Ό, τι και να πεις θα είναι λίγο γι’ αυτόν τον μεγάλο άνθρωπο, γι’ αυτόν τον αμίμητο ηθοποιό. Ήταν ένας από τους πιο αγαπητούς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Μπορούσε να κάνει να κλάψεις, μόνο με μια κίνησή του. Να γελάσεις, με ένα γέλιο του. Και να συγκινηθείς με μια του λέξη. Ο Θανάσης Βέγγος δεν ήταν απλά ο «καλός μας άνθρωπος», όπως συνήθιζε να λέει, αλλά ο «καλός μας φίλος».
Γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο στις 29 Μαΐου του 1927. Μοναχοπαίδι, ο πατέρας του δούλευε στην τότε εταιρεία ηλεκτρισμού και έγινε αργότερα ήρωας της αντίστασης. Μετά από τον πόλεμο τον έδιωξαν από τη δουλειά του. Ο έφηβος Θανάσης, αναγκάστηκε να εργαστεί για να βοηθήσει την οικογένειά του. Έκανε μικροθελήματα στη γειτονιά του, απ’ όπου ξεσήκωσε και το αθάνατο τρέξιμό του. Ασχολήθηκε επίσης για πολλά χρόνια με την επεξεργασία δερμάτων.
Τα χρόνια του Εμφυλίου τον βρήκαν στη Μακρόνησο. Πολιτικός κρατούμενος στην εξορία, είχε την τύχη να γνωρίσει πολλούς εγνωσμένης αξίας καλλιτέχνες. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Νίκος Κούνδουρος. Λίγα χρόνια μετά έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο στην ταινία του «Μαγική Πόλις», ενώ μέχρι το 1959 έπαιξε σε μικρούς ρόλους που άφησαν όμως εποχή.
Δεν σπούδασε ποτέ του υποκριτική. Φανταστείτε το έμφυτο ταλέντο αυτού του ανθρώπου, στο δύσκολο είδος της κωμωδίας. Πήρε άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος λόγω «μεγάλου ταλέντου» από ειδική επιτροπή. Ανέβηκε και στη σκηνή του θεάτρου δίπλα στον Νίκο Ρίζο και τον Γιάννη Γκιωνάκη, στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς». Στο πλευρό του σκηνοθέτη Πάνου Γλυκοφρύδη, απέκτησε αυτήν την εικόνα που έχουμε μέχρι σήμερα για αυτόν. Του μεροκαματιάρη, που τρέχει από εδώ και από εκεί, χωρίς σταματημό, που βάζει τις φωνές και είναι πάντα ηθικός και πρόθυμος να βοηθήσει οποιονδήποτε. Ό, τι σχεδόν ήταν και στη ζωή του δηλαδή.
Έπαιξε σε δεκάδες ταινίες και το κοινό τον αγάπησε. «Ο δράκος», «Μανταλένα», «Ο Ηλίας του 16ου», «Ποτέ την Κυριακή» και ως πρωταγωνιστής στις ταινίες «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης», «Οι δοσατζήδες» (όπου ήταν συγκινητικός), «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ», «Ο παπατρέχας» κ.α.
Από το 1964 ίδρυσε την δική του εταιρεία, την «ΘΒ – Ταινίες Γέλιου». Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε (αλλά και σκηνοθετούσε) στις καλύτερες ταινίες της καριέρας του , τις οποίες βλέπουμε μέχρι σήμερα. «Φανερός πράκτωρ 000», «Ποιος Θανάσης;», «Τρελός, παλαβός και Βέγγος», είναι μερικές από τις κωμωδίες που κατά γενική ομολογία υπήρξαν τουλάχιστον μισό αιώνα μπροστά από την εποχή τους.
Το 1971 έρχεται και η καταξίωση στα βραβεία του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο Ντίνος Κατσουρίδης σκηνοθετεί την ταινία «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», με το κοινό και τους κριτικούς να τον αποθεώνουν, για την ανεπανάληπτη ερμηνεία του σε αυτόν τον γλυκόπικρο ρόλο. Τιμήθηκε με το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου, όπως και την επόμενη χρονιά, με την ταινία «Θανάση, πάρε το όπλο σου!».
Την δεκαετία του ’80 θα αποσυρθεί από το σινεμά. Θα επανέλθει στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» το 1991 και τέσσερα χρόνια αργότερα, θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου «Το βλέμμα του Οδυσσέα», στο πλευρό του Harvey Keitel. Η τελευταία του εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη ήταν σε μια ταινία που την υπόθεσή της την έζησε στο πετσί του. Στο «Ψυχή Βαθιά» του Παντελή Βούλγαρη, μια ταινία που αναφερόταν στον ελληνικό εμφύλιο.
Παντρεύτηκε την Ασημίνα Βέγγου το 1956 και έκανε δυο γιους. Ήταν υποδειγματικός οικογενειάρχης, ενώ με τη σύζυγό του έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Στις 3 Μαΐου του 2011, σε ηλικία 84 ετών. Τα τελευταία δυο χρόνια η κατάσταση της υγείας του δεν ήταν καλή, υποφέροντας από εγκεφαλικά επεισόδια που τον κράτησαν για αρκετό καιρό στο νοσοκομείο.
Ο Θανάσης Βέγγος δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Γιατί μας χάρισε και μας χαρίζει απλόχερα κάτι που μας κάνει ευτυχισμένους. Το γέλιο. Και όπως λένε οι μεγάλοι ηθοποιοί, είναι πιο δύσκολο να κάνεις έναν άνθρωπο να γελάσει παρά να κλάψει. Και ο Βέγγος έζησε γι’ αυτό. Για να δώσει τη χαρά σε όλους. Μια χαρά που βρήκε μέσα στη δύσκολη ζωή των νεανικών του χρόνων, αλλά δεν την άφησε ποτέ να του φύγει...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου