Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Η πορεία για την ολοκλήρωση της μνημονιακής οκταετίας, με κάποιας μορφής έξοδο από την μνημονιακή επιτήρηση, φαίνεται μη αναστρέψιμη. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον προσεχή Αύγουστο ο κύκλος της βίαιης προσαρμογής που επιβλήθηκε στην Ελλάδα –υπό ένα καθεστώς απόλυτης εξαίρεσης από κάθε θεσμικό, διεθνές ή ευρωπαϊκό, πλαίσιο– θα κλείσει. Το πώς ακριβώς θα κλείσει δεν είναι ακόμη σαφές. Η «καθαρή έξοδος» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση σημαίνει τη μετάβαση σε ένα καθεστώς επιτήρησης που δεν είναι ακόμη διαμορφωμένο. Η ευρωπαϊκή «κανονικότητα» στο σύνολό της είναι υπό διαπραγμάτευση, στο πλαίσιο της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης που ήδη άνοιξε και, θεωρητικά θα ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2018. Ποιο πλέγμα εξουσίας και με ποιες ισορροπίες ανάμεσα στους επιμέρους πόλους του –την Κομισιόν, τον πιθανό υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης, τον ESM στην εκδοχή του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και την ΕΚΤ– θα ασκεί την επιτήρηση στην ελληνική και κάθε «αποκλίνουσα» οικονομία δεν το γνωρίζουμε ακόμη.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα οι βασικοί παίκτες στην ελληνική εκκρεμότητα προεξοφλούν ομαλό κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης στις 22 Ιανουαρίου και πριμοδοτούν, αμέσως μετά, μια νέα πειραματική έκδοση ομολόγων ώστε να δοκιμαστούν οι αντοχές των αποδόσεων που έχουν σταθεροποιηθεί περί το 4%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2006. Αυτό μπορεί να ακολουθηθεί από 1-2 ακόμη εξόδους, παράλληλα με την τέταρτη αξιολόγηση που λογικά θα είναι αυτή που θα οδηγήσει και στο πολυαναμενόμενο «φίνις».
Και μετά; Πάνω σ’ αυτό το «μετά» αναπτύχθηκε η δημόσια αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα που, κατά τη μάλλον συνήθη πρακτική του, επιχείρησε να χαλάσει την κυβερνητική ευφορία που προκάλεσε η θεαματική πτώση των επιτοκίων των δεκαετών ομολόγων. Η ιδέα του Γ. Στουρνάρα ότι θα ήταν καλύτερο αντί του αυτόνομου δανεισμού από τις αγορές η Ελλάδα να παραμείνει υπό τη σκέπη του ESM, σε προληπτική πιστωτική γραμμή, προκάλεσε την οξύτατη αντίδραση της κυβέρνησης.
Η «σφήνα» Στουρνάρα έχει προφανώς την πολιτική της σκοπιμότητα και αποτελεί μια κραυγαλέα «αβάντα» στην αξιωματική αντιπολίτευση. Αλλά ταυτόχρονα αποκλείεται να διατυπώνεται ερήμην της ηγεσίας της ΕΚΤ, η οποία μπορεί να έχει παρεμφερείς ιδέες. Ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι μόλις πριν μια εβδομάδα άφησε να αιωρείται το ενδεχόμενο ενός τέταρτου προγράμματος «αν το ζητήσει η ελληνική κυβέρνηση». Όπως είχαμε επισημάνει και στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου («Η κατολίσθηση των ομολόγων και το μυστήριο Ντράγκι») αυτή η «αθώα» αναφορά του επικεφαλής της ΕΚΤ υποδηλώνει κάποιες αποστάσεις ασφαλείας από το ελληνικό success story, εξαιτίας των οποίων τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν επί 2,5 χρόνια τα μόνα εκτός QE. Ο Ντράγκι θέλει και να διατηρηθεί η «μεταρρυθμιστική» πίεση στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στα πεδία που ανταγωνίζεται με την Κομισιόν, όπως τα κόκκινα δάνεια, και να έχει προηγηθεί αναβάθμιση της Ελλάδας από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης και να επισπευσθούν οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος.
Σ΄ αυτό το τελευταίο στοιχείο, του χρέους, εκτός της ΕΚΤ έχει και το ΔΝΤ κάθε λόγο να διατηρήσει σταθερή την πίεσή του προς τους δανειστές της Ελλάδας, δηλαδή την Ευρωζώνη. Μετά το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης το ΔΝΤ, που παραμένει στο πρόγραμμα ως παρατηρητής, θα κάνει τη δική του αξιολόγηση, βάσει της stand by συμφωνίας που ενέκρινε τον περασμένο Ιούνιο. Κι εκεί θα έχει μια ακόμη ευκαιρία να επαναλάβει την επωδό της ελάφρυνσης του χρέους. Άλλωστε, κατά τον επίτροπο Μοσκοβισί, την ίδια περίοδο θα αρχίσουν οι προπαρασκευαστικές εργασίες για τα επόμενα στάδια, «δηλαδή τη συζήτηση για το χρέος και τη μεταμνημονιακή εποχή που πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο». (συνέντευξη στα Νέα, 22/12). Αλλά, επειδή οι δανειστές δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν κάτι χειροπιαστό πριν από τον Αύγουστο 2018, ενδέχεται το ΔΝΤ να αξιοποιήσει αυτό το παράθυρο και να προσφέρει ως εναλλακτική λύση την εξαγορά του υπολοίπου των δανείων του προς την Ελλάδα, περίπου 10 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3,5%, από τον ESM. Είναι κάτι που ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ έχει επανειλημμένα θέσει ως συζητήσιμη λύση, στο πλαίσιο των μέτρων αναδιάρθρωσης του χρέους, και το ίδιο επεξεργάζεται και για τα διακρατικά δάνεια του πρώτου Μνημονίου, ώστε να καταστεί ο αποκλειστικός δανειστής της Ελλάδας και να είναι αυτός κυρίως που θα εποπτεύει την υποχρέωση της χώρας να εξοφλήσει το 75% του δημόσιου δανεισμού της, για όσα χρόνια χρειαστεί. Η υποκατάσταση των δανείων του ΔΝΤ με δάνεια του ESM, αρκετά φθηνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια, διευκολύνει την απεμπλοκή του Ταμείου και τη μετάβαση στο υπό σχεδιασμό Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο.
Φυσικά, μια δεύτερη εναλλακτική είναι την εξαγορά του δανείου του ΔΝΤ να την κάνει απευθείας το ελληνικό κράτος, αν έχει συγκεντρώσει στο μεταξύ το απόθεμα ασφαλείας περίπου 15-17 δισ. ευρώ το οποίο θεωρείται απαραίτητο για επιστροφή στις αγορές. Είναι ισχυρό και πρόσφατο το παράδειγμα της Πορτογαλίας που έχει προεξοφλήσει το 80% των δανείων προς το ΔΝΤ. Ο Πορτογάλος πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο μάλλον ευχαρίστως θα συνιστούσε στον Έλληνα ομόλογό του να μιμηθεί το πορτογαλικό παράδειγμα, προκειμένου να αποφύγει τις πιέσεις για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους πριν από τον Αύγουστο το 2018.
Αυτές οι εναλλακτικές, τις οποίες προφανώς είχε υπόψη του ο Γ. Στουρνάρας πετώντας τη ρουκέτα της «προληπτικής πιστωτικής γραμμής», ενδέχεται να αποτελέσουν σημείο σύγκλισης μεταξύ ΔΝΤ και ΕΚΤ και για έναν πρόσθετο λόγο: τα stress tests των τραπεζών που θα διεξαχθούν μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαΐου. Το ΔΝΤ, ως γνωστόν, διατηρεί τις αμφιβολίες του για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, η ΕΚΤ από την άλλη πιέζει για δραστική συρρίκνωση των κόκκινων δανείων τους, από την οποία μπορεί να προκύψουν τέτοιες ανάγκες. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ΕΚΤ και ΔΝΤ εκτιμούν ότι το υπόλοιπο του δανείου των 86 δισ., μετά και την τέταρτη αξιολόγηση –περίπου 25 δισ.– δεν θα πρέπει να μείνει αναξιοποίητο, έστω και ως αποθεματικό ασφαλείας. Και σ’ αυτό συναντώνται με τον ESM, αξιωματούχοι του οποίου σε ανύποπτο χρόνο είχαν διαρρεύσει σκέψεις για ένα «υβριδικό» πρόγραμμα κάλυψης της Ελλάδας μετά το Μνημόνιο, που δεν βρίσκεται ανάμεσα σ’ αυτά που προβλέπει σήμερα το καταστατικό του ESM. Ίσως σ’ αυτό το υβριδικό πρόγραμμα θα συνδυάζονται τα όποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, η κάλυψη της «καθαρής» εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, αλλά και η ιδέα Μακρόν για «αποπληρωμή χρέους με ρήτρα ανάπτυξης», που περιελήφθη στην απόφαση του Eurogroup τον περασμένο Ιούνιο.
Σε κάθε περίπτωση, το μεταμνημονιακό μέλλον επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας προδιαγράφεται πάλι «υβριδικό», όπως συνέβη με τα Μνημόνια. Εκτός αν στο μεταξύ έχει επέλθει 100% συμφωνία για τη νέα Ευρωζώνη και τους νέους κανόνες επιτήρησης, με πρώτο πεδίο εφαρμογής την Ελλάδα. Εξαιρετικά αμφίβολο προς το παρόν, λόγω πολιτικής αβεβαιότητας στη Γερμανία.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιάννης Κιμπουρόπουλος: Σχετικά με τον Συντάκτη
Η «ρουκέτα» Στουρνάρα διασταυρώνεται με ρητούς και υπόρρητους σχεδιασμούς των δανειστών για τη μεταμνημονιακή επιτήρηση της χώρας
Η πορεία για την ολοκλήρωση της μνημονιακής οκταετίας, με κάποιας μορφής έξοδο από την μνημονιακή επιτήρηση, φαίνεται μη αναστρέψιμη. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον προσεχή Αύγουστο ο κύκλος της βίαιης προσαρμογής που επιβλήθηκε στην Ελλάδα –υπό ένα καθεστώς απόλυτης εξαίρεσης από κάθε θεσμικό, διεθνές ή ευρωπαϊκό, πλαίσιο– θα κλείσει. Το πώς ακριβώς θα κλείσει δεν είναι ακόμη σαφές. Η «καθαρή έξοδος» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση σημαίνει τη μετάβαση σε ένα καθεστώς επιτήρησης που δεν είναι ακόμη διαμορφωμένο. Η ευρωπαϊκή «κανονικότητα» στο σύνολό της είναι υπό διαπραγμάτευση, στο πλαίσιο της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης που ήδη άνοιξε και, θεωρητικά θα ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2018. Ποιο πλέγμα εξουσίας και με ποιες ισορροπίες ανάμεσα στους επιμέρους πόλους του –την Κομισιόν, τον πιθανό υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης, τον ESM στην εκδοχή του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και την ΕΚΤ– θα ασκεί την επιτήρηση στην ελληνική και κάθε «αποκλίνουσα» οικονομία δεν το γνωρίζουμε ακόμη.
Η αντιπαράθεση κυβέρνησης – ΤτΕ
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα οι βασικοί παίκτες στην ελληνική εκκρεμότητα προεξοφλούν ομαλό κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης στις 22 Ιανουαρίου και πριμοδοτούν, αμέσως μετά, μια νέα πειραματική έκδοση ομολόγων ώστε να δοκιμαστούν οι αντοχές των αποδόσεων που έχουν σταθεροποιηθεί περί το 4%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2006. Αυτό μπορεί να ακολουθηθεί από 1-2 ακόμη εξόδους, παράλληλα με την τέταρτη αξιολόγηση που λογικά θα είναι αυτή που θα οδηγήσει και στο πολυαναμενόμενο «φίνις».
Και μετά; Πάνω σ’ αυτό το «μετά» αναπτύχθηκε η δημόσια αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα που, κατά τη μάλλον συνήθη πρακτική του, επιχείρησε να χαλάσει την κυβερνητική ευφορία που προκάλεσε η θεαματική πτώση των επιτοκίων των δεκαετών ομολόγων. Η ιδέα του Γ. Στουρνάρα ότι θα ήταν καλύτερο αντί του αυτόνομου δανεισμού από τις αγορές η Ελλάδα να παραμείνει υπό τη σκέπη του ESM, σε προληπτική πιστωτική γραμμή, προκάλεσε την οξύτατη αντίδραση της κυβέρνησης.
Η «σφήνα» Στουρνάρα έχει προφανώς την πολιτική της σκοπιμότητα και αποτελεί μια κραυγαλέα «αβάντα» στην αξιωματική αντιπολίτευση. Αλλά ταυτόχρονα αποκλείεται να διατυπώνεται ερήμην της ηγεσίας της ΕΚΤ, η οποία μπορεί να έχει παρεμφερείς ιδέες. Ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι μόλις πριν μια εβδομάδα άφησε να αιωρείται το ενδεχόμενο ενός τέταρτου προγράμματος «αν το ζητήσει η ελληνική κυβέρνηση». Όπως είχαμε επισημάνει και στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου («Η κατολίσθηση των ομολόγων και το μυστήριο Ντράγκι») αυτή η «αθώα» αναφορά του επικεφαλής της ΕΚΤ υποδηλώνει κάποιες αποστάσεις ασφαλείας από το ελληνικό success story, εξαιτίας των οποίων τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν επί 2,5 χρόνια τα μόνα εκτός QE. Ο Ντράγκι θέλει και να διατηρηθεί η «μεταρρυθμιστική» πίεση στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στα πεδία που ανταγωνίζεται με την Κομισιόν, όπως τα κόκκινα δάνεια, και να έχει προηγηθεί αναβάθμιση της Ελλάδας από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης και να επισπευσθούν οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος.
Εναλλακτικές για το ΔΝΤ
Σ΄ αυτό το τελευταίο στοιχείο, του χρέους, εκτός της ΕΚΤ έχει και το ΔΝΤ κάθε λόγο να διατηρήσει σταθερή την πίεσή του προς τους δανειστές της Ελλάδας, δηλαδή την Ευρωζώνη. Μετά το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης το ΔΝΤ, που παραμένει στο πρόγραμμα ως παρατηρητής, θα κάνει τη δική του αξιολόγηση, βάσει της stand by συμφωνίας που ενέκρινε τον περασμένο Ιούνιο. Κι εκεί θα έχει μια ακόμη ευκαιρία να επαναλάβει την επωδό της ελάφρυνσης του χρέους. Άλλωστε, κατά τον επίτροπο Μοσκοβισί, την ίδια περίοδο θα αρχίσουν οι προπαρασκευαστικές εργασίες για τα επόμενα στάδια, «δηλαδή τη συζήτηση για το χρέος και τη μεταμνημονιακή εποχή που πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο». (συνέντευξη στα Νέα, 22/12). Αλλά, επειδή οι δανειστές δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν κάτι χειροπιαστό πριν από τον Αύγουστο 2018, ενδέχεται το ΔΝΤ να αξιοποιήσει αυτό το παράθυρο και να προσφέρει ως εναλλακτική λύση την εξαγορά του υπολοίπου των δανείων του προς την Ελλάδα, περίπου 10 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3,5%, από τον ESM. Είναι κάτι που ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ έχει επανειλημμένα θέσει ως συζητήσιμη λύση, στο πλαίσιο των μέτρων αναδιάρθρωσης του χρέους, και το ίδιο επεξεργάζεται και για τα διακρατικά δάνεια του πρώτου Μνημονίου, ώστε να καταστεί ο αποκλειστικός δανειστής της Ελλάδας και να είναι αυτός κυρίως που θα εποπτεύει την υποχρέωση της χώρας να εξοφλήσει το 75% του δημόσιου δανεισμού της, για όσα χρόνια χρειαστεί. Η υποκατάσταση των δανείων του ΔΝΤ με δάνεια του ESM, αρκετά φθηνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια, διευκολύνει την απεμπλοκή του Ταμείου και τη μετάβαση στο υπό σχεδιασμό Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο.
Φυσικά, μια δεύτερη εναλλακτική είναι την εξαγορά του δανείου του ΔΝΤ να την κάνει απευθείας το ελληνικό κράτος, αν έχει συγκεντρώσει στο μεταξύ το απόθεμα ασφαλείας περίπου 15-17 δισ. ευρώ το οποίο θεωρείται απαραίτητο για επιστροφή στις αγορές. Είναι ισχυρό και πρόσφατο το παράδειγμα της Πορτογαλίας που έχει προεξοφλήσει το 80% των δανείων προς το ΔΝΤ. Ο Πορτογάλος πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο μάλλον ευχαρίστως θα συνιστούσε στον Έλληνα ομόλογό του να μιμηθεί το πορτογαλικό παράδειγμα, προκειμένου να αποφύγει τις πιέσεις για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους πριν από τον Αύγουστο το 2018.
Το «υβριδικό» πρόγραμμα του ESM
Αυτές οι εναλλακτικές, τις οποίες προφανώς είχε υπόψη του ο Γ. Στουρνάρας πετώντας τη ρουκέτα της «προληπτικής πιστωτικής γραμμής», ενδέχεται να αποτελέσουν σημείο σύγκλισης μεταξύ ΔΝΤ και ΕΚΤ και για έναν πρόσθετο λόγο: τα stress tests των τραπεζών που θα διεξαχθούν μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαΐου. Το ΔΝΤ, ως γνωστόν, διατηρεί τις αμφιβολίες του για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, η ΕΚΤ από την άλλη πιέζει για δραστική συρρίκνωση των κόκκινων δανείων τους, από την οποία μπορεί να προκύψουν τέτοιες ανάγκες. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ΕΚΤ και ΔΝΤ εκτιμούν ότι το υπόλοιπο του δανείου των 86 δισ., μετά και την τέταρτη αξιολόγηση –περίπου 25 δισ.– δεν θα πρέπει να μείνει αναξιοποίητο, έστω και ως αποθεματικό ασφαλείας. Και σ’ αυτό συναντώνται με τον ESM, αξιωματούχοι του οποίου σε ανύποπτο χρόνο είχαν διαρρεύσει σκέψεις για ένα «υβριδικό» πρόγραμμα κάλυψης της Ελλάδας μετά το Μνημόνιο, που δεν βρίσκεται ανάμεσα σ’ αυτά που προβλέπει σήμερα το καταστατικό του ESM. Ίσως σ’ αυτό το υβριδικό πρόγραμμα θα συνδυάζονται τα όποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, η κάλυψη της «καθαρής» εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, αλλά και η ιδέα Μακρόν για «αποπληρωμή χρέους με ρήτρα ανάπτυξης», που περιελήφθη στην απόφαση του Eurogroup τον περασμένο Ιούνιο.
Σε κάθε περίπτωση, το μεταμνημονιακό μέλλον επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας προδιαγράφεται πάλι «υβριδικό», όπως συνέβη με τα Μνημόνια. Εκτός αν στο μεταξύ έχει επέλθει 100% συμφωνία για τη νέα Ευρωζώνη και τους νέους κανόνες επιτήρησης, με πρώτο πεδίο εφαρμογής την Ελλάδα. Εξαιρετικά αμφίβολο προς το παρόν, λόγω πολιτικής αβεβαιότητας στη Γερμανία.
Πηγή: e-dromos.gr
Γιάννης Κιμπουρόπουλος: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου