Οδυσσέας Ιωάννου
Κάποιος είπε για τον Μαραντόνα «Δεν θα κρίνω τη ζωή του αλλά ξέρω τι έκανε στις δικές μας ζωές». Κι έτσι άρχισε πάλι ο πόλεμος – όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις – της ταύτισης των ισχυρών προσωπικοτήτων με τη ζωή τους. Της μεγάλης εικόνας με τη μικρή, εκείνη που δεν αφορά κανέναν πέρα από τους κοντινούς του. Μεγάλο μπλέξιμο σε μια διαμάχη που μοιάζει να είναι έτσι κι αλλιώς κερδισμένη για όσους βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Την επιδραστικότητα, τον μύθο, την έμπνευση. Εκατομμύρια άνθρωποι που έβαλαν τα κλάματα στην είδηση του θανάτου του δεν θα ήθελαν καθόλου να παίρνουν κόκα, ούτε να μην έχουν σχέση με τα παιδιά τους. Εχουν όμως να διηγηθούν ιστορίες στα παιδιά τους για το τι τους έκανε εκείνος ο άνθρωπος βλέποντάς τον στα γήπεδα. Πώς επέδρασε στον κόσμο ολόκληρων πόλεων.
Δεν θα καταλάβω ποτέ την εμμονή πολλών ανθρώπων να αυτοακρωτηριάζονται. Γιατί ακρωτηριασμός είναι να στερείς από τη ζωή σου τις αύρες των ανθρώπων, να μην παίρνεις κάτι από την ευλογία του παραμυθιού, να μην είσαι πρόθυμος να αντλήσεις ούτε μια σταλιά έμπνευσης, ακόμη και παρηγοριάς, από όσους γεννήθηκαν με ένα σημάδι, ακόμη και με το σημάδι της αυτοκαταστροφής.
Η ερώτηση «θεωρείτε τον Μαραντόνα παράδειγμα για εσάς και τα παιδιά σας;» είναι μάλλον αφελής. Μία έκφραση κορεκτίλας σε εποχές που τα πάντα τείνουν να απομαγευτούν. Ούτε ο Ντοστογέφσκι θα ήθελα να είμαι ούτε ο Ακης Πάνου. Αλλά ξέρω πολύ καλά πως δίχως τα γραπτά του ενός και τα τραγούδια του άλλου δεν θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος, θα ήμουν λιγάκι λιγότερος.
Πέφτει μια πέτρα με δύναμη σε μία ήσυχη και βαρετή λίμνη, επηρεαζόμαστε όλοι από τους κυματισμούς που δημιουργεί, κι εμείς κουβεντιάζουμε για την πέτρα. Σαν να μη μας αγγίζει εκείνη η αναστάτωση, το φουρτούνιασμα στο αίμα που δίνει στη ζωή την πολυτέλεια να έχει κι άλλες «έγνοιες» πέρα από την ορθολογική και μονοδιάστατη γραμμή που ενώνει τη γέννηση με τον θάνατο.
Οταν συγκινείσαι με τον θάνατο ενός μεγάλου καλλιτέχνη ή γενικά ενός επιδραστικού ανθρώπου, δεν κλαις τον νεκρό – που δεν τον γνώρισες ποτέ σου. Για τη ζωή σου συγκινείσαι, για τον δικό σου προηγούμενο βίο κλαις. Ιδιοτελές είναι το πένθος. Τις παλιές σου φωτογραφίες κοιτάς που ξέρεις καλά πως «ποτέ ξανά». Ξηλώνονται συνέχεια πόντοι από το ζεστό ρούχο της νεότητας και ξέρεις πως η κατάληξη θα είναι μια παγωμένη γύμνια. Οι άνθρωποι έτσι κι αλλιώς – όλοι οι άνθρωποι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – αφήνουμε πίσω μας θύματα. Είτε νεκρούς, είτε πληγωμένα παιδιά, είτε προδομένους φίλους, είτε αδικημένους σαν τον Σίλτον. Δεν τους αγνοείς, σκύβεις το κεφάλι μπροστά στον δικό τους σταυρό, αλλά δεν τους βοηθάς σε κάτι αν προδώσεις τη δική σου αλήθεια, τα δικά σου ραγίσματα που προκλήθηκαν από τους δυνατούς κραδασμούς λαμπερών στιγμών «σημαδεμένων» ανθρώπων.
Υπάρχουν τόσο πολλές άλλες στιγμές και πράξεις του Μαραντόνα που και στα δικά μου μάτια φαντάζουν σαχλαμάρες και δηθενιές. Είμαστε ατελείς και αντιφατικοί. Μεγάλοι στις μεγάλες στιγμές μας, μικροί στις μικρές μας. Σιγά το νέο! Το «ακανόνιστο» όμως το έχουμε απόλυτη ανάγκη οι «κανονικοί».
Κάποιος είπε για τον Μαραντόνα «Δεν θα κρίνω τη ζωή του αλλά ξέρω τι έκανε στις δικές μας ζωές». Κι έτσι άρχισε πάλι ο πόλεμος – όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις – της ταύτισης των ισχυρών προσωπικοτήτων με τη ζωή τους. Της μεγάλης εικόνας με τη μικρή, εκείνη που δεν αφορά κανέναν πέρα από τους κοντινούς του. Μεγάλο μπλέξιμο σε μια διαμάχη που μοιάζει να είναι έτσι κι αλλιώς κερδισμένη για όσους βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Την επιδραστικότητα, τον μύθο, την έμπνευση. Εκατομμύρια άνθρωποι που έβαλαν τα κλάματα στην είδηση του θανάτου του δεν θα ήθελαν καθόλου να παίρνουν κόκα, ούτε να μην έχουν σχέση με τα παιδιά τους. Εχουν όμως να διηγηθούν ιστορίες στα παιδιά τους για το τι τους έκανε εκείνος ο άνθρωπος βλέποντάς τον στα γήπεδα. Πώς επέδρασε στον κόσμο ολόκληρων πόλεων.
Δεν θα καταλάβω ποτέ την εμμονή πολλών ανθρώπων να αυτοακρωτηριάζονται. Γιατί ακρωτηριασμός είναι να στερείς από τη ζωή σου τις αύρες των ανθρώπων, να μην παίρνεις κάτι από την ευλογία του παραμυθιού, να μην είσαι πρόθυμος να αντλήσεις ούτε μια σταλιά έμπνευσης, ακόμη και παρηγοριάς, από όσους γεννήθηκαν με ένα σημάδι, ακόμη και με το σημάδι της αυτοκαταστροφής.
Η ερώτηση «θεωρείτε τον Μαραντόνα παράδειγμα για εσάς και τα παιδιά σας;» είναι μάλλον αφελής. Μία έκφραση κορεκτίλας σε εποχές που τα πάντα τείνουν να απομαγευτούν. Ούτε ο Ντοστογέφσκι θα ήθελα να είμαι ούτε ο Ακης Πάνου. Αλλά ξέρω πολύ καλά πως δίχως τα γραπτά του ενός και τα τραγούδια του άλλου δεν θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος, θα ήμουν λιγάκι λιγότερος.
Πέφτει μια πέτρα με δύναμη σε μία ήσυχη και βαρετή λίμνη, επηρεαζόμαστε όλοι από τους κυματισμούς που δημιουργεί, κι εμείς κουβεντιάζουμε για την πέτρα. Σαν να μη μας αγγίζει εκείνη η αναστάτωση, το φουρτούνιασμα στο αίμα που δίνει στη ζωή την πολυτέλεια να έχει κι άλλες «έγνοιες» πέρα από την ορθολογική και μονοδιάστατη γραμμή που ενώνει τη γέννηση με τον θάνατο.
Οταν συγκινείσαι με τον θάνατο ενός μεγάλου καλλιτέχνη ή γενικά ενός επιδραστικού ανθρώπου, δεν κλαις τον νεκρό – που δεν τον γνώρισες ποτέ σου. Για τη ζωή σου συγκινείσαι, για τον δικό σου προηγούμενο βίο κλαις. Ιδιοτελές είναι το πένθος. Τις παλιές σου φωτογραφίες κοιτάς που ξέρεις καλά πως «ποτέ ξανά». Ξηλώνονται συνέχεια πόντοι από το ζεστό ρούχο της νεότητας και ξέρεις πως η κατάληξη θα είναι μια παγωμένη γύμνια. Οι άνθρωποι έτσι κι αλλιώς – όλοι οι άνθρωποι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – αφήνουμε πίσω μας θύματα. Είτε νεκρούς, είτε πληγωμένα παιδιά, είτε προδομένους φίλους, είτε αδικημένους σαν τον Σίλτον. Δεν τους αγνοείς, σκύβεις το κεφάλι μπροστά στον δικό τους σταυρό, αλλά δεν τους βοηθάς σε κάτι αν προδώσεις τη δική σου αλήθεια, τα δικά σου ραγίσματα που προκλήθηκαν από τους δυνατούς κραδασμούς λαμπερών στιγμών «σημαδεμένων» ανθρώπων.
Υπάρχουν τόσο πολλές άλλες στιγμές και πράξεις του Μαραντόνα που και στα δικά μου μάτια φαντάζουν σαχλαμάρες και δηθενιές. Είμαστε ατελείς και αντιφατικοί. Μεγάλοι στις μεγάλες στιγμές μας, μικροί στις μικρές μας. Σιγά το νέο! Το «ακανόνιστο» όμως το έχουμε απόλυτη ανάγκη οι «κανονικοί».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου