Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Ο παθητικός πολίτης καθυστερεί την Ανάσταση

Στέλιος Ελληνιάδης


Φέτος που πέφτει το Πάσχα τόσο αργά, είναι σαν σημαδούρα που ξεχωρίζει το χειμώνα από το καλοκαίρι. Αυτό που λέμε το τέλος της χειμερινής σεζόν. Και αμέσως μετά αρχίζει η νέα σεζόν, η καλοκαιρινή. Αυτό, βέβαια, στην καθημερινή ζωή, και στη ζωή του καθενός δεν είναι τόσο σχηματικό. Τέτοιου είδους διαχωρισμοί, πέρα από τη φυσική, την κλιματική τους διάσταση, κρύο-ζέστη, συννεφιά-ήλιος, είναι αρκετά αυθαίρετοι, γιατί αλλιώς αισθάνεται ένας μαθητής της τρίτης λυκείου που σε λίγες μέρες ξεκινάει τις εισαγωγικές εξετάσεις για τις ανώτερες σχολές και βρίσκεται κάτω από μεγάλη ψυχολογική πίεση κι αλλιώς κάποιος που έχει βγει στη σύνταξη κι αρχίζει να σκέφτεται ότι πλησιάζει η μέρα που θα αφήσει την πόλη και θα πάει είτε στο χωριό του είτε σε ένα εξοχικό παραθαλάσσιο που τον περιμένει. Αλλιώς νιώθει αυτές τις αλλαγές ένας άνεργος που ούτε διακοπές σκέφτεται με την αφραγκία που τον βασανίζει ούτε τον αγγίζουν οι αλλαγές των εποχών αφού το βασικό του πρόβλημα παραμένει άλυτο, αλλιώς κάποιος που περιμένει το καλοκαίρι για να ξεκινήσει μια δουλειά που έχει δεδομένη, είτε γιατί ασχολείται με τον τουρισμό είτε γιατί έχει βρει μια θέση στο εξωτερικό και ετοιμάζεται να φύγει για τη Γερμανία, την Ολλανδία ή το Ντουμπάι.

Αναζωπύρωση

Σε χρονιές περασμένες, που απομακρύνονται όλο και πιο πολύ από τη θύμησή μας, η κοινωνία δεν ήταν τόσο στραπατσαρισμένη από την κρίση ούτε τόσο κατακερματισμένη όσο είναι τώρα. Εντούτοις, και μόνο η αλλαγή της εποχής, το άπλετο και αψεγάδιαστο φως είναι μια ζωογόνα πηγή ενέργειας που μπορεί να επιδράσει ευεργετικά ακόμα και σε ανθρώπους στριμωγμένους και ζορισμένους. Και μπορεί να δώσει μεγαλύτερη δύναμη σε ανθρώπους που κρατάνε καλύτερα και μπορούν να στηρίξουν και τους κοντινούς τους, αν όχι οικονομικά, τουλάχιστον ψυχολογικά, φιλικά, συντροφικά, ανθρώπινα. Κι αυτό είναι ίσως κάτι που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει κανείς το Πάσχα, πέρα από τη θρησκευτική του διάσταση, που άλλους τους αφορά κι άλλους όχι. Κυρίως από την ευχαρίστηση που μπορεί να αντλήσει κανείς, εάν δεν έχει χαλάσει εντελώς, που λέει κι ο ποιητής, σκεφτόμενος τον άλλον, τον διπλανό, τον φίλο, τον συνάδερφο, τον συγγενή, τον μετανάστη ή τον πρόσφυγα, όποιον έχει ανάγκη από υποστήριξη. Και μ’ αυτή την έννοια, αυτό το καθυστερημένο χρονικά Πάσχα μπορεί να κάνει τη ζωή του καθενός από μας, σαν νέα αφετηρία, καλύτερη. Δηλαδή, αυτό το φως, το αυξημένο, που μας προσφέρει σε αφθονία η φύση να πιάσει τόπο στις ψυχές των ανθρώπων, τόσο αυτών που έχουν μεγάλες ανάγκες, όσο κι αυτών που μπορούν να σταθούν αλληλέγγυοι στους άλλους.

Το κύμα

Αυτός ο χειμώνας που πέρασε σίγουρα θα έχει αφήσει αν όχι σε όλους, στους περισσότερους, μια πικρή γεύση, λιγότερο ή περισσότερο έντονη. Οι πολιτικές ήταν τραγωδίες. Αλλά δεν έλειψαν και οι αναλαμπές. Όπως η αλληλεγγύη που εκδηλώθηκε για τους πρόσφυγες που φτάνουν τσακισμένοι από τους πολέμους και τα ριψοκίνδυνα ταξίδια και βρίσκονται αντιμέτωποι με την ψυχρότητα των βορείων, των Βαλκανίων και της Ευρώπης, που έχτισαν φράχτες και εφάρμοσαν απαγορεύσεις απάνθρωπες και αντίθετες στο πνεύμα του ανθρωπισμού και το γράμμα των διεθνών συμβάσεων. Αλληλεγγύη έμπρακτη από τους λίγους, τους πιο ενεργούς πολίτες, που τρέξανε να σώσουνε παιδιά που πνίγονταν, να σκεπάσουν οικογένειες που τουρτούριζαν και να ταΐσουν ταλαιπωρημένους ανθρώπους που πεινούσαν, αλλά και ένα περιβάλλον ανοχής της κοινωνίας πολύ ευρύτερο το οποίο αγκάλιασε σαν ασπίδα προστασίας όλο αυτό το κύμα των ξεριζωμένων.

Η κρίση σκοτώνει, η πόλη αντιστέκεται

Αλλά η ζωή δεν αποτελείται μόνο από υλικά πράγματα. Έχει ανάγκη κι από αισθήματα, έχει ανάγκη κι από τραγούδια, έχει ανάγκη κι από θεάματα, έχει ανάγκη κι από ποιήματα. Και απ’ αυτά τίποτα δεν έλειψε. Λιγόστεψαν αλλά δεν στέρεψαν. Ήτανε μια χειμερινή σεζόν κατά την οποία οι συγγραφείς συνέχισαν να γράφουν και οι εκδότες να εκδίδουν βιβλία, οι συνθέτες να συνθέτουν τραγούδια, οι μουσικοί να παίζουν στα πάλκα, οι σκηνοθέτες να κάνουν ταινίες και ντοκιμαντέρ, οι άνθρωποι του θεάτρου να ανεβάζουν έργα, οι ζωγράφοι να κάνουν εκθέσεις και οι χορευτές να στήνουν παραστάσεις.   Μόνο μέσα από τις εκπομπές μου στο Κόκκινο ανήγγειλα μέσα σε ένα οκτάμηνο πάνω από 200 εκδηλώσεις πάσης φύσεως, στην Αθήνα. Κι απ’ αυτές, περίπου 40, γίνανε σε μια αίθουσα, στη λέσχη «Δρόμοι Φιλίας και Πολιτισμού». Δηλαδή, θα σε όλη την Αθήνα, στη χειμερινή περίοδο, σίγουρα θα έγιναν αρκετές εκατοντάδες. Που σημαίνει ότι οι άνθρωποι που ασχολούνται με τα γράμματα και τις τέχνες ήταν παρόντες σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο. Και ήτανε στη διακριτική ευχέρεια του καθενός μας να αξιοποιήσει προς όφελός του αυτή τη δραστηριότητα. Που είναι ευεργετική ακόμα κι αν δεν συμμετέχει κανείς. Ευεργετική γιατί κανείς αλλιώς αισθάνεται σε μια πόλη που δεν γίνεται τίποτα κι αλλιώς σε μια πόλη που γίνονται πολλά, αφού ακόμα κι αν δεν μετέχεις, σου κάνει καλό να αισθάνεσαι ανά πάσα στιγμή ότι εάν νιώσεις την ανάγκη κάπου να πας, να ξεσκάσεις, να δεις έναν άνθρωπο, να πεις μια κουβέντα, να απολαύσεις κάτι, μπορείς. Και μάλιστα, όταν ένα σωρό άρτιες και αξιόλογες εκδηλώσεις προσφέρονται δωρεάν. Δηλαδή, όποιος θέλει, συνήθως βρίσκει κάτι στις ανάγκες, τα μέτρα και τις δυνατότητές του. Αρκεί να θέλει.

Πολίτης βαποράκι

Παρ’ ολ’ αυτά, δεν μπορεί κανείς να ικανοποιηθεί πραγματικά απολαμβάνοντας μόνο αυτά που φτιάχνουν και προσφέρουν οι άλλοι. Εάν δεν είναι κι ο ίδιος δημιουργός ή συνεργός σε μία ή περισσότερες δράσεις. Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο αυτό που τρώει. Ούτε μπορεί να είναι μόνο αυτό που βλέπει κι ακούει. Αυτά είναι πολύ σημαντικά κι απαραίτητα, αλλά ο άνθρωπος διαμορφώνεται κι ολοκληρώνεται αφενός μέσα από τη μίμηση, αφενός μέσα από τη διαδικασία μετάπλασης αυτού που αντιλαμβάνεται κι αυτού που ισχύει, δηλαδή με τη συμβολή του στη διαμόρφωση της εξελισσόμενης πραγματικότητας. Όσο λιγότερο συμβάλλει, τόσο πιο ανολοκλήρωτος είναι και τόσο πιο ανικανοποίητος. Κι όταν δεν συμμετέχει στη διαμόρφωση της πραγματικότητας, προσπαθεί αυτό το κενό στην προσωπικότητά του και στις ανάγκες του να το καλύψει με ακόμα περισσότερα υποκατάστατα, με ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση απ’ αυτά που κάνουν οι άλλοι ή του επιβάλλουν οι άλλοι. Πίσω από τα ψυχολογικά προβλήματα που αποκτάει ο άνθρωπος, βρίσκεται η αδιαφορία του περίγυρου και η παθητικότητα στην οποία οδηγείται από ένα σύστημα που τον εντάσσει σε μια δουλειά ρουτίνας, σε μια ανεργία απαξίωσής του ή σε μια σύνταξη πλήρους αποχής. Και πίσω από την έλλειψη ουσιαστικής δημοκρατίας, βρίσκεται αυτός ο πολίτης που ο ρόλος του περιορίζεται στο να καταναλώνει αυτά που άλλοι, κατά κανόνα μαζικά και σε βιομηχανική κλίμακα, κατασκευάζουν γι’ αυτόν, περιορίζοντάς τον στο ρόλο του καταναλωτή, αποτρέποντάς τον, εμποδίζοντάς τον, πείθοντάς τον με παραπλανητικά μέσα, στο να μην είναι ο ίδιος δημιουργός. Και ο ρόλος του δημιουργού ανατίθεται ή επιτρέπεται μόνο σε ένα περιορισμένο αριθμό ανθρώπων που χαρακτηρίζονται ειδικοί και οι περισσότεροι εργάζονται μέσα σε προκαθορισμένα από το σύστημα όρια. Όλοι οι υπόλοιποι είναι παθητικοί αποδέκτες, και έτσι πρέπει να σκέφτονται και να λειτουργούν. Ως απλοί αγοραστές και χρήστες αλλότριων μόνο προϊόντων. Αυτό στενεύει και συνθλίβει τον άνθρωπο. Που για να ηρεμεί πρέπει συνεχώς να καταναλώνει. Ακόμα και άχρηστα και μη αναγκαία πράγματα. Και έτσι να ξεγελάει τα ψυχολογικά του ελλείμματα που προέρχονται απ’ αυτό τον τρόπο ζωής. Να αισθάνεται ότι ο σκοπός της ύπαρξής του εκπληρώνεται μέσα από την κατανάλωση. Και να ανέχεται σαν μοναδική κοινωνική συνθήκη ένα πολιτικό σύστημα αντιδημοκρατικό, άνισο και αυταρχικό, όπου όλη του η συμμετοχή εξαντλείται σε μία ψήφο κάθε τέσσερα, πέντε ή έξι χρόνια. Σε ένα σύστημα που τον θέλει αμέτοχο στα ουσιώδη, σαν απλό διεκπεραιωτή όλων των υπαγορευμένων από την άρχουσα μειοψηφία πολιτικών.

Η κοινωνία ασφυκτιά

Όμως, κάτω από το διανοητικό τσιμέντο, η κοινωνία αναζητεί ρωγμές και διεξόδους. Δεν είναι τυχαίο ότι στις τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκαν τόσο πολύ, με αυθόρμητο τρόπο, τα μουσικά σχολεία και πολλαπλασιάστηκαν οι θεατρικές ομάδες σε όλη τη χώρα. Και άλλες συλλογικότητες. Από τη στιγμή που οι γονείς εξασφάλισαν ένα επίπεδο ζωής, πάρα πολλά παιδιά που μεγάλωναν σε συνθήκες ευημερίας, ένιωσαν αυθόρμητα την ανάγκη να ξεφύγουν από την οικογενειακή νόρμα. Προτίμησαν να μην γίνουν δικηγόροι ούτε να πάρουν το μαγαζί του πατέρα τους, αν και αυτό τους εξασφάλιζε, πριν από την τεχνητή κρίση που διέλυσε τα πάντα, ένα καλό εισόδημα για να συνεχίσουν να έχουν τη δυνατότητα των γονιών τους για απεριόριστη κατανάλωση προϊόντων. Όχι όλα τα παιδιά, αλλά ένας σημαντικός αριθμός, χιλιάδες παιδιά, γεγονός που δείχνει μια γενικότερη τάση η οποία μπορεί για πολλούς να μην εκφραστεί έμπρακτα ποτέ, πήγαν μετά χαράς στα μουσικά σχολεία και στις θεατρικές σχολές για να κάνουν κάτι που θα τους εκφράζει περισσότερο από το να είναι απλοί χρήστες όλων των υποκατάστατων που προσφέρει το σύστημα στον πολίτη για να τον κρατάει καθηλωμένο στον καναπέ του. Παιδιά που ήθελαν να παίζουν μουσική, να παίζουν θέατρο, να αθλούνται ή να συμμετέχουν σε μια ομάδα άμεσης δράσης.

Παιδιά που μεγάλωναν σε σπίτια με υπεραπασχολημένους γονείς, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν καιρό, πέρα από το να μαζεύουν λεφτά, για τίποτα άλλο δημιουργικό. Δουλειά, σπίτι, τηλεόραση, εξοχικό. Τα περισσότερα παιδιά μεγάλωσαν με πλαστικά παιχνίδια που ούτε να τα χαλάσεις και να τα ξαναφτιάξεις δεν μπορείς, με πολλή, μα πάρα πολύ βίντεο, χωρίς ζωντανή επαφή με τη φύση, με κυρίαρχη την κουλτούρα ότι η ευτυχία εξαρτάται από τη δυνατότητα που έχει κανείς να καταναλώνει αυτά που προωθεί η αγορά και όχι από την ικανότητά του, το μερίδιό του, να δημιουργεί. Γι’ αυτό και οι καταξιωμένοι δημιουργοί αντιμετωπίζονται κοινωνικά σαν κάτι ξεχωριστό, αλλιώτικο, εξαιρετικό, αλλά πάντως εξαίρεση. Οι δε μη καταξιωμένοι σαν γραφικοί και περιθωριακοί.

Εφιαλτικό μοντέλο

Αυτός ο τρόπος ζωής οδηγεί σε κοινωνικά, ψυχολογικά, πολιτισμικά και πολιτικά αδιέξοδα. Το γνωρίζουμε από την εμπειρία μας. Και οι κοινωνίες που είναι πιο εξελιγμένες σ’ αυτή την κατεύθυνση από την Ελλάδα, που ακόμα διατηρεί κάποια δικά της χαρακτηριστικά, έφτασαν σ’ αυτό το αδιέξοδο νωρίτερα. Στην Αμερική, η ψυχική υγεία είναι τόσο διαταραγμένη, που είναι δύσκολο να το πιστέψει ένας μη Αμερικάνος. Κι αυτή η μαζική κοινωνική ασθένεια εξαπλώνεται σαν ψύχωση σύμφυτη με το σύστημα σε όλες τις αναπτυγμένες κοινωνίες και επεκτείνεται στις αναπτυσσόμενες που υιοθετούν το ίδιο μοντέλο. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Αμερική, σε διάφορες πολιτείες, ήδη εφαρμόζεται η απαγόρευση να καλλιεργείς ντομάτες και μαρούλια στον κήπο σου. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο μ’ αυτό που προτάσσουν οι ακτιβιστές της Αριστεράς, ότι αποτελεί επιταγή των πολυεθνικών των τροφίμων για να πουλάνε τα τυποποιημένα προϊόντα τους. Έχει να κάνει και με την παρεμπόδιση των πολιτών να παράγουν ο ίδιοι έστω ένα μικρό μέρος των διατροφικών τους αναγκών, γιατί αυτή η δραστηριότητα έρχεται σε αντίθεση με την επιβολή της παθητικότητας του καταναλωτή, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη χειραγώγηση των πολιτών.

Σε μια διαφήμιση γνωστής μπίρας, απαξιώνεται η προσπάθεια κάποιων νέων να φτιάξουν τη δική τους μπίρα. Όχι, δεν είναι δουλειά σου αυτή, λέει το ολιγοπώλιο. Θα πίνεις Άμστελ ή Χάινεκεν. Το βιώνουμε και με την απαγόρευση να φτιάχνεις τσίπουρο στο σπίτι σου. Το είδαμε με το ξερίζωμα και την απαγόρευση να καλλιεργήσεις ένα αμπέλι. Και το βλέπουμε με ένα σωρό περιορισμούς και απαγορεύσεις σε ανάλογους τομείς. Με το κόψιμο των καϊκιών και το ξερίζωμα των ελιών. Το σύστημα στο οποίο ζούμε, σε θέλει βασικά καταναλωτή προϊόντων που παράγονται σε άγνωστους τόπους, από άγνωστες πρώτες ύλες, από άγνωστους ανθρώπους, με τα κέρδη να πηγαίνουν επίσης σε άγνωστους λογαριασμούς αγνώστων αποδεκτών. Αυτό είναι το εφιαλτικό μοντέλο που εφαρμόζεται παντού, είτε με το καλό, δηλαδή με φρου-φρου κι αρώματα, είτε με την επιβολή, τον καταναγκασμό, την εξαπάτηση, την παραπληροφόρηση, τον πόλεμο και τα Μνημόνια.  Κι αυτό το μοντέλο που πνίγει την ατομική και συλλογική δημιουργικότητα, στο σπίτι, στη δουλειά, στο πανεπιστήμιο, στην πόλη, είναι η πηγή της ψυχικής μας ανισορροπίας, του ανικανοποίητου των αισθημάτων μας, της αλλοίωσης του χαρακτήρα μας, του βιασμού της ίδιας μας της φύσης.

Αντίσταση για ζωή

Με αυτά τα δεδομένα, η αντίστασή μας πρέπει να είναι καθολική σε ένα μοντέλο, που είναι φανερό ότι απέτυχε. Γεννάει πολέμους, στηρίζεται στη λεηλασία των πιο αδύνατων, ανθρώπων και χωρών, φέρνει μαζική καταστροφή όχι μόνο οικονομική, αλλά και κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική. Γι’ αυτό, κάθε προσπάθεια διαφυγής είναι θετική για το άτομο και για το σύνολο. Κάθε ομάδα δημιουργίας, θεατρική, μουσική, βιοκαλλιεργητική, αλληλεγγύης, διαλόγου, περιβαλλοντική, οποιαδήποτε δραστηριότητα που μας κάνει συμμέτοχους, που πάει κόντρα στην αποξένωση, την απομόνωση, τον αρρωστημένο εγωισμό, την παθητικότητα και τον καταναλωτισμό, είναι μία κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση. Που ακόμα κι αν δεν οδηγήσει σε σαρωτικές αλλαγές, μπορεί αναμφίβολα να παίξει σπουδαίο ρόλο στη δική μας προσωπική ισορροπία και ικανοποίηση. Και με το άθροισμα των κινήσεων, εάν αυξηθούν αισθητά, μπορεί η ζωή να αλλάξει ριζικά.

Γι’ αυτό, βοηθάει το να δούμε το Πάσχα σαν μια σημαδούρα, που αφήνει πίσω το χειμώνα και ξεκινάει το καλοκαίρι. Με περισσότερο φως, με μεγαλύτερη συμμετοχή, με μεγαλύτερη κατανόηση και αλληλεγγύη, με εντονότερη επιθυμία για αλλαγή, η ίδια η ανάσταση είναι αναγέννηση και δημιουργία!

Δρόμος της Αριστεράς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου