Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Ανοιχτοί ουρανοί…

Κυριακή Μπεϊόγλου


Τελειώνουν οι μέρες του Δεκέμβρη. Η ανθρωπότητα κινείται, σφυροκοπά, φωνάζει, χαμογελά μέσα στους δρόμους των φωτισμένων πόλεων. Περπατούμε μόνοι ή μαζευόμαστε σε παρέες. Ο χρόνος γλιστρά γρήγορα, σαν να φοράς τροχοπέδιλα. Μόνο το σούρουπο οι μαζικές κινήσεις γίνονται λίγο πιο αργές. Νιώθεις την ηλεκτρική αντίσταση στη μέρα που σβήνει. Στεκόμαστε να κοιτάξουμε κάτι επίμονα εκείνη την ώρα. Το φως στο παράθυρο, τον ουρανό που αλλάζει χρώμα, τα λαμπάκια που αναβοσβήνουν. Γύρω γύρω στην πλατεία Συντάγματος ανασκαμμένα τα παρτέρια από πατημασιές μεταναστών.

Ένας άντρας κοιτά με προσήλωση το μεγάλο συρμάτινο δέντρο που μόλις άναψε. Τριγύρω του οι περαστικοί σταματούν για μια φωτογραφία και ύστερα φεύγουν χαμογελώντας. Εκείνος παραμένει. Σκέφτεται πως στην πατρίδα του τέτοιες μέρες τα δέντρα γίνονται σκάλες των επιθυμιών. Ανεβαίνουν σκαλί σκαλί οι πόθοι των ανθρώπων και έτσι φτάνουν λίγο πιο κοντά σε ό,τι υπάρχει εκεί ψηλά και λέγεται Θεός ή πνεύμα ή κάτι που δεν μπορείς να ορίσεις.

Έτσι κι αυτός, λοιπόν, κάθεται κάτω από το ψηλό δέντρο και παρακολουθεί την πιο βαθιά επιθυμία του να ανεβαίνει, πατώντας στις φωτισμένες κορδέλες του δέντρου. Σκαλώνει πότε πότε και είναι έτοιμη να πέσει, να συντριβεί στο πεζοδρόμιο της απογοήτευσης και της παραίτησης. Γι' αυτό κι εκείνος την παρακολουθεί πολύ προσεκτικά, την ενθαρρύνει, «έλα λίγο ακόμα και θα φτάσεις». Μα τι εύχεται; Αναρωτιέμαι κι εγώ μαζί σας.

Ας υποθέσουμε πως με έναν μαγικό τρόπο οι κειμενογράφοι μπαίνουν στο μυαλό των ανθρώπων. Εύχεται, λοιπόν, τη μοναξιά που νιώθει φέτος, νέος κάτοικος μιας ξένης πόλης, να μην την ξανανιώσει. Η επιθυμία του είναι, του χρόνου τέτοιες μέρες, να είναι πάλι εδώ και να δείχνει στους δικούς του ανθρώπους το ολόφωτο δέντρο. Να έχουν περάσει επιτυχώς τα επικίνδυνα σύνορα και να φτάσουν ασφαλείς κοντά του. Να έχουν ξεφύγει από τον πόλεμο, από την πείνα και την εξαθλίωση. «Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί», οι μέρες αυτές για κάποιους είναι δύσκολες. Η νοσταλγία των ανθρώπων που αγαπούν και δεν τους έχουν δίπλα τους είναι μεγαλύτερη.

Αφήνω την πλατεία πίσω μου. Ανεβαίνω τα μαρμάρινα σκαλιά που χιλιάδες άνθρωποι ανεβαίνουν κάθε μέρα βιαστικά, μαζί με σκέψεις και επιθυμίες για την καινούργια χρονιά. «Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί, ακέριος μοναχός του», σκέφτομαι πάλι και γυρίζω ξανά να δω τον άνθρωπο κάτω από το δέντρο. «Κάθε άνθρωπος είναι ένα κομμάτι της ηπείρου, ένα μέρος της στεριάς», ένας από μας. Ας το ευχηθούμε κι εμείς. Ποιος ξέρει; Μια παλιά ιστορία λέει πως οι ουρανοί είναι ανοιχτοί αυτές τις μέρες.

Πηγή: efsyn.gr



Κυριακή Μπεϊόγλου: Σχετικά με τον συντάκτη




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου