Κόσμος
Στα απόνερα της εκλογής Τραμπ, αναλύσεις δίνουν και παίρνουν για τη στάση των ΗΠΑ στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους, με «ανησυχίες», προειδοποιήσεις, ακόμα και «προσδοκίες» από τα στρατόπεδα που συγκρούονται.
Ο Τραμπ όμως δεν έπεσε από τον ουρανό. Ούτε περίμενε κανείς την εκλογή του για να «διαβάσει» την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, όπου το κράτος έχει συνέχεια και η στρατηγική του καθορίζεται από τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: Την αντιπαράθεση με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευτεί και η σκληρή ενδοαστική διαπάλη που εκφράστηκε προεκλογικά στις ΗΠΑ, για το ποια οικονομική πολιτική και ποιες διεθνείς συμμαχίες μπορούν να θωρακίσουν τα συμφέροντα του αμερικάνικου κεφαλαίου απέναντι στους ανταγωνιστές, στο φόντο μάλιστα μιας επερχόμενης νέας καπιταλιστικής κρίσης.
Ανεξάρτητα λοιπόν από προσαρμογές, η κυβέρνηση Τραμπ θα υπερασπιστεί με όλα τα μέσα τα αμερικάνικα μονοπώλια, ρίχνοντας κι άλλο «λάδι στη φωτιά» των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, οι οποίες ευθύνονται για τα 50 και πλέον ενεργά πολεμικά μέτωπα στον πλανήτη, τα περισσότερα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Υπάρχει άλλωστε η προηγούμενη θητεία του, όπου έδωσε δείγματα γραφής για το πώς σκοπεύει να κάνει την Αμερική «μεγάλη ξανά»: Με τη στρατιωτική και οικονομική πυγμή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και με εργαλείο το «παγκόσμιο ΝΑΤΟ», εστιάζοντας στην αντιπαράθεση με την Κίνα και προσπαθώντας να βάλει εμπόδια στη συγκρότηση και τη συνοχή του ευρασιατικού ιμπεριαλιστικού μετώπου.
Θυμίζουμε ότι ο Τραμπ ήταν αυτός που πρώτος αναγνώρισε το 2017 την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Εναν χρόνο μετά μετέφερε εκεί την αμερικάνικη πρεσβεία, κάνοντας σινιάλο για να ακολουθήσουν κι άλλα «δυτικά» κράτη.
Τώρα, μετά την επανεκλογή του, δηλώνει ότι θα επιδιώξει τον τερματισμό του πολέμου «με μια γρήγορη νίκη του Ισραήλ», στην οποία οι ΗΠΑ θα συμβάλουν με κάθε μέσο, όπως έκαναν μέχρι τώρα, σπέρνοντας τη φωτιά του πολέμου σε όλη την περιοχή.
Επί προηγούμενης θητείας Τραμπ, οι ΗΠΑ όξυναν το μέτωπο με το Ιράν, που το αντιμετωπίζουν ως πρωταγωνιστή στον «άξονα του κακού»: Αποχώρησαν με πολεμικές απειλές από την Πυρηνική Συμφωνία (JCPOA) το 2018 και κλιμάκωσαν την πολιτική της «μέγιστης πίεσης», με οικονομικές και στρατιωτικές κυρώσεις.
Η ένταση κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί τον Γενάρη του 2020. Οι «συμφωνίες του Αβραάμ» ήταν επίσης μια πρωτοβουλία των ΗΠΑ για την ενίσχυση του ρόλου του Ισραήλ και την απομόνωση του Ιράν.
Αλλά και στον Ινδο-Ειρηνικό η επιθετικότητα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού απέναντι στην Κίνα και στους συμμάχους της «ανέβηκε πίστα» επί Τραμπ. Η στρατιωτική παρουσία των Αμερικανών ενισχύθηκε, και αναβαθμίστηκε η «αμυντική συνεργασία» με συμμάχους τους, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία.
Οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη Συμφωνία του Ειρηνικού για το Εμπόριο (TPP) και ακολούθησαν πιο επιθετική οικονομική πολιτική απέναντι στην Κίνα, επιβάλλοντας δασμούς εκατοντάδων δισ. δολαρίων. Παράλληλα ενίσχυσαν την πίεση για τον περιορισμό των κινεζικών επενδύσεων σε χώρες του ευρωατλαντικού μπλοκ και της τεχνολογικής εξάπλωσης σε στρατηγικούς τομείς, όπως τα δίκτυα 5G.
Στην Ευρώπη, τέλος, η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ πρωταγωνίστησε στην ενίσχυση των ΝΑΤΟικών στρατιωτικών δυνάμεων και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που οδήγησαν στην όξυνση της αντιπαράθεσης Ρωσίας - Ουκρανίας, με κατάληξη τη σύγκρουση ΝΑΤΟ - Ρωσίας. Σήμερα, μπροστά και στο αδιέξοδο «επί του πεδίου» για τις ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις, η στρατηγική των ΗΠΑ προσαρμόζεται στον στόχο της αποδυνάμωσης των σχέσεων Κίνας - Ρωσίας.
Οι λαοί, λοιπόν, μόνο τα χειρότερα έχουν μπροστά τους. Πολύ περισσότερο που οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστών και οι συγκρούσεις τους για την αναδιανομή πηγών και δρόμων Ενέργειας και Εμπορίου, αγορών και σφαιρών επιρροής, έχουν οξυνθεί κατακόρυφα το διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη θητεία Τραμπ.
Στην εποχή μας, που το παλιό σάπισε και το καινούργιο είναι ώριμο πλέον να γεννηθεί, ελπίδα είναι μόνο η πάλη των λαών ενάντια στο κεφάλαιο, στις κυβερνήσεις και στις διεθνείς συμμαχίες του, για την ανατροπή του σάπιου καπιταλισμού, που σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο και «ειρήνη» είναι συνώνυμος της βαρβαρότητας, της φρίκης, της εκμετάλλευσης.
Στα απόνερα της εκλογής Τραμπ, αναλύσεις δίνουν και παίρνουν για τη στάση των ΗΠΑ στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους, με «ανησυχίες», προειδοποιήσεις, ακόμα και «προσδοκίες» από τα στρατόπεδα που συγκρούονται.
Ο Τραμπ όμως δεν έπεσε από τον ουρανό. Ούτε περίμενε κανείς την εκλογή του για να «διαβάσει» την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, όπου το κράτος έχει συνέχεια και η στρατηγική του καθορίζεται από τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: Την αντιπαράθεση με την Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευτεί και η σκληρή ενδοαστική διαπάλη που εκφράστηκε προεκλογικά στις ΗΠΑ, για το ποια οικονομική πολιτική και ποιες διεθνείς συμμαχίες μπορούν να θωρακίσουν τα συμφέροντα του αμερικάνικου κεφαλαίου απέναντι στους ανταγωνιστές, στο φόντο μάλιστα μιας επερχόμενης νέας καπιταλιστικής κρίσης.
Ανεξάρτητα λοιπόν από προσαρμογές, η κυβέρνηση Τραμπ θα υπερασπιστεί με όλα τα μέσα τα αμερικάνικα μονοπώλια, ρίχνοντας κι άλλο «λάδι στη φωτιά» των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, οι οποίες ευθύνονται για τα 50 και πλέον ενεργά πολεμικά μέτωπα στον πλανήτη, τα περισσότερα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Υπάρχει άλλωστε η προηγούμενη θητεία του, όπου έδωσε δείγματα γραφής για το πώς σκοπεύει να κάνει την Αμερική «μεγάλη ξανά»: Με τη στρατιωτική και οικονομική πυγμή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και με εργαλείο το «παγκόσμιο ΝΑΤΟ», εστιάζοντας στην αντιπαράθεση με την Κίνα και προσπαθώντας να βάλει εμπόδια στη συγκρότηση και τη συνοχή του ευρασιατικού ιμπεριαλιστικού μετώπου.
Θυμίζουμε ότι ο Τραμπ ήταν αυτός που πρώτος αναγνώρισε το 2017 την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Εναν χρόνο μετά μετέφερε εκεί την αμερικάνικη πρεσβεία, κάνοντας σινιάλο για να ακολουθήσουν κι άλλα «δυτικά» κράτη.
Τώρα, μετά την επανεκλογή του, δηλώνει ότι θα επιδιώξει τον τερματισμό του πολέμου «με μια γρήγορη νίκη του Ισραήλ», στην οποία οι ΗΠΑ θα συμβάλουν με κάθε μέσο, όπως έκαναν μέχρι τώρα, σπέρνοντας τη φωτιά του πολέμου σε όλη την περιοχή.
Επί προηγούμενης θητείας Τραμπ, οι ΗΠΑ όξυναν το μέτωπο με το Ιράν, που το αντιμετωπίζουν ως πρωταγωνιστή στον «άξονα του κακού»: Αποχώρησαν με πολεμικές απειλές από την Πυρηνική Συμφωνία (JCPOA) το 2018 και κλιμάκωσαν την πολιτική της «μέγιστης πίεσης», με οικονομικές και στρατιωτικές κυρώσεις.
Η ένταση κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί τον Γενάρη του 2020. Οι «συμφωνίες του Αβραάμ» ήταν επίσης μια πρωτοβουλία των ΗΠΑ για την ενίσχυση του ρόλου του Ισραήλ και την απομόνωση του Ιράν.
Αλλά και στον Ινδο-Ειρηνικό η επιθετικότητα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού απέναντι στην Κίνα και στους συμμάχους της «ανέβηκε πίστα» επί Τραμπ. Η στρατιωτική παρουσία των Αμερικανών ενισχύθηκε, και αναβαθμίστηκε η «αμυντική συνεργασία» με συμμάχους τους, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία.
Οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη Συμφωνία του Ειρηνικού για το Εμπόριο (TPP) και ακολούθησαν πιο επιθετική οικονομική πολιτική απέναντι στην Κίνα, επιβάλλοντας δασμούς εκατοντάδων δισ. δολαρίων. Παράλληλα ενίσχυσαν την πίεση για τον περιορισμό των κινεζικών επενδύσεων σε χώρες του ευρωατλαντικού μπλοκ και της τεχνολογικής εξάπλωσης σε στρατηγικούς τομείς, όπως τα δίκτυα 5G.
Στην Ευρώπη, τέλος, η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ πρωταγωνίστησε στην ενίσχυση των ΝΑΤΟικών στρατιωτικών δυνάμεων και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που οδήγησαν στην όξυνση της αντιπαράθεσης Ρωσίας - Ουκρανίας, με κατάληξη τη σύγκρουση ΝΑΤΟ - Ρωσίας. Σήμερα, μπροστά και στο αδιέξοδο «επί του πεδίου» για τις ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις, η στρατηγική των ΗΠΑ προσαρμόζεται στον στόχο της αποδυνάμωσης των σχέσεων Κίνας - Ρωσίας.
Οι λαοί, λοιπόν, μόνο τα χειρότερα έχουν μπροστά τους. Πολύ περισσότερο που οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστών και οι συγκρούσεις τους για την αναδιανομή πηγών και δρόμων Ενέργειας και Εμπορίου, αγορών και σφαιρών επιρροής, έχουν οξυνθεί κατακόρυφα το διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη θητεία Τραμπ.
Στην εποχή μας, που το παλιό σάπισε και το καινούργιο είναι ώριμο πλέον να γεννηθεί, ελπίδα είναι μόνο η πάλη των λαών ενάντια στο κεφάλαιο, στις κυβερνήσεις και στις διεθνείς συμμαχίες του, για την ανατροπή του σάπιου καπιταλισμού, που σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο και «ειρήνη» είναι συνώνυμος της βαρβαρότητας, της φρίκης, της εκμετάλλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου