Του Δημήτρη Ουλή
Coolies ονομάζονται ήδη από τον 17ο αιώνα οι ανειδίκευτοι εργάτες ή αχθοφόροι των σιδηρόδρομων της νότιας Ασίας οι οποίοι συνηθίζουν, καταπώς λέει το τραγούδι, να τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρι. Μαθαίνουμε ωστόσο από την αγγλική Wikipedia ότι «coolie is now regarded as derogatory or a racial slur», δηλαδή ότι η λέξη αποδίδει σήμερα ένα μειωτικό και εν γένει ρατσιστικό στίγμα σε εκείνον στον οποίο απευθύνεται.
Λέγοντας, για παράδειγμα σε κάποιον «είσαι κούλης», τον υποβιβάζουμε αυτόχρημα φυλετικά και κοινωνικά. Επ’ ευκαιρία λοιπόν της πρώτης στήλης του φετεινού ακαδημαϊκού έτους, θα ήθελα να εξομολογηθώ την ανακούφισή μου που με λένε λένε Ουλή και όχι Κούλη. Είναι πολύ βαρύ πράγμα το ίδιο σου το όνομα να σημαίνει βρισιά.
Εν μέσω του πιο άχαρου ίσως μήνα του χρόνου, προσπαθώ να κρατήσω μέσα μου άσβεστο τον απόηχο του καλοκαιριού. Αλλά με όσα συμβαίνουν γύρω σου και όσα φτάνουν ως τα αυτιά σου, είναι αδύνατον να αγιάσεις. Ο κομματικός απολογητής σπεύδει αμέσως να σου αντιτείνει: «ενώ με τους προηγούμενους ήταν καλύτερα, ε;».
Η θρασύτητα της μανούβρας (τόσο φτηνή και τόσο συνηθισμένη πλέον στο δημόσιο πολιτικό λόγο), με κάνει κυριολεκτικά να δαιμονίζομαι. Είναι σαν να κατηγορείς τον Αλ Καπόνε για τις εγκληματικές του πράξεις, κι εκείνος να σου απαντά: «ενώ ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης είναι καλύτερος, ε;». ΄Οχι, υποκόπανε, δεν είναι καλύτερος. Αλλά επειδή οι προηγούμενοι ήταν απόπατος, δεν σημαίνει ότι οι τωρινοί είναι το αγλάϊσμα της οικουμένης. Η ηλιθιότητα του άλλου, δεν σε απαλάσσει από τη δική σου ηλιθιότητα. Ούτε η διαφθορά του αντιπάλου σου, συνεπάγεται αυτόχρημα τη δική σου ηθικότητα.
Μια μέρα του Αυγούστου, η κόρη μου με ρώτησε γιατί στη θάλασσα δεν υπάρχουν γοργόνες. «΄Εχω ψάξει σε όλες τις παραλίες με τη μάσκα μου», μου είπε, «αλλά δεν έχω δει καμία». Πρόκειται για την πιο ενδιαφέρουσα ίσως ερώτηση που άκουσα καθόλη τη διάρκεια του καλοκαιριού. «Δεν ξέρω, κοριτσάρα μου. Κι εγώ την ίδια απορία έχω». Off the record, πάντως, μπαίνω στον πειρασμό να υποθέσω ότι οι γοργόνες αποσύρθηκαν στα ενδότερα των ωκεανών διότι δεν άντεξαν άλλο το θάμβος της ανάπτυξης και την ορμητική φορά της κανονικότητας. Αμα η κόρη μου μεγαλώσει, ελπίζω να το καταλάβει καλύτερα.
Κατά τα υπόλοιπα, όλα καλά, όλα ανθηρά. Κι αν βάλουμε όλοι ένα χεράκι («όλοι μαζί μπορούμε!») για να καθαρίσουν εντελώς τα Εξάρχεια από τις σκόνες και τα σκουπίδια, είμαι σίγουρος ότι σε ανύποπτο χρόνο θα ξαναγίνουμε μια χώρα ευρωπαϊκή.
Πηγή: e-dromos.gr
Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Coolies ονομάζονται ήδη από τον 17ο αιώνα οι ανειδίκευτοι εργάτες ή αχθοφόροι των σιδηρόδρομων της νότιας Ασίας οι οποίοι συνηθίζουν, καταπώς λέει το τραγούδι, να τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρι. Μαθαίνουμε ωστόσο από την αγγλική Wikipedia ότι «coolie is now regarded as derogatory or a racial slur», δηλαδή ότι η λέξη αποδίδει σήμερα ένα μειωτικό και εν γένει ρατσιστικό στίγμα σε εκείνον στον οποίο απευθύνεται.
Λέγοντας, για παράδειγμα σε κάποιον «είσαι κούλης», τον υποβιβάζουμε αυτόχρημα φυλετικά και κοινωνικά. Επ’ ευκαιρία λοιπόν της πρώτης στήλης του φετεινού ακαδημαϊκού έτους, θα ήθελα να εξομολογηθώ την ανακούφισή μου που με λένε λένε Ουλή και όχι Κούλη. Είναι πολύ βαρύ πράγμα το ίδιο σου το όνομα να σημαίνει βρισιά.
Εν μέσω του πιο άχαρου ίσως μήνα του χρόνου, προσπαθώ να κρατήσω μέσα μου άσβεστο τον απόηχο του καλοκαιριού. Αλλά με όσα συμβαίνουν γύρω σου και όσα φτάνουν ως τα αυτιά σου, είναι αδύνατον να αγιάσεις. Ο κομματικός απολογητής σπεύδει αμέσως να σου αντιτείνει: «ενώ με τους προηγούμενους ήταν καλύτερα, ε;».
Η θρασύτητα της μανούβρας (τόσο φτηνή και τόσο συνηθισμένη πλέον στο δημόσιο πολιτικό λόγο), με κάνει κυριολεκτικά να δαιμονίζομαι. Είναι σαν να κατηγορείς τον Αλ Καπόνε για τις εγκληματικές του πράξεις, κι εκείνος να σου απαντά: «ενώ ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης είναι καλύτερος, ε;». ΄Οχι, υποκόπανε, δεν είναι καλύτερος. Αλλά επειδή οι προηγούμενοι ήταν απόπατος, δεν σημαίνει ότι οι τωρινοί είναι το αγλάϊσμα της οικουμένης. Η ηλιθιότητα του άλλου, δεν σε απαλάσσει από τη δική σου ηλιθιότητα. Ούτε η διαφθορά του αντιπάλου σου, συνεπάγεται αυτόχρημα τη δική σου ηθικότητα.
Μια μέρα του Αυγούστου, η κόρη μου με ρώτησε γιατί στη θάλασσα δεν υπάρχουν γοργόνες. «΄Εχω ψάξει σε όλες τις παραλίες με τη μάσκα μου», μου είπε, «αλλά δεν έχω δει καμία». Πρόκειται για την πιο ενδιαφέρουσα ίσως ερώτηση που άκουσα καθόλη τη διάρκεια του καλοκαιριού. «Δεν ξέρω, κοριτσάρα μου. Κι εγώ την ίδια απορία έχω». Off the record, πάντως, μπαίνω στον πειρασμό να υποθέσω ότι οι γοργόνες αποσύρθηκαν στα ενδότερα των ωκεανών διότι δεν άντεξαν άλλο το θάμβος της ανάπτυξης και την ορμητική φορά της κανονικότητας. Αμα η κόρη μου μεγαλώσει, ελπίζω να το καταλάβει καλύτερα.
Κατά τα υπόλοιπα, όλα καλά, όλα ανθηρά. Κι αν βάλουμε όλοι ένα χεράκι («όλοι μαζί μπορούμε!») για να καθαρίσουν εντελώς τα Εξάρχεια από τις σκόνες και τα σκουπίδια, είμαι σίγουρος ότι σε ανύποπτο χρόνο θα ξαναγίνουμε μια χώρα ευρωπαϊκή.
Πηγή: e-dromos.gr
Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου