ακούστε την τραγική φωνή ενός σπουδαίου, παραγνωρισμένου, ήρωα και επαναστάτη, του καπετάν Κωνσταντή του Ανδραβιδιώτη, του οπλαρχηγού ο οποίος από την αρχή μέχρι το τέλος της επανάστασης έδωσε τα πάντα για την υπόθεση της πατρίδας μας, την έννοια της οποίας αμφισβητούν οι κύριοι «πανεπιστημιακοί». Έδωσε την ψυχή, την υγεία, την περιουσία του. Υπήρξε τυχερός (ή κι άτυχος) γιατί δεν έδωσε και την ζωή του και έζησε εξευτελιζόμενος από την φτώχεια.
Ας ακούσουμε τον καπετάν Κωνσταντή, φίλο του Κολοκοτρώνη. Την επιστολή είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει ο απόγονός του, δημοσιογράφος και ιστορικός κ. Περικλής Καπετανόπουλος.
Ας ακούσουμε πως απαντάει στους κ.κ. «πανεπιστημιακούς», αποδομητές της αλήθειας :
«Εν Πύργω τη 10η Φεβρουαρίου 1841
Μεγαλειότατε,
Πενία καταμαστίζουσα πολυμελή οικογένειαν μου, έχουσα εις μόνον εμέ το στήριγμα της με βιάζει, Βασιλεύ, να υποβάλλω ευσεβάστως την παρούσαν μου, και δ’ αυτής επιστήσω. την εις εμέ αδικίαν γινομένην προ τοσούτου καιρού.
Μεταξύ των λαβόντων μέρος εις την ΙεράνΕπανάστασίν μας κατά την Ηλείαν, είμαι και ο αναφερόμενος, υπηρετήσας το κατά δύναμην.
Παρευρεθείς εις την πρώτην μάχην του Χλουμουτσίου κατά των Οθωμανών Γαστουναίων, διετέλεσα εις όλας τας Πολιορκίας των Πατρών, ευρέθην εις το Μεσολόγγιον με τους υπ’ εμέ, όταν επολιορκείτο υπό του Ομέρ Βρυώνη, εκινήθην παντού, όπου εκάλει ανάγκη, εις τας κατά του Ιμπραήμ Πασσά (δυσανάγνωστη λέξη), συνήψα μεθ’ ενός των (στρατιωτικών) σωμάτων του, πεισματώδη και άνισον μάχην εις Πόρτας, περί το βραχοτά μπουρον, όπου έχασα τον νεώτερον αδελφόν μου Χρίστον, το μόνον υποστήριγμα μου, και δύο από πατρός θείους μου, στείλας δε εις τον Άδηνεκατόμβας εχθρών, ως βεβαιούται κοινώς, και απωλέσας την περιουσίαν μου, και μετ’ αυτής το δίπλωμα της Χιλιαρχίας μου, με το οποίον μ΄ετίμησεν η τότε Εθνική Κυβέρνησις.
Συνεισέφερα, Μεγαλειότατε, χρηματικώς, μισθοδοτών τους ακολουθούντας με στρατιώτης, και μη φαινόμενος αδιάφορος εις τους εράνους, οίτινες εθεσπίζοντο δια την ανάγκην της Πατρίδος μου.
Τέλος πάντων έπραξα, οτι έπρεπε, μείνας πτωχός και μετ’ εμού οκτώ άτομα της οικογενείας μου, δια την διατροφήν των οποίων αναγκάστηκα, γεωργών ιδίοις χερσί την γην ήδη, όθε η ηλικία μου προέβη.
Επισυνάπτω πιστοποιητικόν του ταγματάρχου κ. Δεληγιώργη, πιστοποιούν την υπαρξήν μου ως αξιωματικού επί της Επαναστάσεως μας, παρευρευθείς (δύο δυσανάγνωστες λέξεις) εις τον αγώνα, και αντίγραφον διπλώματος μου, δι’ ου επί Κυβερνήτου εδιορίσθην αξιωματικός β κλάσεως, μισθοδοτούμενος από 60 φοίνικας κατά μήνα.
Όταν ευδοκήσατε, Μεγαλειότατε, να συστήσετε τας εξεταστικάς των εκδουλεύσεων επιτροπάς, εφρόντισα εις μεν την πρώτην να διευθύνω τα έγγραφα μου και έκθεσιν των εκδουλεύσεων μου, και εις την δευτέραν επανηλλειμένως ανέφερον, εξαιτήσας την βαθμολογίαν μου, την οποίαν ως επληροφορήθειν έλαβον, σημειωθείς εις την τάξιν των ταγματαρχών, αλλά χείρ ανόσιος εξήλειψε το ονομά μου από το Μητρώον, θέσασα άλλον, για να με φέρει εις την πλέον δύστυνον κατάστασιν.
Δεν μοι μένοι άλλη ελπίς, παρ’ η προς την Υ.Μ προσφυγή, δια να δικαιωθώ (δυσανάγνωστος λέξη) επι τούτων. Ευαρεστηθείτε, Μεγαλειότατε, να εξετάσητε τους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου περί εμού, και θέλετε εύρει την κοινήν ομολογίαν των αναφερομένων μου και ίσως περί πλειοτέρων, αφ’ όσα εγώ αναφέρω.
Η Διοίκησις της Ηλείας αφ’ ετέρου είναι εκτενώς πληροφορημένη περί της πρώτης καταστάσεως της οικογενείας μου, των εκδουλεύσεων μου, και της ήδη δυστυχίας εις ην διάκειμαι.και δεν φέρω αμφιβολία ότι θέλει δώσει τας αληθεστέρας πληροφορίας.
Και μολοταύτα, Βασιλεύ, αδικούμαι. Και η γενειθήσα εις εμέ αδικία φέρει εις όλεθρον οκτω μέλη της οικογενείας μου, καταμαστιζόμενα υπο πενίας, και εμέ μέχρι τέλους, μη δυνάμενος ν’ αδιαφορω εις την καταστασίν μου.
Λάβετε όθεν πρόνοιαν περί ενός των πιστοτέρων εις τον Υ.(ψηλόν) Θρόνον υπηκόων, και ευδοκήσατε να απονείμετε δικαιοσύνην, εις εμέ τον αναξιοπάσχοντα, τον οποίον Μοίρα κακή αδικεί μέχρι τούδε.
Υποφαινόμενος
Ευπειθέστατος
Της Υ. Μεγαλειότατος
Πιστός υπήκοος
Κωνσταντής Παπαδημητρόπουλος» (6).
(1, 3, 4). Ν.Γ. Πολίτης : «Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού Λαού», Αθήναι 1932, αρ.1., πηγή ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ «ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ» ΤΟΜΟΣ Β1.
(2) ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη».
(5) Σάθα «η τουρκοκρατουμένη ΕΛΛΑΣ», ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ 1821».
(6) Γενικά Αρχεία του Κράτους, «Αριστεία», φακ. 99 έγγραφο 053
Ρ-Ρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου