Παναγιώτης Σωτήρης
Από πολλές απόψεις είναι μια δύσκολη περίοδος για τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παρά την αρχική του προσπάθεια να παρουσιάσει μια μαγική εικόνα ότι ο κορωνοϊός δεν είχε φτάσει στην Τουρκία, από ένα σημείο και μετά έγινε σαφές ότι και η χώρα του έπρεπε να αντιμετωπίσει την πανδημία.
Και παρότι ο Τούρκος Πρόεδρος ήταν αρχικά ανάμεσα στους ηγέτες που αντιστάθηκαν στη λογική των καθολικών απαγορεύσεων, σύντομα και η Τουρκία επέλεξε και αυτή ανάλογα μέτρα, αντιμέτωπη με μια έξαρση των κρουσμάτων.
Είναι αλήθεια ότι με 40 νεκρούς ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμό η Τουρκία δείχνει να έχει χαμηλότερες απώλειες από τον νέο κορωνοϊό σε σχέση με άλλες χώρες π.χ. της Δυτικής Ευρώπης, όμως θύματα και κρούσματα αυξάνονται ραγδαία, πράγμα που σημαίνει ότι έχει μια ενεργή επιδημία να αντιμετωπίσει, έστω και εάν η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιάσει μια εικόνα ότι είναι πρωτοπόρα στη μάχη.
Όμως, εκτός από το σημαντικό ανθρώπινο κόστος της πανδημίας υπάρχει και το μεγάλο οικονομικό κόστος από τα μέτρα για την πανδημία.
Μάλιστα, έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η τουρκική οικονομία ήταν σε μια οριακή συνθήκη τις παραμονές της πανδημίας, με την τουρκική λίρα να δέχεται διάφορες επιθέσεις, το ερώτημα των ρυθμών ανάπτυξης να είναι ανοιχτό και το πρόβλημα του εξωτερικού χρέους, κυρίως του ιδιωτικού να εντείνεται, την ώρα που όλο το προηγούμενο αντιμετώπιζε το πρόβλημα που αντιμετώπισαν διάφορες αναδυόμενες αγορές, δηλαδή τη στροφή κεφαλαίων προς τις μητροπολιτικές αγορές.
Τώρα, το ΔΝΤ προβλέπει μια ύφεση 5% για το 2020, που σίγουρα θα κάνει τα πράγματα αρκετά χειρότερα, ιδίως από τη στιγμή που συνδυάζεται με μια πρόβλεψη για ανεργία 17,2%. Και όλα αυτά τη στιγμή που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ερντογάν κατεξοχήν έχτισε τη δημοφιλία του πάνω στην υπόσχεση ότι θα εξασφάλιζε οικονομική ευημερία, καταναλωτική δύναμη και απασχόληση.
Επιπλέον, η Τουρκία, όπως και άλλες αναδυόμενες αγορές, δίνει μάχη για να μην δει να καταρρέει το εθνικό της νόμισμα. Η Τουρκία άντεξε τη νομισματική μάχη του 2018 όμως τώρα τα πράγματα δείχνουν δύσκολα. Τον Μάρτιο οι τουρκικές νομισματικές αρχές άντλησαν περίπου 19,2 δισεκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας για να μπορέσουν να συγκρατήσουν την υποχώρηση της λίρας έναντι του δολαρίου στο 15%. Όμως, έτσι τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας, όπως υπολογίζονται εάν αφαιρεθούν αυτά που είναι δανεισμένα από τις εγχώριες τράπεζες, ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν.
Ως προς το χρέος η Τουρκία έχει 12,5 δισεκατομμύρια δολάρια χρέος που πρέπει να αποπληρώσει μέχρι το τέλος του 2021, όμως την ίδια στιγμή ο τραπεζικός τομέα είχε σχεδόν 79 δισεκατομμύρια βραχυπρόθεσμο χρέος μέχρι τον Φεβρουάριο του 2021, το οποίο κινδυνεύει να μην μπορεί να αποπληρώσει εάν υποχωρήσει ακόμη περισσότερο η τουρκική λίρα.
Παρά την προσπάθεια της τουρκικής κυβέρνησης να δώσει μια εικόνα ότι μπορεί να υπάρξει μια σχετική γρήγορη ανάκαμψη του τουρισμού, εντούτοις τα μηνύματα δεν είναι ιδιαίτερα θετικά και η φετινή τουριστική σαιζόν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη για την Τουρκία.
Το 2019 επισκέφτηκαν συνολικά την Τουρκία 45 εκατομμύρια επισκέπτες φέρνοντας περίπου δισεκατομμύρια δολάρια στην τουρκική οικονομία, βελτιώνοντας το εμπορικό της έλλειμμα και εξισορροπώντας το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ωστόσο, ήδη τον Μάρτιο καταγράφηκε μείωση κατά 48% των επισκεπτών στην Τουρκία, υπό το βάρος των περιορισμών που επιβλήθηκαν στα μέσα Μαρτίου.
Σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι απασχολούνται στην τουριστική βιομηχανία της Τουρκίας, περίπου το 6% του εργατικού δυναμικού.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει ετοιμάσει έναν «οδικό χάρτη» για την επιστροφή του τουρισμού, ξεκινώντας από τον εσωτερικό τουρισμό, με αφετηρία τα τέλη Μάη, όμως οι περιορισμοί που προβλέπονται ως προς την λειτουργία των ξενοδοχείων, των οργανωμένων παραλιών ή των ημερήσιων κρουαζιέρων, θέτουν ζητήματα βιωσιμότητας των αντίστοιχων επιχειρήσεων.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση και τα περιοριστικά μέτρα, έχουν οδηγήσει και σε μια κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου παγκοσμίως. Αυτό με τη σειρά του έχει οδηγήσει τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες στο να αναθεωρήσουν τους σχεδιασμούς τους για νέες εξορύξεις τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ο λόγος είναι ότι η κατάρρευση της ζήτησης για υδρογονάνθρακες έχει διαμορφώσει ένα πλεόνασμα προσφοράς που δεν δικαιολογεί νέα μεγάλα εξορυκτικά πρότζεκτ, τουλάχιστον πριν αποσαφηνιστεί ποια θα είναι η μεσοπρόθεσμη δυναμική της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας.
Αυτό ήδη έχει οδηγήσει σε καθυστερήσεις στα σχέδια εξορύξεων στα «οικόπεδα» της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τις εταιρείες που έχουν τα σχετικά συμβόλαια να ανακοινώνουν ότι προς το παρόν τα παγώνουν.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν και παρά τα προβλήματα που ούτως ή άλλως η Τουρκία έχει καθώς οι αξιώσεις που έχει ιδίως σε τμήματα της Κυπριακής ΑΟΖ και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας εξακολουθούν να μη έχουν τύχει διεθνούς αναγνώρισης, πέραν της αμφισβητούμενης συμφωνία για την αμοιβαία οριοθέτηση ΑΟΖ με την διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης.
Ωστόσο, σε αυτή τη φάση το τουρκικό κράτος δείχνει αποφασισμένο να συνεχίσει τις έρευνες στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ελπίζοντας ότι παρότι αυτή τη στιγμή οι μεγάλες πολυεθνικές της ενέργειας δεν ενδιαφέρονται για εξορύξεις, εάν οι έρευνες βγάλουν υποσχόμενα αποτελέσματα, μπορεί να αλλάξουν γνώμη. Γι’ αυτό και η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει κανονικά τις έρευνες και στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα, κάτι που είναι πιθανό να οδηγήσει και σε νέο γύρο εντάσεων με την ελληνική πλευρά.
Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει με την πανδημία και την οικονομική κρίση, η Τουρκία δεν εγκαταλείπει την τακτική των αμφισβητήσεων και των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.
Τελευταίο παράδειγμα η παρενόχληση από τουρκικά μαχητικά του ελικοπτέρου που μετέφερε τον Έλληνα ΥΠΕΘΑ κ. Ν. Παναγιωτόπουλο. Παρότι ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ Χαμί Ακσόι προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός, υποστηρίζοντας ότι ήταν μια αναγνώριση ρουτίνας στο Αιγαίου και τονίζοντας ότι «δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να δραματοποιεί πτήσεις ρουτίνας», εντούτοις επρόκειτο για άλλη μια κίνηση που ήθελε να υπογραμμίσει ότι η Τουρκία αμφισβητεί τις ελληνικές θέσεις για τα όρια κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Είχαν προηγηθεί κινήσεις στο Αιγαίο όπως οι διαρκείς υπερπτήσεις τουρκικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά, η προσπάθεια να ακυρώνονται ελληνικές NAVTEX με την έκδοση νέων τουρκικών, αλλά και η εκ νέου ανακίνηση του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, με τις τουρκικές αρχές να υποστηρίζουν ότι οι ελληνικής NAVTEX συμπεριλαμβάνουν υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένα νησιά στο σχεδιασμό ασκήσεων.
Είναι προφανές ότι η Τουρκία είναι σε μια αντιφατική συνθήκη. Έχει να αντιμετωπίσει την πανδημία, την οικονομική κρίση, τις οξυμένες αντιφάσεις από την εμπλοκή της στη Λιβύη, όπου κατηγορείται από διάφορες πλευρές για τη συνεχιζόμενη εμπλοκή της στον εμφύλιο πόλεμο, τα προβλήματα στη διαχείριση της κατάστασης στην Ιντλίμπ, τη διαρκή ανοιχτή πληγή του κουρδικού ζητήματος. Ωστόσο, όπως έχει δείξει αρκετές φορές στο παρελθόν συνεχίζει η τουρκική κυβέρνηση δείχνει να θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος διαχείρισης αντιφατικών συνθηκών είναι η επιθετική «εξαγωγή» τους μέσω διαφόρων «προβολών ισχύος» στο εξωτερικό. Αυτό, όμως, καθιστά και διαρκώς ενεργό το ενδεχόμενο και νέου κύκλου ελληνοτουρκικής έντασης.
Πηγή: in.gr
Παναγιώτης Σωτήρης: Σχετικά με τον συντάκτη
Από πολλές απόψεις είναι μια δύσκολη περίοδος για τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παρά την αρχική του προσπάθεια να παρουσιάσει μια μαγική εικόνα ότι ο κορωνοϊός δεν είχε φτάσει στην Τουρκία, από ένα σημείο και μετά έγινε σαφές ότι και η χώρα του έπρεπε να αντιμετωπίσει την πανδημία.
Και παρότι ο Τούρκος Πρόεδρος ήταν αρχικά ανάμεσα στους ηγέτες που αντιστάθηκαν στη λογική των καθολικών απαγορεύσεων, σύντομα και η Τουρκία επέλεξε και αυτή ανάλογα μέτρα, αντιμέτωπη με μια έξαρση των κρουσμάτων.
Είναι αλήθεια ότι με 40 νεκρούς ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμό η Τουρκία δείχνει να έχει χαμηλότερες απώλειες από τον νέο κορωνοϊό σε σχέση με άλλες χώρες π.χ. της Δυτικής Ευρώπης, όμως θύματα και κρούσματα αυξάνονται ραγδαία, πράγμα που σημαίνει ότι έχει μια ενεργή επιδημία να αντιμετωπίσει, έστω και εάν η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιάσει μια εικόνα ότι είναι πρωτοπόρα στη μάχη.
Τα οικονομικά προβλήματα
Όμως, εκτός από το σημαντικό ανθρώπινο κόστος της πανδημίας υπάρχει και το μεγάλο οικονομικό κόστος από τα μέτρα για την πανδημία.
Μάλιστα, έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η τουρκική οικονομία ήταν σε μια οριακή συνθήκη τις παραμονές της πανδημίας, με την τουρκική λίρα να δέχεται διάφορες επιθέσεις, το ερώτημα των ρυθμών ανάπτυξης να είναι ανοιχτό και το πρόβλημα του εξωτερικού χρέους, κυρίως του ιδιωτικού να εντείνεται, την ώρα που όλο το προηγούμενο αντιμετώπιζε το πρόβλημα που αντιμετώπισαν διάφορες αναδυόμενες αγορές, δηλαδή τη στροφή κεφαλαίων προς τις μητροπολιτικές αγορές.
Τώρα, το ΔΝΤ προβλέπει μια ύφεση 5% για το 2020, που σίγουρα θα κάνει τα πράγματα αρκετά χειρότερα, ιδίως από τη στιγμή που συνδυάζεται με μια πρόβλεψη για ανεργία 17,2%. Και όλα αυτά τη στιγμή που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ερντογάν κατεξοχήν έχτισε τη δημοφιλία του πάνω στην υπόσχεση ότι θα εξασφάλιζε οικονομική ευημερία, καταναλωτική δύναμη και απασχόληση.
Επιπλέον, η Τουρκία, όπως και άλλες αναδυόμενες αγορές, δίνει μάχη για να μην δει να καταρρέει το εθνικό της νόμισμα. Η Τουρκία άντεξε τη νομισματική μάχη του 2018 όμως τώρα τα πράγματα δείχνουν δύσκολα. Τον Μάρτιο οι τουρκικές νομισματικές αρχές άντλησαν περίπου 19,2 δισεκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας για να μπορέσουν να συγκρατήσουν την υποχώρηση της λίρας έναντι του δολαρίου στο 15%. Όμως, έτσι τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας, όπως υπολογίζονται εάν αφαιρεθούν αυτά που είναι δανεισμένα από τις εγχώριες τράπεζες, ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν.
Ως προς το χρέος η Τουρκία έχει 12,5 δισεκατομμύρια δολάρια χρέος που πρέπει να αποπληρώσει μέχρι το τέλος του 2021, όμως την ίδια στιγμή ο τραπεζικός τομέα είχε σχεδόν 79 δισεκατομμύρια βραχυπρόθεσμο χρέος μέχρι τον Φεβρουάριο του 2021, το οποίο κινδυνεύει να μην μπορεί να αποπληρώσει εάν υποχωρήσει ακόμη περισσότερο η τουρκική λίρα.
Το πλήγμα στον τουρκικό τουρισμό
Παρά την προσπάθεια της τουρκικής κυβέρνησης να δώσει μια εικόνα ότι μπορεί να υπάρξει μια σχετική γρήγορη ανάκαμψη του τουρισμού, εντούτοις τα μηνύματα δεν είναι ιδιαίτερα θετικά και η φετινή τουριστική σαιζόν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη για την Τουρκία.
Το 2019 επισκέφτηκαν συνολικά την Τουρκία 45 εκατομμύρια επισκέπτες φέρνοντας περίπου δισεκατομμύρια δολάρια στην τουρκική οικονομία, βελτιώνοντας το εμπορικό της έλλειμμα και εξισορροπώντας το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ωστόσο, ήδη τον Μάρτιο καταγράφηκε μείωση κατά 48% των επισκεπτών στην Τουρκία, υπό το βάρος των περιορισμών που επιβλήθηκαν στα μέσα Μαρτίου.
Σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι απασχολούνται στην τουριστική βιομηχανία της Τουρκίας, περίπου το 6% του εργατικού δυναμικού.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει ετοιμάσει έναν «οδικό χάρτη» για την επιστροφή του τουρισμού, ξεκινώντας από τον εσωτερικό τουρισμό, με αφετηρία τα τέλη Μάη, όμως οι περιορισμοί που προβλέπονται ως προς την λειτουργία των ξενοδοχείων, των οργανωμένων παραλιών ή των ημερήσιων κρουαζιέρων, θέτουν ζητήματα βιωσιμότητας των αντίστοιχων επιχειρήσεων.
Εν μέσω κατάρρευσης της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου η Τουρκία επιμένει στις εξορύξεις
Η παγκόσμια οικονομική κρίση και τα περιοριστικά μέτρα, έχουν οδηγήσει και σε μια κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου παγκοσμίως. Αυτό με τη σειρά του έχει οδηγήσει τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες στο να αναθεωρήσουν τους σχεδιασμούς τους για νέες εξορύξεις τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ο λόγος είναι ότι η κατάρρευση της ζήτησης για υδρογονάνθρακες έχει διαμορφώσει ένα πλεόνασμα προσφοράς που δεν δικαιολογεί νέα μεγάλα εξορυκτικά πρότζεκτ, τουλάχιστον πριν αποσαφηνιστεί ποια θα είναι η μεσοπρόθεσμη δυναμική της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας.
Αυτό ήδη έχει οδηγήσει σε καθυστερήσεις στα σχέδια εξορύξεων στα «οικόπεδα» της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τις εταιρείες που έχουν τα σχετικά συμβόλαια να ανακοινώνουν ότι προς το παρόν τα παγώνουν.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν και παρά τα προβλήματα που ούτως ή άλλως η Τουρκία έχει καθώς οι αξιώσεις που έχει ιδίως σε τμήματα της Κυπριακής ΑΟΖ και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας εξακολουθούν να μη έχουν τύχει διεθνούς αναγνώρισης, πέραν της αμφισβητούμενης συμφωνία για την αμοιβαία οριοθέτηση ΑΟΖ με την διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης.
Ωστόσο, σε αυτή τη φάση το τουρκικό κράτος δείχνει αποφασισμένο να συνεχίσει τις έρευνες στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ελπίζοντας ότι παρότι αυτή τη στιγμή οι μεγάλες πολυεθνικές της ενέργειας δεν ενδιαφέρονται για εξορύξεις, εάν οι έρευνες βγάλουν υποσχόμενα αποτελέσματα, μπορεί να αλλάξουν γνώμη. Γι’ αυτό και η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει κανονικά τις έρευνες και στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα, κάτι που είναι πιθανό να οδηγήσει και σε νέο γύρο εντάσεων με την ελληνική πλευρά.
Οι αμφισβητήσεις στο Αιγαίο συνεχίζονται
Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει με την πανδημία και την οικονομική κρίση, η Τουρκία δεν εγκαταλείπει την τακτική των αμφισβητήσεων και των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.
Τελευταίο παράδειγμα η παρενόχληση από τουρκικά μαχητικά του ελικοπτέρου που μετέφερε τον Έλληνα ΥΠΕΘΑ κ. Ν. Παναγιωτόπουλο. Παρότι ο εκπρόσωπος του τουρκικού ΥΠΕΞ Χαμί Ακσόι προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός, υποστηρίζοντας ότι ήταν μια αναγνώριση ρουτίνας στο Αιγαίου και τονίζοντας ότι «δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να δραματοποιεί πτήσεις ρουτίνας», εντούτοις επρόκειτο για άλλη μια κίνηση που ήθελε να υπογραμμίσει ότι η Τουρκία αμφισβητεί τις ελληνικές θέσεις για τα όρια κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Είχαν προηγηθεί κινήσεις στο Αιγαίο όπως οι διαρκείς υπερπτήσεις τουρκικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά, η προσπάθεια να ακυρώνονται ελληνικές NAVTEX με την έκδοση νέων τουρκικών, αλλά και η εκ νέου ανακίνηση του ζητήματος της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, με τις τουρκικές αρχές να υποστηρίζουν ότι οι ελληνικής NAVTEX συμπεριλαμβάνουν υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένα νησιά στο σχεδιασμό ασκήσεων.
Εσωτερικές αντιθέσεις και εξαγωγή εντάσεων
Είναι προφανές ότι η Τουρκία είναι σε μια αντιφατική συνθήκη. Έχει να αντιμετωπίσει την πανδημία, την οικονομική κρίση, τις οξυμένες αντιφάσεις από την εμπλοκή της στη Λιβύη, όπου κατηγορείται από διάφορες πλευρές για τη συνεχιζόμενη εμπλοκή της στον εμφύλιο πόλεμο, τα προβλήματα στη διαχείριση της κατάστασης στην Ιντλίμπ, τη διαρκή ανοιχτή πληγή του κουρδικού ζητήματος. Ωστόσο, όπως έχει δείξει αρκετές φορές στο παρελθόν συνεχίζει η τουρκική κυβέρνηση δείχνει να θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος διαχείρισης αντιφατικών συνθηκών είναι η επιθετική «εξαγωγή» τους μέσω διαφόρων «προβολών ισχύος» στο εξωτερικό. Αυτό, όμως, καθιστά και διαρκώς ενεργό το ενδεχόμενο και νέου κύκλου ελληνοτουρκικής έντασης.
Πηγή: in.gr
Παναγιώτης Σωτήρης: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου