Του Shir Hever
Tο Ισραήλ μπορεί να είναι μία σχετικά μικρή χώρα αλλά αποτελεί τον μεγαλύτερο κατά κεφαλήν εξαγωγέα όπλων στον κόσμο. Οι ισραηλινές εταιρείες όπλων έχουν το πλεονέκτημα στην προώθηση των προϊόντων τους σε όλο τον κόσμο επειδή μπορούν να ισχυριστούν ότι έχουν δοκιμαστεί σε πραγματική μάχη.
Ανώτεροι αξιωματικοί του ισραηλινού στρατού συχνά ακολουθούν μια δεύτερη σταδιοδρομία στη βιομηχανία όπλων μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία και ως στρατιώτες έχουν ήδη τη δυνατότητα να προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στους μελλοντικούς εργοδότες τους δοκιμάζοντας τα οπλικά συστήματα που αναπτύσσονται από τις εταιρείες όπλων, πείθοντας την ισραηλινή κυβέρνηση και το κοινό για την αναγκαιότητα αυτών των τεχνολογιών στην επίτευξη στρατιωτικής νίκης και εγκωμιάζοντας τις εταιρείες που παράγουν αυτά τα όπλα.
Εμπορικές εκθέσεις για στρατιωτική τεχνολογία και εξοπλισμό εθνικής ασφάλειας συνιστούν κοινό τόπο στο Ισραήλ, ειδικά μετά από κάθε επιχείρηση βομβαρδισμών ή/και εισβολής στη Γάζα. Η γραμμή διαφήμισης που επαναλαμβάνεται από τις εταιρείες σε αυτές τις εκθέσεις για να προωθήσουν τα εμπορεύματά τους είναι ότι «οι IDF χρησιμοποιούν ήδη αυτήν την τεχνολογία.»
Η ισραηλινή βιομηχανία όπλων λειτουργεί σε στενή συνεργασία με την μεγαλύτερη αδελφή της στις ΗΠΑ. Η στρατιωτική βοήθεια που παρέχουν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ εξασφαλίζει αυτή τη συνεργασία ενώ κάθε σύρραξη στη Μέση Ανατολή συνεισφέρει περισσότερο στα κέρδη των μεγάλων εταιρειών όπλων των ΗΠΑ (όπως η Boeing, η General Motors, η Lockheed Martin και η Raytheon) παρά στις ισραηλινές εταιρείες όπλων.
Οι πόλεμοι έχουν πολιτικό κόστος και οι περισσότεροι τομείς της ισραηλινής οικονομίας, που δεν είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τη βιομηχανία όπλων, υποφέρουν από τη μόνιμη αντιπαράθεση στην οποία έχει εμπλακεί το Ισραήλ. Ο αγώνας για την κατανομή των περιορισμένων δημόσιων πόρων έχει ενταθεί όλα αυτά τα χρόνια και ενώ το Υπουργείο Άμυνας εξακολουθεί να απαιτεί ένα αυξημένο μερίδιο της πίτας το ευρύ κοινό είναι απογοητευμένο με το στάσιμο ή ακόμα και επιδεινούμενο βιοτικό του επίπεδο. Αυτή η δυσαρέσκεια κορυφώθηκε με τις κοινωνικές διαμαρτυρίες τα καλοκαίρια του 2011 και 2012. Μολαταύτα κάθε έκκληση στο Ισραήλ για περικοπές στον αμυντικό προϋπολογισμό φιμώνεται με βία, βία εναντίον των Παλαιστινίων ή εναντίον των Λιβανέζων. Όταν πνέουν οι άνεμοι του πολέμου, παύει κάθε συζήτηση για μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού.
Μετά τον πόλεμο του 2006 ενάντια στον Λίβανο, που υπήρξε μια ταπείνωση για τον ισραηλινό στρατό, η ισραηλινή κυβέρνηση προσπάθησε να εστιάσει την επίθεσή της στη Λωρίδα της Γάζας. Η Γάζα είναι μικρή, περίκλειστη και πυκνοκατοικημένη, και χωρίς τη δυνατότητα να αμυνθεί σε σύγκριση με την ικανότητα της Χεζμπολάχ να υπερασπιστεί το Λίβανο το 2006.
Από τότε ένα σαφές σχέδιο διαμορφώθηκε, σύμφωνα με το οποίο ο ισραηλινός στρατός εξαπολύει μια επίθεση κατά της Γάζας κάθε 2 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο ο στρατός αποφεύγει επιτυχώς τις περικοπές στον προϋπολογισμό, οι εταιρείες όπλων αυξάνουν τα κέρδη τους και μέχρι το 2012 οι εξαγωγές ισραηλινών όπλων έφτασαν σε ένα ύψος 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Στην προηγούμενη επίθεση του Νοεμβρίου 2012, την ‘’επιχείρηση Αμυντικός Πυλώνας’’, το αστέρι της παράστασης ήταν το αντιπυραυλικό σύστημα ‘’Σιδηρούς Θόλος’’. Οι πύραυλοι του ‘’Σιδηρού Θόλου’’, που κοστίζουν 50-100 χιλιάδες δολάρια ο καθένας, αναχαίτισαν τις αυτοσχέδιες ρουκέτες από τη Γάζα που κοστίζουν λίγο περισσότερο από 1.000 δολάρια για να κατασκευαστούν. Το σύστημα πρόσφερε με επιτυχία στους Ισραηλινούς πολίτες τη δυνατότητα να συνεχίσουν την καθημερινή τους ζωή ενώ ανυπεράσπιστοι άνθρωποι στη Γάζα σκοτώνονταν έτσι απλά, επίτευγμα που φαντάζει ελκυστικό σε πολλές κυβερνήσεις και στρατούς σε όλο τον κόσμο.
Το αίτημά τους για ισραηλινά όπλα βασίζεται σε έναν τέτοιο ασύμμετρο πόλεμο. Το κόμμα της Χαμάς στη Γάζα το αντιλαμβάνεται πλήρως αυτό και έτσι προσπάθησε να σπάσει τον κύκλο. Πρόσφερε μια εκεχειρία στην αρχή της ισραηλινής επίθεσης με δεκαετή παύση των επιθέσεων κατά του Ισραήλ ως αντάλλαγμα για την άρση του αποκλεισμού. Η πρόταση φάνηκε να είναι αυτό που ήθελε η ισραηλινή κυβέρνηση. Τελικά οι Ισραηλινοί δικαιολόγησαν τον αποκλεισμό απλώς ως ένα μέτρο προστασίας ενάντια στις επιθέσεις των Παλαιστινίων και η Χαμάς ήξερε ότι το Ισραήλ ποτέ δεν θα δεχόταν την προσφορά της. Η ισραηλινή βιομηχανία όπλων θα έχανε το προβάδισμα αν ήταν επί 10 χρόνια να μην μπορεί να δοκιμάζει τα όπλα της.
Μπροστά στην εκτεταμένη καταστροφή στη Γάζα και τους 2.000 νεκρούς, ενδεχομένως να παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι αυτός ο πόλεμος το καλοκαίρι του 2014 δεν ήταν εύκολος ούτε για την ισραηλινή πλευρά. Όχι μόνο ο πόλεμος αυτός προκάλεσε σοβαρή ζημιά στην ισραηλινή οικονομία, αλλά ακόμη έδειξε ότι παρά την ανώτερη στρατιωτική τεχνολογία του το Ισραήλ δεν μπορεί να νικήσει τη Χαμάς και δεν μπορεί να πετύχει τους στρατηγικούς του στόχους.
Η υπερβολική βία που άσκησαν οι ισραηλινοί στρατιώτες αποδεικνύει πώς η εικόνα της “χειρουργικής ακρίβειας” για την οποία καυχιούνταν οι εταιρείες αξίζει ελάχιστα όταν ένας ολόκληρος πληθυσμός υπό κατοχή έχει κάθε λόγο να ξεσηκωθεί εναντίον της ισραηλινής κυριαρχίας και ο καθένας είναι ύποπτος.
Χωρίς μηχανισμούς για την πειθάρχηση των ισραηλινών στρατιωτών, οι οποίοι στρέφουν τα πυρά τους σε αμάχους, οι Ισραηλινοί στρατιώτες γίνονται όλο και πιο βάναυσοι και ο κατάλογος των φρικαλεοτήτων μακραίνει περισσότερο. Οι όποιες ελπίδες ότι το προηγμένο οπλοστάσιο θα επέτρεπε στο Ισραήλ να διεξάγει έναν “καθαρό” πόλεμο, να αποφύγει τις πολιτικές και νομικές επιπτώσεις από τους μαζικούς θανάτους αμάχων, διαψεύστηκαν. Ήδη το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία και ακόμη και οι ΗΠΑ έκαναν κάποια βήματα προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από την ισραηλινή βιομηχανία όπλων και να αυξήσουν τον έλεγχο στα φορτία όπλων προς το Ισραήλ.
Ωστόσο οι ισραηλινές οικονομικές εφημερίδες δημοσίευσαν μια σειρά από άρθρα σχετικά με τις νέες συμβάσεις που υπέγραψαν οι ισραηλινές εταιρείες όπλων και την αντλούμενη χρηματοδότηση με μεγάλης κλίμακας έκδοση ομολόγων από εταιρείες όπως η Elbit Systems και η IAI. Ο Bezhalel Machlis, διευθύνων σύμβουλος της Elbit Systems, ανέφερε σε συνέντευξή του ότι όλα τα προϊόντα της Elbit έχουν χρησιμοποιηθεί στην τρέχουσα επιχείρηση στη Γάζα. Όμως ο ισραηλινός στρατός δεν έχει δοκιμάσει ισραηλινής παραγωγής όπλα σε έναν συμβατικό πόλεμο για πάνω από σαράντα χρόνια. Ο ισραηλινός στρατός ειδικεύεται στον ασύμμετρο πόλεμο, στην καταστολή διαμαρτυριών και αντάρτικων ομάδων. Ως εκ τούτου, η ζήτηση για ισραηλινά όπλα είναι μεγαλύτερη μεταξύ κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν μεγάλη ανισότητα και κοινωνική αναταραχή. Δεν είναι τυχαίο ότι οι καλύτεροι αγοραστές των ισραηλινών όπλων είναι η Ινδία, η Βραζιλία και οι ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα, η Λωρίδα της Γάζας μετατρέπεται περισσότερο σε ένα εργαστήριο δοκιμών για τα ισραηλινά εκρηκτικά. Πρόκειται για ένα εργαστήριο για ένα κοινωνικό πείραμα κατά το οποίο ένας ολόκληρος λαός είναι έγκλειστος και απομονωμένος, ελέγχεται από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα και συντηρείται χάρη στη διεθνή βοήθεια (για την οποία το Ισραήλ δεν χρειάζεται να πληρώσει τίποτα). Οι εταιρείες όπλων υπόσχονται ότι έχουν τα μέσα για να περιορίσουν την παλαιστινιακή αντίσταση και να κρατήσουν υποταγμένο τον πληθυσμό. Αλλά αν πετύχουν, και συνεχίσουν να πωλούν τα όπλα τους σε άλλες χώρες, αναρωτιέται κανείς ποιοι θα είναι οι επόμενοι που θα υπόκεινται σε αυτήν την πολιτική περιορισμού.
O Shir Hever είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και οικονομολόγος στο Κέντρο Εναλλακτικής Πληροφόρησης. [Σημ. στο παρελθόν είχε έρθει στην Ελλάδα ως προσκεκλημένος του Συλλόγου Ιντιφάντα για εκδηλώσεις]
Άρθρο μεταφρασμένο από το Middle East Eye
Από το intifadagr.wordpress.com
Οι εμπορικοί υπολογισμοί της βιομηχανίας όπλων παίζουν καταλυτικό ρόλο στις πολιτικές του Ισραήλ απέναντι στη Λωρίδα της Γάζας.
Tο Ισραήλ μπορεί να είναι μία σχετικά μικρή χώρα αλλά αποτελεί τον μεγαλύτερο κατά κεφαλήν εξαγωγέα όπλων στον κόσμο. Οι ισραηλινές εταιρείες όπλων έχουν το πλεονέκτημα στην προώθηση των προϊόντων τους σε όλο τον κόσμο επειδή μπορούν να ισχυριστούν ότι έχουν δοκιμαστεί σε πραγματική μάχη.
Ανώτεροι αξιωματικοί του ισραηλινού στρατού συχνά ακολουθούν μια δεύτερη σταδιοδρομία στη βιομηχανία όπλων μετά την αποχώρησή τους από την υπηρεσία και ως στρατιώτες έχουν ήδη τη δυνατότητα να προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στους μελλοντικούς εργοδότες τους δοκιμάζοντας τα οπλικά συστήματα που αναπτύσσονται από τις εταιρείες όπλων, πείθοντας την ισραηλινή κυβέρνηση και το κοινό για την αναγκαιότητα αυτών των τεχνολογιών στην επίτευξη στρατιωτικής νίκης και εγκωμιάζοντας τις εταιρείες που παράγουν αυτά τα όπλα.
Εμπορικές εκθέσεις για στρατιωτική τεχνολογία και εξοπλισμό εθνικής ασφάλειας συνιστούν κοινό τόπο στο Ισραήλ, ειδικά μετά από κάθε επιχείρηση βομβαρδισμών ή/και εισβολής στη Γάζα. Η γραμμή διαφήμισης που επαναλαμβάνεται από τις εταιρείες σε αυτές τις εκθέσεις για να προωθήσουν τα εμπορεύματά τους είναι ότι «οι IDF χρησιμοποιούν ήδη αυτήν την τεχνολογία.»
Η ισραηλινή βιομηχανία όπλων λειτουργεί σε στενή συνεργασία με την μεγαλύτερη αδελφή της στις ΗΠΑ. Η στρατιωτική βοήθεια που παρέχουν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ εξασφαλίζει αυτή τη συνεργασία ενώ κάθε σύρραξη στη Μέση Ανατολή συνεισφέρει περισσότερο στα κέρδη των μεγάλων εταιρειών όπλων των ΗΠΑ (όπως η Boeing, η General Motors, η Lockheed Martin και η Raytheon) παρά στις ισραηλινές εταιρείες όπλων.
Γάζα ο εύκολος στόχος
Οι πόλεμοι έχουν πολιτικό κόστος και οι περισσότεροι τομείς της ισραηλινής οικονομίας, που δεν είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τη βιομηχανία όπλων, υποφέρουν από τη μόνιμη αντιπαράθεση στην οποία έχει εμπλακεί το Ισραήλ. Ο αγώνας για την κατανομή των περιορισμένων δημόσιων πόρων έχει ενταθεί όλα αυτά τα χρόνια και ενώ το Υπουργείο Άμυνας εξακολουθεί να απαιτεί ένα αυξημένο μερίδιο της πίτας το ευρύ κοινό είναι απογοητευμένο με το στάσιμο ή ακόμα και επιδεινούμενο βιοτικό του επίπεδο. Αυτή η δυσαρέσκεια κορυφώθηκε με τις κοινωνικές διαμαρτυρίες τα καλοκαίρια του 2011 και 2012. Μολαταύτα κάθε έκκληση στο Ισραήλ για περικοπές στον αμυντικό προϋπολογισμό φιμώνεται με βία, βία εναντίον των Παλαιστινίων ή εναντίον των Λιβανέζων. Όταν πνέουν οι άνεμοι του πολέμου, παύει κάθε συζήτηση για μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού.
Μετά τον πόλεμο του 2006 ενάντια στον Λίβανο, που υπήρξε μια ταπείνωση για τον ισραηλινό στρατό, η ισραηλινή κυβέρνηση προσπάθησε να εστιάσει την επίθεσή της στη Λωρίδα της Γάζας. Η Γάζα είναι μικρή, περίκλειστη και πυκνοκατοικημένη, και χωρίς τη δυνατότητα να αμυνθεί σε σύγκριση με την ικανότητα της Χεζμπολάχ να υπερασπιστεί το Λίβανο το 2006.
Από τότε ένα σαφές σχέδιο διαμορφώθηκε, σύμφωνα με το οποίο ο ισραηλινός στρατός εξαπολύει μια επίθεση κατά της Γάζας κάθε 2 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο ο στρατός αποφεύγει επιτυχώς τις περικοπές στον προϋπολογισμό, οι εταιρείες όπλων αυξάνουν τα κέρδη τους και μέχρι το 2012 οι εξαγωγές ισραηλινών όπλων έφτασαν σε ένα ύψος 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όχι τόσο εύκολος στόχος πλέον
Στην προηγούμενη επίθεση του Νοεμβρίου 2012, την ‘’επιχείρηση Αμυντικός Πυλώνας’’, το αστέρι της παράστασης ήταν το αντιπυραυλικό σύστημα ‘’Σιδηρούς Θόλος’’. Οι πύραυλοι του ‘’Σιδηρού Θόλου’’, που κοστίζουν 50-100 χιλιάδες δολάρια ο καθένας, αναχαίτισαν τις αυτοσχέδιες ρουκέτες από τη Γάζα που κοστίζουν λίγο περισσότερο από 1.000 δολάρια για να κατασκευαστούν. Το σύστημα πρόσφερε με επιτυχία στους Ισραηλινούς πολίτες τη δυνατότητα να συνεχίσουν την καθημερινή τους ζωή ενώ ανυπεράσπιστοι άνθρωποι στη Γάζα σκοτώνονταν έτσι απλά, επίτευγμα που φαντάζει ελκυστικό σε πολλές κυβερνήσεις και στρατούς σε όλο τον κόσμο.
Το αίτημά τους για ισραηλινά όπλα βασίζεται σε έναν τέτοιο ασύμμετρο πόλεμο. Το κόμμα της Χαμάς στη Γάζα το αντιλαμβάνεται πλήρως αυτό και έτσι προσπάθησε να σπάσει τον κύκλο. Πρόσφερε μια εκεχειρία στην αρχή της ισραηλινής επίθεσης με δεκαετή παύση των επιθέσεων κατά του Ισραήλ ως αντάλλαγμα για την άρση του αποκλεισμού. Η πρόταση φάνηκε να είναι αυτό που ήθελε η ισραηλινή κυβέρνηση. Τελικά οι Ισραηλινοί δικαιολόγησαν τον αποκλεισμό απλώς ως ένα μέτρο προστασίας ενάντια στις επιθέσεις των Παλαιστινίων και η Χαμάς ήξερε ότι το Ισραήλ ποτέ δεν θα δεχόταν την προσφορά της. Η ισραηλινή βιομηχανία όπλων θα έχανε το προβάδισμα αν ήταν επί 10 χρόνια να μην μπορεί να δοκιμάζει τα όπλα της.
Μπροστά στην εκτεταμένη καταστροφή στη Γάζα και τους 2.000 νεκρούς, ενδεχομένως να παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι αυτός ο πόλεμος το καλοκαίρι του 2014 δεν ήταν εύκολος ούτε για την ισραηλινή πλευρά. Όχι μόνο ο πόλεμος αυτός προκάλεσε σοβαρή ζημιά στην ισραηλινή οικονομία, αλλά ακόμη έδειξε ότι παρά την ανώτερη στρατιωτική τεχνολογία του το Ισραήλ δεν μπορεί να νικήσει τη Χαμάς και δεν μπορεί να πετύχει τους στρατηγικούς του στόχους.
Η υπερβολική βία που άσκησαν οι ισραηλινοί στρατιώτες αποδεικνύει πώς η εικόνα της “χειρουργικής ακρίβειας” για την οποία καυχιούνταν οι εταιρείες αξίζει ελάχιστα όταν ένας ολόκληρος πληθυσμός υπό κατοχή έχει κάθε λόγο να ξεσηκωθεί εναντίον της ισραηλινής κυριαρχίας και ο καθένας είναι ύποπτος.
Χωρίς μηχανισμούς για την πειθάρχηση των ισραηλινών στρατιωτών, οι οποίοι στρέφουν τα πυρά τους σε αμάχους, οι Ισραηλινοί στρατιώτες γίνονται όλο και πιο βάναυσοι και ο κατάλογος των φρικαλεοτήτων μακραίνει περισσότερο. Οι όποιες ελπίδες ότι το προηγμένο οπλοστάσιο θα επέτρεπε στο Ισραήλ να διεξάγει έναν “καθαρό” πόλεμο, να αποφύγει τις πολιτικές και νομικές επιπτώσεις από τους μαζικούς θανάτους αμάχων, διαψεύστηκαν. Ήδη το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία και ακόμη και οι ΗΠΑ έκαναν κάποια βήματα προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από την ισραηλινή βιομηχανία όπλων και να αυξήσουν τον έλεγχο στα φορτία όπλων προς το Ισραήλ.
Ανισότητα και πολεμικά οφέλη
Ωστόσο οι ισραηλινές οικονομικές εφημερίδες δημοσίευσαν μια σειρά από άρθρα σχετικά με τις νέες συμβάσεις που υπέγραψαν οι ισραηλινές εταιρείες όπλων και την αντλούμενη χρηματοδότηση με μεγάλης κλίμακας έκδοση ομολόγων από εταιρείες όπως η Elbit Systems και η IAI. Ο Bezhalel Machlis, διευθύνων σύμβουλος της Elbit Systems, ανέφερε σε συνέντευξή του ότι όλα τα προϊόντα της Elbit έχουν χρησιμοποιηθεί στην τρέχουσα επιχείρηση στη Γάζα. Όμως ο ισραηλινός στρατός δεν έχει δοκιμάσει ισραηλινής παραγωγής όπλα σε έναν συμβατικό πόλεμο για πάνω από σαράντα χρόνια. Ο ισραηλινός στρατός ειδικεύεται στον ασύμμετρο πόλεμο, στην καταστολή διαμαρτυριών και αντάρτικων ομάδων. Ως εκ τούτου, η ζήτηση για ισραηλινά όπλα είναι μεγαλύτερη μεταξύ κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν μεγάλη ανισότητα και κοινωνική αναταραχή. Δεν είναι τυχαίο ότι οι καλύτεροι αγοραστές των ισραηλινών όπλων είναι η Ινδία, η Βραζιλία και οι ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα, η Λωρίδα της Γάζας μετατρέπεται περισσότερο σε ένα εργαστήριο δοκιμών για τα ισραηλινά εκρηκτικά. Πρόκειται για ένα εργαστήριο για ένα κοινωνικό πείραμα κατά το οποίο ένας ολόκληρος λαός είναι έγκλειστος και απομονωμένος, ελέγχεται από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα και συντηρείται χάρη στη διεθνή βοήθεια (για την οποία το Ισραήλ δεν χρειάζεται να πληρώσει τίποτα). Οι εταιρείες όπλων υπόσχονται ότι έχουν τα μέσα για να περιορίσουν την παλαιστινιακή αντίσταση και να κρατήσουν υποταγμένο τον πληθυσμό. Αλλά αν πετύχουν, και συνεχίσουν να πωλούν τα όπλα τους σε άλλες χώρες, αναρωτιέται κανείς ποιοι θα είναι οι επόμενοι που θα υπόκεινται σε αυτήν την πολιτική περιορισμού.
O Shir Hever είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και οικονομολόγος στο Κέντρο Εναλλακτικής Πληροφόρησης. [Σημ. στο παρελθόν είχε έρθει στην Ελλάδα ως προσκεκλημένος του Συλλόγου Ιντιφάντα για εκδηλώσεις]
Άρθρο μεταφρασμένο από το Middle East Eye
Από το intifadagr.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου