Της Παναγιώτας Μπλέτα
Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί και πρέπει να εξασφαλίσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη στη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, διατηρώντας απαράβατα τις κόκκινες γραμμές που έχει θέσει.
Η Ε.Ε. διαθέτει έναν ξεπερασμένο κώδικα επικοινωνίας και συμπεριφοράς τον οποίο προσπαθεί να επιβάλλει στα κράτη-μέλη, σε έναν αγώνα εδραίωσης μιας αμφισβητούμενης εξουσίας που ακουμπάει στην λεηλάτηση των εισοδημάτων των φτωχότερων τάξεων. Σύμμαχοί τους σε αυτήν την προσπάθεια, αποτελούν οι πολιτικές και οικονομικές τάξεις που τρέφονται από την ανακατανομή των εισοδημάτων των πολλών.
Και αυτό δεν αποτελεί δυστυχώς ζήτημα συμβολισμών, αλλά μιας σαθρής ουσίας, πάνω στην οποία οικοδομήθηκε όλο το Ευρωπαικό εγχείρημα.
Εκεί σκοντάφτουν και οι διαπραγματεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης με την ΕΕ.
Οι διαπραγματεύσεις δεν θα έπρεπε να αποτελούν ένα παιχνίδι διπλωματίας, αντιστοιχισμένο σε φίλους και αντιπάλους, αλλά μια σοβαρή προσέγγιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ, προκειμένου να σταθεί στα πόδια της.
Είναι λάθος προσέγγιση να θεωρούμε, ότι η Ελλάδα σε αυτή τη συγκυρία χρειάζεται περισσότερους φίλους και λιγότερους αντιπάλους, αποκτημένους από την δουλοπρεπικής της συμπεριφορά.
Πραγματικοί φίλοι είναι εκείνοι, που όχι μόνο μπορούν να αναγνωρίσουν τα προβλήματα της Ελλάδας σήμερα, αλλά και να πάρουν θέση υπέρ δικαίου. Πραγματικοί αντίπαλοι είναι εκείνοι που υπερασπίζονται τις πολιτικές που προηγουμένως έχουν μελετήσει καλά. Δυστυχώς σε αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχουν ούτε πραγματικοί φίλοι, ούτε πραγματικοί αντίπαλοι, διότι εάν συνέβαινε αυτό οι διαπραγματεύσεις θα είχαν ήδη ολοκληρωθεί με επιτυχία, όχι μόνο προς όφελος της Ελλάδας, αλλά ολόκληρης της ΕΕ.
Αυτό καθιστά αυτόματα τις διαπραγματεύσεις άνισες και την υιοθέτηση αθέμιτων μέσων παγιωμένη τακτική, όπως προκύπτει εξάλλου και από την τρέχουσα πραγματικότητα.
Ως δράση -αντίδραση τα αντανακλαστικά της κοινωνίας αυξάνουν την αντίσταση της, με ταχύτητα που μπορεί να προκαλέσει πολλά ατυχήματα στο δρόμο προς την τεκμηρίωση του «εφικτού» που φαίνεται να αποτελεί και το στρατηγικό επιχείρημα της παρωχημένης πολιτικής σέχτας, που ηγείται σήμερα στην ΕΕ, αλλά διαθέτει και θυγατρικές στα κατά τόπους κράτη-μέλη.
Τα προβλήματα της Ελλάδας δεν αφορούν μόνο εκείνη, αλλά και όλες τις χώρες που υποβαστάζονται να λειτουργήσουν, προκειμένου να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης σε ένα σύστημα που μειονεκτεί από πλευράς αποτελεσματικής διαχείρισης των κρίσεων.
Η φτώχεια , η ανεργία, η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών και η λεηλάτηση του εθνικού πλούτου, έχουν αντικαταστήσει σήμερα τις σημαίες στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, ως και αποτελούν πια τα εθνικά σύμβολα της Ευρωπαικής οικογένειας.
Αν αυτό από μόνο του δεν αποτελεί κίνητρο για να αλλάξει συνολικά η Ευρωπαική πολιτική, τι μπορούν να σου κάνουν τα στημένα παιχνίδια διπλωματίας παρά να μπλοφάρουν εις βάρος σου…
Όσο για την «πολυφωνία» της αριστεράς, ή της λαικής δεξιάς, που για μερικούς τείνει να αποπροσανατολίσει το παιχνίδι, ίσως αποτελεί την μόνη ελπίδα για να ισορροπήσουμε επιτέλους ανάμεσα σε αυτά που κατέχουμε και σε αυτά που θα έπρεπε να κατέχουμε και αποτελεί έτσι και την ασφαλιστική δικλείδα, προκειμένου να μην μετατραπεί και αυτή Κυβερνητική εξουσία σε παραεξουσία…
Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί και πρέπει να εξασφαλίσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη στη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, διατηρώντας απαράβατα τις κόκκινες γραμμές που έχει θέσει.
Η Ε.Ε. διαθέτει έναν ξεπερασμένο κώδικα επικοινωνίας και συμπεριφοράς τον οποίο προσπαθεί να επιβάλλει στα κράτη-μέλη, σε έναν αγώνα εδραίωσης μιας αμφισβητούμενης εξουσίας που ακουμπάει στην λεηλάτηση των εισοδημάτων των φτωχότερων τάξεων. Σύμμαχοί τους σε αυτήν την προσπάθεια, αποτελούν οι πολιτικές και οικονομικές τάξεις που τρέφονται από την ανακατανομή των εισοδημάτων των πολλών.
Και αυτό δεν αποτελεί δυστυχώς ζήτημα συμβολισμών, αλλά μιας σαθρής ουσίας, πάνω στην οποία οικοδομήθηκε όλο το Ευρωπαικό εγχείρημα.
Εκεί σκοντάφτουν και οι διαπραγματεύσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης με την ΕΕ.
Οι διαπραγματεύσεις δεν θα έπρεπε να αποτελούν ένα παιχνίδι διπλωματίας, αντιστοιχισμένο σε φίλους και αντιπάλους, αλλά μια σοβαρή προσέγγιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ, προκειμένου να σταθεί στα πόδια της.
Είναι λάθος προσέγγιση να θεωρούμε, ότι η Ελλάδα σε αυτή τη συγκυρία χρειάζεται περισσότερους φίλους και λιγότερους αντιπάλους, αποκτημένους από την δουλοπρεπικής της συμπεριφορά.
Πραγματικοί φίλοι είναι εκείνοι, που όχι μόνο μπορούν να αναγνωρίσουν τα προβλήματα της Ελλάδας σήμερα, αλλά και να πάρουν θέση υπέρ δικαίου. Πραγματικοί αντίπαλοι είναι εκείνοι που υπερασπίζονται τις πολιτικές που προηγουμένως έχουν μελετήσει καλά. Δυστυχώς σε αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχουν ούτε πραγματικοί φίλοι, ούτε πραγματικοί αντίπαλοι, διότι εάν συνέβαινε αυτό οι διαπραγματεύσεις θα είχαν ήδη ολοκληρωθεί με επιτυχία, όχι μόνο προς όφελος της Ελλάδας, αλλά ολόκληρης της ΕΕ.
Αυτό καθιστά αυτόματα τις διαπραγματεύσεις άνισες και την υιοθέτηση αθέμιτων μέσων παγιωμένη τακτική, όπως προκύπτει εξάλλου και από την τρέχουσα πραγματικότητα.
Ως δράση -αντίδραση τα αντανακλαστικά της κοινωνίας αυξάνουν την αντίσταση της, με ταχύτητα που μπορεί να προκαλέσει πολλά ατυχήματα στο δρόμο προς την τεκμηρίωση του «εφικτού» που φαίνεται να αποτελεί και το στρατηγικό επιχείρημα της παρωχημένης πολιτικής σέχτας, που ηγείται σήμερα στην ΕΕ, αλλά διαθέτει και θυγατρικές στα κατά τόπους κράτη-μέλη.
Τα προβλήματα της Ελλάδας δεν αφορούν μόνο εκείνη, αλλά και όλες τις χώρες που υποβαστάζονται να λειτουργήσουν, προκειμένου να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης σε ένα σύστημα που μειονεκτεί από πλευράς αποτελεσματικής διαχείρισης των κρίσεων.
Η φτώχεια , η ανεργία, η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών και η λεηλάτηση του εθνικού πλούτου, έχουν αντικαταστήσει σήμερα τις σημαίες στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, ως και αποτελούν πια τα εθνικά σύμβολα της Ευρωπαικής οικογένειας.
Αν αυτό από μόνο του δεν αποτελεί κίνητρο για να αλλάξει συνολικά η Ευρωπαική πολιτική, τι μπορούν να σου κάνουν τα στημένα παιχνίδια διπλωματίας παρά να μπλοφάρουν εις βάρος σου…
Όσο για την «πολυφωνία» της αριστεράς, ή της λαικής δεξιάς, που για μερικούς τείνει να αποπροσανατολίσει το παιχνίδι, ίσως αποτελεί την μόνη ελπίδα για να ισορροπήσουμε επιτέλους ανάμεσα σε αυτά που κατέχουμε και σε αυτά που θα έπρεπε να κατέχουμε και αποτελεί έτσι και την ασφαλιστική δικλείδα, προκειμένου να μην μετατραπεί και αυτή Κυβερνητική εξουσία σε παραεξουσία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου