Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

ΟΙ ΚΟΚΚΙΝΕΣ ΓΟΒΕΣ

Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου


Αλήθειες, ψέματα,
σ' ένα μάτσο ερινύες πλήγιαζαν τις παλάμες του.
Τα μάτια καρτερούσαν το κορμί.
Το κορμί εκτός ψυχής, φύσηξε ένα τσουλούφι στο μέτωπο.
Το στόμα μισάνοιχτο οσμιζόταν τη γεύση της νύχτας.
Πεινούσε.
Το φιλί σε στάση μάχης.
Η πρόσκληση έκανε ένα βήμα.
Η ανάγκη οπισθοχώρησε.
- Πόσο πάει ;
- Πώς να παλέψω για μένα, χωρίς εμένα, γουργούρισε το βλέμμα..
Οι κόκκινες γόβες αδημονούσαν να πατήσουν σε έναν διπλής κατεύθυνσης χορτάτο στεναγμό.
Πίσω απ τα σκοτάδια που σπρώχνονταν να καθρεφτιστούν στον ιδρώτα που γυάλιζε,
ο Θεός παραδόθηκε στην ανάπαψη Του.
Μια πόρτα άνοιξε, μια οδύνη έμπασε μέσα τις απώλειες της κι ετοιμάστηκε να γίνει ηδονή.
.
Κανείς δεν είναι κανενός. Όλοι στα μέσα μας ανήκουμε, επισφράγισε την συμφωνία η φωνή απ’ το ραδιόφωνο.
Η μασημένη τσίχλα σημάδεψε το τζάμι και κόλλησε πάνω του,
σαν ποινή, σαν χρεόγραφο ανεξόφλητο.
Σαν ένα ακόμη φθαρμένο αποτύπωμα της μοναξιάς.
Η σάρκα άρχιζε να ξεντύνεται τις ανάγκες.
Η ψυχή απομακρύνθηκε διακριτικά..
Τι δουλειά είχε σε τελετές δεδικασμένες…;
.
Κάπου στο βάθος ένα χρώμα πάλευε να ανταμώσει τον ορίζοντα..
Ένα ακαθόριστο χρώμα,
κάτι ανάμεσα σε θάνατο και λυτρωμό..




Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου