Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

Καταναλωτική αλλοτρίωση



Μια και πιάσαμε κουβέντα για τις αλλοτριώσεις, μεγάλη κουβέντα είναι αλήθεια - στα νιάτα μας περάσαμε νύχτες ατέλειωτες σε νεφοσκεπή δωμάτια που μάταια αέριζες μετά όλη μέρα για να φύγει η μυρωδιά του τσιγάρου, τι συμπέρασμα βγάλαμε δεν θυμάμαι πια, αλλά δεν έμειναν μόνο οι καπνοί και η θολή αναζήτηση- τώρα λοιπόν που πιάσαμε την κουβέντα για τις αλλοτριώσεις, ας παρατηρήσουμε τον τόσο θολό καπνό γύρω μας, που δεν προέρχεται από τα τσιγάρα των φοιτητικών δωματίων αλλά από μια καπνίλα ιδεών και την αβεβαιότητα της εποχής.

Τότε, κι όχι επειδή ήταν χούντα, προσανατολίζαμε την συζήτηση και στις σκέψεις μας σε ιδέες απελευθέρωσης, ελευθερίας γενικώς, από τις ανάγκες, από τους αστούς, από τις αλλοτριώσεις μας. Αλλά ο κόσμος άλλαξε χωρίς να μας ρωτήσει. Κι έτσι εμείς τώρα είμαστε υποχρεωμένοι να κοιτάξουμε προσεκτικά το νέο σκηνικό, παλιό όσο και το παλιό, αλλά και καινούργιο όσο μια κούκλα του κουτιού. Μπορούμε να διαλέξουμε να μην κοιτάμε, όπως κάνουν αρκετοί, και να ξαναλέμε τις παλιές κουβέντες διανθισμένες με φράσεις των ημερών και να νομίζουμε πως τις κάνουν επίκαιρες. Αλλά, αυτό, αν και μπορεί να αποβεί ψυχοθεραπευτικό, μάλλον δεν είναι εποικοδομητικό – όπως απέδειξε και η μέχρι τώρα πράξη!

Έτσι λοιπόν, αξίζει, νομίζω, να αναρωτηθούμε περί του νέου κόσμου και του νέου ανθρώπου που διαπλάθει. Των νέων αξιών που προτάσσει. Ο πόθος της ελευθερίας, πρωτίστως της εργασιακής, η ηθική της εργασίας, η αξιακή κατανομή των ατομικών και κοινωνικών αρετών, αντικαθίσταται από νέες προτεραιότητες καταναλωτικού τύπου. Μια αλλοτρίωση καταναλωτική.

Κάποιοι διατείνονται πως περάσαμε πλέον, και μάλιστα αμετάκλητα, από την κοινωνία των παραγωγών στην κοινωνία των καταναλωτών. Παρ’ όλη την υπερβολή και την απλοποίηση που περιέχει ο ισχυρισμός δεν μπορείς να παραβλέψεις και τη βασική του αλήθεια.

Την εποχή της ύστερης νεωτερικότητας ή ύστερου καπιταλισμού κατ’ άλλους, στα δικά μας το έχουμε ονομάσει ολοκληρωτικό καπιταλισμό, η κοινωνία διαμορφώνει τα μέλη της πρωτίστως ως καταναλωτές. Πρόκειται για μια θεμελιακή αλλαγή στη συμπεριφορά, στα κοινωνικά πρότυπα, στην αξιακή κλίμακα, στη διαμόρφωση της συνείδησης. Συνεπώς, κάθε απόπειρα ανάλυσης και παρέμβασης από την πλευρά των δυνάμεων της κοινωνικής επαγγελίας οφείλει, επί ποινή αποκλεισμού, να λάβει υπόψη, να μελετήσει και να αντιπαλέψει αυτή την πραγματικότητα.

Μια ολόκληρη βιομηχανία παράγει προϊόντα και μια ακόμα πιο μεγάλη βιομηχανία παράγει επιθυμίες. Οπότε η αναζήτηση γίνεται διαρκής. Ένα υποκατάστατο πραγματικής ζωής, ή για να ακριβολογούμε η πραγματική ζωή γίνεται και επικυρώνεται μέσω του προϊόντος που καταναλώνουμε. Οι επιθυμίες διεγείρονται συνεχώς και πολύ γρήγορα, πολύ πιο γρήγορα από το χρόνο που χρειάζονται για να ικανοποιηθούν.

Στην αυγή του καπιταλισμού οι οικονομολόγοι έλεγαν ότι παράγονται προϊόντα εξ αιτίας των αναγκών, που σημαίνει πως αν επιθυμείς κάτι το οποίο μπορεί να παραχθεί η αγορά θα το παράγει. Άρα ο καπιταλιστής, κάπως σαν ευεργέτης, έρχεται να εκπληρώσει την επιθυμία και την ανάγκη του ανθρώπου.

Ο νεαρός Μαρξ ήταν εκείνος που ανέτρεψε τη λογική αυτή. Ο καπιταλισμός δουλεύει με ακριβώς αντίστροφο τρόπο. Όχι, η παραγωγή δεν εκπληρώνει την επιθυμία, αλλά ο καπιταλιστής τη δημιουργεί: «Κάθε άνθρωπος σκέφτεται κερδοσκοπικά να δημιουργήσει στον άλλο μια νέα ανάγκη για να τον αναγκάσει σε μια νέα θυσία, για να τον θέσει σε μια νέα εξάρτηση και να τον παρασύρει σε έναν νέο τρόπο απόλαυσης και συνεπώς οικονομικής καταστροφής… Η ανάγκη του χρήματος είναι συνεπώς η αληθινή ανάγκη που παράγεται από την οικονομική επιστήμη και είναι η μοναδική ανάγκη την οποία παράγει… Το χρήμα είναι ο προαγωγός μεταξύ της ανάγκης και του αντικειμένου, μεταξύ του βίου και των βιοτικών μέσων των ανθρώπων» (Κείμενα από τη δεκαετία του 1840, εκδ. ΚΨΜ).

Ο σημερινός καπιταλισμός συνεπής στη σύλληψη του Μαρξ, πιο συνεπής από πολλούς μαρξιστές, εξέλιξε αυτή τη λειτουργία στο απόλυτο μέγεθός της.

Παράγει διαρκώς επιθυμίες που οδηγούν στην κατανάλωση, ακόμα κι αν δεν έχεις για να αγοράσεις και να καταναλώσεις.

Ο Σίγκμουντ Μπάουμαν γράφει σχετικά: «Στην ιδεώδη κατάσταση, η ικανοποίηση του καταναλωτή θα έπρεπε να είναι στιγμιαία, και αυτό υπό διττή έννοια. Τα καταναλωτικά αγαθά πρέπει να επιφέρουν την ικανοποίηση αμέσως… Η ικανοποίηση ωστόσο θα πρέπει να τερματίζεται τη στιγμή ακριβώς κατά την οποία τελειώνει ο χρόνος που χρειάζεται για την κατανάλωσή τους και αυτός ο χρόνος θα πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως ελάχιστο...

»Η υπόσχεση και η ελπίδα της ικανοποίησης θα προηγηθούν της ανάγκης και θα είναι πάντοτε μεγαλύτερες από την υφιστάμενη ανάγκη και, ωστόσο, όχι τόσο μεγάλες ώστε να αποκλείουν την επιθυμία για τα αγαθά που γεννούν αυτή τη υπόσχεση… Η έξαψη για το καινούργιο και την ανήκουστη αίσθηση είναι το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του καταναλωτή… Η αισθητική της κατανάλωσης σήμερα κυριαρχεί εκεί όπου κάποτε κυριαρχούσε η ηθική της εργασίας».

(Η εργασία, ο καταναλωτισμός και οι νεόπτωχοι, εκδ. Μεταίχμιο).

Η ιδέα της ευελιξίας είναι το άγιο δισκοπότηρο του καπιταλισμού της εποχής μας. Κι όσο λιγότερο μπορεί να βρει απαντήσεις στα κρίσιμα προβλήματά του, τόσο περισσότερο παράγει την εικόνα και τόσο περισσότερο υποβάλλει την ευελιξία ως ιδεώδες ζωής.

Ευελιξία στην κατανάλωση, ευελιξία στην εργασία, ευέλικτη κοινωνία. Οι ταυτότητες αμφισβητούνται μπρος στις καταναλωτικές μόδες και στην αγορά της ματαιοδοξίας. Στην διαδρομή της ζωής του ο άνθρωπος αλλάζει συνεχώς, δουλειά, αγαθά, ιδανικά!..

Η ιδέα της προσωρινότητας και του μεταβατικού κυριαρχεί πάνω στην ιδέα της ταυτότητας, της γειτονιάς, της ομάδας, του συνδικάτου, του κόμματος.

Οι άνθρωποι ως εργαζόμενοι παραγωγοί είναι μαζί ακόμη κι όταν δρουν χωριστά. Όμως η πράξη της κατανάλωσης είναι μοναχική και οι καταναλωτές είναι μόνοι. Εκεί θρυμματίζεται ο ήδη κατακερματισμένος κόσμος.

Η εργασία ως άξονας γύρω από τον οποίο διαμορφώνεται δυνατότητα και συνείδηση χάνει σταδιακά το ρόλο της. Τα επίπεδα κατανάλωσης προσφέρουν το κοινωνικό στάτους και τη διαβάθμισή του.

Κι ενώ η φτώχεια διευρύνεται, όπως διευρύνεται και η ανισότητα, και μαζί της, προφανώς, η δυνατότητα κατανάλωσης, το μοντέλο δεν υποχωρεί. Η κατανάλωση των πολύ πλούσιων δεν γίνεται πρόκληση και αιτία εξέγερσης αλλά υποβάλλεται και κατανοείται ως ζητούμενο της κατανάλωσης, να μπορούσαμε να γίνουμε σαν κι αυτούς, ή αιτία απογοήτευσης, που αποδίδει τη φτώχεια μας στον ίδιο μας τον εαυτό που δεν ξέρει να αξιοποιεί τις ευκαιρίες.

Το κοινωνικό πεδίο της εργατικής τάξης διαρρηγνύεται. Οι φτωχοί ουσιαστικά, χάρις και στα μέσα πληροφόρησης και (απο)προσανατολισμού πρέπει να μάθουν να ζουν σε ένα κόσμο που υπάρχει γι’ αυτούς που έχουν χρήματα, κοιτώντας από την κλειδαρότρυπα της μικρής οθόνης και ή αναθεματίζοντας τη δική τους ατυχία ή διεκδικώντας μικρά μερίδια ικανοποίησης.

Συνεπώς, για όσους συνειδητά παρατηρούν την πορεία αυτού του καπιταλισμού, και δηλώνουν διατεθειμένοι να παλέψουν ώστε να ανατραπεί, η ιδέα της κοινωνίας και των ανθρώπων της κατανάλωσης, δεν είναι ένα πρόβλημα μιας εξωτερικής συνήθειας, ένα περιστατικό, που θεραπεύεται καθώς οι άνθρωποι δεν έχουν ή όταν δεν έχουν να καταναλώσουν αλλά μια ιδεολογία, μια βαθιά διαμορφωμένη συνείδηση, που γίνεται συστατικό στοιχείο της ίδια της εργατικής τάξης το οποίο την αποσυγκροτεί, κάνοντας πιο δύσκολη τη διαμόρφωσή της ως τάξης για τον εαυτό της.

Φυσικά, όλα αυτά είναι μια λειτουργία σε συνθήκες και εποχές άπνοιας. Όταν ο κόσμος νοιώθει να μην διασαλεύει τίποτα την τάξη και τα χρώματα, έστω μελανά, του ορίζοντα. Η πείρα μας έχει δείξει πόσο εύκολα αλλάζουν όλα, όταν σηκωθούν άνεμοι.

Απλώς οι νεφεληγερέτες άνθρωποι, που διεκδικούν τίτλους πρωτοπορίας, οφείλουν να κατανοούν όσα συμβαίνουν και να μην κοιτάζουν μόνο τον ορίζοντα περιμένοντας να φέρει τη βροχή τους. 

   

Πηγή:kommon.gr



Η Σφήκα: Επιλογές




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου