Άρης Χατζηστεφάνου
«Πέθανε σαν το σκυλί… κλαψουρίζοντας και ουρλιάζοντας» είπε ο Ντόναλντ Τραμπ στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε για την εκτέλεση του ηγέτη του ISIS, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, από ειδικές δυνάμεις του Πενταγώνου.
Δεν ήταν, φυσικά, η πρώτη φορά που ένας Αμερικανός πρόεδρος μιλούσε τόσο απαξιωτικά για έναν άνθρωπο, ο οποίος με τις πράξεις του υπηρέτησε τα αμερικανικά συμφέροντα, πριν χάσει την αξία χρήσης του ή μετατραπεί σε βαρίδι για την πολιτική της Ουάσιγκτον.
Ο Οσάμα μπιν Λάντεν ήταν ο σημαντικότερος σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο εναντίον της πρώην ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, ο Σαντάμ Χουσεΐν αποτελούσε κάποτε την προμετωπίδα της αντιπαράθεσης με το Ιράν, ενώ ακόμη και ο Μουαμάρ Καντάφι είχε προσφέρει τα διαπιστευτήριά του στην Αμερική μετά την στρατιωτική κατάληψη του Ιράκ, πριν πέσει και πάλι σε δυσμένεια.
Ο Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, βέβαια, είχε την ιδιαιτερότητα ότι, σε όλα τα στάδια της «καριέρας» του, έπαιξε τον ρόλο του κακού. Αυτό δεν μειώνει, όμως, σε τίποτα, την πολύτιμη συνεισφορά του στους σχεδιασμούς της υπερδύναμης στη Μέση Ανατολή. Οι μάχες που έδωσε απέναντι στο καθεστώς του Ασαντ, γλίτωσαν το αμερικανικό πεντάγωνο, αλλά και χώρες όπως η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, από την ανάγκη να στείλουν δικά τους στρατεύματα στη Συρία με την ελπίδα να ανατρέψουν την κυβέρνηση της Δαμασκού. Στη συνέχεια, έδωσε την αφορμή για την εμπλοκή, όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά ακόμη και χωρών τη Δυτικής Ευρώπης, σε βομβαρδισμούς στο εσωτερικό της Συρίας, με πρόσχημα την αντιμετώπιση του ισλαμικού εξτρεμισμού.
Δεν χρειάζεται να καταφύγει κανείς σε θεωρίες συνωμοσίας, που παρουσιάζουν τον Μπαγκντάντι σαν «πράκτορα» της Ουάσιγκτον, για να καταλάβει ότι ο αρχηγός του ISIS ήταν (με ή παρά τη θέλησή του) ένα υποπροϊόν της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή και κυρίως στο Ιράκ.
Ο θρησκευτικός φανατισμός, που αποτέλεσε το εύφορο έδαφος για τη δημιουργία του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους, ήταν σχεδόν άγνωστος στο Ιράκ πριν από την εισβολή του 2003. Για την ακρίβεια το σύνταγμα του Ιράκ ήταν πιο κοσμικό, ακόμη και από αυτό της Ελλάδας, ενώ δεν ανέφερε το Ισλάμ σαν επίσημη θρησκεία του κράτους.
Ο θρησκευτικός φανατισμός θα κάνει την εμφάνισή του στις εμφυλιακές συνθήκες μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών, τις οποίες δημιούργησε η αμερικανική εισβολή και υποδαύλισαν οι πρώτοι τοποτηρητές που έστειλε το Πεντάγωνο στην περιοχή.
Ο ίδιος ο Μπαγκντάντι θα ριζοσπαστικοποιηθεί περαιτέρω μέσα στα αμερικανικά κολαστήρια του Ιράκ, όπως το Άμπου Γκράιμπ, όπου θα βρεθεί μετά το 2004. Δεκάδες χιλιάδες νέοι που θα υποστούν την ίδια περίοδο τα βασανιστήρια και τον εξευτελισμό των αμερικανικών φυλακών, θα αποτελέσουν τη δεξαμενή από την οποία ο Μπαγκντάντι θα στρατολογήσει τους μαχητές του.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Υπό την υψηλή εποπτεία της CIA, σύμμαχοι των ΗΠΑ από την Τουρκία μέχρι τον Περσικό Κόλπο, θα χρηματοδοτήσουν και θα εξοπλίσουν εξτρεμιστές μαχητές, οι οποίοι στη συνέχεια θα ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος. Ελάχιστοι θυμούνται σήμερα ότι ο πρίγκηπας Σαούντ, της Σαουδικής Αραβίας, είχε χαρακτηρίσει τον ISIS σαν την «απάντησή μας στην υποστήριξη που λαμβάνει το Dawa (σιιτικό κόμμα στο Ιράκ)» και πως το κορυφαίο ισραηλινό ίδρυμα ερευνών BESA χαρακτήριζε την ενδεχόμενη διάλυση του ISIS σαν «στρατηγικό λάθος» για τα συμφέροντα του Τελ Αβίβ.
Για αυτούς τους συμμάχους των ΗΠΑ, που δημιούργησαν ή τουλάχιστον ανέχτηκαν την ύπαρξη του ISIS, οι γεωπολιτικές συνθήκες δεν έχουν αλλάξει. Η ανάγκη για την ύπαρξη μιας εξτρεμιστικής σουνιτικής οργάνωσης που θα στρέφεται εναντίον του σιιτικού Ιράν και της επιρροής του στο Ιράκ, παραμένει αμετάβλητη. To ερώτημα βέβαια είναι εάν και οι ίδιες οι ΗΠΑ θα χρειαστούν και πάλι τις υπηρεσίες του ISIS ή ενός αντίστοιχου εξτρεμιστικού μορφώματος.
Επί του παρόντος, το φάντασμα του διαλυμένου Ισλαμικού Κράτους εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ουάσιγκτον εμφανιζόμενο σαν απειλή, για την οποία το Πεντάγωνο θα πρέπει να αναβάλει την υποσχόμενη αποχώρησή του από τα εδάφη της Συρίας. Ήδη ο Τραμπ διέταξε την επιστροφή αμερικανικών δυνάμεων για τον έλεγχο των πετρελαϊκών κοιτασμάτων στην Ανατολική Συρία αναφέροντας ότι έτσι δεν θα πέσουν στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους (το οποίο ο ίδιος υποστηρίζει ότι εξαφάνισε).
Η ανανέωση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ σε συριακό έδαφος επιβεβαιώνει ότι παρά τις παλινωδίες του προέδρου περί επιστροφής των Αμερικανών στρατιωτών στην πατρίδα, τελικά επικράτησε η γραμμή των Δημοκρατικών και του στρατιωτικού κατεστημένου της χώρας που επιθυμεί να κρατήσει ανοιχτά όλα τα πολεμικά μέτωπα στα οποία εμπλέκεται ο αμερικανικός στρατός.
Σε όλες, όμως τις πολεμικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, οι επιτελείς του Στέιτ Ντιπάρτμεντ χρειάστηκαν δυνάμεις ακραίων ισλαμιστών τις οποίες χρησιμοποιήσαν άλλοτε σαν «μπαμπούλα» για να δικαιολογήσουν τις επιχειρήσεις τους είτε σαν εργαλείο εναντίον των αντιπάλων τους.
Τον ISIS πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι μίσησαν, τη σημασία του όμως για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ουδείς.
Πηγή: sputniknews.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη
«Πέθανε σαν το σκυλί… κλαψουρίζοντας και ουρλιάζοντας» είπε ο Ντόναλντ Τραμπ στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε για την εκτέλεση του ηγέτη του ISIS, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, από ειδικές δυνάμεις του Πενταγώνου.
Δεν ήταν, φυσικά, η πρώτη φορά που ένας Αμερικανός πρόεδρος μιλούσε τόσο απαξιωτικά για έναν άνθρωπο, ο οποίος με τις πράξεις του υπηρέτησε τα αμερικανικά συμφέροντα, πριν χάσει την αξία χρήσης του ή μετατραπεί σε βαρίδι για την πολιτική της Ουάσιγκτον.
Ο Οσάμα μπιν Λάντεν ήταν ο σημαντικότερος σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο εναντίον της πρώην ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, ο Σαντάμ Χουσεΐν αποτελούσε κάποτε την προμετωπίδα της αντιπαράθεσης με το Ιράν, ενώ ακόμη και ο Μουαμάρ Καντάφι είχε προσφέρει τα διαπιστευτήριά του στην Αμερική μετά την στρατιωτική κατάληψη του Ιράκ, πριν πέσει και πάλι σε δυσμένεια.
Ο Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, βέβαια, είχε την ιδιαιτερότητα ότι, σε όλα τα στάδια της «καριέρας» του, έπαιξε τον ρόλο του κακού. Αυτό δεν μειώνει, όμως, σε τίποτα, την πολύτιμη συνεισφορά του στους σχεδιασμούς της υπερδύναμης στη Μέση Ανατολή. Οι μάχες που έδωσε απέναντι στο καθεστώς του Ασαντ, γλίτωσαν το αμερικανικό πεντάγωνο, αλλά και χώρες όπως η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, από την ανάγκη να στείλουν δικά τους στρατεύματα στη Συρία με την ελπίδα να ανατρέψουν την κυβέρνηση της Δαμασκού. Στη συνέχεια, έδωσε την αφορμή για την εμπλοκή, όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά ακόμη και χωρών τη Δυτικής Ευρώπης, σε βομβαρδισμούς στο εσωτερικό της Συρίας, με πρόσχημα την αντιμετώπιση του ισλαμικού εξτρεμισμού.
Η γέννηση ενός τρομοκράτη
Δεν χρειάζεται να καταφύγει κανείς σε θεωρίες συνωμοσίας, που παρουσιάζουν τον Μπαγκντάντι σαν «πράκτορα» της Ουάσιγκτον, για να καταλάβει ότι ο αρχηγός του ISIS ήταν (με ή παρά τη θέλησή του) ένα υποπροϊόν της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή και κυρίως στο Ιράκ.
Ο θρησκευτικός φανατισμός, που αποτέλεσε το εύφορο έδαφος για τη δημιουργία του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους, ήταν σχεδόν άγνωστος στο Ιράκ πριν από την εισβολή του 2003. Για την ακρίβεια το σύνταγμα του Ιράκ ήταν πιο κοσμικό, ακόμη και από αυτό της Ελλάδας, ενώ δεν ανέφερε το Ισλάμ σαν επίσημη θρησκεία του κράτους.
Ο θρησκευτικός φανατισμός θα κάνει την εμφάνισή του στις εμφυλιακές συνθήκες μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών, τις οποίες δημιούργησε η αμερικανική εισβολή και υποδαύλισαν οι πρώτοι τοποτηρητές που έστειλε το Πεντάγωνο στην περιοχή.
Ο ίδιος ο Μπαγκντάντι θα ριζοσπαστικοποιηθεί περαιτέρω μέσα στα αμερικανικά κολαστήρια του Ιράκ, όπως το Άμπου Γκράιμπ, όπου θα βρεθεί μετά το 2004. Δεκάδες χιλιάδες νέοι που θα υποστούν την ίδια περίοδο τα βασανιστήρια και τον εξευτελισμό των αμερικανικών φυλακών, θα αποτελέσουν τη δεξαμενή από την οποία ο Μπαγκντάντι θα στρατολογήσει τους μαχητές του.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Υπό την υψηλή εποπτεία της CIA, σύμμαχοι των ΗΠΑ από την Τουρκία μέχρι τον Περσικό Κόλπο, θα χρηματοδοτήσουν και θα εξοπλίσουν εξτρεμιστές μαχητές, οι οποίοι στη συνέχεια θα ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος. Ελάχιστοι θυμούνται σήμερα ότι ο πρίγκηπας Σαούντ, της Σαουδικής Αραβίας, είχε χαρακτηρίσει τον ISIS σαν την «απάντησή μας στην υποστήριξη που λαμβάνει το Dawa (σιιτικό κόμμα στο Ιράκ)» και πως το κορυφαίο ισραηλινό ίδρυμα ερευνών BESA χαρακτήριζε την ενδεχόμενη διάλυση του ISIS σαν «στρατηγικό λάθος» για τα συμφέροντα του Τελ Αβίβ.
Αναζητώντας βαρβάρους
Για αυτούς τους συμμάχους των ΗΠΑ, που δημιούργησαν ή τουλάχιστον ανέχτηκαν την ύπαρξη του ISIS, οι γεωπολιτικές συνθήκες δεν έχουν αλλάξει. Η ανάγκη για την ύπαρξη μιας εξτρεμιστικής σουνιτικής οργάνωσης που θα στρέφεται εναντίον του σιιτικού Ιράν και της επιρροής του στο Ιράκ, παραμένει αμετάβλητη. To ερώτημα βέβαια είναι εάν και οι ίδιες οι ΗΠΑ θα χρειαστούν και πάλι τις υπηρεσίες του ISIS ή ενός αντίστοιχου εξτρεμιστικού μορφώματος.
Επί του παρόντος, το φάντασμα του διαλυμένου Ισλαμικού Κράτους εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ουάσιγκτον εμφανιζόμενο σαν απειλή, για την οποία το Πεντάγωνο θα πρέπει να αναβάλει την υποσχόμενη αποχώρησή του από τα εδάφη της Συρίας. Ήδη ο Τραμπ διέταξε την επιστροφή αμερικανικών δυνάμεων για τον έλεγχο των πετρελαϊκών κοιτασμάτων στην Ανατολική Συρία αναφέροντας ότι έτσι δεν θα πέσουν στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους (το οποίο ο ίδιος υποστηρίζει ότι εξαφάνισε).
Η ανανέωση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ σε συριακό έδαφος επιβεβαιώνει ότι παρά τις παλινωδίες του προέδρου περί επιστροφής των Αμερικανών στρατιωτών στην πατρίδα, τελικά επικράτησε η γραμμή των Δημοκρατικών και του στρατιωτικού κατεστημένου της χώρας που επιθυμεί να κρατήσει ανοιχτά όλα τα πολεμικά μέτωπα στα οποία εμπλέκεται ο αμερικανικός στρατός.
Σε όλες, όμως τις πολεμικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, οι επιτελείς του Στέιτ Ντιπάρτμεντ χρειάστηκαν δυνάμεις ακραίων ισλαμιστών τις οποίες χρησιμοποιήσαν άλλοτε σαν «μπαμπούλα» για να δικαιολογήσουν τις επιχειρήσεις τους είτε σαν εργαλείο εναντίον των αντιπάλων τους.
Τον ISIS πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι μίσησαν, τη σημασία του όμως για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ουδείς.
Πηγή: sputniknews.gr
Άρης Χατζηστεφάνου: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου