Ευαγγελία Τυμπλαλέξη
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Περιοδικά-Μέσα κοινωνικής δικτύωσης-Σχολειά το διατυμπάνιζαν.
Έπρεπε να το πιστέψω.
Κι όπως διαβαίνεις πάνω στη Γέφυρα, βλέπεις τα πλοκάμια της κουπαστής να ελέγχουν όλους τους μοχλούς εξουσίας.
Στήνει τα σκιάχτρα του ο Ναζισμός στης θνητότητας την επίγνωση.
Αρμολογεί τα όπλα του ο Κομμουνισμός στου γήρατος τον πυρετό.
Το Ολοκαύτωμα ήταν, λέει, απλή απόρροια πολέμου.
Τα Γκουλάγκ ήταν, λέει, απλή γραφειοκρατία.
Καλύτερα ν’ αποθεώσουμε την αιώνια Νεότητα.
Θα επικυρώνεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης,
Θ’ ακτινογραφεί η εικονικότητα τις εκδοχές καταστροφολογίας∙
Και προδότης της Πατρίδας θα είναι ο ψύλλος.
Κι έτσι καθείς μ’ άνεση περισσή και κρύβοντας οι μεν απ’ τους δε τις θηριωδίες με σύμπνοια αγαστή, νομιμοποίησε τον εαυτό του ως βασική συνθήκη ελευθερίας.
Να κουρνιάσω θέλω το κεφάλι στα γόνατα!
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Θεωρίες Θεολογίας-Ψυχολογίας, γιατί ποια αλήθεια η διαφορά, το διαλαλούσαν.
Έπρεπε να ευθυγραμμιστώ.
Κι όπως τα σανίδια της Γέφυρας αρχίζουν να τρίζουν, υπόκωφος καταιγισμός αντίλαλου τ’ αυτιά μου τρυπανίζει.
Άψυχα κορμιά βιασμένα κι οι μοδίστρες τριγύρω μέτρα να παίρνουν για το σάβανο.
Οι νοσοκόμοι λογχισμένοι απ’ τις συμβολικές των πλήκτρων πράξεις.
Οι Μούτσοι δένουν αγκίστρι σ’ ισχνούλα πετονιά κι οι Καπεταναίοι σε γεύμα θυέστειο. Τσόγλανοι, ίδιοι άγνωστοι-γνωστοί Συνδαιτημόνες, σε πεολειχία των τοκογλύφων ζοφερή κι οι αποστάτες, δημαγωγοί και παραβάτες, να ολοκληρώνουν δια του πυγίζειν κι όχι ως πέπρωται δια του διαμηρίζειν. «Έμποροι» με του ενάρετου το πανωφόρι και του δωσίλογου το εσώρουχο, του Μπωντλαίρ π’ ακολουθούν τις λοιδορίες.
Καλύτερα να συγχαρούμε τη «νόμιμη Βία».
Οι υποθέσεις μας θα υπάγονται στη δικαιοδοσία των Ειδικών,
Η διανόηση θ’ ανακαινίζεται σ’ αναίμακτη αναμέτρηση με το χρέος μας∙
Κι όρκοι αφροδίσιοι θα ΄ναι στην οθόνη.
Να τρυπώσω θέλω το κεφάλι στους ώμους!
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Κι οι δάσκαλοί μου το προβάλλουν.
Έπρεπε να εναρμονιστώ.
Αναμφίβολες οι απονομές τιμών σε διελκυστίνδα δηλώσεων κι αντιδηλώσεων.
Προκαθήμενοι εν μέσω αγημάτων στρατιωτικών,
Συστήματα Παιδείας και Υγείας να παλιλλογούν διαρθρώσεις-αναδιαρθρώσεις, αφού με τον καιρό εξελίχθηκαν σε παραστρατιωτικό κέντρο εξουσίας-σ’ εσωτερικούς πολιτικούς και οικονομικούς αγώνες συμφερόντων πολυεθνικών.
Κι έξω απ’ το Κυνοβούλιο μέτριοι στιχοπλόκοι και παραμυθάδες. Η «Ποίηση» είχε ενδώσει στη μη χρηστικότητά της, ενστερνιζόμενη του Λοκ τη θεωρία. Εντρύφηση ανόρεχτη στην αχρειότητα, που με την πτύξη της σκηνής απεργάζονται την επιθανάτια αρωγή με συστημένες δικλίδες.
Καλύτερα να υμνολογήσουμε την ομπρέλα του «Νομικού καθεστώτος».
Θ’ αναπαλαιώνεται ο γραμμικά στημένος σαδισμός,
Θ’ αυτομολεί απ’ τα δικαιώματά της η Φύση με τη διαδικασία του κατ’ επείγοντος∙
Κι η λήψη των αποφάσεων θα παραχωρηθεί στην Ιστορία!
Μούδιαζαν οι σπόροι μου στο υπερπέραν σκορπισμένοι,
Κι αν ήθελα να επιστρέψω, μόνο για να ξανάβρω την Ξανθούλα.
Κάπου εκεί στου κόκκινου το βάθος λούζεται σαν πειθαρχημένη θεραπαινίδα με λευκή ποδίτσα και πλεξουδάκια μαυλιστικά, θερμή να τους επιφυλάσσει υποδοχή!
Ανάμεσα στις εταίρες δεν θα συγκαταλεγόταν, αφού μόνο τις χαρές της συνουσίας πρόθυμη είναι να προσφέρει, περί συζητήσεως εφεκτικότητα αντικανονική δηλώνει.
Δεικτηριάς ως σύμβολο αδαημοσύνης κι υποτέλειας, οποίο ελιξίριο ερωτικό για τους παιδεραστές, παντός φύλου. Άλλωστε το κατοχυρώνει και το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης.
Το εκμαγείο της βαραθρωμένο ν’ αντέχει την έξωση απ’ την προγονική οικία.
Τι να πει για δύναμη πρωτυτερινή-Τι να ελπίσει γι’ αυτονομία κατοπινή.
Νέο φαινόμενο δουλείας που χάραξαν οι πεθαμένοι κι ευπρεπίζει τη ζωή μας.
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Ανατέλλει η ψευτιά και στραφταλίζουν οι κραυγές!
Γιατί όλα πυρπόλησες τα έγγραφα;
Που είναι η κόψη του σπαθιού σου η τρομερή;
Κι αυτοί ακόμη-ακόμη που εμπιστεύτηκα και λάτρεψα, με κουβάδες και σαπούνι ζυγώνουν για να μου πλύνουν το κεφάλι.
Η υποτροπή μου να συμμορφωθεί.
Κι εγώ κοιτούσα τα χρώματα πέρα,
Και δεν μπορούσα να τα κρατήσω∙
Μήτε απ’ αυτά να κρατηθώ.
Μη μου μιλάτε!
Προβατάκια να μετρήσω θέλω για να κοιμηθώ…
Ο πίνακας είναι η «Η κραυγή» του Μουνκ
Ευαγγελία Τυμπλαλέξη: Σχετικά με τον συντάκτη
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Περιοδικά-Μέσα κοινωνικής δικτύωσης-Σχολειά το διατυμπάνιζαν.
Έπρεπε να το πιστέψω.
Κι όπως διαβαίνεις πάνω στη Γέφυρα, βλέπεις τα πλοκάμια της κουπαστής να ελέγχουν όλους τους μοχλούς εξουσίας.
Στήνει τα σκιάχτρα του ο Ναζισμός στης θνητότητας την επίγνωση.
Αρμολογεί τα όπλα του ο Κομμουνισμός στου γήρατος τον πυρετό.
Το Ολοκαύτωμα ήταν, λέει, απλή απόρροια πολέμου.
Τα Γκουλάγκ ήταν, λέει, απλή γραφειοκρατία.
Καλύτερα ν’ αποθεώσουμε την αιώνια Νεότητα.
Θα επικυρώνεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης,
Θ’ ακτινογραφεί η εικονικότητα τις εκδοχές καταστροφολογίας∙
Και προδότης της Πατρίδας θα είναι ο ψύλλος.
Κι έτσι καθείς μ’ άνεση περισσή και κρύβοντας οι μεν απ’ τους δε τις θηριωδίες με σύμπνοια αγαστή, νομιμοποίησε τον εαυτό του ως βασική συνθήκη ελευθερίας.
Να κουρνιάσω θέλω το κεφάλι στα γόνατα!
***
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Θεωρίες Θεολογίας-Ψυχολογίας, γιατί ποια αλήθεια η διαφορά, το διαλαλούσαν.
Έπρεπε να ευθυγραμμιστώ.
Κι όπως τα σανίδια της Γέφυρας αρχίζουν να τρίζουν, υπόκωφος καταιγισμός αντίλαλου τ’ αυτιά μου τρυπανίζει.
Άψυχα κορμιά βιασμένα κι οι μοδίστρες τριγύρω μέτρα να παίρνουν για το σάβανο.
Οι νοσοκόμοι λογχισμένοι απ’ τις συμβολικές των πλήκτρων πράξεις.
Οι Μούτσοι δένουν αγκίστρι σ’ ισχνούλα πετονιά κι οι Καπεταναίοι σε γεύμα θυέστειο. Τσόγλανοι, ίδιοι άγνωστοι-γνωστοί Συνδαιτημόνες, σε πεολειχία των τοκογλύφων ζοφερή κι οι αποστάτες, δημαγωγοί και παραβάτες, να ολοκληρώνουν δια του πυγίζειν κι όχι ως πέπρωται δια του διαμηρίζειν. «Έμποροι» με του ενάρετου το πανωφόρι και του δωσίλογου το εσώρουχο, του Μπωντλαίρ π’ ακολουθούν τις λοιδορίες.
Καλύτερα να συγχαρούμε τη «νόμιμη Βία».
Οι υποθέσεις μας θα υπάγονται στη δικαιοδοσία των Ειδικών,
Η διανόηση θ’ ανακαινίζεται σ’ αναίμακτη αναμέτρηση με το χρέος μας∙
Κι όρκοι αφροδίσιοι θα ΄ναι στην οθόνη.
Να τρυπώσω θέλω το κεφάλι στους ώμους!
***
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Κι οι δάσκαλοί μου το προβάλλουν.
Έπρεπε να εναρμονιστώ.
Αναμφίβολες οι απονομές τιμών σε διελκυστίνδα δηλώσεων κι αντιδηλώσεων.
Προκαθήμενοι εν μέσω αγημάτων στρατιωτικών,
Συστήματα Παιδείας και Υγείας να παλιλλογούν διαρθρώσεις-αναδιαρθρώσεις, αφού με τον καιρό εξελίχθηκαν σε παραστρατιωτικό κέντρο εξουσίας-σ’ εσωτερικούς πολιτικούς και οικονομικούς αγώνες συμφερόντων πολυεθνικών.
Κι έξω απ’ το Κυνοβούλιο μέτριοι στιχοπλόκοι και παραμυθάδες. Η «Ποίηση» είχε ενδώσει στη μη χρηστικότητά της, ενστερνιζόμενη του Λοκ τη θεωρία. Εντρύφηση ανόρεχτη στην αχρειότητα, που με την πτύξη της σκηνής απεργάζονται την επιθανάτια αρωγή με συστημένες δικλίδες.
Καλύτερα να υμνολογήσουμε την ομπρέλα του «Νομικού καθεστώτος».
Θ’ αναπαλαιώνεται ο γραμμικά στημένος σαδισμός,
Θ’ αυτομολεί απ’ τα δικαιώματά της η Φύση με τη διαδικασία του κατ’ επείγοντος∙
Κι η λήψη των αποφάσεων θα παραχωρηθεί στην Ιστορία!
***
Μούδιαζαν οι σπόροι μου στο υπερπέραν σκορπισμένοι,
Κι αν ήθελα να επιστρέψω, μόνο για να ξανάβρω την Ξανθούλα.
Κάπου εκεί στου κόκκινου το βάθος λούζεται σαν πειθαρχημένη θεραπαινίδα με λευκή ποδίτσα και πλεξουδάκια μαυλιστικά, θερμή να τους επιφυλάσσει υποδοχή!
Ανάμεσα στις εταίρες δεν θα συγκαταλεγόταν, αφού μόνο τις χαρές της συνουσίας πρόθυμη είναι να προσφέρει, περί συζητήσεως εφεκτικότητα αντικανονική δηλώνει.
Δεικτηριάς ως σύμβολο αδαημοσύνης κι υποτέλειας, οποίο ελιξίριο ερωτικό για τους παιδεραστές, παντός φύλου. Άλλωστε το κατοχυρώνει και το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης.
Το εκμαγείο της βαραθρωμένο ν’ αντέχει την έξωση απ’ την προγονική οικία.
Τι να πει για δύναμη πρωτυτερινή-Τι να ελπίσει γι’ αυτονομία κατοπινή.
Νέο φαινόμενο δουλείας που χάραξαν οι πεθαμένοι κι ευπρεπίζει τη ζωή μας.
***
Σήμερα ήταν μιαν «άλλη μέρα»!
Ανατέλλει η ψευτιά και στραφταλίζουν οι κραυγές!
Γιατί όλα πυρπόλησες τα έγγραφα;
Που είναι η κόψη του σπαθιού σου η τρομερή;
Κι αυτοί ακόμη-ακόμη που εμπιστεύτηκα και λάτρεψα, με κουβάδες και σαπούνι ζυγώνουν για να μου πλύνουν το κεφάλι.
Η υποτροπή μου να συμμορφωθεί.
Κι εγώ κοιτούσα τα χρώματα πέρα,
Και δεν μπορούσα να τα κρατήσω∙
Μήτε απ’ αυτά να κρατηθώ.
***
Μη μου μιλάτε!
Προβατάκια να μετρήσω θέλω για να κοιμηθώ…
Ο πίνακας είναι η «Η κραυγή» του Μουνκ
Ευαγγελία Τυμπλαλέξη: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου