Καθημερινά, αφιερώνουμε πάνω από δύο ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συλλογικά, δισεκατομμύρια ώρες σε πλατφόρμες που υπόσχονται σύνδεση αλλά μας οδηγούν σε κάτι πολύ πιο επικίνδυνο: τον διχασμό. Με σχεδόν 5 δισεκατομμύρια χρήστες παγκοσμίως, αυτές οι πλατφόρμες διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, τις πολιτιστικές νόρμες και, εν τέλει, τη δημοκρατία. Οι αλγόριθμοί τους έχουν γίνει οι απόλυτοι κλειδοκράτορες, αποφασίζοντας τι βλέπουμε, τι μοιραζόμαστε και με τι ασχολούμαστε. Και έχουν ανακαλύψει κάτι κυνικό και ανησυχητικό: το διχαστικό περιεχόμενο “πουλάει”.
Ωστόσο, μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης αποκαλύπτει ότι το περιεχόμενο που γίνεται viral είναι ακριβώς αυτό που οι περισσότεροι από εμάς θέλουμε να βλέπουμε λιγότερο. Η μελέτη, σε δείγμα πολιτών των ΗΠΑ, τεκμηριώνει μια επίμονη αλλά ανησυχητική αλήθεια: οι χρήστες πιστεύουν ότι οι πλατφόρμες ενισχύουν περιεχόμενο βασισμένο σε αρνητικά συναισθήματα, παραπληροφόρηση και ηθική αγανάκτηση. Παρότι αυτό το περιεχόμενο είναι πιο πιθανό να γίνει viral, οι χρήστες από όλο το πολιτικό φάσμα δηλώνουν πως δεν θέλουν να το βλέπουν. Αντίθετα, επιθυμούν πιο λεπτομερές, ακριβές και εκπαιδευτικό περιεχόμενο – αλλά οι πλατφόρμες αποτυγχάνουν να το προωθήσουν.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Η απάντηση είναι απλή: η προσοχή μας αξίζει δισεκατομμύρια. Η “οικονομία της προσοχής” δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο· είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζονται πλατφόρμες όπως το Facebook, το Instagram και το TikTok, που στοχεύουν να κρατούν τους χρήστες συνδεδεμένους όσο το δυνατόν περισσότερο. Κάθε scroll, like ή share αποφέρει έσοδα, και τίποτα δεν προκαλεί μεγαλύτερη εμπλοκή από την αγανάκτηση. Σύμφωνα με την έρευνα, ένα τυπικό post στο Facebook που περιέχει ηθικο-συναισθηματικές λέξεις όπως “μίσος” ή “κατηγορία” έχει 20% περισσότερες πιθανότητες να κοινοποιηθεί. Αντίθετα, περιεχόμενο που απευθύνεται στη λογική, τη λεπτομέρεια ή ακόμη και στη θετικότητα δυσκολεύεται να τραβήξει την προσοχή.
Οι αλγόριθμοι, λοιπόν, ανταμείβουν τον φόβο, τον θυμό και την πολωτική ρητορική. Η μελέτη του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: το 70% των ανθρώπων πιστεύει ότι το διχαστικό και συναισθηματικά έντονο περιεχόμενο κυριαρχεί στις ροές ειδήσεών τους. Περιεχόμενο που επικρίνει την αντίθετη πολιτική ομάδα έχει 67% περισσότερες πιθανότητες να κοινοποιηθεί. Δεν είναι τυχαίο που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μετατραπεί σε πεδία μάχης· οι πλατφόρμες είναι προγραμματισμένες να ενισχύουν τις πιο φανατικές φωνές. Ωστόσο, το 86% των χρηστών θα προτιμούσε να βλέπει περισσότερο θετικό, εκπαιδευτικό και αληθινό περιεχόμενο. Αλλά αυτό το περιεχόμενο μένει στο περιθώριο, θαμμένο κάτω από σωρούς clickbait και παραπληροφόρησης.
Αν οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης είναι τόσο αντιδημοφιλείς ως προς τον τρόπο που ενισχύουν τον διχασμό, γιατί δεν αλλάζουν; Η απάντηση βρίσκεται στο επιχειρηματικό τους μοντέλο. Το Facebook κέρδισε πάνω από 116 δις. δολάρια το 2022, κυρίως από διαφημίσεις που προβάλλονταν σε χρήστες που ασχολούνταν με συναισθηματικά φορτισμένο περιεχόμενο. Το διχαστικό περιεχόμενο είναι χρυσωρυχείο για τους διαφημιστές, διασφαλίζοντας ότι οι χρήστες παραμένουν αφοσιωμένοι αρκετά για να δουν περισσότερες διαφημίσεις. Το αποτέλεσμα; Ένα σύστημα που ανταμείβει την αφοσίωση με κάθε κόστος, ακόμη και εις βάρος της συλλογικής μας ψυχικής υγείας.
Υπάρχει, όμως, ένα παράδοξο: ενώ οι αλγόριθμοι προωθούν διχαστικό περιεχόμενο, δεν είναι αυτό που πραγματικά θέλουμε. Η μελέτη υποδεικνύει ότι οι άνθρωποι ασχολούνται με περιεχόμενο που δεν επιθυμούν, λόγω αλγόριθμων που εκμεταλλεύονται τις παρορμητικές μας συμπεριφορές – ένα φαινόμενο γνωστό ως “αλγοριθμική εξάρτηση”. Μπορεί να μην θέλουμε να δούμε μια πολωτική ανάρτηση για έναν πολιτικό αντίπαλο, αλλά ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να αντισταθεί στην παρόρμηση να εμπλακεί. Αυτό αποκαλύπτει ένα σοβαρό ελάττωμα στον τρόπο που οι πλατφόρμες ερμηνεύουν τις προτιμήσεις μας: δίνουν προτεραιότητα σε ό,τι κρατά την προσοχή μας, όχι σε ό,τι μας ωφελεί πραγματικά.
Η μελέτη υπογραμμίζει ότι σχεδόν το 80% του περιεχομένου στο X παράγεται από μόλις το 10% των χρηστών, πολλοί εκ των οποίων ανήκουν στις πιο πολιτικά ακραίες ομάδες. Αυτή η δυναμική δίνει υπερβολική ισχύ σε μια μειοψηφία, κάνοντας τις πλατφόρμες να φαίνονται πιο εχθρικές και πολωμένες απ’ όσο είναι πραγματικά. Το αποτέλεσμα είναι ένα “φαινόμενο ηχούς”, όπου οι πιο δυνατές, εξοργισμένες φωνές κυριαρχούν, διχάζοντας περαιτέρω τον δημόσιο διάλογο.
Η λύση; Το πρώτο βήμα είναι η διαφάνεια και ο έλεγχος. Η μελέτη δείχνει ότι το 92% των χρηστών θέλει να γνωρίζει πώς λειτουργούν οι αλγόριθμοι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και να έχει τον έλεγχο του τι βλέπει. Φανταστείτε αν οι πλατφόρμες επέτρεπαν στους χρήστες να προσαρμόζουν τις ροές τους, δίνοντας προτεραιότητα στο περιεχόμενο που αντανακλά τις πραγματικές τους αξίες, αντί για αυτό που οι αλγόριθμοι θεωρούν ότι θα προκαλέσει περισσότερη εμπλοκή. Το Facebook δοκίμασε κάτι παρόμοιο, επιτρέποντας στους χρήστες να υποβαθμίζουν αναρτήσεις που θεωρούσαν “κακά για τον κόσμο”. Όταν όμως η αφοσίωση έπεσε κατακόρυφα, εγκατέλειψαν γρήγορα το πείραμα.
Αν οι πλατφόρμες δεν αυτορυθμίζονται, μπορεί η νομοθεσία να κάνει τη δουλειά; Η μελέτη αποκαλύπτει ότι το 53% των ανθρώπων πιστεύει πως πρέπει να περάσουν νόμοι που θα ελέγχουν πώς οι αλγόριθμοι επιλέγουν το περιεχόμενο. Προτάσεις όπως το “Filter Bubble Transparency Act” στις ΗΠΑ επιδιώκουν να δώσουν στους χρήστες τη δύναμη να ξεφύγουν από τον αλγοριθμικό χειρισμό και να ξανακερδίσουν τον έλεγχο της ψηφιακής τους εμπειρίας. Αλλά θα είναι αυτό αρκετό για να διαλύσει μια βιομηχανία τρισεκατομμυρίων δολαρίων που βασίζεται στην εκμετάλλευση της προσοχής μας;
Το μέλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εξαρτάται από την αναδιαμόρφωση του επιχειρηματικού τους μοντέλου. Τι θα γινόταν αν, αντί να ανταμείβουν την αφοσίωση, οι πλατφόρμες αντάμειβαν την εμπιστοσύνη, την ακρίβεια και τη λεπτομέρεια; Το κοινό σαφώς επιθυμεί ένα διαφορετικό ψηφιακό οικοσύστημα, όπου η ποιότητα υπερέχει του διχασμού και όπου η ουσιαστική συζήτηση αντικαθιστά την οργή.
Οι αριθμοί δείχνουν τι πάει στραβά: δισεκατομμύρια χρήστες, εκατομμύρια αναρτήσεις και αλγόριθμοι που δίνουν προτεραιότητα στην οργή. Αλλά η λύση ίσως βρίσκεται στην κατανόηση της δύναμης που έχουμε ως χρήστες. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι τόσο διχαστικά όσο τους επιτρέπουμε να είναι. Είμαστε έτοιμοι να τα επανακτήσουμε; Αν όχι, διακινδυνεύουμε να αφήσουμε τους αλγόριθμους να υπαγορεύουν όχι μόνο τι βλέπουμε, αλλά και σε τι μεταμορφωνόμαστε – μια ακόμη διχαστική ανάρτηση τη φορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου