Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

Αυτοί που δεν μιλούν.

Νικόλας Σεβαστάκης


Σκέφτομαι συχνά αυτούς που δεν μιλάνε. Που δεν τους συναντώ στο λαλίστατο facebook, στους διαδρόμους του πανεπιστημίου, στις «εκδηλώσεις» και στα συναφή. Και όταν βρίσκονται στο κοινό, είναι αυτοί που δεν θα σηκώσουν το χέρι για να βγάλουν λόγο επί παντός επιστητού αλλά θα κρατηθούν, διστάζοντας και μελετώντας προσεκτικά τον χώρο. Αυτοί είναι που ίσως να πίστεψαν περισσότερο στην υπόθεση μιας άλλης τροπής των πραγμάτων, σε μια διαφορετική κοινωνικοπολιτική πορεία. Που δεν θα τους βρεις αναγκαστικά σε εκείνα τα στερεότυπα κουτάκια των «πρώην πελατών», των τάχα χαϊδεμένων του μεταπολιτευτικού συμβολαίου ή των ρηχών τύπων που έψαχναν απλώς να πάρουν πίσω τα προνόμια της προμνημονιακής εποχής. Αυτούς που δεν έχουν όμως τα εργαλεία να φτιάξουν προσωπική αφήγηση από τα πολιτικά τους στραπάτσα. Ζουν, έτσι, βράζοντας συχνά από συναισθήματα, αλλά δεν έγιναν θαμώνες της οργανωμένης Αγανάκτησης, ούτε τώρα θα πάνε σε πορείες και διαμαρτυρίες.

Σκέφτομαι, λοιπόν, εκείνους που δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των συνηθισμένων μας σεναρίων. Δεν είναι «οι απογοητευμένοι του ΣΥΡΙΖΑ που θα πάνε στη Χρυσή Αυγή» ούτε οι θυμωμένοι που θα πλαισιώσουν κάποιον αντιπολιτικό όχλο. Ούτε οι οπαδοί των συνωμοσιών, ακόμα και αν τους γυαλίζει για λίγο κάποια σχετική ιστορία. Αυτό συμβαίνει περισσότερο για λόγους παρηγοριάς παρά γιατί πιστεύουν πραγματικά στις τερατολογίες.

Φέρνω στον νου αυτό το απροσδιόριστο πλήθος που δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει όλα όσα (του) συμβαίνουν. Και υποψιάζεται πλέον την πολύπλοκη ύφανση των πραγμάτων, αλλά δεν διαθέτει ούτε υπομονή ούτε κουράγιο να ψάξει τι μπορεί να γίνει από δω και μπρος. Σκέφτομαι και όσους δεν βρίσκουν λόγια για να εξηγήσουν τι ακριβώς πίστεψαν και τι προσδοκούν. Περιμένουν, άραγε, κάτι; Έχουν κατά νου μια κάποια λύση, μια κατεύθυνση, ένα σχεδίασμα; Ή, όπως διαισθάνομαι εγώ, αυτός ο κόσμος αισθάνεται πια πως η ουσία αυτής εδώ της χώρας είναι μια εξαπάτηση, ένα συλλογικό ψέμα;

Πώς αντιδρούν οι άνθρωποι όταν δεν έχουν κάποια πολιτική προσδοκία; Ομολογώ ότι αυτό με φοβίζει. Με τρομάζει η επικράτεια που δεν φαίνεται, η μη ανιχνεύσιμη κατωφέρεια, οι σιωπές που απλώνονται κάτω από τα πόδια μας σαν μια δεύτερη χώρα μέσα στη χώρα.

Συνήθως, προσέχουμε όσους εκφράζονται και με το παραπάνω. Τις πιο επεισοδιακές φάσεις της μιας ή της άλλης περίστασης. Όπως στο Κοινοβούλιο εστιάζουμε σε ένα ποτήρι που χύθηκε, σε μια βρισιά, στην απειλή. Ψάχνοντας τον χοντράνθρωπο, τον γραφικό και την ανάποδη στιγμή. Εκείνες τις χτυπητές χειρονομίες που τραβούν το βλέμμα γιατί προσφέρουν ήδη την «ερμηνεία» και μας βγάζουν από τον κόπο. Έτσι λέμε, αυτό πάει προς τα εκεί, το άλλο δείχνει προς τα εκεί. Αυτό αριστερά, το άλλο δεξιά.

Τι γίνεται, όμως, όταν θολώνουν τα συστήματα αναφοράς; Όταν κάποιος δεν ξέρει πια τι να υποθέσει και, φυσικά, δεν του αρκεί να πιαστεί από τα εύκολα κρηπιδώματα της «προδοσίας» ή της «λαμογιάς»;

Αλλά, βέβαια, από εκεί πιάνονται προσωρινά οι απογοητευμένοι άνθρωποι. Από την παλιά μοιρολατρία, την περιβόητη κακιά μοίρα του έθνους. Από την ιδέα ότι υπάρχει ένας κύκλος ψεμάτων που επαναλαμβάνονται μονότονα μεταξύ τραγωδίας, κωμωδίας και φάρσας. Η ελληνική περιπέτεια, επεισόδιο εικοστό...

Αναλογίζομαι αυτές τις αρχετυπικές εκδοχές γύρω από την ευτέλεια της πολιτικής και τις φοβάμαι. Γιατί δεν πιστεύω ότι είναι αλήθεια. Ή, μάλλον, δεν είναι η αλήθεια αλλά ένα μέρος της, μία από τις πλευρές της.

Οι άνθρωποι δεν έχουν τον χρόνο ούτε την πολυτέλεια να βάλουν κάτω ιδεολογίες, πρόσωπα, ομάδες ή τάσεις. Να εξετάσουν διεθνείς συσχετισμούς, πρωτόκολλα, οικονομικές πρακτικές ή δημοσιονομικά μεγέθη.

Αυτή είναι η μεγάλη τεκτονική πλάκα που κάποιοι θέλουν να δίνει διαρκώς σεισμούς και θύελλες, αλλά εκείνη μετακινείται συνήθως αργά. Μετατοπίστηκε, όμως, εντυπωσιακά σε αυτά τα έξι χρόνια, γεννώντας πολιτικές ανατροπές.

Τώρα απλώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε την επόμενη κίνησή της. Κανείς δεν ξέρει, ας πούμε, τι επιφυλάσσει η απόσυρση πολλών πολιτών σε μια τραυματισμένη σιωπή. Ξέρουμε, όμως, με σχετική βεβαιότητα πως οι ευθύνες του πολιτικού κόσμου είναι τεράστιες. Μία βασική ευθύνη έχουν οι ταγοί, οι παλιοί και οι νέοι των πολιτικών ρόλων, να μην οδηγήσουν τους τραυματισμένους εκτός δημοκρατίας. Να μην τους κάνουν να μισήσουν τα πάντα επειδή κάποιοι βρέθηκαν λίγοι ή τυχοδιώκτες ή απλώς λάθος πολιτικά.

Αν πάει το μυαλό μου σε όσους δεν μιλούν και κάθονται πιο πίσω, σε αυτούς που κοιτάζουν με βλέμμα μοιρασμένο ανάμεσα στη δυσπιστία και στην κόπωση, είναι γιατί νομίζω πως από εκεί πρέπει να περιμένουμε τα νέα. Από εκείνους που τώρα μετρούν τις πληγές τους. Γιατί το θέμα δεν είναι μόνο αν θα ξεκολλήσουμε από τη λάσπη αλλά και πώς δεν θα ξαναπέσουμε στον λάκκο με τις αυταπάτες.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της LIFO. Πηγή: www.lifo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου