Κόσμος
Στην αρχή, οι Βρετανοί αποικιοκράτες σχεδόν τους εξόντωσαν, τόσο πολιτισμικά, όσο και φυσικά, αφού πρώτα τους γκετοποίησαν σε μεγάλα οικιστικά «στρατόπεδα», στα οποία ζουν μέχρι σήμερα. Τώρα, οι Αβορίγινες, αφημένοι στη «μοίρα» τους από το αυστραλιανό κράτος, οδεύουν στο να αποκτήσουν τον καθόλου ζηλευτό «τίτλο» του πρώτου λαού που θα οδηγηθεί στην προσφυγιά λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Τα αστικά στρατόπεδα (Town Camps) του Alice Springs στην Βόρεια Περιοχή της Αυστραλίας, κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1880, όταν οι Ευρωπαίοι ήρθαν για πρώτη φορά στην Κεντρική Αυστραλία μετά την αποστολή του John McDouall Stuart, του Σκοτσέζου εξερευνητή ο οποίος έφτασε μέχρι εκεί που σήμερα ονομάζεται Βόρεια Περιοχή. Ακολούθησαν σύντομα οι κτηνοτρόφοι και από το 1872 η τηλεγραφική γραμμή και η εγκατάσταση του σχετικού σταθμού Alice Springs Telegraph. Ως άμεσο αποτέλεσμα, όπως συνέβη αμέτρητες φορές στην σκοτεινή ιστορία της αποικιοκρατίας, οι Αβορίγινες εκδιώχθηκαν από την γη τους και κλείστηκαν σε στρατόπεδα, τα οποία χρησίμευαν και ως σημεία συγκέντρωσης και διανομής σιτηρών, ενώ είχαν και τον σκληρό χαρακτήρα των στρατοπέδων εργασίας.
Μέχρι τη δεκαετία του 1900, οι Αβορίγινες κλιμάκωσαν την αντίστασή τους, με αποτέλεσμα οι αποικιοκράτες να λάβουν και άλλα μέτρα εναντίον τους συμπεριλαμβανομένων των αναγκαστικών μετακινήσεων. Είναι χαρακτηριστικό της αποικιοκρατικής βαρβαρότητας, ότι η περιοχή του Alice Springs ήταν απαγορευμένη για τους Αβορίγινες από το 1929 έως το 1960.
Σήμερα, η ζωή τους δεν είναι πολύ καλύτερη. Και σαν να μην έφτανε ο αποκλεισμός, ο ρατσισμός και όλα τα άλλα δεινά, υφίστανται και τις συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Το περασμένο καλοκαίρι ήταν το πιο ζεστό από τότε διατηρούνται αρχειακές καταγραφές και το πιο ξηρό των τελευταίων 27 χρόνων στην κεντρική Αυστραλία. Τουλάχιστον το 5% των δέντρων στους δρόμους της πόλης, πέθαναν. Σε ορισμένους δρόμους μετρήθηκαν θερμοκρασίες μη σκιασμένης επιφάνειας της τάξης των 61 68 βαθμών Κελσίου.
Για την Τζόσι Ντάγκλας, του Συμβουλίου της Κεντρικής Περιοχής, «δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι». «Οι άνθρωποι της Κεντρικής Αυστραλίας είναι πολύ ανθεκτικοί. Έχουν εξελιχθεί για να αντιμετωπίσουν το σκληρό και μεταβαλλόμενο κλίμα της ερήμου, αλλά υπάρχουν όρια. Χωρίς δράση για να σταματήσει η κλιματική αλλαγή, οι άνθρωποι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους και να αφήσουν πίσω τους πολλά από αυτά που τους καθιστούν Αβορίγινες. Η αλλαγή του κλίματος αποτελεί σαφή και σημερινή απειλή για την επιβίωση του λαού μας και του πολιτισμού του» λέει στον Guardian.
Σε ολόκληρη την κεντρική Αυστραλία, οι άνθρωποι προετοιμάζονται για ένα άλλο καυτό και ξηρό καλοκαίρι. Τουλάχιστον εννέα απομακρυσμένες κοινότητες εξαντλούνται από νερό. Άλλες 12 ανέφεραν πόσιμο νερό χαμηλής ποιότητας καθώς οι υδροφόροι ορίζοντες είναι χαμηλοί και τα φυσικά αποθέματα είναι υφάλμυρα.
Τα ρεκόρ θερμοκρασίας έχουν ήδη σπάσει. Μέχρι και τον Ιούλιο του 2019, το Alice Springs είχε 129 ημέρες πάνω από 35 βαθμούς και 55 ημέρες πάνω από 40 βαθμούς. Το πιο ανησυχητικό είναι, ότι οι επιστημονικές αρχές της χώρας προέβλεπαν ότι δεν θα υπήρχαν τέτοιες θερμοκρασίες, σε τέτοια διάρκεια πριν το 2030. Έπεσαν έξω κατά περισσότερο από μια 10ετία.
Ο Τζίμι Κόκινγκ από το Κέντρο Περιβάλλοντος δεν έχει καμία αμφιβολία ότι σύντομα θα δούμε κλιματικούς πρόσφυγες. «Θα καταλήξουμε με ένα ολόκληρο πλήθος εσωτερικά εκτοπισμένων ατόμων στη Βόρεια Περιοχή, στην απομακρυσμένη Αυστραλία, αν δεν σχεδιάζουμε κάτι γι’ αυτό», λέει.
Οι αρχές όμως, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών, δεν δείχνουν ιδιαίτερα προθυμία για την λήψη μέτρων. Αντίθετα, οι Αβορίγινες κάνουν ό,τι μπορούν: Επιστρέφουν σε παραδοσιακές ενεργειακές μεθόδους και επενδύουν τα πενιχρά έσοδά τους από τις συμφωνίες χρήσης της γης τους από την κεντρική κυβέρνηση σε φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις, δεντροφυτεύσεις, υδατοδεξαμενές.
Η τοπική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι έχει διαθέσει 15 εκατομμύρια δολάρια για την «ψύξη» του κέντρου του Alice Springs. Μεταξύ άλλων επενδύει στην σκίαση των δρόμων ώστε να μειωθούν οι θερμοκρασίες εδάφους και στην ενθάρρυνση δεντροφυτεύσεων από τα σχολεία. Το θέμα είναι ότι όλα αυτά μοιάζουν με ασπιρίνη για τον καρκίνο. Διότι, όπως σημειώνει η Ντάγκλας, την ώρα που η κυβέρνηση ρίχνει χρήμα σε επιφανειακούς εξωραϊσμούς, οι άνθρωποι ζουν σε σπίτια - «φούρνους», κατασκευασμένα από προκάτ τσιμεντόλιθους, τους οποίος βρέχουν τα καλοκαίρια καθημερινά με το λιγοστό νερό, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να δροσίσουν το εσωτερικό.
Στα 18 στρατόπεδα του Alice Springs, τα σπίτια είναι συνήθως χτισμένα με τέτοιου είδους τσιμεντόλιθους, υλικό φθηνό μεν, αλλά που παγιδεύει τη θερμότητα. Δεν υπάρχουν δέντρα ή άλλη σκίαση. Τα σπίτια ψήνονται στον ήλιο και, ενώ η πλειοψηφία τους διαθέτει ηλιακούς συλλέκτες, ωστόσο δεν έχουν μονάδες κλιματισμού. Η Ντάγκλας λέει το εύλογο: Ο κλιματισμός είναι ένα βασικό στοιχείο στην έρημο, όχι μια πολυτέλεια. Ωστόσο, όταν η κυβέρνηση παραδίδει τα σπίτια, υπάρχει μεν μια τρύπα έτοιμη να υποδεχθεί κλιματιστική μονάδα… αλλά δεν υπάρχει η ίδια η μονάδα, την οποία πρέπει να την αγοράσουν οι ίδιοι. Λόγω φτώχειας όμως, απλώς κλείνουν την τρύπα με ένα ξύλο ή ένα μουσαμά, ανεβάζοντας έτσι περισσότερο την θερμοκρασία στο εσωτερικό.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι άνθρωποι να κοιμούνται έξω από τα σπίτια τη νύχτα ή να μοιράζονται με βάρδιες το πιο δροσερό δωμάτιο του σπιτιού. Σε αυτήν την περίπτωση, όσων δεν είναι η σειρά για ύπνο, ξενυχτούν στους δρόμους της πόλης. Στο τέλος καταλήγουν να μην πηγαίνουν το πρωί στο σχολείο ή στις δουλειές τους λόγω εξάντλησης.
Το νερό λιγοστεύει συνεχώς λόγω της μείωσης του υδροφόρου ορίζοντα, η οποία με τη σειρά της είναι αποτέλεσμα της ραγδαίας μείωσης των βροχοπτώσεων. Χωριά και καταυλισμοί των Αβοριγίνων βρίσκονται σε συνεχές υδάτινο «στρες», αφού, όχι μόνο το νερό λιγοστεύει, αλλά δεν είναι καν πόσιμο λόγω των προσμίξεων από την πτώση της στάθμης.
Η τραγωδία είναι, ότι μέρος αυτού του προβλήματος είναι το γεγονός, πως πολλές από αυτές τις κοινότητες δημιουργήθηκαν τον καιρό της αποικιοκρατίας, μακριά από φυσικές πηγές πόσιμου νερού. Έκτοτε, άρχισαν να αναπτύσσονται πληθυσμιακά και το νερό να λιγοστεύει και να χειροτερεύει.
Οι εταιρεία ύδρευσης και ενέργειας του Alice Springs προγραμματίζει νέες γεωτρήσεις, αλλά ομολογεί ότι «η εύρεση νέων πηγών νερού είναι πολύ δύσκολη και συχνά αυτά τα προγράμματα γεώτρησης έχουν μέτριες προοπτικές επιτυχίας».
Η μόνη, μόνιμη λύση είναι η επιστροφή των βροχών. Μέχρι τότε, η κυβέρνηση της Αυστραλίας θα πρέπει να πάψει να αντιμετωπίζει τους Αβορίγινες με τον ίδιο τρόπο - ουσιαστικά - που τους αντιμετώπιζαν οι πρώτοι άποικοι.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Στην αρχή, οι Βρετανοί αποικιοκράτες σχεδόν τους εξόντωσαν, τόσο πολιτισμικά, όσο και φυσικά, αφού πρώτα τους γκετοποίησαν σε μεγάλα οικιστικά «στρατόπεδα», στα οποία ζουν μέχρι σήμερα. Τώρα, οι Αβορίγινες, αφημένοι στη «μοίρα» τους από το αυστραλιανό κράτος, οδεύουν στο να αποκτήσουν τον καθόλου ζηλευτό «τίτλο» του πρώτου λαού που θα οδηγηθεί στην προσφυγιά λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Τα αστικά στρατόπεδα (Town Camps) του Alice Springs στην Βόρεια Περιοχή της Αυστραλίας, κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1880, όταν οι Ευρωπαίοι ήρθαν για πρώτη φορά στην Κεντρική Αυστραλία μετά την αποστολή του John McDouall Stuart, του Σκοτσέζου εξερευνητή ο οποίος έφτασε μέχρι εκεί που σήμερα ονομάζεται Βόρεια Περιοχή. Ακολούθησαν σύντομα οι κτηνοτρόφοι και από το 1872 η τηλεγραφική γραμμή και η εγκατάσταση του σχετικού σταθμού Alice Springs Telegraph. Ως άμεσο αποτέλεσμα, όπως συνέβη αμέτρητες φορές στην σκοτεινή ιστορία της αποικιοκρατίας, οι Αβορίγινες εκδιώχθηκαν από την γη τους και κλείστηκαν σε στρατόπεδα, τα οποία χρησίμευαν και ως σημεία συγκέντρωσης και διανομής σιτηρών, ενώ είχαν και τον σκληρό χαρακτήρα των στρατοπέδων εργασίας.
Μέχρι τη δεκαετία του 1900, οι Αβορίγινες κλιμάκωσαν την αντίστασή τους, με αποτέλεσμα οι αποικιοκράτες να λάβουν και άλλα μέτρα εναντίον τους συμπεριλαμβανομένων των αναγκαστικών μετακινήσεων. Είναι χαρακτηριστικό της αποικιοκρατικής βαρβαρότητας, ότι η περιοχή του Alice Springs ήταν απαγορευμένη για τους Αβορίγινες από το 1929 έως το 1960.
Εν δυνάμει πρόσφυγες
Σήμερα, η ζωή τους δεν είναι πολύ καλύτερη. Και σαν να μην έφτανε ο αποκλεισμός, ο ρατσισμός και όλα τα άλλα δεινά, υφίστανται και τις συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Το περασμένο καλοκαίρι ήταν το πιο ζεστό από τότε διατηρούνται αρχειακές καταγραφές και το πιο ξηρό των τελευταίων 27 χρόνων στην κεντρική Αυστραλία. Τουλάχιστον το 5% των δέντρων στους δρόμους της πόλης, πέθαναν. Σε ορισμένους δρόμους μετρήθηκαν θερμοκρασίες μη σκιασμένης επιφάνειας της τάξης των 61 68 βαθμών Κελσίου.
Για την Τζόσι Ντάγκλας, του Συμβουλίου της Κεντρικής Περιοχής, «δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι». «Οι άνθρωποι της Κεντρικής Αυστραλίας είναι πολύ ανθεκτικοί. Έχουν εξελιχθεί για να αντιμετωπίσουν το σκληρό και μεταβαλλόμενο κλίμα της ερήμου, αλλά υπάρχουν όρια. Χωρίς δράση για να σταματήσει η κλιματική αλλαγή, οι άνθρωποι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους και να αφήσουν πίσω τους πολλά από αυτά που τους καθιστούν Αβορίγινες. Η αλλαγή του κλίματος αποτελεί σαφή και σημερινή απειλή για την επιβίωση του λαού μας και του πολιτισμού του» λέει στον Guardian.
Σε ολόκληρη την κεντρική Αυστραλία, οι άνθρωποι προετοιμάζονται για ένα άλλο καυτό και ξηρό καλοκαίρι. Τουλάχιστον εννέα απομακρυσμένες κοινότητες εξαντλούνται από νερό. Άλλες 12 ανέφεραν πόσιμο νερό χαμηλής ποιότητας καθώς οι υδροφόροι ορίζοντες είναι χαμηλοί και τα φυσικά αποθέματα είναι υφάλμυρα.
Τα ρεκόρ θερμοκρασίας έχουν ήδη σπάσει. Μέχρι και τον Ιούλιο του 2019, το Alice Springs είχε 129 ημέρες πάνω από 35 βαθμούς και 55 ημέρες πάνω από 40 βαθμούς. Το πιο ανησυχητικό είναι, ότι οι επιστημονικές αρχές της χώρας προέβλεπαν ότι δεν θα υπήρχαν τέτοιες θερμοκρασίες, σε τέτοια διάρκεια πριν το 2030. Έπεσαν έξω κατά περισσότερο από μια 10ετία.
Ο Τζίμι Κόκινγκ από το Κέντρο Περιβάλλοντος δεν έχει καμία αμφιβολία ότι σύντομα θα δούμε κλιματικούς πρόσφυγες. «Θα καταλήξουμε με ένα ολόκληρο πλήθος εσωτερικά εκτοπισμένων ατόμων στη Βόρεια Περιοχή, στην απομακρυσμένη Αυστραλία, αν δεν σχεδιάζουμε κάτι γι’ αυτό», λέει.
Οι αρχές όμως, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών, δεν δείχνουν ιδιαίτερα προθυμία για την λήψη μέτρων. Αντίθετα, οι Αβορίγινες κάνουν ό,τι μπορούν: Επιστρέφουν σε παραδοσιακές ενεργειακές μεθόδους και επενδύουν τα πενιχρά έσοδά τους από τις συμφωνίες χρήσης της γης τους από την κεντρική κυβέρνηση σε φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις, δεντροφυτεύσεις, υδατοδεξαμενές.
Ύπνος με βάρδιες...
Η τοπική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι έχει διαθέσει 15 εκατομμύρια δολάρια για την «ψύξη» του κέντρου του Alice Springs. Μεταξύ άλλων επενδύει στην σκίαση των δρόμων ώστε να μειωθούν οι θερμοκρασίες εδάφους και στην ενθάρρυνση δεντροφυτεύσεων από τα σχολεία. Το θέμα είναι ότι όλα αυτά μοιάζουν με ασπιρίνη για τον καρκίνο. Διότι, όπως σημειώνει η Ντάγκλας, την ώρα που η κυβέρνηση ρίχνει χρήμα σε επιφανειακούς εξωραϊσμούς, οι άνθρωποι ζουν σε σπίτια - «φούρνους», κατασκευασμένα από προκάτ τσιμεντόλιθους, τους οποίος βρέχουν τα καλοκαίρια καθημερινά με το λιγοστό νερό, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να δροσίσουν το εσωτερικό.
Στα 18 στρατόπεδα του Alice Springs, τα σπίτια είναι συνήθως χτισμένα με τέτοιου είδους τσιμεντόλιθους, υλικό φθηνό μεν, αλλά που παγιδεύει τη θερμότητα. Δεν υπάρχουν δέντρα ή άλλη σκίαση. Τα σπίτια ψήνονται στον ήλιο και, ενώ η πλειοψηφία τους διαθέτει ηλιακούς συλλέκτες, ωστόσο δεν έχουν μονάδες κλιματισμού. Η Ντάγκλας λέει το εύλογο: Ο κλιματισμός είναι ένα βασικό στοιχείο στην έρημο, όχι μια πολυτέλεια. Ωστόσο, όταν η κυβέρνηση παραδίδει τα σπίτια, υπάρχει μεν μια τρύπα έτοιμη να υποδεχθεί κλιματιστική μονάδα… αλλά δεν υπάρχει η ίδια η μονάδα, την οποία πρέπει να την αγοράσουν οι ίδιοι. Λόγω φτώχειας όμως, απλώς κλείνουν την τρύπα με ένα ξύλο ή ένα μουσαμά, ανεβάζοντας έτσι περισσότερο την θερμοκρασία στο εσωτερικό.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι άνθρωποι να κοιμούνται έξω από τα σπίτια τη νύχτα ή να μοιράζονται με βάρδιες το πιο δροσερό δωμάτιο του σπιτιού. Σε αυτήν την περίπτωση, όσων δεν είναι η σειρά για ύπνο, ξενυχτούν στους δρόμους της πόλης. Στο τέλος καταλήγουν να μην πηγαίνουν το πρωί στο σχολείο ή στις δουλειές τους λόγω εξάντλησης.
Το νερό λιγοστεύει συνεχώς λόγω της μείωσης του υδροφόρου ορίζοντα, η οποία με τη σειρά της είναι αποτέλεσμα της ραγδαίας μείωσης των βροχοπτώσεων. Χωριά και καταυλισμοί των Αβοριγίνων βρίσκονται σε συνεχές υδάτινο «στρες», αφού, όχι μόνο το νερό λιγοστεύει, αλλά δεν είναι καν πόσιμο λόγω των προσμίξεων από την πτώση της στάθμης.
Η τραγωδία είναι, ότι μέρος αυτού του προβλήματος είναι το γεγονός, πως πολλές από αυτές τις κοινότητες δημιουργήθηκαν τον καιρό της αποικιοκρατίας, μακριά από φυσικές πηγές πόσιμου νερού. Έκτοτε, άρχισαν να αναπτύσσονται πληθυσμιακά και το νερό να λιγοστεύει και να χειροτερεύει.
Οι εταιρεία ύδρευσης και ενέργειας του Alice Springs προγραμματίζει νέες γεωτρήσεις, αλλά ομολογεί ότι «η εύρεση νέων πηγών νερού είναι πολύ δύσκολη και συχνά αυτά τα προγράμματα γεώτρησης έχουν μέτριες προοπτικές επιτυχίας».
Η μόνη, μόνιμη λύση είναι η επιστροφή των βροχών. Μέχρι τότε, η κυβέρνηση της Αυστραλίας θα πρέπει να πάψει να αντιμετωπίζει τους Αβορίγινες με τον ίδιο τρόπο - ουσιαστικά - που τους αντιμετώπιζαν οι πρώτοι άποικοι.
Πηγή: tvxs.gr
Η Σφήκα: Επιλογές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου