Νίκος Ταυρής
Τόσο ο εγκλεισμός όσο και η έξοδος από την καραντίνα –έστω με δόσεις– έχουν στρέψει την προσοχή γύρω από το ζήτημα του δημόσιου χώρου. Ο περιορισμός της σωματικής μετακίνησης για δύο μήνες και η καθιέρωση ενός ψηφιακού υποκατάστατου του πραγματικού δημόσιου χώρου, δημιούργησαν μια μεγάλη ανάγκη εξόδου, αρκετές φορές με μια σχετική αγνόηση ή υποτίμηση του κινδύνου. Με τις αυθόρμητες βόλτες σε μεγάλους δρόμους (παραλιακούς, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη), με συναθροίσεις –κυρίως νέων– σε πλατείες και σε νέους χώρους που γίνονται στέκια, με τη συρροή στις παραλίες, τις πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και τα πρόσφατα επεισόδια σε Αγία Παρασκευή και Κυψέλη, έχουν τεθεί και πάλι αρκετά ζητήματα σε σχέση με ορισμένες ευρύτατες κοινωνικές ανάγκες.
Όλος ο κόσμος έχει ανάγκη από ανάσες. Μετά από δύο μήνες εγκλεισμού και αφού ακόμα λειτουργούν (και σωστά) περιοριστικά μέτρα, δεν έχει πού αλλού παρά να κυκλοφορήσει στους δημόσιους χώρους. Είναι έτσι λογικό, η αυξημένη παρουσία και η πραγματική ανάγκη πρόσβασης στους χώρους αυτούς, να δημιουργούν μικροπροβλήματα και εντάσεις. Ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο η πολιτεία επέλεξε να παρέμβει, αυτά πήραν διαφορετική έκταση. Αγριότητα της αστυνομίας ειδικά απέναντι στους νέους σε Κυψέλη και Αγία Παρασκευή, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι συστάσεις λειτούργησαν ή χρειάστηκαν και μέτρα αστυνόμευσης για να τηρηθούν οι καραντίνες σε χωριά ή και σε καταυλισμούς π.χ. σε συνοικίες Ρομά. Σίγουρα πάντως, η άμεση προσφυγή στην καταστολή ενάντια σε νέους δεν είναι τυχαία και εντάσσεται σε ευρύτερες επιχειρήσεις-σκούπα σε γειτονιές και στέκια.
Η περιστολή του Δημόσιου Χώρου για την αντιμετώπιση μιας υγειονομικής κρίσης χαρακτηρίστηκε από την τεράστια κλίμακα και τον καθολικό χαρακτήρα. Στο ζήτημα αυτό, εκφράστηκε για πολλούς λόγους μια συναίνεση και μια μεγάλη αυτοσυγκράτηση του λαού σε ολόκληρη την χώρα. Οι μικρές εξαιρέσεις δεν αναιρούν αυτό το στοιχείο.
Η όποια χαλάρωση των μέτρων για να «επανεκκινήσει» η οικονομία –κι όχι για να ξεσκάσει ο κόσμος, να εξηγούμαστε– θα έδινε λαβή, μαζί με τα καθησυχαστικά μηνύματα περί μεγάλης επιτυχίας ενάντια στην πανδημία (που θέλησε να καρπωθεί η κυβέρνηση), να εκφραστεί και να επιδιωχθεί από την κοινωνία μια ορισμένη επιστροφή στο δημόσιο χώρο.
Μόνο που η κατάσταση δεν είναι ομαλή. Λεφτά δεν υπάρχουν, πολλοί δεν έχουν πλέον δουλειά ενώ άλλοι περιμένουν τα διάφορα οικονομικά βοηθήματα. Παράλληλα, σημαντικό κομμάτι του δημόσιου χώρου «εκχωρείται» για να λειτουργήσουν κάποιες επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται μέρος από πλατείες, δρόμους, πάρκα και παραλίες. Αυτή η επέκταση μπορεί να δημιουργήσει μονιμότερες καταλήψεις δημόσιου χώρου υπέρ των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, το έχουμε ζήσει πολλάκις.
Η τάση εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης μεγάλου μέρους του δημόσιου χώρου θα ενισχυθεί και θα γίνουν πολλές αρπαχτές πάνω στην ανάγκη να ξεκινήσει ξανά η οικονομία.
Όπως θα ενισχυθεί και η τάση ελέγχου και αστυνόμευσης του δημόσιου χώρου αλλά και η άμεση υπαγωγή του στην εμπορική-καταναλωτική σφαίρα.
Ο ορισμός του Δημόσιου Χώρου (Δ.Χ.) δεν είναι εύκολη υπόθεση και υπάρχουν πολλοί τέτοιοι. Με μεγάλη ιστορικότητα αλλά και διαφορετικά πεδία καταγραφής του, ανάλογα με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων αλλά και των κοινωνικών σχέσεων που επικρατούν σε κάθε κοινωνία.
Ο Δ.Χ. σχετίζεται κατ’ αρχάς με το φαινόμενο της πόλης και της εξέλιξής της από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Είναι μια έννοια με εξελισσόμενη χωρητικότητα και η πραγματικότητά του είναι ένας δείκτης της ποιότητας μιας κοινωνίας και του τρόπου που βιώνονται και επιλύονται πολλές κοινωνικές αντιθέσεις.
Απλοποιημένοι ορισμοί αναφέρουν πως ο Δ.Χ. είναι «ο χώρος στον οποίον όλοι οι πολίτες έχουν πρόσβαση, που έρχεται σε αντιπαραβολή με τον ιδιωτικό χώρο ή με τον χώρο στον οποίον εφαρμόζονται κανόνες ιδιωτικής ιδιοκτησίας», είναι «ο χώρος όπου όλοι έχουμε δικαίωμα πρόσβασης, χωρίς εισοδηματικούς ή κοινωνικούς περιορισμούς. Είναι οι δρόμοι, οι πλατείες, τα πάρκα, οι παραλίες αλλά και η πρόσβαση στην ποιοτική γνώση, την ψυχαγωγία, τον πολιτισμό».
Σε πολλές περιπτώσεις ο Δ.Χ. μπορεί να νοηθεί και ως ένα κοινό σύνολο στοιχείων, ιδεών, απόψεων, ενδιαφερόντων, συμβολισμών, κοινής ιστορίας. Γι’ αυτό ο όρος δημόσιος, «αναφέρεται σε ό,τι σχετίζεται με το κοινό, με το λαό, με αυτό που υπάρχει για το σύνολο του λαού». Η πλατεία Συντάγματος δεν είναι ένας «χώρος» μόνο, είναι φορτωμένη με ιστορία και συμβολισμούς που έχουν μεγάλο βάρος για τη δημόσια σφαίρα, τη λειτουργία της, την ίδια τη δημοκρατία.
Με αυτή την έννοια, το τι μπορεί να θεωρηθεί ως δημόσιο σε κάθε εποχή εξαρτάται από την ένταση των κοινωνικών διεκδικήσεων και κατακτήσεων. Ο δημόσιος χώρος σχετίζεται με το κοινωνικό σύνολο και ο λόγος ύπαρξής του είναι ο λαός.
Πέρα από την αστική και φυσική διάσταση, ο δημόσιος χώρος ορίζει και τον συμβολικό τόπο των πολιτικών ελευθεριών: Ελευθερία εκδήλωσης, λόγου, έκφρασης. Η έννοια μπορεί να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει κάθε συλλογικό, φυσικό ή εικονικό χώρο, στον οποίο ασκούνται δικαιώματα/καθήκοντα ενημέρωσης ή πολιτικής δράσης. Ο Δ.Χ. αποτελεί το έδαφος των δημοκρατικών ελευθεριών που επιτρέπουν τη ρύθμιση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων και της αντιπαράθεσης στις σύγχρονες κοινωνίες.
Σε κάθε εποχή εντείνεται η ρευστότητα της σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού με διαρκείς αλληλοεπιδράσεις.
Σήμερα, ως συνέπεια αλλά και ως συνοδευτικό της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου χώρου, προχωρά μια προσπάθεια επιβολής ελέγχου του δημόσιου βίου –όσο αφορά τον χώρο– είτε με τη μορφή της αστυνόμευσης και του αποκλεισμού περιοχών και κοινωνικών ομάδων, είτε μέσω της εμπορευματοποίησης των δημόσιων αγαθών και άρα με τον αποκλεισμό από αυτά της μεγάλης πλειοψηφίας.
Η προσβασιμότητα αποτελεί ένα βασικό στοιχείο του δημόσιου χώρου, όπως και το ζήτημα του ποιος τον ελέγχει, αποφασίζοντας σε ποιον επιτρέπεται να τον χρησιμοποιήσει και ποιοι αποκλείονται.
Ένα από τα βασικά εργαλεία για τον έλεγχο του Δ.Χ. είναι αυτό της ασφάλειας και της προστασίας του πολίτη. Στις σύγχρονες πόλεις, ειδικές δυνάμεις αλλά και μηχανισμοί τεχνολογικοί, κυκλοφοριακοί κ.ά. σχεδιάζονται και εφαρμόζονται επί του αστικού χώρου, με τρόπο που να τον καθιστούν αδιατάρακτο από τις κοινωνικές αντιθέσεις. Η απάντηση του σύγχρονου κράτους στο λογικό αίτημα ασφάλειας, δίνεται με τη δημιουργία και την αναπαραγωγή του φόβου, διευκολύνοντας έτσι την ακύρωση χαρακτηριστικών του δημόσιου χώρου, μαζί με ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες.
Η πολιτική δραστηριότητα «επιτρέπεται» να γίνεται μόνο θεσμικά και μέσω των ΜΜΕ. Έτσι ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας δεν έχει φωνή και έκφραση και ταυτόχρονα δυσκολεύουν όλες οι μορφές Δ.Χ. όπου θα μπορούσε να υπάρξει, να οργανωθεί, να συζητήσει, να δράσει. Ο Δ.Χ. είναι λοιπόν ζήτημα και συσχετισμού δυνάμεων και ποιότητας της κοινωνίας.
Είναι αναμφισβήτητο ότι παρακολουθούμε –και με την πανδημία– έναν βαθύ μετασχηματισμό του Δ.Χ. Αυτός δεν ισοδυναμεί με το τέλος του. Γιατί να γίνει αυτό θα έπρεπε να καταργηθεί ο λαός και να διαλυθεί η κοινωνία, πράγμα αρκετά δύσκολο για ένα γερασμένο σύστημα…
Σημαντικότερες μορφές ιδιωτικοποίησης του δημόσιου, ελεύθερου χώρου είναι:
Έχουμε έτσι την παραγωγή νέων μορφών «δημόσιου» χώρου, όπου η πρόσβαση θα είναι ανοικτή στα άτομα και τις κοινωνικές ομάδες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταναλώσουν. Για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε…
Με το διαδίκτυο προστίθεται ένας ακόμα «χώρος», ο ψηφιακός. Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί στο να τον ονομάσουμε και αυτόν δημόσιο. Το περίπλοκο φαινόμενο πληροφόρησης και συσσώρευσης δεδομένων ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και δίνει μια άλλη διάσταση δημόσιου χώρου. Εν πολλοίς, ο δημόσιος χώρος είχε σχέση με αυτόν της επικράτειας μέσα στο κράτος-έθνος πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και στις εσχατιές της χώρας, στον αέρα, στις θάλασσες υπάρχει μια ενιαία και αδιάλειπτη κυριαρχία.
Δε συμβαίνει το ίδιο στο διαδίκτυο όταν οι πλατφόρμες, τα δίκτυα, τα εργαλεία κ.λπ. είναι στα χέρια κολοσσών και δυο-τριών παγκόσμιων δυνάμεων (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία). Το διαδίκτυο μοιάζει με μια νέα αγορά με θεωρητικά ελεύθερη πρόσβαση σε όλους και όπου ο καθένας μπορεί να εκφράσει απόψεις, να δημιουργήσει ανοιχτά ιστολόγια, φόρουμ, συνομιλίες κ.λπ. Οι κοινωνικές, οικονομικές, γεωπολιτικές ανισότητες αποκλείουν βέβαια ένα σημαντικό μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού από την πρόσβαση σε αυτήν την ουσιαστική πηγή της «κοινωνίας της πληροφορίας».
Αλλά και σε αυτήν τη σφαίρα έχουν αναδυθεί κινήματα που προωθούν την ανάκτηση μιας δημόσιας, ελεύθερης, χωρίς διακρίσεις, δημοκρατικής διάστασης, τόσο στα εργαλεία (ανοιχτού κώδικα) όσο και στα μέρη (ψηφιακές πλατφόρμες).
Πηγή: e-dromos.gr
Νίκος Ταυρής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Πλατείες, παραλίες, πάρκα, σχολεία, δρόμοι, στέκια, δημοκρατία, ελευθερίες, διαδίκτυο, ιστορία…
Τόσο ο εγκλεισμός όσο και η έξοδος από την καραντίνα –έστω με δόσεις– έχουν στρέψει την προσοχή γύρω από το ζήτημα του δημόσιου χώρου. Ο περιορισμός της σωματικής μετακίνησης για δύο μήνες και η καθιέρωση ενός ψηφιακού υποκατάστατου του πραγματικού δημόσιου χώρου, δημιούργησαν μια μεγάλη ανάγκη εξόδου, αρκετές φορές με μια σχετική αγνόηση ή υποτίμηση του κινδύνου. Με τις αυθόρμητες βόλτες σε μεγάλους δρόμους (παραλιακούς, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη), με συναθροίσεις –κυρίως νέων– σε πλατείες και σε νέους χώρους που γίνονται στέκια, με τη συρροή στις παραλίες, τις πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και τα πρόσφατα επεισόδια σε Αγία Παρασκευή και Κυψέλη, έχουν τεθεί και πάλι αρκετά ζητήματα σε σχέση με ορισμένες ευρύτατες κοινωνικές ανάγκες.
Όλος ο κόσμος έχει ανάγκη από ανάσες. Μετά από δύο μήνες εγκλεισμού και αφού ακόμα λειτουργούν (και σωστά) περιοριστικά μέτρα, δεν έχει πού αλλού παρά να κυκλοφορήσει στους δημόσιους χώρους. Είναι έτσι λογικό, η αυξημένη παρουσία και η πραγματική ανάγκη πρόσβασης στους χώρους αυτούς, να δημιουργούν μικροπροβλήματα και εντάσεις. Ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο η πολιτεία επέλεξε να παρέμβει, αυτά πήραν διαφορετική έκταση. Αγριότητα της αστυνομίας ειδικά απέναντι στους νέους σε Κυψέλη και Αγία Παρασκευή, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι συστάσεις λειτούργησαν ή χρειάστηκαν και μέτρα αστυνόμευσης για να τηρηθούν οι καραντίνες σε χωριά ή και σε καταυλισμούς π.χ. σε συνοικίες Ρομά. Σίγουρα πάντως, η άμεση προσφυγή στην καταστολή ενάντια σε νέους δεν είναι τυχαία και εντάσσεται σε ευρύτερες επιχειρήσεις-σκούπα σε γειτονιές και στέκια.
Η περιστολή του Δημόσιου Χώρου για την αντιμετώπιση μιας υγειονομικής κρίσης χαρακτηρίστηκε από την τεράστια κλίμακα και τον καθολικό χαρακτήρα. Στο ζήτημα αυτό, εκφράστηκε για πολλούς λόγους μια συναίνεση και μια μεγάλη αυτοσυγκράτηση του λαού σε ολόκληρη την χώρα. Οι μικρές εξαιρέσεις δεν αναιρούν αυτό το στοιχείο.
Η όποια χαλάρωση των μέτρων για να «επανεκκινήσει» η οικονομία –κι όχι για να ξεσκάσει ο κόσμος, να εξηγούμαστε– θα έδινε λαβή, μαζί με τα καθησυχαστικά μηνύματα περί μεγάλης επιτυχίας ενάντια στην πανδημία (που θέλησε να καρπωθεί η κυβέρνηση), να εκφραστεί και να επιδιωχθεί από την κοινωνία μια ορισμένη επιστροφή στο δημόσιο χώρο.
Μόνο που η κατάσταση δεν είναι ομαλή. Λεφτά δεν υπάρχουν, πολλοί δεν έχουν πλέον δουλειά ενώ άλλοι περιμένουν τα διάφορα οικονομικά βοηθήματα. Παράλληλα, σημαντικό κομμάτι του δημόσιου χώρου «εκχωρείται» για να λειτουργήσουν κάποιες επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται μέρος από πλατείες, δρόμους, πάρκα και παραλίες. Αυτή η επέκταση μπορεί να δημιουργήσει μονιμότερες καταλήψεις δημόσιου χώρου υπέρ των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, το έχουμε ζήσει πολλάκις.
Η τάση εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης μεγάλου μέρους του δημόσιου χώρου θα ενισχυθεί και θα γίνουν πολλές αρπαχτές πάνω στην ανάγκη να ξεκινήσει ξανά η οικονομία.
Όπως θα ενισχυθεί και η τάση ελέγχου και αστυνόμευσης του δημόσιου χώρου αλλά και η άμεση υπαγωγή του στην εμπορική-καταναλωτική σφαίρα.
Δημόσιος χώρος: Μια ελαστική έννοια και ένα κοινωνικό επίδικο
Ο ορισμός του Δημόσιου Χώρου (Δ.Χ.) δεν είναι εύκολη υπόθεση και υπάρχουν πολλοί τέτοιοι. Με μεγάλη ιστορικότητα αλλά και διαφορετικά πεδία καταγραφής του, ανάλογα με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων αλλά και των κοινωνικών σχέσεων που επικρατούν σε κάθε κοινωνία.
Ο Δ.Χ. σχετίζεται κατ’ αρχάς με το φαινόμενο της πόλης και της εξέλιξής της από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Είναι μια έννοια με εξελισσόμενη χωρητικότητα και η πραγματικότητά του είναι ένας δείκτης της ποιότητας μιας κοινωνίας και του τρόπου που βιώνονται και επιλύονται πολλές κοινωνικές αντιθέσεις.
Απλοποιημένοι ορισμοί αναφέρουν πως ο Δ.Χ. είναι «ο χώρος στον οποίον όλοι οι πολίτες έχουν πρόσβαση, που έρχεται σε αντιπαραβολή με τον ιδιωτικό χώρο ή με τον χώρο στον οποίον εφαρμόζονται κανόνες ιδιωτικής ιδιοκτησίας», είναι «ο χώρος όπου όλοι έχουμε δικαίωμα πρόσβασης, χωρίς εισοδηματικούς ή κοινωνικούς περιορισμούς. Είναι οι δρόμοι, οι πλατείες, τα πάρκα, οι παραλίες αλλά και η πρόσβαση στην ποιοτική γνώση, την ψυχαγωγία, τον πολιτισμό».
Σε πολλές περιπτώσεις ο Δ.Χ. μπορεί να νοηθεί και ως ένα κοινό σύνολο στοιχείων, ιδεών, απόψεων, ενδιαφερόντων, συμβολισμών, κοινής ιστορίας. Γι’ αυτό ο όρος δημόσιος, «αναφέρεται σε ό,τι σχετίζεται με το κοινό, με το λαό, με αυτό που υπάρχει για το σύνολο του λαού». Η πλατεία Συντάγματος δεν είναι ένας «χώρος» μόνο, είναι φορτωμένη με ιστορία και συμβολισμούς που έχουν μεγάλο βάρος για τη δημόσια σφαίρα, τη λειτουργία της, την ίδια τη δημοκρατία.
Με αυτή την έννοια, το τι μπορεί να θεωρηθεί ως δημόσιο σε κάθε εποχή εξαρτάται από την ένταση των κοινωνικών διεκδικήσεων και κατακτήσεων. Ο δημόσιος χώρος σχετίζεται με το κοινωνικό σύνολο και ο λόγος ύπαρξής του είναι ο λαός.
Πέρα από την αστική και φυσική διάσταση, ο δημόσιος χώρος ορίζει και τον συμβολικό τόπο των πολιτικών ελευθεριών: Ελευθερία εκδήλωσης, λόγου, έκφρασης. Η έννοια μπορεί να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει κάθε συλλογικό, φυσικό ή εικονικό χώρο, στον οποίο ασκούνται δικαιώματα/καθήκοντα ενημέρωσης ή πολιτικής δράσης. Ο Δ.Χ. αποτελεί το έδαφος των δημοκρατικών ελευθεριών που επιτρέπουν τη ρύθμιση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων και της αντιπαράθεσης στις σύγχρονες κοινωνίες.
Σε κάθε εποχή εντείνεται η ρευστότητα της σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού με διαρκείς αλληλοεπιδράσεις.
Σήμερα, ως συνέπεια αλλά και ως συνοδευτικό της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου χώρου, προχωρά μια προσπάθεια επιβολής ελέγχου του δημόσιου βίου –όσο αφορά τον χώρο– είτε με τη μορφή της αστυνόμευσης και του αποκλεισμού περιοχών και κοινωνικών ομάδων, είτε μέσω της εμπορευματοποίησης των δημόσιων αγαθών και άρα με τον αποκλεισμό από αυτά της μεγάλης πλειοψηφίας.
Η προσβασιμότητα αποτελεί ένα βασικό στοιχείο του δημόσιου χώρου, όπως και το ζήτημα του ποιος τον ελέγχει, αποφασίζοντας σε ποιον επιτρέπεται να τον χρησιμοποιήσει και ποιοι αποκλείονται.
Ένα από τα βασικά εργαλεία για τον έλεγχο του Δ.Χ. είναι αυτό της ασφάλειας και της προστασίας του πολίτη. Στις σύγχρονες πόλεις, ειδικές δυνάμεις αλλά και μηχανισμοί τεχνολογικοί, κυκλοφοριακοί κ.ά. σχεδιάζονται και εφαρμόζονται επί του αστικού χώρου, με τρόπο που να τον καθιστούν αδιατάρακτο από τις κοινωνικές αντιθέσεις. Η απάντηση του σύγχρονου κράτους στο λογικό αίτημα ασφάλειας, δίνεται με τη δημιουργία και την αναπαραγωγή του φόβου, διευκολύνοντας έτσι την ακύρωση χαρακτηριστικών του δημόσιου χώρου, μαζί με ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες.
Η πολιτική δραστηριότητα «επιτρέπεται» να γίνεται μόνο θεσμικά και μέσω των ΜΜΕ. Έτσι ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας δεν έχει φωνή και έκφραση και ταυτόχρονα δυσκολεύουν όλες οι μορφές Δ.Χ. όπου θα μπορούσε να υπάρξει, να οργανωθεί, να συζητήσει, να δράσει. Ο Δ.Χ. είναι λοιπόν ζήτημα και συσχετισμού δυνάμεων και ποιότητας της κοινωνίας.
Είναι αναμφισβήτητο ότι παρακολουθούμε –και με την πανδημία– έναν βαθύ μετασχηματισμό του Δ.Χ. Αυτός δεν ισοδυναμεί με το τέλος του. Γιατί να γίνει αυτό θα έπρεπε να καταργηθεί ο λαός και να διαλυθεί η κοινωνία, πράγμα αρκετά δύσκολο για ένα γερασμένο σύστημα…
Νέες «μορφές»
Σημαντικότερες μορφές ιδιωτικοποίησης του δημόσιου, ελεύθερου χώρου είναι:
- Μετάθεση της εμπορικής δραστηριότητας, της ψυχαγωγίας και της κατανάλωσης σε ελεγχόμενους χώρους. (π.χ. Mall, πολυχώροι)
- Ιδιωτικοποίηση δημόσιου, ελεύθερου χώρου από καταστήματα, καφετέριες κ.λπ. με βασικό στόχο το κέρδος.
- Ιδιωτικοποίηση, καταπάτηση της παραθαλάσσιας ζώνης και παρεμπόδιση πρόσβασης σε αυτήν.
- Καταπάτηση δασών και δασικών εκτάσεων, αποχαρακτηρισμός δασικών και αρχαιολογικών χώρων για την προσέλκυση επενδύσεων.
- Οικιστικά συγκροτήματα με ιδιωτικές οργανωμένες υποδομές, όπως δικούς τους δρόμους, πάρκα, δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης κ.ά.
- Παράδοση όλης της δημόσιας περιουσίας, άρα και του δημόσιου χώρου, στο ΤΑΙΠΕΔ προς «αξιοποίηση», δηλαδή πούλημα.
Έχουμε έτσι την παραγωγή νέων μορφών «δημόσιου» χώρου, όπου η πρόσβαση θα είναι ανοικτή στα άτομα και τις κοινωνικές ομάδες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταναλώσουν. Για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε…
Δημόσιος χώρος και Διαδίκτυο
Με το διαδίκτυο προστίθεται ένας ακόμα «χώρος», ο ψηφιακός. Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί στο να τον ονομάσουμε και αυτόν δημόσιο. Το περίπλοκο φαινόμενο πληροφόρησης και συσσώρευσης δεδομένων ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και δίνει μια άλλη διάσταση δημόσιου χώρου. Εν πολλοίς, ο δημόσιος χώρος είχε σχέση με αυτόν της επικράτειας μέσα στο κράτος-έθνος πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και στις εσχατιές της χώρας, στον αέρα, στις θάλασσες υπάρχει μια ενιαία και αδιάλειπτη κυριαρχία.
Δε συμβαίνει το ίδιο στο διαδίκτυο όταν οι πλατφόρμες, τα δίκτυα, τα εργαλεία κ.λπ. είναι στα χέρια κολοσσών και δυο-τριών παγκόσμιων δυνάμεων (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία). Το διαδίκτυο μοιάζει με μια νέα αγορά με θεωρητικά ελεύθερη πρόσβαση σε όλους και όπου ο καθένας μπορεί να εκφράσει απόψεις, να δημιουργήσει ανοιχτά ιστολόγια, φόρουμ, συνομιλίες κ.λπ. Οι κοινωνικές, οικονομικές, γεωπολιτικές ανισότητες αποκλείουν βέβαια ένα σημαντικό μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού από την πρόσβαση σε αυτήν την ουσιαστική πηγή της «κοινωνίας της πληροφορίας».
Αλλά και σε αυτήν τη σφαίρα έχουν αναδυθεί κινήματα που προωθούν την ανάκτηση μιας δημόσιας, ελεύθερης, χωρίς διακρίσεις, δημοκρατικής διάστασης, τόσο στα εργαλεία (ανοιχτού κώδικα) όσο και στα μέρη (ψηφιακές πλατφόρμες).
Πηγή: e-dromos.gr
Νίκος Ταυρής: Σχετικά με τον Συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου