Στέλιος Ελληνιάδης
Στην Ελλάδα, οι εφημερίδες έχουν και «σελίδες πολιτισμού». Κάτω απ’ αυτή τη βινιέτα είναι τα γράμματα και οι τέχνες. Ο πολιτισμός, όμως, είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Είναι ο τρόπος που ζούμε και σκεφτόμαστε, οι συμπεριφορές μας, τα μέσα που επικοινωνούμε και πολλά άλλα. Αυτά δεν περιλαμβάνονται στις σελίδες του πολιτισμού. Εμάς, όμως, μας απασχολούν γιατί μας ενδιαφέρει το ανθρωπογενές περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Πώς καθορίζονται οι σχέσεις και πώς η εξέλιξή τους σταθεροποιεί ή αλλάζει την κοινωνία.
Σήμερα, στο δυτικό κόσμο, οι τέχνες έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό τον διαπλαστικό τους ρόλο. Είναι ακραία συμβατικές. Οι τέχνες είχαν ανέκαθεν στον πυρήνα τους μία κεντρική κατεύθυνση αμφισβήτησης, ανατροπής και ανάπλασης του κόσμου. Τώρα, οι τέχνες, σε γενικές γραμμές, οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα, είναι σαν ένα σάουντρακ. Σαν τη μουσική που γράφει ένας συνθέτης για μια κινηματογραφική ταινία με σκοπό να διευκολύνει την αποδοχή των μηνυμάτων που θέλουν ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος και ο παραγωγός να περάσουν στους θεατές. Έχει χαθεί ή υποβαθμιστεί ένα βασικό δημιουργικό στοιχείο της τέχνης. Το ίδιο που έχει πάθει η αριστερή πολιτική, η οποία έχει χάσει τον προσανατολισμό της και βασικά συστατικά της στοιχεία. Και αυτό που συμβαίνει στις τέχνες και στην αριστερή πολιτική αντανακλά τις διαμορφώσεις που έχουν λάβει χώρα μέσα στις κοινωνίες τις οποίες επηρεάζουν και από τις οποίες επηρεάζονται.
Θα αναφέρω μερικά γνωρίσματα αυτών των αλλαγών για να μπούμε σ’ αυτό τον προβληματισμό. Για παράδειγμα, στο δυτικό κόσμο, έχει κανείς την αίσθηση ότι πια δεν υπάρχει η εργατική τάξη όπως την αντιληφθήκαμε στην πορεία της βιομηχανικής επανάστασης και όπως έχει προσδιοριστεί η έννοια της εργατικής τάξης στο λεξιλόγιο και την κουλτούρα μας. Όχι μόνο επειδή έχουν λιγοστέψει τα εργατικά χέρια στα εργοστάσια, αλλά γιατί αυτοί που κάνουν τις εργατικές δουλειές έχουνε μπει σε μια άλλη ιδεολογική σφαίρα. Δεν έχουν τη συνείδηση της εργατικής τάξης που είχαν οι εργάτες το 1850,το 1900 κ.λπ. Η κυριαρχία του μικροαστισμού έχει επιφέρει μια σημαντική ιδεολογική μεταβολή χάρη στην πρωτόγνωρη, εντυπωσιακή και διανεμητική ευημερία, στην οικονομία και τα δικαιώματα, που βίωσαν οι άνθρωποι μεταπολεμικά. Την εποχή που γράφτηκε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, οι ταξικές διαφορές στις κοινωνίες ήτανε εξαιρετικά σαφείς και ευδιάκριτες και τα καθεστώτα ήτανε ξεκάθαρα αυταρχικά και αντιλαϊκά.
Η σκέψη του ανθρώπου άλλοτε προηγείται των καταστάσεων και είναι επαναστατική και άλλοτε, ενώ τα πράγματα έχουν αλλάξει, παραμένει στην παλιά εποχή και είναι αναχρονιστική και οπισθοδρομική. Νομίζω ότι σε μια τέτοια εποχή ζούμε.
Ένα άλλο παράδειγμα. Εξακολουθούμε να μιλάμε για σοσιαλισμό και κομμουνισμό, άλλοι θετικά κι άλλοι αρνητικά, αλλά δεν υπάρχουν πια τα υποδείγματα. Στη δεκαετία του 1970, η Σουηδία αποτελούσε ένα πρότυπο. Γιατί ενισχυόταν το κοινωνικό κράτος και μας έδινε την αίσθηση ότι είναι μία δημοκρατία που λειτουργεί εύρυθμα∙ οι άνθρωποι έχουν ελευθερίες και δικαιώματα, είναι ανοιχτοί στους ξένους και πολυπολιτισμικοί, δηλαδή, πολύ προχωρημένοι σε σχέση με την εποχή τους.
Επίσης, μεγαλώναμε έχοντας άλλοι τη Σοβιετική Ένωση, άλλοι την Κίνα και άλλοι και τις δύο χώρες ως κομμουνιστικά υποδείγματα. Σήμερα, στη συνείδηση ακόμα και των αριστερών, έχουν υποβιβαστεί, απαξιωθεί ή απορριφθεί. Χάσαμε, έτσι, τα χειροπιαστά μοντέλα και δεν καταφέραμε να καλύψουμε αυτά τα τεράστια κενά. Η πραγματικότητα μέσα στην οποία μεγαλώσαμε και μέσα στην οποία διαμορφώθηκαν οι κουλτούρες, οι ιδεολογίες, τα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά πιστεύω, οι τέχνες, τα γράμματα, όλα αυτά που μας διαμόρφωσαν, έχει αλλάξει ριζικά. Η πραγματικότητα είναι πλέον άλλη.
Ο αγροτικός τομέας της μεταπολεμικής Ελλάδας απασχολούσε το 59,5 % του εργατικού δυναμικού και συνεισέφερε το 29% του ΑΕΠ. Και υπήρχε ένα σημαντικό κομμάτι εργατικής τάξης, με την κλασική έννοια. Η Ελλάδα δεν είχε μεγάλη βιομηχανία, αλλά είχε καλές μονάδες, είχε αναπτυγμένους ορισμένους τομείς, όπως η κλωστοϋφαντουργία και η ναυπηγική, και ένα αξιόμαχο εργατικό δυναμικό στον τομέα της οικοδομής. Ένα μικρό, αλλά στιβαρό εργατικό σώμα, το οποίο είχε συνείδηση ότι ανήκε στην εργατική τάξη.
Υπήρχε, επίσης, ο αναπτυσσόμενος χώρος των μικρομεσαίων επαγγελματιών, υπήρχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και ένα μεγάλο κομμάτι Ελλήνων χαρακτηρισμένων ως «ανειδίκευτων» που τους ξεφορτώθηκαν στέλνοντάς τους να δουλέψουν για την ανοικοδόμηση των ευρωπαϊκών μητροπόλεων που είχαν αλληλοκαταστραφεί κατά τη διάρκεια του Β΄ΠΠ. Και υπήρχε ένα στρώμα διανοουμένων το οποίο, βγαίνοντας μέσα από μια πολύ σπουδαία παράδοση, αστική αλλά και επαναστατική, παρ’ όλες τις καταστροφές της δεκαετίας του ’40 και το σκοτεινό κλίμα της δεκαετίας του ’50, έφτασε στη δεκαετία του ’60 σε μία κορύφωση που εναρμονιζόταν με τη θαυμαστή απόπειρα των λαϊκών δυνάμεων να ανασυγκροτηθούν και να παλέψουν για κάτι καλύτερο. Καλλιτέχνες και διανοούμενοι δεμένοι μ’ αυτή την κοινωνία, που είχε μεγάλη εσωτερική ρευστότητα και ποικιλία, αλλά ήταν ακόμα αρκετά συμπαγής παρ’ όλες τις διαφορές, πολιτικές και ιδεολογικές.
Σήμερα, αυτή η κοινωνία δεν υφίσταται. Η συμβολή της ελληνικής γεωργίας στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία είναι μόνο 3,44%! Οι περισσότερες βιομηχανικές μονάδες έχουν κλείσει και η οικοδομή έχει σταματήσει. Εν ολίγοις, έχουν χαθεί σημαντικά κομμάτια αυτού που ήταν η Ελλάδα σε επίπεδο ανθρώπων. Και μαζί μ’ αυτό έχουν χαθεί και άλλα σημαντικά πράγματα, όπως η διατροφική αυτάρκεια, που εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει, σε ένα κόσμο τόσο εχθρικό, με τις εξαρτήσεις που συνεπάγεται. Με τη συρρίκνωση πολύ πάνω από το όριο κινδύνου του αγροτικού και εργατικού δυναμικού, η Ελλάδα είναι χώρα και κράτος υπό όρους. Με πολιτικές που καθορίζονται και επιβάλλονται από τις μητροπόλεις, οι οποίες πάντα κινούνται αποκλειστικά με βάση τα δικά τους συμφέροντα, χωρίς να έχουν κανένα οίκτο για τους «εξαρτημένους» και τους «υποδεέστερους».
Μετά τους αγρότες και τους εργάτες, καταστρέφουν συστηματικά και το χώρο των μικρομεσαίων, ο οποίος ήταν ένας πολύ ενεργητικός χώρος, γιατί είχε τα συντηρητικά του στοιχεία, αλλά είχε και τα προοδευτικά του στοιχεία. Ο χώρος, δηλαδή, μικροβιοτέχνες, μαγαζάτορες, τεχνίτες κ.ά., εξελίχθηκε σε ένα εξαιρετικά δυναμικό κομμάτι το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη και τη διάχυση της ευημερίας. Επίσης, οι οικογενειακές αυτές επιχειρήσεις μαζί με τις οικογένειες που προέρχονταν από την εργατική και την αγροτική τάξη, έδωσαν επίμονη προτεραιότητα -κάνοντας πολλές θυσίες- στο να μορφώσουν τα παιδιά τους. Δηλαδή, κεντρικό νγώρισμα της ελληνικής οικογένειας, είτε εργατών είτε εμπόρων, ήταν να μορφώσουν τα παιδιά τους. Το οποίο από μόνο του είναι στοιχείο μεγάλης προόδου, θα έλεγα επαναστατικής που αλλάζει την κοινωνία.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένα σημαντικό στοιχείο της λεηλασίας της χώρας, μάλλον κυρίαρχο, πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις με τις οποίες υφαρπάζουν όλο το δημόσιο πλούτο και με εξαγορές μπιρ παρά τον ιδιωτικό, αφορά τη μορφωμένη νεολαία. Κάποτε χρειάζονταν ανειδίκευτους εργάτες και πήραν τα υγιή νεαρά παιδιά από τα χωριά και τις λαϊκές γειτονιές για να τα ρίξουν «στις φάμπρικές της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές». Σήμερα, που χρειάζονται ειδικευμένους εργάτες, παίρνουν σωρηδόν τα μορφωμένα Ελληνόπουλα. Επανδρώνουν τα μεγάλα νοσοκομειακά τους συγκροτήματα με γιατρούς από τα ελληνικά πανεπιστήμια, παίρνουν μηχανικούς, παίρνουν πτυχιούχους που έχουν σπουδάσει πληροφορική, παίρνουν όλα τα ταλαντούχα παιδιά χωρίς τα οποία καμία κοινωνία δεν μπορεί να προοδεύσει.
Πώς θα πάει μπροστά μια κοινωνία χωρίς εθνικές δημόσιες υποδομές; Με το στρατό και την αστυνομία; Χωρίς αγρότες, χωρίς εργάτες και χωρίς τους νέους επιστήμονες, με ένα πληθυσμό που γηράσκει και μειώνεται; Με εποχιακούς παρτ-τάιμ εργαζόμενους; Αυτή είναι μία κοινωνία στην πτέρυγα των μελλοθανάτων.
Καμία κοινωνία δεν αναπτύσσεται γιατί έχει φτηνό εργατικό δυναμικό. Από τη Βουλγαρία μέχρι το Σουδάν και την Ουγκάντα υπάρχουν πάνω από εκατό χώρες με φτηνότερα και περισσότερα εργατικά χέρια από την Ελλάδα. Έχουν καμία τύχη;
Οι χώρες που αναπτύσσονται, εκτός από τα εργατικά χέρια έχουν εθνικές υποδομές και μορφωμένη νεολαία. Η Κίνα, από το 1949, εξασφάλισε την ανεξαρτησία της και έκανε μία τεράστια επένδυση στο να επιμορφώσει τους πολίτες της∙ έβγαλε 600 εκατομμύρια ανθρώπους από τον αναλφαβητισμό και έδωσε ισχυρότατη ώθηση στην παιδεία και τις υποδομές. Όπως και κάθε αναπτυγμένη χώρα, πέρα από άλλες ιδιαιτερότητες.
Εμείς πάθαμε πανωλεθρία. Ενώ βλέπαμε την καταστροφή που συντελείται με τη συνειδητή συμβολή των πολιτικών δυνάμεων της Δεξιάς και του Κέντρου, πέσαμε στα σαγόνια μιας γιαλαντζί Αριστεράς που ανέλαβε να φέρει σε πέρας -εξουδετερώνοντας τις αντιστάσεις- αυτή την τερατώδη καταστροφή της Ελλάδας. Ενώ δεν είναι ούτε τα funds ούτε τα δάνεια ούτε τα επιτόκια που θα σώσουν τη χώρα, αλλά οι άνθρωποι, οι φερόμενοι ως αριστεροί ανέλαβαν οικειοθελώς το ρόλο του δημίου.
Λεηλατείται και αποδομείται η χώρα. Αυτό την καταδικάζει σε μία διαρκή υπανάπτυξη, φτώχεια και καθυστέρηση. Μια κατεύθυνση που εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των μητροπόλεων και μιας μικρής μερίδας εντοπίων με διαχειριστές της καταστροφής ένα αριστεροδεξιό συνονθύλευμα.
Ο πολιτισμός μας είναι σε σύγχυση. Οι διανοούμενοι και καλλιτέχνες που δεν ενσωματώθηκαν στο σύστημα αδυνατούν να διαχειριστούν με τρόπο και περιεχόμενο διαπλαστικό και ανατρεπτικό τα ζητήματα της κουλτούρας, της πολιτικής και της ιδεολογίας. Οι τέχνες και τα γράμματα είναι σε αναντιστοιχία με αυτό που συμβαίνει.
Οι φορείς ενός λαϊκού και λόγιου πολιτισμού που παραδοσιακά είναι συνυφασμένος με τα βάσανα, τους πόθους, τα οράματα, τις ιδέες και τους αγώνες της κοινωνίας, παρακολουθούν άτολμα τον εκτροχιασμό της χώρας. Έχουν βραχυκυκλώσει. Παρατηρούν με αμηχανία την Ελλάδα να επιπλέει χωρίς βιομηχανία, χωρίς αγροτική οικονομία και χωρίς τους νέους της, σαν ένα τεράστιο κρουαζιερόπλοιο που θα προσφέρει υπηρεσίες σε εκατομμύρια άσχετους τουρίστες.
Όλη αυτή η σύλληψη που ήδη εφαρμόζεται είναι ανατριχιαστική. Η πρώτη χώρα σε απόλυτους αριθμούς, στον τουρισμό, είναι η Γαλλία με 80 εκατομμύρια τουρίστες ετησίως. Μία χώρα με 67 εκατομμύρια κατοίκους. Στην Ελλάδα, των 11 εκατομμυρίων, και πέντε φορές μικρότερη έκταση από τη Γαλλία, θριαμβολογούν οι κυβερνώντες ότι έχουμε ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια τουρίστες. Δηλαδή, έχουμε τριπλάσιους τουρίστες από τον πληθυσμό της χώρας! Χωρίς κανείς να νοιάζεται και να αναλογίζεται ποιες συνέπειες έχει αυτό στο φυσικό περιβάλλον και τον πολιτισμό. Αλλά και στην οικονομία, αφού συμβαδίζει με την εξαφάνιση των παραδοσιακών παραγωγικών δομών της χώρας. Επιπλέον, κάθε χρόνο, τα έσοδα είναι μικρότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η Τράπεζα Ελλάδος. Με 450 ευρώ το κεφάλι, 30 εκατομμύρια τουρίστες που καμία σχέση δεν έχουν με τον ελληνικό πολιτισμό ούτε τους καίγεται καρφάκι για το περιβάλλον και τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα, απολαμβάνουν όχι μόνο τον ήλιο, αλλά και τις υπηρεσίες των κακοπληρωμένων Ελλήνων. Αυτό είναι το μοντέλο της εξουσίας.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τι είδους πολιτισμός αντιστοιχεί σ’ αυτό το μοντέλο ανάπτυξης. Αν πάμε στο Μπαλί και την Ταϊτή θα δούμε πού κατάντησαν οι τοπικές κουλτούρες. Κι εδώ θα είναι χειρότερα. Στα κρουαζιερόπλοια, όταν εισέρχονται στα ελληνικά χωρικά ύδατα, συρτάκι και καλαματιανό παίζουν οι ορχήστρες που αποτελούνται από Άγγλους, Κορεάτες, Ρουμάνους και ίσως ένα Έλληνα μουσικό για δείγμα.
Είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς τι επίπτωση έχουν αυτές οι τουριστικές μάζες των άμορφων ανθρώπων στην Ελλάδα. Περαστικοί επισκέπτες των λίγων ημερών ή ωρών που διαφέρουν εκ θεμελίων από τους επισκέπτες που πρόσθεταν κάτι τις στον τόπο με την παρουσία τους, σαν τον Λέοναρντ Κόεν, τον Ross Daly ή τους Φινλανδούς πανεπιστημιακούς που έχουν ένα βαθύ θαυμασμό για τον ελληνικό πολιτισμό και ανησυχούν όσο κι εμείς για το φυσικό κάλλος των νησιών μας και τον πλούσιο πολιτισμό μας. Τι σχέση έχουν με την ελληνική ομορφιά και με τα δικαιώματα των κατοίκων της χώρας αυτές οι μάζες που περιοδεύουν σαν σαρδέλες μ’ αυτά τα κινητά ξενοδοχεία που χωράνε πέντε χιλιάδες άτομα! Ένα κρουαζιερόπλοιο στον Αργολικό κόλπο, που περνώντας μπροστά από το Μπούρτζι, το υπερκαλύπτει σε μέγεθος, πόσο συμβατό μπορεί να είναι με την ομορφιά του Ναυπλίου;
Αυτοί, λοιπόν, οι «επισκέπτες» καθορίζουν την ποιότητα του φαγητού που παρασκευάζεται στα νησιά (με μουσακάδες από την Κίνα!), διαμορφώνουν τις παραλίες σύμφωνα με τις ανάγκες τους, επιλέγουν τη μουσική που παίζεται κ.λπ. Δηλαδή, αλλοιώνουν και απαλείφουν όλα τα θετικά στοιχεία ενός πολιτισμού, τοπικού και εθνικού, που έχει διαμορφωθεί μέσα σε εκατονταετίες. Η Ελλάδα του Ελύτη, του Σεφέρη, του Κουν, του Τσιτσάνη, του Ρίτσου, του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι βιάζεται κατά συρροήν.
Πού είναι, λοιπόν, οι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες τώρα που η χώρα τούς χρειάζεται τόσο πολύ;
Όλα αυτά τα δεδομένα, σε σχέση με το καινούργιο μοντέλο, την πληθυσμιακή σύνθεση και τον επαγγελματικό προσανατολισμό των Ελλήνων με την εξάλειψη των τομέων εκείνων που αποτελούσαν συστατικό στοιχείο αυτού που αποκαλούμε Ελλάδα, αλλοιώνουν τα πάντα, την οικονομία, τα ήθη, τον πολιτισμό. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι, κορύφωση της ήττας και συντριβής που έχουμε βιώσει, το κομμάτι της Αριστεράς που την έκανε γυριστή και επικράτησε, είχε από καιρό αποκοπεί απ’ αυτό που εμείς αποκαλούμε πολιτισμό της Ελλάδας, γι’ αυτό και δεν ιδρώνει το αφτί του. Πέρα από κάποια πασαλείμματα και ταμπέλες, και την επιφανειακή επίκληση αυτού του πολιτισμού, αποδείχτηκε περίτρανα ότι δεν είχε καμία σχέση ούτε με τις πολιτικές μας ιδέες ούτε με τις ιδεολογικές μας αντιλήψεις. Και αυτός ο λαός, με το σακάτεμα που έχει υποστεί, αλλά, πριν από δύο χρόνια, έφτασε να εκδηλωθεί πρωτοποριακά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αμφισβητώντας αυτό το καταστροφικό μοντέλο, έμεινε μετέωρος, προδομένος και πιο ευάλωτος.
Οι μητροπόλεις διαλύουν με βόμβες τη Λιβύη, το Ιράκ, τη Συρία, το Αφγανιστάν κ.λπ., αλλά στη δική τους περιφέρεια ξεχαρβαλώνουν χώρες με μνημόνια και πολιτικές μαριονέτες που επισφραγίζουν την επιβολή των κηδεμόνων με την αποδοχή του ισχυρότερου και επιβλαβέστερου επιχειρήματός τους: το θατσερικό «δεν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος»! Δηλαδή, δεν έχετε καμία άλλη επιλογή παρά να βολευτείτε στο καλούπι του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που βασίζεται στη λιτότητα, τους πολέμους, τη νέα αποικιοκρατία και τη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των ανθρώπων των μικρών και αδύνατων χωρών.
Όμως, ενώ όλο αυτό ακούγεται και είναι πολύ αποθαρρυντικό, ο ανθρώπινος πολιτισμός συνεχίζει να εξελίσσεται. Και οι αλλαγές είναι εν δυνάμει κοσμογονικές. Ήδη το κέντρο βάρους των κοινωνιών μετατοπίζεται από τον δυτικό κόσμο ανατολικά. Και δεν εννοώ μόνο την Κίνα ή τους BRICS σαν γκρουπ. Με το πρόσφατο ταξίδι μας στο Ιράν είδαμε μία κοινωνία 80 εκατομμυρίων ανθρώπων που παρ’ όλους τους αποκλεισμούς, κυρώσεις, απειλές και τα παρόμοια, έχει τρομερές δυνάμεις γιατί στηρίζεται στον πολιτισμό της και στην πεποίθησή της ότι έχει δικαίωμα να ορίζει τη μοίρα της.
Και υπάρχουν πολλοί λαοί, ορατοί και αόρατοι, που δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Είτε έχουν εκδηλωθεί είτε όχι, ετοιμάζονται και σφύζουν από ζωή.
Το σύστημα σε όλη την Ευρώπη σκουντουφλάει. Χάρη στα μεταπολεμικά του επιτεύγματα και τη σωρευμένη ισχύ του μπορεί και κρατάει ακόμα τον έλεγχο των πραγμάτων. Είναι όμως εύθραυστο. Και κινδυνεύει να κάνει ένα μεγάλο μπραφ. Το πρόβλημα είναι ότι ο εναλλακτικός δικός μας πολιτισμός έχει αποδυναμωθεί πολύ. Και δυσκολευόμαστε να κάνουμε μια βαθιά και εύστοχη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, από κει να αντλήσουμε στοιχεία, για να προτείνουμε ένα νέο πολιτισμό που θα βασίζεται στην πλούσια παράδοση και τη γνώση, αλλά θα αντιστοιχεί και στα νέα κοινωνικά δεδομένα έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.
Τέλος, υπάρχει ένα στοιχείο από την εξέλιξη του οποίου θα εξαρτηθούν πολλά. Είναι το πιο αρνητικό, αλλά κρύβει και τη μεγαλύτερη ελπίδα. Γιατί η ζωή των ανθρώπων όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά και στις μητροπόλεις, είναι οριακή. Όλες οι κοινωνίες απειλούνται και αγκομαχούν. Και μπορεί να βγαίνει ο θυμός μιας μεγάλης μερίδας με στροφή στα ακροδεξιά κόμματα, αλλά αυτό είναι έκφραση οργής, διάψευσης, απογοήτευσης και αποδοκιμασίας. Ο τελευταίος λόγος δεν έχει ειπωθεί ακόμα. Και θα εξαρτηθεί πολύ από την ανασυγκρότηση των προοδευτικών δυνάμεων. Από τη συνειδητοποίηση των εργαζομένων και από την εμφάνιση μιας νέας γενιάς διανοουμένων που δεν έχουν εξαγοραστεί, κουραστεί, αυτομολήσει. Γιατί κυρίαρχο στοιχείο σ’ αυτό τον κόσμο που ζούμε παραμένει η ανισότητα που αφενός χειροτερεύει ξέφρενα τη ζωή των ανθρώπων όντας μία τάση την οποία κανείς δεν μπορεί να ανακόψει γιατί ανήκει στη φύση του εξελισσόμενου επιθετικού καπιταλισμού, και αφετέρου προξενεί πολύ μεγάλες τριβές οξύνοντας πέρα από κάθε έλεγχο τις αντιθέσεις. Και σ’ αυτή την ανισότητα κρύβεται η ελπίδα ότι θα ξαναγεννηθεί το καινούργιο. Γιατί η δράση της ανισότητας δημιουργεί, αργά ή γρήγορα, αντίδραση. Κι όσο πιο μεγάλη είναι η ανισότητα τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η αντίδραση. Καλώς εχόντων των πραγμάτων…
*(Ομιλία στο Resistance Festival, Σχολή Καλών Τεχνών, 29 Σεπτ. 2017)
Πηγή: e-dromos.gr
Στέλιος Ελληνιάδης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Στην Ελλάδα, οι εφημερίδες έχουν και «σελίδες πολιτισμού». Κάτω απ’ αυτή τη βινιέτα είναι τα γράμματα και οι τέχνες. Ο πολιτισμός, όμως, είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Είναι ο τρόπος που ζούμε και σκεφτόμαστε, οι συμπεριφορές μας, τα μέσα που επικοινωνούμε και πολλά άλλα. Αυτά δεν περιλαμβάνονται στις σελίδες του πολιτισμού. Εμάς, όμως, μας απασχολούν γιατί μας ενδιαφέρει το ανθρωπογενές περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Πώς καθορίζονται οι σχέσεις και πώς η εξέλιξή τους σταθεροποιεί ή αλλάζει την κοινωνία.
Σήμερα, στο δυτικό κόσμο, οι τέχνες έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό τον διαπλαστικό τους ρόλο. Είναι ακραία συμβατικές. Οι τέχνες είχαν ανέκαθεν στον πυρήνα τους μία κεντρική κατεύθυνση αμφισβήτησης, ανατροπής και ανάπλασης του κόσμου. Τώρα, οι τέχνες, σε γενικές γραμμές, οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα, είναι σαν ένα σάουντρακ. Σαν τη μουσική που γράφει ένας συνθέτης για μια κινηματογραφική ταινία με σκοπό να διευκολύνει την αποδοχή των μηνυμάτων που θέλουν ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος και ο παραγωγός να περάσουν στους θεατές. Έχει χαθεί ή υποβαθμιστεί ένα βασικό δημιουργικό στοιχείο της τέχνης. Το ίδιο που έχει πάθει η αριστερή πολιτική, η οποία έχει χάσει τον προσανατολισμό της και βασικά συστατικά της στοιχεία. Και αυτό που συμβαίνει στις τέχνες και στην αριστερή πολιτική αντανακλά τις διαμορφώσεις που έχουν λάβει χώρα μέσα στις κοινωνίες τις οποίες επηρεάζουν και από τις οποίες επηρεάζονται.
Θα αναφέρω μερικά γνωρίσματα αυτών των αλλαγών για να μπούμε σ’ αυτό τον προβληματισμό. Για παράδειγμα, στο δυτικό κόσμο, έχει κανείς την αίσθηση ότι πια δεν υπάρχει η εργατική τάξη όπως την αντιληφθήκαμε στην πορεία της βιομηχανικής επανάστασης και όπως έχει προσδιοριστεί η έννοια της εργατικής τάξης στο λεξιλόγιο και την κουλτούρα μας. Όχι μόνο επειδή έχουν λιγοστέψει τα εργατικά χέρια στα εργοστάσια, αλλά γιατί αυτοί που κάνουν τις εργατικές δουλειές έχουνε μπει σε μια άλλη ιδεολογική σφαίρα. Δεν έχουν τη συνείδηση της εργατικής τάξης που είχαν οι εργάτες το 1850,το 1900 κ.λπ. Η κυριαρχία του μικροαστισμού έχει επιφέρει μια σημαντική ιδεολογική μεταβολή χάρη στην πρωτόγνωρη, εντυπωσιακή και διανεμητική ευημερία, στην οικονομία και τα δικαιώματα, που βίωσαν οι άνθρωποι μεταπολεμικά. Την εποχή που γράφτηκε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, οι ταξικές διαφορές στις κοινωνίες ήτανε εξαιρετικά σαφείς και ευδιάκριτες και τα καθεστώτα ήτανε ξεκάθαρα αυταρχικά και αντιλαϊκά.
Η σκέψη του ανθρώπου άλλοτε προηγείται των καταστάσεων και είναι επαναστατική και άλλοτε, ενώ τα πράγματα έχουν αλλάξει, παραμένει στην παλιά εποχή και είναι αναχρονιστική και οπισθοδρομική. Νομίζω ότι σε μια τέτοια εποχή ζούμε.
Απουσία προτύπων
Ένα άλλο παράδειγμα. Εξακολουθούμε να μιλάμε για σοσιαλισμό και κομμουνισμό, άλλοι θετικά κι άλλοι αρνητικά, αλλά δεν υπάρχουν πια τα υποδείγματα. Στη δεκαετία του 1970, η Σουηδία αποτελούσε ένα πρότυπο. Γιατί ενισχυόταν το κοινωνικό κράτος και μας έδινε την αίσθηση ότι είναι μία δημοκρατία που λειτουργεί εύρυθμα∙ οι άνθρωποι έχουν ελευθερίες και δικαιώματα, είναι ανοιχτοί στους ξένους και πολυπολιτισμικοί, δηλαδή, πολύ προχωρημένοι σε σχέση με την εποχή τους.
Επίσης, μεγαλώναμε έχοντας άλλοι τη Σοβιετική Ένωση, άλλοι την Κίνα και άλλοι και τις δύο χώρες ως κομμουνιστικά υποδείγματα. Σήμερα, στη συνείδηση ακόμα και των αριστερών, έχουν υποβιβαστεί, απαξιωθεί ή απορριφθεί. Χάσαμε, έτσι, τα χειροπιαστά μοντέλα και δεν καταφέραμε να καλύψουμε αυτά τα τεράστια κενά. Η πραγματικότητα μέσα στην οποία μεγαλώσαμε και μέσα στην οποία διαμορφώθηκαν οι κουλτούρες, οι ιδεολογίες, τα πολιτικά κόμματα, τα πολιτικά πιστεύω, οι τέχνες, τα γράμματα, όλα αυτά που μας διαμόρφωσαν, έχει αλλάξει ριζικά. Η πραγματικότητα είναι πλέον άλλη.
Ο αγροτικός τομέας της μεταπολεμικής Ελλάδας απασχολούσε το 59,5 % του εργατικού δυναμικού και συνεισέφερε το 29% του ΑΕΠ. Και υπήρχε ένα σημαντικό κομμάτι εργατικής τάξης, με την κλασική έννοια. Η Ελλάδα δεν είχε μεγάλη βιομηχανία, αλλά είχε καλές μονάδες, είχε αναπτυγμένους ορισμένους τομείς, όπως η κλωστοϋφαντουργία και η ναυπηγική, και ένα αξιόμαχο εργατικό δυναμικό στον τομέα της οικοδομής. Ένα μικρό, αλλά στιβαρό εργατικό σώμα, το οποίο είχε συνείδηση ότι ανήκε στην εργατική τάξη.
Υπήρχε, επίσης, ο αναπτυσσόμενος χώρος των μικρομεσαίων επαγγελματιών, υπήρχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και ένα μεγάλο κομμάτι Ελλήνων χαρακτηρισμένων ως «ανειδίκευτων» που τους ξεφορτώθηκαν στέλνοντάς τους να δουλέψουν για την ανοικοδόμηση των ευρωπαϊκών μητροπόλεων που είχαν αλληλοκαταστραφεί κατά τη διάρκεια του Β΄ΠΠ. Και υπήρχε ένα στρώμα διανοουμένων το οποίο, βγαίνοντας μέσα από μια πολύ σπουδαία παράδοση, αστική αλλά και επαναστατική, παρ’ όλες τις καταστροφές της δεκαετίας του ’40 και το σκοτεινό κλίμα της δεκαετίας του ’50, έφτασε στη δεκαετία του ’60 σε μία κορύφωση που εναρμονιζόταν με τη θαυμαστή απόπειρα των λαϊκών δυνάμεων να ανασυγκροτηθούν και να παλέψουν για κάτι καλύτερο. Καλλιτέχνες και διανοούμενοι δεμένοι μ’ αυτή την κοινωνία, που είχε μεγάλη εσωτερική ρευστότητα και ποικιλία, αλλά ήταν ακόμα αρκετά συμπαγής παρ’ όλες τις διαφορές, πολιτικές και ιδεολογικές.
Άλλη χώρα
Σήμερα, αυτή η κοινωνία δεν υφίσταται. Η συμβολή της ελληνικής γεωργίας στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία είναι μόνο 3,44%! Οι περισσότερες βιομηχανικές μονάδες έχουν κλείσει και η οικοδομή έχει σταματήσει. Εν ολίγοις, έχουν χαθεί σημαντικά κομμάτια αυτού που ήταν η Ελλάδα σε επίπεδο ανθρώπων. Και μαζί μ’ αυτό έχουν χαθεί και άλλα σημαντικά πράγματα, όπως η διατροφική αυτάρκεια, που εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει, σε ένα κόσμο τόσο εχθρικό, με τις εξαρτήσεις που συνεπάγεται. Με τη συρρίκνωση πολύ πάνω από το όριο κινδύνου του αγροτικού και εργατικού δυναμικού, η Ελλάδα είναι χώρα και κράτος υπό όρους. Με πολιτικές που καθορίζονται και επιβάλλονται από τις μητροπόλεις, οι οποίες πάντα κινούνται αποκλειστικά με βάση τα δικά τους συμφέροντα, χωρίς να έχουν κανένα οίκτο για τους «εξαρτημένους» και τους «υποδεέστερους».
Μετά τους αγρότες και τους εργάτες, καταστρέφουν συστηματικά και το χώρο των μικρομεσαίων, ο οποίος ήταν ένας πολύ ενεργητικός χώρος, γιατί είχε τα συντηρητικά του στοιχεία, αλλά είχε και τα προοδευτικά του στοιχεία. Ο χώρος, δηλαδή, μικροβιοτέχνες, μαγαζάτορες, τεχνίτες κ.ά., εξελίχθηκε σε ένα εξαιρετικά δυναμικό κομμάτι το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη και τη διάχυση της ευημερίας. Επίσης, οι οικογενειακές αυτές επιχειρήσεις μαζί με τις οικογένειες που προέρχονταν από την εργατική και την αγροτική τάξη, έδωσαν επίμονη προτεραιότητα -κάνοντας πολλές θυσίες- στο να μορφώσουν τα παιδιά τους. Δηλαδή, κεντρικό νγώρισμα της ελληνικής οικογένειας, είτε εργατών είτε εμπόρων, ήταν να μορφώσουν τα παιδιά τους. Το οποίο από μόνο του είναι στοιχείο μεγάλης προόδου, θα έλεγα επαναστατικής που αλλάζει την κοινωνία.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένα σημαντικό στοιχείο της λεηλασίας της χώρας, μάλλον κυρίαρχο, πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις με τις οποίες υφαρπάζουν όλο το δημόσιο πλούτο και με εξαγορές μπιρ παρά τον ιδιωτικό, αφορά τη μορφωμένη νεολαία. Κάποτε χρειάζονταν ανειδίκευτους εργάτες και πήραν τα υγιή νεαρά παιδιά από τα χωριά και τις λαϊκές γειτονιές για να τα ρίξουν «στις φάμπρικές της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές». Σήμερα, που χρειάζονται ειδικευμένους εργάτες, παίρνουν σωρηδόν τα μορφωμένα Ελληνόπουλα. Επανδρώνουν τα μεγάλα νοσοκομειακά τους συγκροτήματα με γιατρούς από τα ελληνικά πανεπιστήμια, παίρνουν μηχανικούς, παίρνουν πτυχιούχους που έχουν σπουδάσει πληροφορική, παίρνουν όλα τα ταλαντούχα παιδιά χωρίς τα οποία καμία κοινωνία δεν μπορεί να προοδεύσει.
Πώς θα πάει μπροστά μια κοινωνία χωρίς εθνικές δημόσιες υποδομές; Με το στρατό και την αστυνομία; Χωρίς αγρότες, χωρίς εργάτες και χωρίς τους νέους επιστήμονες, με ένα πληθυσμό που γηράσκει και μειώνεται; Με εποχιακούς παρτ-τάιμ εργαζόμενους; Αυτή είναι μία κοινωνία στην πτέρυγα των μελλοθανάτων.
Καμία κοινωνία δεν αναπτύσσεται γιατί έχει φτηνό εργατικό δυναμικό. Από τη Βουλγαρία μέχρι το Σουδάν και την Ουγκάντα υπάρχουν πάνω από εκατό χώρες με φτηνότερα και περισσότερα εργατικά χέρια από την Ελλάδα. Έχουν καμία τύχη;
Οι χώρες που αναπτύσσονται, εκτός από τα εργατικά χέρια έχουν εθνικές υποδομές και μορφωμένη νεολαία. Η Κίνα, από το 1949, εξασφάλισε την ανεξαρτησία της και έκανε μία τεράστια επένδυση στο να επιμορφώσει τους πολίτες της∙ έβγαλε 600 εκατομμύρια ανθρώπους από τον αναλφαβητισμό και έδωσε ισχυρότατη ώθηση στην παιδεία και τις υποδομές. Όπως και κάθε αναπτυγμένη χώρα, πέρα από άλλες ιδιαιτερότητες.
Πανωλεθρία
Εμείς πάθαμε πανωλεθρία. Ενώ βλέπαμε την καταστροφή που συντελείται με τη συνειδητή συμβολή των πολιτικών δυνάμεων της Δεξιάς και του Κέντρου, πέσαμε στα σαγόνια μιας γιαλαντζί Αριστεράς που ανέλαβε να φέρει σε πέρας -εξουδετερώνοντας τις αντιστάσεις- αυτή την τερατώδη καταστροφή της Ελλάδας. Ενώ δεν είναι ούτε τα funds ούτε τα δάνεια ούτε τα επιτόκια που θα σώσουν τη χώρα, αλλά οι άνθρωποι, οι φερόμενοι ως αριστεροί ανέλαβαν οικειοθελώς το ρόλο του δημίου.
Λεηλατείται και αποδομείται η χώρα. Αυτό την καταδικάζει σε μία διαρκή υπανάπτυξη, φτώχεια και καθυστέρηση. Μια κατεύθυνση που εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των μητροπόλεων και μιας μικρής μερίδας εντοπίων με διαχειριστές της καταστροφής ένα αριστεροδεξιό συνονθύλευμα.
Ο πολιτισμός μας είναι σε σύγχυση. Οι διανοούμενοι και καλλιτέχνες που δεν ενσωματώθηκαν στο σύστημα αδυνατούν να διαχειριστούν με τρόπο και περιεχόμενο διαπλαστικό και ανατρεπτικό τα ζητήματα της κουλτούρας, της πολιτικής και της ιδεολογίας. Οι τέχνες και τα γράμματα είναι σε αναντιστοιχία με αυτό που συμβαίνει.
Οι φορείς ενός λαϊκού και λόγιου πολιτισμού που παραδοσιακά είναι συνυφασμένος με τα βάσανα, τους πόθους, τα οράματα, τις ιδέες και τους αγώνες της κοινωνίας, παρακολουθούν άτολμα τον εκτροχιασμό της χώρας. Έχουν βραχυκυκλώσει. Παρατηρούν με αμηχανία την Ελλάδα να επιπλέει χωρίς βιομηχανία, χωρίς αγροτική οικονομία και χωρίς τους νέους της, σαν ένα τεράστιο κρουαζιερόπλοιο που θα προσφέρει υπηρεσίες σε εκατομμύρια άσχετους τουρίστες.
Όλη αυτή η σύλληψη που ήδη εφαρμόζεται είναι ανατριχιαστική. Η πρώτη χώρα σε απόλυτους αριθμούς, στον τουρισμό, είναι η Γαλλία με 80 εκατομμύρια τουρίστες ετησίως. Μία χώρα με 67 εκατομμύρια κατοίκους. Στην Ελλάδα, των 11 εκατομμυρίων, και πέντε φορές μικρότερη έκταση από τη Γαλλία, θριαμβολογούν οι κυβερνώντες ότι έχουμε ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια τουρίστες. Δηλαδή, έχουμε τριπλάσιους τουρίστες από τον πληθυσμό της χώρας! Χωρίς κανείς να νοιάζεται και να αναλογίζεται ποιες συνέπειες έχει αυτό στο φυσικό περιβάλλον και τον πολιτισμό. Αλλά και στην οικονομία, αφού συμβαδίζει με την εξαφάνιση των παραδοσιακών παραγωγικών δομών της χώρας. Επιπλέον, κάθε χρόνο, τα έσοδα είναι μικρότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η Τράπεζα Ελλάδος. Με 450 ευρώ το κεφάλι, 30 εκατομμύρια τουρίστες που καμία σχέση δεν έχουν με τον ελληνικό πολιτισμό ούτε τους καίγεται καρφάκι για το περιβάλλον και τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα, απολαμβάνουν όχι μόνο τον ήλιο, αλλά και τις υπηρεσίες των κακοπληρωμένων Ελλήνων. Αυτό είναι το μοντέλο της εξουσίας.
Μαζικός βιασμός
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τι είδους πολιτισμός αντιστοιχεί σ’ αυτό το μοντέλο ανάπτυξης. Αν πάμε στο Μπαλί και την Ταϊτή θα δούμε πού κατάντησαν οι τοπικές κουλτούρες. Κι εδώ θα είναι χειρότερα. Στα κρουαζιερόπλοια, όταν εισέρχονται στα ελληνικά χωρικά ύδατα, συρτάκι και καλαματιανό παίζουν οι ορχήστρες που αποτελούνται από Άγγλους, Κορεάτες, Ρουμάνους και ίσως ένα Έλληνα μουσικό για δείγμα.
Είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς τι επίπτωση έχουν αυτές οι τουριστικές μάζες των άμορφων ανθρώπων στην Ελλάδα. Περαστικοί επισκέπτες των λίγων ημερών ή ωρών που διαφέρουν εκ θεμελίων από τους επισκέπτες που πρόσθεταν κάτι τις στον τόπο με την παρουσία τους, σαν τον Λέοναρντ Κόεν, τον Ross Daly ή τους Φινλανδούς πανεπιστημιακούς που έχουν ένα βαθύ θαυμασμό για τον ελληνικό πολιτισμό και ανησυχούν όσο κι εμείς για το φυσικό κάλλος των νησιών μας και τον πλούσιο πολιτισμό μας. Τι σχέση έχουν με την ελληνική ομορφιά και με τα δικαιώματα των κατοίκων της χώρας αυτές οι μάζες που περιοδεύουν σαν σαρδέλες μ’ αυτά τα κινητά ξενοδοχεία που χωράνε πέντε χιλιάδες άτομα! Ένα κρουαζιερόπλοιο στον Αργολικό κόλπο, που περνώντας μπροστά από το Μπούρτζι, το υπερκαλύπτει σε μέγεθος, πόσο συμβατό μπορεί να είναι με την ομορφιά του Ναυπλίου;
Αυτοί, λοιπόν, οι «επισκέπτες» καθορίζουν την ποιότητα του φαγητού που παρασκευάζεται στα νησιά (με μουσακάδες από την Κίνα!), διαμορφώνουν τις παραλίες σύμφωνα με τις ανάγκες τους, επιλέγουν τη μουσική που παίζεται κ.λπ. Δηλαδή, αλλοιώνουν και απαλείφουν όλα τα θετικά στοιχεία ενός πολιτισμού, τοπικού και εθνικού, που έχει διαμορφωθεί μέσα σε εκατονταετίες. Η Ελλάδα του Ελύτη, του Σεφέρη, του Κουν, του Τσιτσάνη, του Ρίτσου, του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι βιάζεται κατά συρροήν.
Πού είναι, λοιπόν, οι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες τώρα που η χώρα τούς χρειάζεται τόσο πολύ;
Όλα αυτά τα δεδομένα, σε σχέση με το καινούργιο μοντέλο, την πληθυσμιακή σύνθεση και τον επαγγελματικό προσανατολισμό των Ελλήνων με την εξάλειψη των τομέων εκείνων που αποτελούσαν συστατικό στοιχείο αυτού που αποκαλούμε Ελλάδα, αλλοιώνουν τα πάντα, την οικονομία, τα ήθη, τον πολιτισμό. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι, κορύφωση της ήττας και συντριβής που έχουμε βιώσει, το κομμάτι της Αριστεράς που την έκανε γυριστή και επικράτησε, είχε από καιρό αποκοπεί απ’ αυτό που εμείς αποκαλούμε πολιτισμό της Ελλάδας, γι’ αυτό και δεν ιδρώνει το αφτί του. Πέρα από κάποια πασαλείμματα και ταμπέλες, και την επιφανειακή επίκληση αυτού του πολιτισμού, αποδείχτηκε περίτρανα ότι δεν είχε καμία σχέση ούτε με τις πολιτικές μας ιδέες ούτε με τις ιδεολογικές μας αντιλήψεις. Και αυτός ο λαός, με το σακάτεμα που έχει υποστεί, αλλά, πριν από δύο χρόνια, έφτασε να εκδηλωθεί πρωτοποριακά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αμφισβητώντας αυτό το καταστροφικό μοντέλο, έμεινε μετέωρος, προδομένος και πιο ευάλωτος.
Ασφυξία και διέξοδος
Οι μητροπόλεις διαλύουν με βόμβες τη Λιβύη, το Ιράκ, τη Συρία, το Αφγανιστάν κ.λπ., αλλά στη δική τους περιφέρεια ξεχαρβαλώνουν χώρες με μνημόνια και πολιτικές μαριονέτες που επισφραγίζουν την επιβολή των κηδεμόνων με την αποδοχή του ισχυρότερου και επιβλαβέστερου επιχειρήματός τους: το θατσερικό «δεν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος»! Δηλαδή, δεν έχετε καμία άλλη επιλογή παρά να βολευτείτε στο καλούπι του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που βασίζεται στη λιτότητα, τους πολέμους, τη νέα αποικιοκρατία και τη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των ανθρώπων των μικρών και αδύνατων χωρών.
Όμως, ενώ όλο αυτό ακούγεται και είναι πολύ αποθαρρυντικό, ο ανθρώπινος πολιτισμός συνεχίζει να εξελίσσεται. Και οι αλλαγές είναι εν δυνάμει κοσμογονικές. Ήδη το κέντρο βάρους των κοινωνιών μετατοπίζεται από τον δυτικό κόσμο ανατολικά. Και δεν εννοώ μόνο την Κίνα ή τους BRICS σαν γκρουπ. Με το πρόσφατο ταξίδι μας στο Ιράν είδαμε μία κοινωνία 80 εκατομμυρίων ανθρώπων που παρ’ όλους τους αποκλεισμούς, κυρώσεις, απειλές και τα παρόμοια, έχει τρομερές δυνάμεις γιατί στηρίζεται στον πολιτισμό της και στην πεποίθησή της ότι έχει δικαίωμα να ορίζει τη μοίρα της.
Και υπάρχουν πολλοί λαοί, ορατοί και αόρατοι, που δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Είτε έχουν εκδηλωθεί είτε όχι, ετοιμάζονται και σφύζουν από ζωή.
Το σύστημα σε όλη την Ευρώπη σκουντουφλάει. Χάρη στα μεταπολεμικά του επιτεύγματα και τη σωρευμένη ισχύ του μπορεί και κρατάει ακόμα τον έλεγχο των πραγμάτων. Είναι όμως εύθραυστο. Και κινδυνεύει να κάνει ένα μεγάλο μπραφ. Το πρόβλημα είναι ότι ο εναλλακτικός δικός μας πολιτισμός έχει αποδυναμωθεί πολύ. Και δυσκολευόμαστε να κάνουμε μια βαθιά και εύστοχη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, από κει να αντλήσουμε στοιχεία, για να προτείνουμε ένα νέο πολιτισμό που θα βασίζεται στην πλούσια παράδοση και τη γνώση, αλλά θα αντιστοιχεί και στα νέα κοινωνικά δεδομένα έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.
Τέλος, υπάρχει ένα στοιχείο από την εξέλιξη του οποίου θα εξαρτηθούν πολλά. Είναι το πιο αρνητικό, αλλά κρύβει και τη μεγαλύτερη ελπίδα. Γιατί η ζωή των ανθρώπων όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά και στις μητροπόλεις, είναι οριακή. Όλες οι κοινωνίες απειλούνται και αγκομαχούν. Και μπορεί να βγαίνει ο θυμός μιας μεγάλης μερίδας με στροφή στα ακροδεξιά κόμματα, αλλά αυτό είναι έκφραση οργής, διάψευσης, απογοήτευσης και αποδοκιμασίας. Ο τελευταίος λόγος δεν έχει ειπωθεί ακόμα. Και θα εξαρτηθεί πολύ από την ανασυγκρότηση των προοδευτικών δυνάμεων. Από τη συνειδητοποίηση των εργαζομένων και από την εμφάνιση μιας νέας γενιάς διανοουμένων που δεν έχουν εξαγοραστεί, κουραστεί, αυτομολήσει. Γιατί κυρίαρχο στοιχείο σ’ αυτό τον κόσμο που ζούμε παραμένει η ανισότητα που αφενός χειροτερεύει ξέφρενα τη ζωή των ανθρώπων όντας μία τάση την οποία κανείς δεν μπορεί να ανακόψει γιατί ανήκει στη φύση του εξελισσόμενου επιθετικού καπιταλισμού, και αφετέρου προξενεί πολύ μεγάλες τριβές οξύνοντας πέρα από κάθε έλεγχο τις αντιθέσεις. Και σ’ αυτή την ανισότητα κρύβεται η ελπίδα ότι θα ξαναγεννηθεί το καινούργιο. Γιατί η δράση της ανισότητας δημιουργεί, αργά ή γρήγορα, αντίδραση. Κι όσο πιο μεγάλη είναι η ανισότητα τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η αντίδραση. Καλώς εχόντων των πραγμάτων…
*(Ομιλία στο Resistance Festival, Σχολή Καλών Τεχνών, 29 Σεπτ. 2017)
Πηγή: e-dromos.gr
Στέλιος Ελληνιάδης: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου