Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Απελευθερωτικός βεγκανισμός ή διατροφικός ολοκληρωτισμός

Σπύρος Μανουσέλης


Στις πιο πλούσιες χώρες, ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός ατόμων φαίνεται πως έχει πειστεί ότι η κατανάλωση κρέατος είναι όχι μόνον επιβλαβής για την υγεία αλλά ηθικά και πολιτικά επιλήψιμη. Είναι όμως έτσι;

Στο σημερινό και το επόμενο άρθρο θα διερευνήσουμε αν η απόρριψη της κρεοφαγίας από όσους επιλέγουν την ολοκληρωτική χορτοφαγία –όχι από ανάγκη αλλά από «ελεύθερη» διατροφική επιλογή!– είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη και όχι ακόμη μία παραπλανητική «μόδα».

Αν δηλαδή η διαχρονική παμφάγος βιολογική μας προδιάθεση αποτελεί μόνο μια ενοχλητική κληρονομιά από το βάρβαρο εξελικτικό παρελθόν μας ή αν –αντίθετα με ό,τι υποστηρίζουν οι βέγκαν– πρόκειται για μία κάθε άλλο παρά εύκολα εξαλείψιμη ζωτική μας ανάγκη. Και η άκριτη αποδοχή από την πλειονότητα των ανθρώπων της μετανεωτερικής «φιλοζωικής» επιταγής υπέρ μιας αποκλειστικά χορτοφαγικής συμπεριφοράς δεν θα ισοδυναμούσε, άραγε, με αυτο-αλλοτρίωση του είδους μας από ένα πολύτιμο στοιχείο της βιολογικής του ταυτότητας: την παμφάγο βιολογική φύση μας;


Γιατί άραγε επιμένουμε να τρώμε κρέας και μάλιστα σε μια εποχή που η κρεοφαγία θεωρείται κάθε άλλο παρά αναγκαία, αφού μπορούμε κάλλιστα να εξασφαλίσουμε τις απαραίτητες θρεπτικές ουσίες από πολλά άλλα διαθέσιμα είδη τροφής (φυτά, φρούτα, ξηροί καρποί);

Πώς δικαιολογείται η επίμονη επιθυμία μας για κρέας, μολονότι αυτή η διατροφική μας συνήθεια στιγματίζεται πλέον ως εγωιστική διατροφική βαρβαρότητα του ανθρώπινου είδους εις βάρος των άλλων «κατώτερων» ζώων;

Αν η ευελιξία και η περιπλοκότητα της συμπεριφοράς ενός ζωικού είδους εκδηλώνονται άμεσα στα διατροφικά του ήθη, τότε η ευέλικτη διατροφική συμπεριφορά ενός ζωικού είδους αποτελεί για τους ειδικούς έναν σχετικά ασφαλή δείκτη για την αποτίμηση και τη συγκριτική αξιολόγηση της προσαρμοστικής του ικανότητας και της εξελικτικής ευελιξίας του.

Σύμφωνα με ό,τι γνωρίζουμε μέχρι σήμερα από τις σχετικές παλαιοντολογικές και παλαιο-ανθρωπολογικές έρευνες, η συστηματική εισαγωγή του κρέατος στη διατροφή των εξελικτικών μας προγόνων υπήρξε η απαραίτητη προϋπόθεση για την εκρηκτική ανάπτυξη του εγκεφάλου και άρα της νοήμονος συμπεριφοράς των πρώτων ανθρώπων.

Μια επιστημονική προσέγγιση των ανθρώπινων διατροφικών ηθών-αναγκών που αναμφίβολα δυσαρεστεί τους παραδοσιακούς χορτοφάγους και ακόμη περισσότερο τους φανατικούς βέγκαν: οι μακρινοί πρόγονοί μας έγιναν σταδιακά πιο ευφυείς και πιο κοινωνικοί όταν εγκατέλειψαν την μέχρι τότε αποκλειστικά χορτοφαγική διατροφή τους, μόλις δηλαδή έπαψαν να τρέφονται μόνο με φυτά, φρούτα και σπόρους και άρχισαν να υιοθετούν «πιο επωφελή» κρεοφαγικά διατροφικά ήθη.

Από την εποχή που ο Δαρβίνος διατύπωσε την ανατρεπτική εξελικτική θεωρία του έγινε σαφές ότι ο ογκώδης εγκέφαλος των πρώτων ανθρώπων αποτελεί μία δυσεξήγητη εξελικτική «πολυτέλεια»: ένα ανατομικά άβολο και βιολογικά δαπανηρό όργανο γνώσης.

Διότι, βέβαια, ήταν προφανές ότι για την ανάπτυξη και την καλή λειτουργία του πολύ μεγάλου εγκεφάλου των ανθρώπων απαιτούνταν η καταβολή ενός υπερβολικά υψηλού ενεργειακού κόστους.

«Αν και ο εγκέφαλός σας κατέχει μόλις το 2% της μάζας του σώματός σας, καταναλώνει περίπου το 20% έως 25% του ενεργειακού αποθέματος του σώματός σας σε κατάσταση ηρεμίας. Ο μεγάλος εγκέφαλος σας κάνει ευφυέστερους, αλλά κοστίζει πολύ και προκαλεί διάφορα προβλήματα», όπως εύστοχα συνοψίζει το πρόβλημα ο κορυφαίος εξελικτικός γιατρός Ντάνιελ Λίμπερμαν (D. Lieberman) στο ενδιαφέρον βιβλίο του «Η ιστορία του ανθρώπινου σώματος», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάτοπτρο.

Τα «κοψίδια» του πνεύματος


Παρ’ όλα αυτά, μέχρι πρόσφατα, δεν ήταν καθόλου σαφές το πώς ή σε ποιο βαθμό η κρεοφαγία συνέβαλλε στην υπερβολική διόγκωση του εγκεφάλου μας και, κατά συνέπεια, στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της ανθρώπινης νοημοσύνης. Υπό αυτή την έννοια, ο ταχύτατα διογκούμενος εγκέφαλος των πιο εξελιγμένων ανθρωπιδών αποτέλεσε, εξαρχής, μια «εξελικτική πολυτέλεια»: ένα υπερβολικά ενεργοβόρο όργανο γνώσης, το οποίο καταναλώνει πάνω από 22 φορές περισσότερη ενέργεια από έναν μυ του ίδιου μεγέθους (και μάλιστα σε ανάπαυση)!

Σύμφωνα με τις πρωτοποριακές έρευνες της Λέσλι Αϊέλο (Leslie Aiello), επιφανούς παλαιοανθρωπολόγου και διευθύντριας του Wenner-Gren Foundation στη Νέα Υόρκη, ενός από τα σημαντικότερα κέντρα έρευνας της ανθρώπινης εξέλιξης, η κατανάλωση κρέατος παρείχε στους προγόνους μας την επιπλέον ενέργεια που απαιτούσε η καλή λειτουργία του υπερδιογκωμένου εγκεφάλου τους.

Αυτή, όμως, η καλά επιβεβαιωμένη τάση αύξησης της εγκεφαλικής μάζας στο γένος Homo έπρεπε να αντισταθμιστεί με τη μείωση τόσο των ενεργειακών απαιτήσεων όσο και του όγκου ενός άλλου οργάνου του σώματος των προγόνων μας. Και το όργανο που έπεσε «θύμα» αυτής της προοδευτικής εγκεφαλοποίησης ήταν το έντερο.

«Είναι αδύνατον να συνυπάρχουν στον ίδιο οργανισμό ένας μεγάλος εγκέφαλος και ένα μεγάλο στομάχι. Ο οργανισμός των προγόνων μας κατανάλωνε το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας που διέθετε για την πέψη της τροφής, μέχρι τη στιγμή που ανακάλυψαν το κρέας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτή η αλλαγή στις διαιτολογικές συνήθειες των προγόνων μας συνέβη πριν από περίπου 2,3 εκατομμύρια χρόνια και υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που επηρέασαν τη συνολική εξέλιξη του είδους μας», εξηγεί η Αϊέλο.

Συνεπώς, όσο μεγάλωνε ο εγκέφαλος των προγόνων μας έπρεπε να μικραίνει το έντερό τους, χωρίς, ωστόσο, να μειωθούν δραματικά οι μεταβολικές του λειτουργίες για παραγωγή ενέργειας από την τροφή.

Η μόνη εύλογη και βιολογικά αποδεκτή λύση σε αυτόν τον δυσεπίλυτο εξελικτικό-φυσιολογικό γρίφο είναι απλή: η κρεοφαγία!

Το αποφασιστικό, πάντως, βήμα προς τη συστηματική κρεοφαγία θα συντελεστεί όταν οι μακρινοί πρόγονοί μας ανακάλυψαν τη φωτιά, δηλαδή το... μπάρμπεκιου.

Οταν, πριν από περίπου 1,9 εκατομμύριο χρόνια, ο Homo erectus έμαθε να μαγειρεύει το κρέας στη φωτιά: το μέχρι τότε δύσπεπτο και επικίνδυνο είδος τροφής (το ωμό κρέας), έγινε πολύ πιο εύπεπτο αφού, χάρη στο μαγείρεμα, μειώθηκε δραστικά ο χρόνος που απαιτούνταν για τη μάσηση και την πέψη του.

Παράλληλα, όμως, η πιο πλούσια σε κρέας διατροφή επέβαλλε όχι μόνον την εξέλιξη των κατάλληλων κρεοφαγικών ανατομικών προσαρμογών (π.χ. κατάλληλη οδοντοστοιχία, πεπτικό σύστημα, εγκεφαλικά κέντρα γευστικών προτιμήσεων κ.ο.κ.) αλλά και την ανάπτυξη εντελώς νέων κοινωνικών και τεχνολογικών δεξιοτήτων: ομαδικό κυνήγι, επινόηση κατάλληλων εργαλείων, καταμερισμός εργασιών, διαφοροποίηση των κοινωνικών ρόλων στο εσωτερικό της ομάδας των κυνηγών τροφοσυλλεκτών.

Οι απελευθερωτές από τον ζωοκτόνο καπιταλισμό



Αναμφίβολα η κρεοφαγία, κατά το εξελικτικό μας παρελθόν, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας πιο πολύπλοκης και ευέλικτης κοινωνικής συμπεριφοράς, η οποία, ενώ προϋπέθετε, ταυτόχρονα ενίσχυε την περαιτέρω εξέλιξη της μηχανής του νου, δηλαδή του ανθρώπινου εγκεφάλου.

Αν αυτά συνέβησαν κατά το μακρινό μας παρελθόν, τι από όλα αυτά ισχύει σήμερα;

Μήπως, τελικά, έχουν δίκιο οι ακραίοι ζωόφιλοι-χορτοφάγοι, οι βέγκαν, που με τα αυτο-ενοχικά και τα αμιγώς καταστροφολογικά επιχειρήματά τους και, ενίοτε, με τις βίαιες διαμαρτυρίες τους επιχειρούν να εξαλείψουν πάνω από 2 εκατομμύρια χρόνια παρουσίας των παμφάγων διατροφικών-βιολογικών προδιαθέσεών μας;

Για μια συστηματική και επιστημονικά εμπεριστατωμένη παρουσίαση των επιχειρημάτων κατά της κρεοφαγίας, ο αναγνώστης θα μπορούσε να συμβουλευτεί το βιβλίο του Πίτερ Σίνγκερ (Peter Singer) «Animal Liberation», που μεταφράστηκε και στα ελληνικά («Η απελευθέρωση των ζώων», εκδ. Αντιγόνη).

«Η απελευθέρωση των ζώων» έχει μεταφραστεί σε 25 γλώσσες, έγινε μπεστ σέλερ, επηρέασε πολλά κινήματα υπέρ των ζώων και συνέβαλε στην αλλαγή των σχετικών νομοθεσιών σε πολλά κράτη. Σε αυτόν το λίβελο κατά της κρεοφαγίας και της εκμετάλλευσης των ζώων, ο διάσημος Αυστραλός φιλόσοφος, καθηγητής Βιοηθικής στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον των ΗΠΑ, εκθέτει τα βασικά επιχειρήματα για την αναγκαιότητα, σήμερα, υπέρβασης του «ειδισμού» (speciesism), δηλαδή της τυπικά ειδοκεντρικής εμμονής και προκατάληψής μας υπέρ της ανωτερότητας του ανθρώπινου είδους σε σχέση με τα υπόλοιπα ζωικά είδη.

Ωστόσο, για τις πολύ πιο ακραίες διατροφικές, ζωοφιλικές και άρα βιοπολιτικές απόψεις των βέγκαν θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο.

Τα ζωικά λίπη στην ανάπτυξη και τη λειτουργία του εγκεφάλου μας


Το γεγονός ότι οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι στην εποχή μας εξαιρετικά διαδεδομένες δεν αποτελεί είδηση, ούτε το ότι μία από τις βασικές αιτίες αυτών των παθήσεων είναι η υπερβολική κατανάλωση τροφών πλούσιων σε λίπη και χοληστερίνη. Η συστηματική ενημέρωση-προπαγάνδα την τελευταία δεκαετία έχει τόσο πολύ πετύχει, ώστε και μόνο η λέξη «ζωικό λίπος» να μας δημιουργεί δυσφορία.

Αν και εν γένει σωστές, οι παραπάνω βιοϊατρικές διαπιστώσεις έχουν δημιουργήσει στις σημερινές κοινωνίες της αφθονίας μια κυριολεκτικά «αντιλιπιδική υστερία», που συχνά οδηγεί σε σοβαρές παρανοήσεις και σφάλματα σχετικά με τη «σωστή» διατροφή τόσο των ενηλίκων όσο, κυρίως, των παιδιών.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η ιστορία της περίφημης ερευνητικής ιατρικής ομάδας του Γιορν Ντάιερμπεργκ (Jorn Dyerberg), που πριν από πολλά χρόνια ανακάλυψε το μυστικό της μακροζωίας των Εσκιμώων. Παρά την πλούσια σε λιπαρά οξέα και χοληστερίνη διατροφή τους, οι αυτόχθονες Εσκιμώοι παρουσίαζαν μειωμένα ποσοστά θνησιμότητας από καρδιοπάθειες και ζούσαν πολύ περισσότερα χρόνια από τους Δανούς μετοίκους που ζούσαν επίσης στη Γριλανδία!

Στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν αυτό το αινιγματικό φαινόμενο, οι ερευνητές υπέθεσαν αρχικά ότι οφείλεται αποκλειστικά σε γενετικές διαφορές ανάμεσα στις δύο εθνότητες. Σύντομα όμως έγινε σαφές ότι η απάντηση έπρεπε να αναζητηθεί αλλού: οι αυτόχθονες Εσκιμώοι, σε αντίθεση με τους Δανούς μετοίκους, τρέφονται κυρίως με ψάρια ιδιαίτερα πλούσια σε λιπαρά οξέα τύπου ωμέγα-3, που αφθονούν στα παγωμένα νερά της Γριλανδίας.

Οι ερευνητές, επικεντρώνοντας την προσοχή τους στην ευεργετική, όπως αποδείχτηκε, δράση των συγκεκριμένων λιπαρών οξέων στον ανθρώπινο οργανισμό, κατέληξαν στο εντυπωσιακό συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν είναι βλαπτικά για το καρδιαγγειακό μας σύστημα, αλλά αντίθετα η παρουσία τους είναι πολύ χρήσιμη για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την καλή λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου.

Για έξυπνα παιδιά; Γάλα και χαβιάρι!


Πιο πρόσφατα, μάλιστα, διάφορες ερευνητικές ομάδες διαπίστωσαν ότι η παρουσία αυτών των λιπαρών οξέων αποδεικνύεται ευεργετική για την πρόληψη όσο και για την επιβράδυνση της εμφάνισης σοβαρών νευροεκφυλιστικών παθήσεων, π.χ. της νόσου του Αλτσχάιμερ.

Ισως το πιο διάσημο ιχθυέλαιο είναι το DHA (δοκοσαεξαενοϊκό οξύ). Το DHA και το EPA (εικοσαπενταενοϊκό οξύ) είναι πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, τα λεγόμενα ωμέγα-3, που βρίσκονται στα λιπαρά ψάρια (σολομός, τόνος, ρέγκα, κολιός, σαρδέλα). Τα πολυακόρεστα λιπαρά διαφέρουν σημαντικά από το ελαϊκό οξύ (ελαιόλαδο): από θρεπτικής άποψης τα πολυακόρεστα, κυρίως το DHA, είναι απαραίτητα για τη φυσιολογική ανάπτυξη του ανθρώπινου εγκεφάλου (του εμβρύου, του βρέφους και του νηπίου).

Οι ενεργειακές ανάγκες του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου είναι τόσο μεγάλες, ώστε ο εγκέφαλος του εμβρύου καταναλώνει κάθε μέρα το 70% της ενέργειας που παίρνει από τη μητέρα του μέσω του πλακούντα! Η υπερκατανάλωση DHA τόσο από το κύημα όσο και από το βρέφος υποχρεώνει τη μητέρα που θηλάζει να παρέχει όλο το DHA που έχει αποθηκευμένο στο σώμα της στο μητρικό γάλα, με αποτέλεσμα να μειώνεται η συγκέντρωσή του στο δικό της σώμα.

Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι το DHA και άλλα πολυακόρεστα λίπη είναι απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για τον εγκέφαλο τόσο του βρέφους όσο και της μητέρας, καθώς επίσης ότι ο ανθρώπινος οργανισμός δεν μπορεί να τα συνθέσει εκ του μηδενός, είναι ολοφάνερο ότι αυτό το είδος λίπους θα πρέπει να περιέχεται στην καθημερινή διατροφή κάθε μητέρας που εγκυμονεί ή που θηλάζει. Και η βασική πηγή αυτού του πολύτιμου λίπους είναι τα λιπαρά ψάρια και, για όποιον μπορεί, το... χαβιάρι.

Ας σημειωθεί ότι τα βρέφη που θηλάζουν έχουν στον εγκέφαλό τους περιεκτικότητα σε DHA 50% μεγαλύτερη σε σχέση με τα βρέφη που η διατροφή τους βασίζεται σε σκόνη γάλακτος (χωρίς DHA). Σήμερα ευτυχώς υπάρχει στο εμπόριο γάλα σε σκόνη εμπλουτισμένο με αυτό το πολύτιμο λιπαρό οξύ.


Πηγή: efsyn.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου