Γιώργος Παπαϊωάννου
Η σύνθεση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, έστειλε από την πρώτη στιγμή το μήνυμα. Δίπλα στις ομάδες στελεχών που εκπροσωπούν όχι μόνο τις εσωκομματικές πτέρυγες αλλά και το… πανταχού παρόν ΠΑΣΟΚ, δεν είναι λίγοι οι υπουργοί, υφυπουργοί και αναπληρωτές που έχουν θητεύσει ως στελέχη σε μεγάλες επιχειρήσεις, οι λεγόμενοι «άνθρωποι της αγοράς». Ανάμεσά τους, ο Α. Σκέρτσος, που ανέλαβε τον συντονισμό της κυβέρνησης έχοντας διατελέσει γενικός διευθυντής του ΣΕΒ, ενώ πέρα από στελέχη τραπεζών και πολυεθνικών, αρκετά είναι και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου με θητεία σε διεθνείς οργανισμούς εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων συνταγών (ΟΟΣΑ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων κ.λπ.).
Το ενδιαφέρον δεν είναι τα βιογραφικά των μελών της κυβέρνησης. Εκείνο που αναδεικνύεται ήδη από τις διακηρύξεις και τα έως τώρα πεπραγμένα της, είναι η αντίληψη που έχει για τη χώρα και τη «διαχείρισή» της. Η ίδια η χώρα είναι μια επιχείρηση. Πρέπει να μανατζαριστεί σωστά, να αρπάξει κάποιες ευκαιρίες, να πλασαριστεί μέσα σε ένα δεδομένο και αμετάβλητο περιβάλλον όπως αυτό έχει διαμορφωθεί. Ουσιαστικά η ίδια η πολιτική είναι «εξόριστη», τη στιγμή που αυτό αποτελεί μια συγκεκριμένη πολιτική και επιλογή.
Βέβαια, σε διεθνές επίπεδο, η «μεταδημοκρατία», μαζί με τα φαινόμενα που την συνόδευσαν, εδραιώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στο πολιτικό πεδίο παράλληλα με την κυριαρχία των «νόμων της αγοράς». Αν ζουμάρουμε όμως περισσότερο, τα πιο πρόσφατα χρόνια σημειώνεται μια «επιστροφή της πολιτικής». Αυτό το βλέπουμε να εκφράζεται και σε κρατικό επίπεδο, και αφορά στον τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται τόσο οι «μεγαπαίκτες» όσο και σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις. Το γεγονός αυτό θέτει πολλά ερωτηματικά, περισσότερα από ό,τι παλιότερα, για την αποτελεσματικότητα αυτών των διαχειρίσεων.
Στην Ελλάδα, την τελευταία δεκαετία, η πολιτική ήρθε με έναν τρόπο στο προσκήνιο, με την κοινωνία να αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη κρίση και ερχόμενη βίαια αντιμέτωπη με τις επιλογές και τις προοπτικές της. Στο επίπεδο, όμως, της εξουσίας, και αφού αντιμετωπίστηκε ο φόβος μιας αντισυστημικής εκτροπής, είχαμε την ευθυγράμμιση με τις διεθνείς συνταγές και μάλιστα με ένα τόσο ασφυκτικό καθεστώς που έκανε τον όρο «αποικία» να μη μοιάζει με λεκτική υπερβολή.
Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον ΣΥΡΙΖΑ, η Ν.Δ. εφορμά στην «κανονικότητα» και δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει πιο πέρα, με τον «αυτόματο πιλότο» να οδηγεί το σκάφος. Έτσι, τίποτα δεν μοιάζει να είναι αντικείμενο πολιτικής απόφασης ή στρατηγικής, να «διακυβεύεται» ως επιλογή. Στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όποια κι αν είναι η ερώτηση, η απάντηση είναι η Δύση και η επιβίωση κάτω από τις φτερούγες της. Στο δε επίπεδο της οικονομίας, εκείνο που μετράει είναι «πόσους ουρανοξύστες έχεις» (έξι θα σηκωθούν στο Ελληνικό) και μόνη μέριμνα είναι αν θα παρέχεται κάθε διευκόλυνση σε κάθε είδους επενδυτές. Μάλιστα, ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ έδωσε τα εύσημα στην ελληνική κυβέρνηση ότι φαίνεται αποφασισμένη να κάνει τη δουλειά («to do the job»), όπου η δουλειά δεν είναι άλλη από την πλήρη απορρύθμιση μιας «υπερυθμισμένης», κατά τον Γουίλμπουρ Ρος, οικονομίας.
Αυτά όμως συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον το οποίο περιγελά τις ψευδαισθήσεις της «κανονικότητας». Η «επιστροφή» που ήδη αναφέρθηκε, υπογραμμίζει ακριβώς τα σταυροδρόμια που ανοίγονται μπροστά σε όλους και το γεγονός ότι καλούνται να κάνουν επιλογές για να σταθούν σε ένα ταραγμένο περιβάλλον. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, οι «φτερούγες» όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν κάποια σταθερότητα αλλά προϋποθέτουν παραχωρήσεις που εκθέτουν σε κινδύνους από τους οποίους υποτίθεται ότι προστατεύουν. Από την άλλη, η γενικευμένη «απορρύθμιση» στερεί κι άλλο τις δυνατότητες οποιασδήποτε πραγματικής ανάταξης, αν μιλάμε για μια χώρα με ό,τι σημαίνει αυτό και όχι για μια εταιρία.
Μια χώρα-επιχείρηση που εξορθολογιζόμενη και «τακτοποιούμενη» θα επιβιώσει, και ίσως «αριστεύσει», ξεφεύγοντας από φουρτούνες και κακοτοπιές. Πρόκειται βέβαια για ουτοπία, κι ας εκπορεύεται από φανατικούς και ιδεοληπτικούς αρνητές κάθε ουτοπίας.
Υπάρχει όμως ένα θέμα πιο δύσκολο. Πώς έχει διαμορφωθεί η κοινωνική συνείδηση σήμερα απέναντι στην πολιτική και τους τρόπους με τους οποίους αυτή ασκείται. Αλλά και, πιο συγκεκριμένα, απέναντι στο ενδεχόμενο μιας διαφορετικής πορείας των πραγμάτων για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Στο σημείο αυτό, η κατάληξη της ταραγμένης δεκαετίας (σχηματικά, 2009-2019) αφήνει έντονα τα σημάδια της. Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολύ πιο αποφασιστική «δουλειά» από αυτή που περιγράφει ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ. Η δουλειά έγινε στο επίπεδο της κατεργασίας της κοινωνικής και λαϊκής συνείδησης. Στην κατεύθυνση του εκφυλισμού κάθε διαφορετικής προοπτικής και αποδοχής του περιβόητου «ΤΙΝΑ» (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική). Έτσι, σταδιακά η αναζήτηση οποιουδήποτε άλλου δρόμου αντικαταστάθηκε από την «αντιδεξιά» ή «κεντροαριστερή» ατζέντα που δεν είναι παρά ένα αναγκαίο «παράρτημα» στη μεγάλη ατζέντα του πολιτικού συστήματος και της παγκοσμιοποίησης.
Σήμερα, ως συνέπεια όσων αναφέρθηκαν, το κυβερνητικό αφήγημα, χωρίς να δημιουργεί κάποιο ισχυρό ρεύμα στην κοινωνία, μοιάζει σχετικά «λογικό» και σίγουρα χωρίς ισχυρό ή έστω υπαρκτό αντίπαλο. Ο πραγματισμός έχει εγκατασταθεί για τα καλά, με τη μορφή ενός ρεαλισμού ελλείψει άλλου σχεδίου. Η αμφισβήτησή του, δεν μπορεί σίγουρα να γίνει με τετριμμένες πρακτικές και συνθήματα, είναι πολύ δύσκολο έργο με σύνθετες προϋποθέσεις. Όσο κι αν ισχύει ότι η ίδια η πραγματικότητα θα δημιουργεί μάλλον περισσότερο έδαφος για αμφισβήτηση παρά για εφησυχασμό.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιώργος Παπαϊωάννου: Σχετικά με τον Συντάκτη
Η «κανονικότητα» και το στίγμα της κυβέρνησης
Η σύνθεση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, έστειλε από την πρώτη στιγμή το μήνυμα. Δίπλα στις ομάδες στελεχών που εκπροσωπούν όχι μόνο τις εσωκομματικές πτέρυγες αλλά και το… πανταχού παρόν ΠΑΣΟΚ, δεν είναι λίγοι οι υπουργοί, υφυπουργοί και αναπληρωτές που έχουν θητεύσει ως στελέχη σε μεγάλες επιχειρήσεις, οι λεγόμενοι «άνθρωποι της αγοράς». Ανάμεσά τους, ο Α. Σκέρτσος, που ανέλαβε τον συντονισμό της κυβέρνησης έχοντας διατελέσει γενικός διευθυντής του ΣΕΒ, ενώ πέρα από στελέχη τραπεζών και πολυεθνικών, αρκετά είναι και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου με θητεία σε διεθνείς οργανισμούς εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων συνταγών (ΟΟΣΑ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων κ.λπ.).
Το ενδιαφέρον δεν είναι τα βιογραφικά των μελών της κυβέρνησης. Εκείνο που αναδεικνύεται ήδη από τις διακηρύξεις και τα έως τώρα πεπραγμένα της, είναι η αντίληψη που έχει για τη χώρα και τη «διαχείρισή» της. Η ίδια η χώρα είναι μια επιχείρηση. Πρέπει να μανατζαριστεί σωστά, να αρπάξει κάποιες ευκαιρίες, να πλασαριστεί μέσα σε ένα δεδομένο και αμετάβλητο περιβάλλον όπως αυτό έχει διαμορφωθεί. Ουσιαστικά η ίδια η πολιτική είναι «εξόριστη», τη στιγμή που αυτό αποτελεί μια συγκεκριμένη πολιτική και επιλογή.
Βέβαια, σε διεθνές επίπεδο, η «μεταδημοκρατία», μαζί με τα φαινόμενα που την συνόδευσαν, εδραιώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στο πολιτικό πεδίο παράλληλα με την κυριαρχία των «νόμων της αγοράς». Αν ζουμάρουμε όμως περισσότερο, τα πιο πρόσφατα χρόνια σημειώνεται μια «επιστροφή της πολιτικής». Αυτό το βλέπουμε να εκφράζεται και σε κρατικό επίπεδο, και αφορά στον τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται τόσο οι «μεγαπαίκτες» όσο και σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις. Το γεγονός αυτό θέτει πολλά ερωτηματικά, περισσότερα από ό,τι παλιότερα, για την αποτελεσματικότητα αυτών των διαχειρίσεων.
Στην Ελλάδα, την τελευταία δεκαετία, η πολιτική ήρθε με έναν τρόπο στο προσκήνιο, με την κοινωνία να αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη κρίση και ερχόμενη βίαια αντιμέτωπη με τις επιλογές και τις προοπτικές της. Στο επίπεδο, όμως, της εξουσίας, και αφού αντιμετωπίστηκε ο φόβος μιας αντισυστημικής εκτροπής, είχαμε την ευθυγράμμιση με τις διεθνείς συνταγές και μάλιστα με ένα τόσο ασφυκτικό καθεστώς που έκανε τον όρο «αποικία» να μη μοιάζει με λεκτική υπερβολή.
Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον ΣΥΡΙΖΑ, η Ν.Δ. εφορμά στην «κανονικότητα» και δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει πιο πέρα, με τον «αυτόματο πιλότο» να οδηγεί το σκάφος. Έτσι, τίποτα δεν μοιάζει να είναι αντικείμενο πολιτικής απόφασης ή στρατηγικής, να «διακυβεύεται» ως επιλογή. Στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όποια κι αν είναι η ερώτηση, η απάντηση είναι η Δύση και η επιβίωση κάτω από τις φτερούγες της. Στο δε επίπεδο της οικονομίας, εκείνο που μετράει είναι «πόσους ουρανοξύστες έχεις» (έξι θα σηκωθούν στο Ελληνικό) και μόνη μέριμνα είναι αν θα παρέχεται κάθε διευκόλυνση σε κάθε είδους επενδυτές. Μάλιστα, ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ έδωσε τα εύσημα στην ελληνική κυβέρνηση ότι φαίνεται αποφασισμένη να κάνει τη δουλειά («to do the job»), όπου η δουλειά δεν είναι άλλη από την πλήρη απορρύθμιση μιας «υπερυθμισμένης», κατά τον Γουίλμπουρ Ρος, οικονομίας.
Αυτά όμως συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον το οποίο περιγελά τις ψευδαισθήσεις της «κανονικότητας». Η «επιστροφή» που ήδη αναφέρθηκε, υπογραμμίζει ακριβώς τα σταυροδρόμια που ανοίγονται μπροστά σε όλους και το γεγονός ότι καλούνται να κάνουν επιλογές για να σταθούν σε ένα ταραγμένο περιβάλλον. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, οι «φτερούγες» όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν κάποια σταθερότητα αλλά προϋποθέτουν παραχωρήσεις που εκθέτουν σε κινδύνους από τους οποίους υποτίθεται ότι προστατεύουν. Από την άλλη, η γενικευμένη «απορρύθμιση» στερεί κι άλλο τις δυνατότητες οποιασδήποτε πραγματικής ανάταξης, αν μιλάμε για μια χώρα με ό,τι σημαίνει αυτό και όχι για μια εταιρία.
Μια χώρα-επιχείρηση που εξορθολογιζόμενη και «τακτοποιούμενη» θα επιβιώσει, και ίσως «αριστεύσει», ξεφεύγοντας από φουρτούνες και κακοτοπιές. Πρόκειται βέβαια για ουτοπία, κι ας εκπορεύεται από φανατικούς και ιδεοληπτικούς αρνητές κάθε ουτοπίας.
Υπάρχει όμως ένα θέμα πιο δύσκολο. Πώς έχει διαμορφωθεί η κοινωνική συνείδηση σήμερα απέναντι στην πολιτική και τους τρόπους με τους οποίους αυτή ασκείται. Αλλά και, πιο συγκεκριμένα, απέναντι στο ενδεχόμενο μιας διαφορετικής πορείας των πραγμάτων για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Στο σημείο αυτό, η κατάληξη της ταραγμένης δεκαετίας (σχηματικά, 2009-2019) αφήνει έντονα τα σημάδια της. Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολύ πιο αποφασιστική «δουλειά» από αυτή που περιγράφει ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ. Η δουλειά έγινε στο επίπεδο της κατεργασίας της κοινωνικής και λαϊκής συνείδησης. Στην κατεύθυνση του εκφυλισμού κάθε διαφορετικής προοπτικής και αποδοχής του περιβόητου «ΤΙΝΑ» (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική). Έτσι, σταδιακά η αναζήτηση οποιουδήποτε άλλου δρόμου αντικαταστάθηκε από την «αντιδεξιά» ή «κεντροαριστερή» ατζέντα που δεν είναι παρά ένα αναγκαίο «παράρτημα» στη μεγάλη ατζέντα του πολιτικού συστήματος και της παγκοσμιοποίησης.
Σήμερα, ως συνέπεια όσων αναφέρθηκαν, το κυβερνητικό αφήγημα, χωρίς να δημιουργεί κάποιο ισχυρό ρεύμα στην κοινωνία, μοιάζει σχετικά «λογικό» και σίγουρα χωρίς ισχυρό ή έστω υπαρκτό αντίπαλο. Ο πραγματισμός έχει εγκατασταθεί για τα καλά, με τη μορφή ενός ρεαλισμού ελλείψει άλλου σχεδίου. Η αμφισβήτησή του, δεν μπορεί σίγουρα να γίνει με τετριμμένες πρακτικές και συνθήματα, είναι πολύ δύσκολο έργο με σύνθετες προϋποθέσεις. Όσο κι αν ισχύει ότι η ίδια η πραγματικότητα θα δημιουργεί μάλλον περισσότερο έδαφος για αμφισβήτηση παρά για εφησυχασμό.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιώργος Παπαϊωάννου: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου