Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Φάδερ, φοργκίβ μι

Του Κωνσταντίνου Νάκκα

Πατέρα,

Άκουσες τα νέα; Τρία χρόνια τώρα, εδώ στην Αθήνα, στην κοιτίδα του πολιτισμού, κάτω από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, λαός έρχεται από παντού, από τη Θράκη και την Μακεδονία, από την άκρη του Αιγαίου μέχρι τα Επτάνησα, από τις βουνοκορφές της Ηπείρου μέχρι τις πανέμορφες ακρογιαλιές της Πελοποννήσου και της ηρωικής Κρήτης, από την μακρινή ξενιτιά.

Έρχονται με πλοία, με αεροπλάνα, με κάθε τρόπο, πεζοί, ακόμα και σε αναπηρικές καρέκλες. Ηλικιωμένοι, σαν τις αιωνόβιες ελιές και νέοι σαν την αυγή.

Όλοι αυτοί έρχονται πατέρα, για να εκφράσουν την αγανάκτησή τους για έναν άνθρωπο που τους οδήγησε στην εξαθλίωση αλλά που είχε όμως ένα σπουδαίο πατέρα, όπως λένε, τον άνθρωπο που τους βοήθησε, τον άνθρωπο που αγάπησαν.

Άκουσες τα νέα;

Λένε ότι αυτός ο άνθρωπος ξέχασε τα γνωστά, τα ξεχασμένα πράγματα για τα οποία ο πατέρα του αγωνίστηκε, όπως την δημοκρατία, την παιδεία, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ειρήνη και την ισότητα.

Λένε ότι αυτός ο άνθρωπος έγινε ένα με τους δυνατούς και τους κραταιούς και δεν τους τρόμαξε όπως ο πατέρας του, ότι όχι απλά δεν ενδιαφέρθηκε για τους φτωχούς, τους ξενιτεμένους και τους κατατρεγμένους αλλά τους πολέμησε και τους εξαθλίωσε, σε αντίθεση με τον πατέρα του.

Λένε ότι αυτός ο άνθρωπος έριξε στάχτη στα μάτια του λαού με φράσεις όπως «Εθνική ανεξαρτησία» «Ο λαός στην εξουσία» «Η Ελλάδα στους Έλληνες», εκχωρώντας με την υπογραφή του την Εθνική μας Κυριαρχία και Ανεξαρτησία, καταπατώντας το Σύνταγμα και τους Νόμους, εκδιώκοντας τον Λαό από την εξουσία, υλοποιώντας το σχέδιο ώστε «Η Ελλάδα να μην ανήκει στους Έλληνες».

Πατέρα,

Αυτός ο άνδρας, λένε όλοι, δεν έμαθε τίποτα σημαντικό από τον πατέρα του, ούτε από τον παππού του. Δεν έμαθε για το μεγάλο ταξίδι προς την Ιθάκη παρά μονάχα για τον τρομερό Ποσειδώνα, τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, την Κίρκη, τη Σκύλα και τη Χάρυβδη. Κατόπιν αυτός δεν δίδαξε με τη σειρά του όπως εσύ, τα δικά του παιδιά τις δικές του αναζητήσεις, τις δικές του Ιθάκες. Να διδάξει τι, όλοι λένε. Ποιο περήφανο ταξίδι;

Πατέρα,

Έφυγες από τον κόσμο μαχητής, όρθιος, λεβέντης, με αξιοπρέπεια. Δεν έφυγες σιωπηλά μέσα στο βαθύ σκοτάδι της νύχτας όπως λένε για μένα.

Έφυγες με το θόρυβο χιλιάδων φωνών: «Θα ζεις στην καρδιά μας» και όχι με τις ιαχές ενός ολόκληρου λαού να φωνάζει: «Αέρα, αέρα να φύγει η χολέρα.»

Έφυγες με τα χειροκροτήματα ενός ολόκληρου λαού και όχι με το βραβείο της ανοικτής παλάμης που μου απονέμεται σε κάθε δημόσια εμφάνισή μου.

Θα θέλανε όλοι να συνεχίσουν μαζί σου το περήφανο ταξίδι της Ιθάκης αλλά εσύ δεν υπάρχεις πια. Εγώ είμαι εδώ αλλά κανείς δεν με θέλει στο καράβι, ούτε καν να με βλέπει μπροστά του.

Πατέρα, θα ‘θελα έστω και τώρα να μπορούσα να σου μιλήσω. Έστω για λίγο. Θέλω να σου μιλήσω με τον ίδιο τρόπο όπως κάθε φορά που συνέβαινε κάτι σημαντικό.

Τα νέα είναι τα εξής:

Ο γιός ενός σπουδαίου άνδρα, ενός μεγάλου επαναστάτη, ο γιός του πατέρα μου, πρόσδωσε την Ελλάδα. Και θέλω να σου πω και κάτι ακόμα: Δεν με αγαπούν. Όλοι μαζευτήκανε εδώ στην πλατεία και με φωνάζουν προδότη. Όλοι, λένε ότι ορφάνεψαν από Ελλάδα και μου καταλογίζουν την ευθύνη.

Γεια σου, πατέρα και …συγνώμη αν σε πρόδωσα.

Από το Κωνσταντίνος Νάκκας