Μαργαρίτα Μανώλη
Ο αέρας βάραινε πάνω από τον καταυλισμό σαν νοτισμένος πνιγηρός μανδύας. Οι ουρανοί άνοιξαν εκδικητικοί. Έξω μαινόταν η καταιγίδα. Την ξύπνησε ο υπόκωφος κρότος των κεραυνών. Η σκηνή έχει πλημμυρίσει. Το βουνό κατεβάζει τόνους λάσπης. Η ζωή μπορεί ν΄ αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Κοινότοπο αλλά αληθινό. Η βόμβα που σκότωσε όλη την οικογένειά της ήταν πέρα για πέρα αληθινή. Και το σπίτι μια άδεια τρύπα εκεί που κάποτε υπήρχε ζωή.
Κι εκείνη; Ένα άδειο κουφάρι του γεμάτου ζωή κοριτσιού που ήταν κάποτε. Με μια κούκλα αγκαλιά. Με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια. Ρημαγμένη από χρόνια ταπείνωσης και οδύνης. Στριμώχνεται με τους άλλους απόκληρους για λίγη ζεστασιά. Μια ψευδαίσθηση. Δεν υπάρχει παρηγοριά εδώ. Μονάχα τα δάκρυά της καυτά τη ζεσταίνουν λίγο.
Αποσύρεται στο εσωτερικό της καταφύγιο. Στη γωνιά του μυαλού της που δεν έφτανε ο πόνος. Το ήξερε καλά αυτό το μέρος. Ζούσε εκεί χρόνια τώρα. Σιωπηλές κραυγές αχολογούσαν μέσα στο κεφάλι της. Δεν κρυώνει πια. Καίγεται στον πυρετό. Σφίγγει γερά την κούκλα. Αόρατα χέρια τής χαϊδεύουν το μέτωπο. Ένας ποταμός τρυφερότητας. «Αποκοιμιέται» μ’ ένα χαμόγελο. Καλωσορίζει τη λήθη.
Πηγή: artinews.gr
Μαργαρίτα Μανώλη: Σχετικά με τον Συντάκτη
Ο αέρας βάραινε πάνω από τον καταυλισμό σαν νοτισμένος πνιγηρός μανδύας. Οι ουρανοί άνοιξαν εκδικητικοί. Έξω μαινόταν η καταιγίδα. Την ξύπνησε ο υπόκωφος κρότος των κεραυνών. Η σκηνή έχει πλημμυρίσει. Το βουνό κατεβάζει τόνους λάσπης. Η ζωή μπορεί ν΄ αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Κοινότοπο αλλά αληθινό. Η βόμβα που σκότωσε όλη την οικογένειά της ήταν πέρα για πέρα αληθινή. Και το σπίτι μια άδεια τρύπα εκεί που κάποτε υπήρχε ζωή.
Κι εκείνη; Ένα άδειο κουφάρι του γεμάτου ζωή κοριτσιού που ήταν κάποτε. Με μια κούκλα αγκαλιά. Με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια. Ρημαγμένη από χρόνια ταπείνωσης και οδύνης. Στριμώχνεται με τους άλλους απόκληρους για λίγη ζεστασιά. Μια ψευδαίσθηση. Δεν υπάρχει παρηγοριά εδώ. Μονάχα τα δάκρυά της καυτά τη ζεσταίνουν λίγο.
Αποσύρεται στο εσωτερικό της καταφύγιο. Στη γωνιά του μυαλού της που δεν έφτανε ο πόνος. Το ήξερε καλά αυτό το μέρος. Ζούσε εκεί χρόνια τώρα. Σιωπηλές κραυγές αχολογούσαν μέσα στο κεφάλι της. Δεν κρυώνει πια. Καίγεται στον πυρετό. Σφίγγει γερά την κούκλα. Αόρατα χέρια τής χαϊδεύουν το μέτωπο. Ένας ποταμός τρυφερότητας. «Αποκοιμιέται» μ’ ένα χαμόγελο. Καλωσορίζει τη λήθη.
Πηγή: artinews.gr
Μαργαρίτα Μανώλη: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου