Του Σπύρου Παναγιώτου
Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις – Ώρα ν’ ανοίξουμε δημόσια συζήτηση για τις μεγάλες ανάγκες διεξόδου και αναγέννησης της χώρας, της κοινωνίας, του λαού
Το ύψος των προσδοκιών μελών, στελεχών, ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, του ίδιου του λαού συνεχώς ψαλιδίζεται, προσαρμόζεται προς τα κάτω. Το βασανιστικό ερώτημα για πολλούς δεν αφορά το αν είναι δυνατό να υπάρξει «έντιμη συμφωνία» με τους δανειστές. Ούτε καν αν υπάρχουν ή κατά πόσο θα διασωθούν οι περίφημες «κόκκινες γραμμές». Το «βασανιστικό» ερώτημα που απασχολεί πια τους πιο παρατηρητικούς είναι αν η επικείμενη συμφωνία καταφέρει, έστω και προσωρινά, να περιέχει όρους που θα δίνουν κάποια προσχήματα ώστε να μπορούμε να δικαιολογήσουμε τη χρησιμότητα του εγχειρήματός μας.
Η προσπάθεια να κατανοήσουμε σε πιο σημείο βρισκόμαστε, γιατί και πώς φτάσαμε ως εδώ, τι μπορούμε να κάνουμε έχει προϋποθέσεις. Απαιτείται να θέσουμε με ειλικρίνεια, ο καθένας στον εαυτό του, τα σωστά ερωτήματα. Και να πάρουμε θέση. Είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό ότι η Αριστερά θα εφαρμόσει, έστω και αναγκαστικά, μνημονιακές πολιτικές; Είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή η προσπάθεια μετάλλαξης της Αριστεράς σε Κεντροαριστερά;
Αυτό που συντελείται, αυτή τη στιγμή, είναι η προσπάθεια ακύρωσης μιας ιστορικής ευκαιρίας που γεννήθηκε στη χώρα την περίοδο των μνημονίων και της τροϊκανής επιτροπείας. Η ακύρωση της ιστορικής ευκαιρίας η χώρα να υπάρξει έξω από τους καταναγκασμούς και τους βρόχους της λιτότητας, της εξαθλίωσης του λαού, του μεταπρατισμού, της τύχης μιας χώρας που μετατρεπόταν σε χώρο, σε αποικία χρέους. Αυτή η ιστορική ευκαιρία διαμορφώθηκε με πρωταγωνιστή το λαό που ανέδειξε, έστω και λειψά, χωρίς βάθος και συνέχεια, προτάγματα και ανάγκες που δεν είχαν μέχρι τότε γίνει αντιληπτά, δεν υπήρχαν στα προγράμματα και τις συζητήσεις της Αριστεράς. Με πρωταγωνιστή το λαό, όχι κάποιον ηγέτη ούτε κάποιο κόμμα που συγκέντρωσε γύρω του την υποστήριξη της κοινωνίας. Έτσι ήρθε στο προσκήνιο ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η ακύρωση αυτής της ιστορικής ευκαιρίας συντελείται με την εξώθηση του ΣΥΡΙΖΑ να αποδεχθεί και να εφαρμόσει την εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών. Οι καθυστερήσεις και οι ελλείψεις, οι βεβαιότητες και αυταπάτες για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, κυρίως η πολύπλευρη αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής δύναμης της χώρας, οικονομικά και πολιτικά, διευκόλυναν ακόμα περισσότερο το σχέδιο των «εταίρων» μας. Η εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών σημαίνει πρώτιστα την υιοθέτηση ή αποδοχή επώδυνων, οικονομικά και κοινωνικά, μέτρων που συνεχίζουν την προδιαγεγραμμμένη νεοφιλελεύθερη πορεία. Σημαίνει ακόμα την αξιοποίηση, είτε ως αποτέλεσμα πιέσεων είτε ως κυβερνητικών επιλογών, του παλιού πολιτικού προσωπικού με πρόσφατη προσφορά στην υπηρέτηση των μνημονίων ή πρόθυμο να αποκτήσει γέφυρες με αυτές. Με πρόσχημα την αναζήτηση «ικανών τεχνοκρατών» στην πραγματικότητα έχουμε διεύρυνση των δεσμών με στελέχη της ΔΗΜΑΡ, του σημιτικού εκσυγχρονισμού, της καραμανλικής πτέρυγας κ.λπ., σε κρίσιμα κυβερνητικά πόστα με καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις. Έχουμε επιλογές και ανοίγματα που όχι μόνο δεν υπηρετούν ένα σχέδιο αποδέσμευσης της χώρας από τα μνημονιακά δεσμά, αλλά απενοχοποιούν το παλιό πολιτικό προσωπικό ανοίγοντας το δρόμο σε μια συνολική συστημική παλινόρθωση.
Η εξώθηση του ΣΥΡΙΖΑ στην αποδοχή εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών, με όποια ψήγματα κοινωνικής ευαισθησίας ή δικαιωμάτων, και η χρησιμοποίηση φιλο-μνημονιακού πολιτικού προσωπικού οδηγούν θέλοντας και μη σε μια εξάλλαξη, δηλαδή σε μια βαθιά, ριζική αλλαγή του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Μετασχηματίζει την Αριστερά σε κεντροαριστερά, ακυρώνοντας όχι μόνο το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά την ίδια την ιστορική ευκαιρία που παρουσιάστηκε στη χώρα. Το πραγματικό ζητούμενο είναι αυτή η πορεία να μπλοκαριστεί, να αποφευχθεί.
Από τη σημερινή παραλυτική αναμονή των εξελίξεων, από τις προσδοκίες ότι ίσως διασωθούν -έστω την τελευταία στιγμή- τα προσχήματα μέσω μιας «πολιτικής λύσης» είναι στιγμή να περάσουμε, μέλη, φίλοι, κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος σε μια πιο ενεργητική στάση. Η στιγμή απαιτεί να ανοίξουμε τη συζήτηση, δημόσια, σχετικά με τις μεγάλες ανάγκες διεξόδου και αναγέννησης της χώρας, της κοινωνίας, του λαού.
Αυτή η ανάγκη δεν υπηρετείται με επιστροφή στις εσωκομματικές πλατφόρμες. Δεν χωρά στις τροπολογίες και τις δημόσιες διαφοροποιήσεις. Ασφυκτιά στις επιλογές για ενίσχυση ή συγκρότηση νέων εσωτερικών «αριστερών αντιπολιτεύσεων» που αναπαράγουν τα στερεότυπα της αριστεράς και υπενθυμίζουν την αδυναμία της να κατανοήσει τις εξελίξεις και να ακυρώσει, όπως θα έπρεπε και θα μπορούσε, την πορεία των πραγμάτων.
Δυστυχώς στα δύσκολα πράγματα δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Ούτε συνθήματα ή μονόπλευρα οικονομικές επιλογές.
Σήμερα βοά η ανάγκη δημιουργίας ενός πολιτικού ρεύματος, ενός πολιτικού κινήματος που θα αφορά τους απλούς σκεπτόμενους ανθρώπους. Ενός πολιτικού κινήματος που συλλογικά θα αναμετρηθεί με τα στοιχειώδη ερωτήματα που έθεσε η εμπειρία των αγώνων και των προσδοκιών στα χρόνια της μνημονιακής επιτροπείας: Πώς μπορεί να υπάρξει πολιτικά, κοινωνικά, θεσμικά και ποια θέση θα έχει η χώρα διεθνώς έξω από τους μνημονιακούς-νεοφιλελεύθερους καταναγκασμούς.
Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, η συμβολή του καθένα σε αυτή τη δημόσια συζήτηση θα κρίνει τη πορεία των πραγμάτων. Από αυτή θα εξαρτηθεί αν ο πραγματικός πρωταγωνιστής των μεγάλων αλλαγών θα σφραγίσει με τη στάση του τις εξελίξεις, χειραφετημένος πρώτα απ’ όλα ο ίδιος από τα βάρη του παρελθόντος.
Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις – Ώρα ν’ ανοίξουμε δημόσια συζήτηση για τις μεγάλες ανάγκες διεξόδου και αναγέννησης της χώρας, της κοινωνίας, του λαού
Το ύψος των προσδοκιών μελών, στελεχών, ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, του ίδιου του λαού συνεχώς ψαλιδίζεται, προσαρμόζεται προς τα κάτω. Το βασανιστικό ερώτημα για πολλούς δεν αφορά το αν είναι δυνατό να υπάρξει «έντιμη συμφωνία» με τους δανειστές. Ούτε καν αν υπάρχουν ή κατά πόσο θα διασωθούν οι περίφημες «κόκκινες γραμμές». Το «βασανιστικό» ερώτημα που απασχολεί πια τους πιο παρατηρητικούς είναι αν η επικείμενη συμφωνία καταφέρει, έστω και προσωρινά, να περιέχει όρους που θα δίνουν κάποια προσχήματα ώστε να μπορούμε να δικαιολογήσουμε τη χρησιμότητα του εγχειρήματός μας.
Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε;
Η προσπάθεια να κατανοήσουμε σε πιο σημείο βρισκόμαστε, γιατί και πώς φτάσαμε ως εδώ, τι μπορούμε να κάνουμε έχει προϋποθέσεις. Απαιτείται να θέσουμε με ειλικρίνεια, ο καθένας στον εαυτό του, τα σωστά ερωτήματα. Και να πάρουμε θέση. Είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό ότι η Αριστερά θα εφαρμόσει, έστω και αναγκαστικά, μνημονιακές πολιτικές; Είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή η προσπάθεια μετάλλαξης της Αριστεράς σε Κεντροαριστερά;
Αυτό που συντελείται, αυτή τη στιγμή, είναι η προσπάθεια ακύρωσης μιας ιστορικής ευκαιρίας που γεννήθηκε στη χώρα την περίοδο των μνημονίων και της τροϊκανής επιτροπείας. Η ακύρωση της ιστορικής ευκαιρίας η χώρα να υπάρξει έξω από τους καταναγκασμούς και τους βρόχους της λιτότητας, της εξαθλίωσης του λαού, του μεταπρατισμού, της τύχης μιας χώρας που μετατρεπόταν σε χώρο, σε αποικία χρέους. Αυτή η ιστορική ευκαιρία διαμορφώθηκε με πρωταγωνιστή το λαό που ανέδειξε, έστω και λειψά, χωρίς βάθος και συνέχεια, προτάγματα και ανάγκες που δεν είχαν μέχρι τότε γίνει αντιληπτά, δεν υπήρχαν στα προγράμματα και τις συζητήσεις της Αριστεράς. Με πρωταγωνιστή το λαό, όχι κάποιον ηγέτη ούτε κάποιο κόμμα που συγκέντρωσε γύρω του την υποστήριξη της κοινωνίας. Έτσι ήρθε στο προσκήνιο ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η ακύρωση αυτής της ιστορικής ευκαιρίας συντελείται με την εξώθηση του ΣΥΡΙΖΑ να αποδεχθεί και να εφαρμόσει την εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών. Οι καθυστερήσεις και οι ελλείψεις, οι βεβαιότητες και αυταπάτες για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, κυρίως η πολύπλευρη αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής δύναμης της χώρας, οικονομικά και πολιτικά, διευκόλυναν ακόμα περισσότερο το σχέδιο των «εταίρων» μας. Η εμβάθυνση των μνημονιακών πολιτικών σημαίνει πρώτιστα την υιοθέτηση ή αποδοχή επώδυνων, οικονομικά και κοινωνικά, μέτρων που συνεχίζουν την προδιαγεγραμμμένη νεοφιλελεύθερη πορεία. Σημαίνει ακόμα την αξιοποίηση, είτε ως αποτέλεσμα πιέσεων είτε ως κυβερνητικών επιλογών, του παλιού πολιτικού προσωπικού με πρόσφατη προσφορά στην υπηρέτηση των μνημονίων ή πρόθυμο να αποκτήσει γέφυρες με αυτές. Με πρόσχημα την αναζήτηση «ικανών τεχνοκρατών» στην πραγματικότητα έχουμε διεύρυνση των δεσμών με στελέχη της ΔΗΜΑΡ, του σημιτικού εκσυγχρονισμού, της καραμανλικής πτέρυγας κ.λπ., σε κρίσιμα κυβερνητικά πόστα με καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις. Έχουμε επιλογές και ανοίγματα που όχι μόνο δεν υπηρετούν ένα σχέδιο αποδέσμευσης της χώρας από τα μνημονιακά δεσμά, αλλά απενοχοποιούν το παλιό πολιτικό προσωπικό ανοίγοντας το δρόμο σε μια συνολική συστημική παλινόρθωση.
Η εξώθηση του ΣΥΡΙΖΑ στην αποδοχή εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών, με όποια ψήγματα κοινωνικής ευαισθησίας ή δικαιωμάτων, και η χρησιμοποίηση φιλο-μνημονιακού πολιτικού προσωπικού οδηγούν θέλοντας και μη σε μια εξάλλαξη, δηλαδή σε μια βαθιά, ριζική αλλαγή του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Μετασχηματίζει την Αριστερά σε κεντροαριστερά, ακυρώνοντας όχι μόνο το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά την ίδια την ιστορική ευκαιρία που παρουσιάστηκε στη χώρα. Το πραγματικό ζητούμενο είναι αυτή η πορεία να μπλοκαριστεί, να αποφευχθεί.
Σενάρια και επιλογές
Από τη σημερινή παραλυτική αναμονή των εξελίξεων, από τις προσδοκίες ότι ίσως διασωθούν -έστω την τελευταία στιγμή- τα προσχήματα μέσω μιας «πολιτικής λύσης» είναι στιγμή να περάσουμε, μέλη, φίλοι, κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος σε μια πιο ενεργητική στάση. Η στιγμή απαιτεί να ανοίξουμε τη συζήτηση, δημόσια, σχετικά με τις μεγάλες ανάγκες διεξόδου και αναγέννησης της χώρας, της κοινωνίας, του λαού.
Αυτή η ανάγκη δεν υπηρετείται με επιστροφή στις εσωκομματικές πλατφόρμες. Δεν χωρά στις τροπολογίες και τις δημόσιες διαφοροποιήσεις. Ασφυκτιά στις επιλογές για ενίσχυση ή συγκρότηση νέων εσωτερικών «αριστερών αντιπολιτεύσεων» που αναπαράγουν τα στερεότυπα της αριστεράς και υπενθυμίζουν την αδυναμία της να κατανοήσει τις εξελίξεις και να ακυρώσει, όπως θα έπρεπε και θα μπορούσε, την πορεία των πραγμάτων.
Δυστυχώς στα δύσκολα πράγματα δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Ούτε συνθήματα ή μονόπλευρα οικονομικές επιλογές.
Σήμερα βοά η ανάγκη δημιουργίας ενός πολιτικού ρεύματος, ενός πολιτικού κινήματος που θα αφορά τους απλούς σκεπτόμενους ανθρώπους. Ενός πολιτικού κινήματος που συλλογικά θα αναμετρηθεί με τα στοιχειώδη ερωτήματα που έθεσε η εμπειρία των αγώνων και των προσδοκιών στα χρόνια της μνημονιακής επιτροπείας: Πώς μπορεί να υπάρξει πολιτικά, κοινωνικά, θεσμικά και ποια θέση θα έχει η χώρα διεθνώς έξω από τους μνημονιακούς-νεοφιλελεύθερους καταναγκασμούς.
Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, η συμβολή του καθένα σε αυτή τη δημόσια συζήτηση θα κρίνει τη πορεία των πραγμάτων. Από αυτή θα εξαρτηθεί αν ο πραγματικός πρωταγωνιστής των μεγάλων αλλαγών θα σφραγίσει με τη στάση του τις εξελίξεις, χειραφετημένος πρώτα απ’ όλα ο ίδιος από τα βάρη του παρελθόντος.
Από τον Δρόμο της Αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου