Του Σταύρου Τάσσου, Σεισμολόγου
Την 1η Φεβρουαρίου 2021 στο θαλάσσιο χώρο 10 χλμ περίπου από τις νότιες ακτές της Λέσβου στην περιοχή της εισόδου στον Κόλπο της Καλλονής, και 20 χλμ περίπου δυτικά του επικέντρου του καταστροφικού σεισμού των 6,3 Ρίχτερ της 12ης Ιουνίου 2017, έγιναν δεκάδες σεισμοί. Έξι (6) από αυτούς είχαν μεγέθη από 4,5 έως 4,9 Ρίχτερ. Συγκεκριμένα στις 07:47 έγινε σεισμός 4,9 Ρίχτερ, και αμέσως μετά, στις 07:48 4,8 Ρίχτερ, στις 08:00 4,5, στις 10:35 4,7, στις 15:10 4,5 και στις 22:46 επίσης 4,5. Στις 2 και 3 Φεβρουαρίου τόσο η συχνότητα, όσο και τα μεγέθη των σεισμών μειώθηκαν αισθητά.
Από την άποψη του φυσικού φαινομένου αυτή είναι μια τυπική σμηνοσειρά, που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι γίνεται ένα πλήθος, ένα σμήνος σεισμών, σε περιορισμένο χώρο και χρόνο, τα μεγέθη των οποίων δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, δεν υπάρχει δηλαδή κάποιος σεισμός που να είναι αισθητά μεγαλύτερος ώστε να χαρακτηριστεί ως κύριος σεισμός. Μετά από μερικές μέρες ή εβδομάδες το φαινόμενο εκτονώνεται και η περιοχή επανέρχεται στην κανονική σεισμικότητα, χωρίς βέβαια να μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα «ενεργοποίησης» μιας γειτονικής περιοχής. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι αν αυτό το σμήνος των σεισμών γινόταν κάτω από κατοικημένη περιοχή τότε σίγουρα θα υπήρχαν ζημιές και καταστροφές.
Με δεδομένο ότι πρόγνωση συγκεκριμένου σεισμού δεν είναι, σήμερα τουλάχιστον, δυνατή, και ότι η Ελλάδα έχει την υψηλότερη σεισμικότητα στην Ευρώπη, και την 6η στον κόσμο, αυτό που πρέπει να επισημαίνεται κάθε φορά που γίνεται ένας σεισμός είναι η ανάγκη ύπαρξης μιας ολοκληρωμένης αντισεισμικής πολιτικής πριν, κατά, και μετά το σεισμό, που αφορά όλη τη χώρα. Στόχος της θα είναι η κάλυψη της λαϊκής ανάγκης για την ελαχιστοποίηση του σεισμικού κίνδυνου με τη χρήση όλων των δυνατοτήτων που το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας παρέχει, καθώς και η άμεση και πλήρης αποζημίωση όσων έπαθαν ζημιές από το σεισμό, αλλά και από οποιαδήποτε άλλη φυσική καταστροφή. Όμως, κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με τη λογική του κόστους-οφέλους του καπιταλιστικού συστήματος, που σαν στόχο έχει τη μεγιστοποίηση του κέρδους για μια χούφτα ανθρώπους που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό οι δαπάνες για την πλήρη αποζημίωση των λαϊκών νοικοκυριών, των αυτοαπασχολούμενων και συνολικά των πληγέντων από φυσικές καταστροφές, σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές, είναι «μη επιλέξιμες», και δεν περιλαμβάνονται στο Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ (ΤΑΕΕ).
Σε σχέση με τις προτεραιότητες πρόληψης,η πλατφόρμα «Flood Cost-Benefit-Analysis», που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, κατά παραγγελία της Γενικής Διεύθυνσης Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της ΕΕ, κυνικά εισηγείται: «Είναι οικονομικά αποδοτικότερο να προστατευθούν από την πλημμύρα εκείνοι με τα μεγαλύτερα περιουσιακά στοιχεία (δηλ. εύπορες οικογένειες ή πολύτιμα εργοστάσια) από το να προστατευθούν εκείνοι που είναι φτωχοί και με πενιχρά περιουσιακά στοιχεία». Και συμπληρώνει: «Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις που δεν φαίνονται “δίκαιες”, αλλά η δικαιοσύνη δεν είναι μέρος της ανάλυσης κόστους – οφέλους».
Τόσο η ΕΕ όσο και οι ελληνικές κυβερνήσεις επιβεβαιώνουν την αντιλαϊκή πολιτικής τους που με συνέπεια εφαρμόζουν και κάθε φορά που γίνεται ένας καταστροφικός σεισμός, αλλά και οποιαδήποτε άλλη φυσική καταστροφή, ή πανδημία, όπως αυτή του COVIT-19. Έτσι, σχεδόν 4 χρόνια μετά το σεισμό της 12-6-2017 που κατέστρεψε τη Βρίσα, τα σημάδια της καταστροφής και της εγκατάλειψης είναι αποκαλυπτικά της αδιαφορίας που έχουν επιδείξει οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και ΝΔ. Ελάχιστοι κάτοικοι, περίπου 200 από τους 2000 που ζούσαν στο χωριό πριν το σεισμό, έχουν επιστρέψει. Μπάζα, μισογκρεμισμένα σπίτια σε όλο το χωριό. Λειτουργεί μόνο ένας φούρνος, ενώ το σχολείο είναι ακόμα σε κοντέινερ.
Αντίστοιχα στη Σάμο, 3 μήνες μετά τον καταστροφικό σεισμό των 6,7 Ρίχτερ της 30-10-2020, εκκρεμεί η αποζημίωση των σεισμοπλήκτων κατοίκων και επαγγελματιών, οι κατοικίες και οι επαγγελματικοί χώροι των οποίων καταστράφηκαν είτε από το σεισμό, είτε από το τσουνάμι. Εκκρεμεί επίσης η απλοποίηση και επίσπευση των διαδικασιών κατεδάφισης των ετοιμόρροπων και επικίνδυνων κτιρίων, που η κατάρρευση ενός από αυτά προκάλεσε το θάνατο των δύο παιδιών. Για να προχωρήσουν οι κατεδαφίσεις και οι απομακρύνσεις των υλικών, οι δήμοι δεν έχουν το απαιτούμενο προσωπικό και μηχανήματα για τις κατεδαφίσεις.
Το εργατικό και λαϊκό κίνημα, ο λαός μας, πρέπει αγωνιστικά να διεκδικήσει το αυτονόητο, τόσο προοπτικά, όσο και άμεσα. Και το αυτονόητο είναι να απολαμβάνει ο κάθε άνθρωπος τη μέγιστη δυνατή προστασία από τους σεισμούς, αλλά και από τις άλλες φυσικές καταστροφές, που το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας μπορεί να του προσφέρει.
Στη Βρίσα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα οι εργασίες αποκατάστασης των κτισμάτων που κρίθηκαν επισκευάσιμα, και η ανέγερση νέων για όσα κρίθηκαν κατεδαφιστέα, με πρώτο το σχολείο, ώστε να επιστρέψουν όλοι οι κάτοικοι, και το χωριό να αποκτήσει και πάλι τη ζωντάνια του, όντας τώρα θωρακισμένο από ένα μελλοντικό σεισμό. Στο ενδιάμεσο θα πρέπει να παρασχεθεί αξιοπρεπής στέγαση σ’ όσους έχασαν τα σπίτια τους, και αποζημίωση στους επαγγελματίες που έχασαν τα μαγαζιά τους, και επομένως τη δυνατότητα βιοπορισμού τους.
Στη Σάμο ο σαμιώτικος λαός πρέπει να διεκδικήσει άμεσα:
Πλήρη αποζημίωση στο 100% των κατοικιών και επιχειρήσεων που επλήγησαν από τον σεισμό και το τσουνάμι από το κράτος. Στην αποζημίωση να περιληφθούν οι τυχόν κατεδαφίσεις και τα έξοδα μελέτης και αδειών κατασκευής ή επισκευής.
Άμεση κατεδάφιση των επικίνδυνων κι ετοιμόρροπων κτιρίων.
Άμεση αποκατάσταση των ζημιών σε σχολικά και δημόσια κτίρια όπως και σε όλες τις άλλες υποδομές (δρόμοι, λιμάνια κλπ.). Έργα ολοκληρωμένης αντισεισμικής, αντιπλημμυρικής και αντιπυρικής προστασίας.
Ιδιαίτερη μέριμνα για τα ιστορικά και πολιτιστικά μνημεία, όπως και για τα διατηρητέα χωρίς η ανάγκη για ιδιαίτερη προστασία τους να λειτουργεί ανασταλτικά στην έναρξη των εργασιών.
Σταύρος Τάσσος
Σεισμολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου