Τη βδομάδα που πέρασε, μάθαμε πολλά: Οτι η κυβέρνηση κάνει ήδη το επόμενο επικίνδυνο βήμα της συμμετοχής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο με την αποστολή τεθωρακισμένων στην Ουκρανία. Και ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ... δεν κοιμάται τα βράδια, γιατί τον «τρομάζει η επόμενη μέρα», επειδή δεν ξέρει τι θα παραλάβει, «διότι ο κ. Μητσοτάκης δεν αφήνει μονάχα χάος στα δημόσια οικονομικά και στην κοινωνική συνοχή της χώρας, αλλά αφήνει χάος και σε ό,τι αφορά τη διεθνή θέση της χώρας και τους μεγάλους γεωπολιτικούς κινδύνους που γεννά η στρατηγική του στην εξωτερική πολιτική, η οποία δεν έχει αρχή, μέση και τέλος».
Στο γνωστό παιχνίδι της «καμένης γης», που επιστρατεύει ο ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται τώρα να προστεθεί και η εξωτερική πολιτική: Αν και όποτε αναλάβει τη σκυτάλη της αντιλαϊκής διακυβέρνησης, μόνος του ή μαζί με τα άλλα αστικά κόμματα («όχι με τη σημερινή Νέα Δημοκρατία» όπως επανέλαβε στην ίδια συνέντευξη, αφού οι κυβερνήσεις συνεργασίας καλό είναι «να μην είναι κυβερνήσεις μεταξύ των δύο πόλων, μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις»), θα «ήθελε να κάνει αλλιώς» και στην εξωτερική πολιτική, αλλά... θα έχει τα χέρια του δεμένα από τις δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ βέβαια μπορεί να κοιμάται ήσυχος, αφού ξέρει καλά και τι θα παραλάβει στην εξωτερική πολιτική και τι σκοπεύει να κάνει:
-- Θα παραλάβει τη συμφωνία για τις αμερικάνικες βάσεις, την οποία εκείνος προετοίμασε ως κυβέρνηση και υπέγραψε η κυβέρνηση της ΝΔ, επεκτείνοντας επ' αόριστον και σε νέες τοποθεσίες τις αμερικάνικες βάσεις. Ηδη λέει ότι «με βαριά καρδιά» θα την εφαρμόσει ζητώντας περισσότερα «ανταλλάγματα», όπως... ακόμα περισσότερες αμερικάνικες βάσεις σε νησιά του Αιγαίου.
-- Τον «Στρατηγικό Διάλογο» με τις ΗΠΑ, που προσδένει σε όλα τα «μήκη και πλάτη» τη χώρα στον αμερικάνικο σχεδιασμό: Από τα στρατιωτικά σχέδια έως την Ενέργεια κι από τον κρατικό μηχανισμό έως την Εκπαίδευση. Ολο και νέες ιδέες για τον «εμπλουτισμό» της θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ που τον εγκαινίασε, μαζί με τον «διαβολικά καλό» Τραμπ.
-- Ολα όσα παρουσιάζει ως «συμβατικές υποχρεώσεις» από την «αυτονόητη», όπως λέει, συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις ΕΕ και ΝΑΤΟ: Τη συμμετοχή σε ολόκληρο το «πλέγμα» των ευρωατλαντικών σχεδιασμών, σε συνθήκες μάλιστα όπου μαίνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος με φανερή την πιθανότητα γενίκευσής του.
-- Τις «συμμαχίες», κολιγιές και «σχήματα» που έχουν στηθεί υπό αμερικανοΝΑΤΟική ομπρέλα από τα Βαλκάνια έως τον Περσικό και πέραν αυτού, «λυκοφιλίες» που δένουν τη χώρα ακόμα πιο στενά με τον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό απέναντι σε Κίνα, Ρωσία και Ιράν. Για τη συμβολή του στο να στηθούν αυτά τα «σχήματα» επαίρεται έως και σήμερα.
-- Το «χρυσό» της χώρας στους ΝΑΤΟικούς εξοπλισμούς, με τον λαό να ματώνει προκειμένου η αστική τάξη να αναβαθμίσει τα συμφέροντά της, με τις Ενοπλες Δυνάμεις να παίζουν τον ρόλο ευρωατλαντικού «δερβέναγα» σε όλη την περιοχή.
Αυτά και άλλα πολλά λοιπόν είναι που οριοθετούν και την «εθνική στρατηγική» του κεφαλαίου, την οποία υλοποιούν εναλλάξ όλα τα αστικά κόμματα, παρά και τις όποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις.
Γι' αυτό αποτελεί λαθροχειρία και προσπάθεια εξαπάτησης, όλα τα παραπάνω και η «προέκτασή» τους στις σημερινές συνθήκες όπου οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί έχουν «αλλάξει πίστα», να παρουσιάζονται ως «αλλαγή δόγματος της εξωτερικής πολιτικής» και δήθεν απόδειξη ότι για πρώτη φορά η χώρα έχει μια «ΙΧ εξωτερική πολιτική, μονοπρόσωπη». Ολοι μαζί ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα βρίσκονται στο ίδιο τρένο της εμπλοκής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, τρένο που κυλάει στις «ράγες» που βάζουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης, κι ας τσακώνονται για το ποιος θα βαστάει το τιμόνι.
Επιβεβαίωση άλλωστε αποτελεί και η σημερινή κριτική που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση για τις τελευταίες εξελίξεις:
Για παράδειγμα, για την αποστολή τεθωρακισμένων στην Ουκρανία, επαναφέρει την κριτική πως η κυβέρνηση «αλλάζει το δόγμα και δεν το κάνει δόγμα προκεχωρημένου φυλακίου, αλλά προκεχωρημένου αφύλακτου φυλακίου», ότι είναι «επικίνδυνη και επιζήμια η πολιτική που ασκεί ο κ. Μητσοτάκης, να κάνει τη χώρα πιόνι στη γεωπολιτική σκακιέρα των ΗΠΑ, χωρίς ανταλλάγματα».
Ακόμη όμως κι αν κανείς προσπεράσει το γεγονός ότι με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα που επιστρατεύει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ για να στείλει όπλα στην Ουκρανία, ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμαζόταν ως κυβέρνηση να στείλει βλήματα στη Σαουδική Αραβία απέναντι στον λαό της Υεμένης («άχρηστο υλικό, από το οποίο θα βγάλουμε κέρδος», έλεγε ο τότε υπουργός Αμυνας Καμμένος, ενώ ο τότε διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Κ. Ζαχαριάδης, αναρωτιόταν κυνικά «Μήπως θα υπάρξει ειρήνη στην Υεμένη αν δεν πουλήσουμε βλήματα στη Σαουδική Αραβία;») ή παζάρευε την πώληση των εν λόγω τεθωρακισμένων BMP-1 στην Αίγυπτο (προφανώς και τότε υπονομευόταν η άμυνα των νησιών), σε όλα τα παραπάνω με ευκολία διακρίνει κανείς το πού μπαίνει ο «τόνος»: Το πρόβλημα είναι τα «ανταλλάγματα» για τη μετατροπή της χώρας σε προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ. Ομως κανένα από αυτά τα ανταλλάγματα δεν μπορεί να αφορά τον λαό και τα δικά του συμφέροντα, την υπεράσπιση ούτε της ασφάλειας ούτε των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, που υπονομεύονται ακριβώς μέσα στα πλαίσια των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών.
Επιπλέον, όπως κάνει από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει τον τελευταίο κρίκο για να κρύψει όλη την υπόλοιπη «αλυσίδα» της εμπλοκής την οποία προσυπογράφει: Η αποστολή τεθωρακισμένων δεν είναι μια «αλλοπρόσαλλη απόφαση», αλλά το επόμενο βήμα των «συμβατικών υποχρεώσεων», της συμμετοχής στον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό, στον οποίο «εγκρίνει και επαυξάνει».
Αντίστοιχα είναι και τα όσα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ για τις κυρώσεις, με αφορμή και το περιστατικό με το δεξαμενόπλοιο «LANA» στην Κάρυστο και τα αντίποινα της ιρανικής πλευράς με την κατάσχεση των δύο ελληνικών δεξαμενόπλοιων στον Περσικό.
«Δεν είναι ευρωπαϊκό έδαφος η Ελλάδα; Αμερικανικό έδαφος είναι; Πώς εφαρμόζονται αμερικανικές κυρώσεις;», έλεγε «όλο αγανάκτηση» στη συνέντευξή του ο Αλ. Τσίπρας, για να σπεύσει να προσθέσει πως «συμφωνούμε ακόμα και με τις κυρώσεις, σ' έναν βαθμό όμως: Στον βαθμό που θα δούμε ότι αυτές είναι αποτελεσματικές».
Και εδώ - στον πόλεμο των κυρώσεων που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου - ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρατεύει το ψέμα περί «ολίγον εμπλοκής». Παράλληλα, στις τοποθετήσεις αυτές αποτυπώνεται και η αγωνία για το ότι οι κυρώσεις που κλιμακώνονται οξύνουν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, με προεκτάσεις ακόμα και για τη συνοχή της. Αλλά και γιατί οι συνέπειες των κυρώσεων π.χ. η παραπέρα εκτίναξη της τιμής του ρεύματος δημιουργεί συνθήκες μεγάλης κοινωνικής δυσαρέσκειας, υπονομεύει την περιβόητη «κοινωνική συνοχή».
Γιατί, κατά τα άλλα ο ΣΥΡΙΖΑ, που κι ως κυβέρνηση εφάρμοσε κανονικότατα τις προηγούμενες ευρωενωσιακές κυρώσεις προς τη Ρωσία με μεγάλες συνέπειες στους αγρότες, είχε σπεύσει από την πρώτη μέρα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία να ταχθεί με την επιβολή «των πιο αυστηρών κυρώσεων», όπως έλεγε, παρουσιάζοντας μάλιστα τις κυρώσεις ως υποτιθέμενο «αντίβαρο» στη στρατιωτική κλιμάκωση.
Εκεί βέβαια που ο ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνάει τον εαυτό του ως «υπουργείο αντιπολίτευσης» είναι σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά.
Σε ανακοίνωσή της για τις δηλώσεις Τσαβούσογλου περί αποστρατιωτικοποίησης, η Κουμουνδούρου εξέφραζε μέσα στη βδομάδα την ανησυχία της για την «απουσία συγκροτημένης και αποτελεσματικής διπλωματικής στρατηγικής από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης (...) Με τους ισχυρούς συμμάχους που θα μας στήριζαν επειδή τους τα δώσαμε όλα, εκκωφαντικά σιωπούντες και απόντες», όπως έλεγε, συνεχίζοντας τις «διαμαρτυρίες» για τα «ανταλλάγματα» από την πολιτική της εμπλοκής και κρύβοντας ότι ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι ...εκκωφαντικά παρόντες στην επιχείρηση «διευθετήσεων».
Παραπέμποντας άλλωστε σε επιτάχυνση των σχετικών προσπαθειών, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε «μια συγκροτημένη διπλωματική στρατηγική, (...) διεθνούς πίεσης της Τουρκίας για επιστροφή στον διάλογο». Εξ ου και λίγες μόλις μέρες μετά χαιρέτιζε ως θετική τη δήλωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που καλούσε σε διάλογο «για την επίλυση των διαφορών», όπως βαφτίζονται οι τουρκικές αξιώσεις.
Παράλληλα και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ ως «εγγυητές» της ασφάλειας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων: «Εμείς είμαστε μια χώρα που (...) έχουμε συμμαχίες, είμαστε μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μια χώρα που ανήκει στο ΝΑΤΟ» έλεγε στην πρόσφατη συνέντευξή του ο Αλ. Τσίπρας, προσθέτοντας πως το πρόβλημα είναι ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν «φροντίζει ώστε να κερδίζει διπλωματικούς πόντους». Ομολογώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι το βασικό ζητούμενο για τα αστικά κόμματα είναι το ποια αστική τάξη «κερδίζει πόντους» από την εμπλοκή της στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια στην περιοχή.
Στο γνωστό παιχνίδι της «καμένης γης», που επιστρατεύει ο ΣΥΡΙΖΑ, έρχεται τώρα να προστεθεί και η εξωτερική πολιτική: Αν και όποτε αναλάβει τη σκυτάλη της αντιλαϊκής διακυβέρνησης, μόνος του ή μαζί με τα άλλα αστικά κόμματα («όχι με τη σημερινή Νέα Δημοκρατία» όπως επανέλαβε στην ίδια συνέντευξη, αφού οι κυβερνήσεις συνεργασίας καλό είναι «να μην είναι κυβερνήσεις μεταξύ των δύο πόλων, μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις»), θα «ήθελε να κάνει αλλιώς» και στην εξωτερική πολιτική, αλλά... θα έχει τα χέρια του δεμένα από τις δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ βέβαια μπορεί να κοιμάται ήσυχος, αφού ξέρει καλά και τι θα παραλάβει στην εξωτερική πολιτική και τι σκοπεύει να κάνει:
-- Θα παραλάβει τη συμφωνία για τις αμερικάνικες βάσεις, την οποία εκείνος προετοίμασε ως κυβέρνηση και υπέγραψε η κυβέρνηση της ΝΔ, επεκτείνοντας επ' αόριστον και σε νέες τοποθεσίες τις αμερικάνικες βάσεις. Ηδη λέει ότι «με βαριά καρδιά» θα την εφαρμόσει ζητώντας περισσότερα «ανταλλάγματα», όπως... ακόμα περισσότερες αμερικάνικες βάσεις σε νησιά του Αιγαίου.
-- Τον «Στρατηγικό Διάλογο» με τις ΗΠΑ, που προσδένει σε όλα τα «μήκη και πλάτη» τη χώρα στον αμερικάνικο σχεδιασμό: Από τα στρατιωτικά σχέδια έως την Ενέργεια κι από τον κρατικό μηχανισμό έως την Εκπαίδευση. Ολο και νέες ιδέες για τον «εμπλουτισμό» της θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ που τον εγκαινίασε, μαζί με τον «διαβολικά καλό» Τραμπ.
-- Ολα όσα παρουσιάζει ως «συμβατικές υποχρεώσεις» από την «αυτονόητη», όπως λέει, συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις ΕΕ και ΝΑΤΟ: Τη συμμετοχή σε ολόκληρο το «πλέγμα» των ευρωατλαντικών σχεδιασμών, σε συνθήκες μάλιστα όπου μαίνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος με φανερή την πιθανότητα γενίκευσής του.
-- Τις «συμμαχίες», κολιγιές και «σχήματα» που έχουν στηθεί υπό αμερικανοΝΑΤΟική ομπρέλα από τα Βαλκάνια έως τον Περσικό και πέραν αυτού, «λυκοφιλίες» που δένουν τη χώρα ακόμα πιο στενά με τον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό απέναντι σε Κίνα, Ρωσία και Ιράν. Για τη συμβολή του στο να στηθούν αυτά τα «σχήματα» επαίρεται έως και σήμερα.
-- Το «χρυσό» της χώρας στους ΝΑΤΟικούς εξοπλισμούς, με τον λαό να ματώνει προκειμένου η αστική τάξη να αναβαθμίσει τα συμφέροντά της, με τις Ενοπλες Δυνάμεις να παίζουν τον ρόλο ευρωατλαντικού «δερβέναγα» σε όλη την περιοχή.
Αυτά και άλλα πολλά λοιπόν είναι που οριοθετούν και την «εθνική στρατηγική» του κεφαλαίου, την οποία υλοποιούν εναλλάξ όλα τα αστικά κόμματα, παρά και τις όποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις.
Γι' αυτό αποτελεί λαθροχειρία και προσπάθεια εξαπάτησης, όλα τα παραπάνω και η «προέκτασή» τους στις σημερινές συνθήκες όπου οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί έχουν «αλλάξει πίστα», να παρουσιάζονται ως «αλλαγή δόγματος της εξωτερικής πολιτικής» και δήθεν απόδειξη ότι για πρώτη φορά η χώρα έχει μια «ΙΧ εξωτερική πολιτική, μονοπρόσωπη». Ολοι μαζί ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα βρίσκονται στο ίδιο τρένο της εμπλοκής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, τρένο που κυλάει στις «ράγες» που βάζουν τα συμφέροντα της αστικής τάξης, κι ας τσακώνονται για το ποιος θα βαστάει το τιμόνι.
Επιβεβαίωση άλλωστε αποτελεί και η σημερινή κριτική που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση για τις τελευταίες εξελίξεις:
Για παράδειγμα, για την αποστολή τεθωρακισμένων στην Ουκρανία, επαναφέρει την κριτική πως η κυβέρνηση «αλλάζει το δόγμα και δεν το κάνει δόγμα προκεχωρημένου φυλακίου, αλλά προκεχωρημένου αφύλακτου φυλακίου», ότι είναι «επικίνδυνη και επιζήμια η πολιτική που ασκεί ο κ. Μητσοτάκης, να κάνει τη χώρα πιόνι στη γεωπολιτική σκακιέρα των ΗΠΑ, χωρίς ανταλλάγματα».
Ακόμη όμως κι αν κανείς προσπεράσει το γεγονός ότι με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα που επιστρατεύει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ για να στείλει όπλα στην Ουκρανία, ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμαζόταν ως κυβέρνηση να στείλει βλήματα στη Σαουδική Αραβία απέναντι στον λαό της Υεμένης («άχρηστο υλικό, από το οποίο θα βγάλουμε κέρδος», έλεγε ο τότε υπουργός Αμυνας Καμμένος, ενώ ο τότε διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Κ. Ζαχαριάδης, αναρωτιόταν κυνικά «Μήπως θα υπάρξει ειρήνη στην Υεμένη αν δεν πουλήσουμε βλήματα στη Σαουδική Αραβία;») ή παζάρευε την πώληση των εν λόγω τεθωρακισμένων BMP-1 στην Αίγυπτο (προφανώς και τότε υπονομευόταν η άμυνα των νησιών), σε όλα τα παραπάνω με ευκολία διακρίνει κανείς το πού μπαίνει ο «τόνος»: Το πρόβλημα είναι τα «ανταλλάγματα» για τη μετατροπή της χώρας σε προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ. Ομως κανένα από αυτά τα ανταλλάγματα δεν μπορεί να αφορά τον λαό και τα δικά του συμφέροντα, την υπεράσπιση ούτε της ασφάλειας ούτε των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, που υπονομεύονται ακριβώς μέσα στα πλαίσια των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών.
Επιπλέον, όπως κάνει από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει τον τελευταίο κρίκο για να κρύψει όλη την υπόλοιπη «αλυσίδα» της εμπλοκής την οποία προσυπογράφει: Η αποστολή τεθωρακισμένων δεν είναι μια «αλλοπρόσαλλη απόφαση», αλλά το επόμενο βήμα των «συμβατικών υποχρεώσεων», της συμμετοχής στον αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό, στον οποίο «εγκρίνει και επαυξάνει».
Αντίστοιχα είναι και τα όσα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ για τις κυρώσεις, με αφορμή και το περιστατικό με το δεξαμενόπλοιο «LANA» στην Κάρυστο και τα αντίποινα της ιρανικής πλευράς με την κατάσχεση των δύο ελληνικών δεξαμενόπλοιων στον Περσικό.
«Δεν είναι ευρωπαϊκό έδαφος η Ελλάδα; Αμερικανικό έδαφος είναι; Πώς εφαρμόζονται αμερικανικές κυρώσεις;», έλεγε «όλο αγανάκτηση» στη συνέντευξή του ο Αλ. Τσίπρας, για να σπεύσει να προσθέσει πως «συμφωνούμε ακόμα και με τις κυρώσεις, σ' έναν βαθμό όμως: Στον βαθμό που θα δούμε ότι αυτές είναι αποτελεσματικές».
Και εδώ - στον πόλεμο των κυρώσεων που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου - ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρατεύει το ψέμα περί «ολίγον εμπλοκής». Παράλληλα, στις τοποθετήσεις αυτές αποτυπώνεται και η αγωνία για το ότι οι κυρώσεις που κλιμακώνονται οξύνουν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, με προεκτάσεις ακόμα και για τη συνοχή της. Αλλά και γιατί οι συνέπειες των κυρώσεων π.χ. η παραπέρα εκτίναξη της τιμής του ρεύματος δημιουργεί συνθήκες μεγάλης κοινωνικής δυσαρέσκειας, υπονομεύει την περιβόητη «κοινωνική συνοχή».
Γιατί, κατά τα άλλα ο ΣΥΡΙΖΑ, που κι ως κυβέρνηση εφάρμοσε κανονικότατα τις προηγούμενες ευρωενωσιακές κυρώσεις προς τη Ρωσία με μεγάλες συνέπειες στους αγρότες, είχε σπεύσει από την πρώτη μέρα του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία να ταχθεί με την επιβολή «των πιο αυστηρών κυρώσεων», όπως έλεγε, παρουσιάζοντας μάλιστα τις κυρώσεις ως υποτιθέμενο «αντίβαρο» στη στρατιωτική κλιμάκωση.
Εκεί βέβαια που ο ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνάει τον εαυτό του ως «υπουργείο αντιπολίτευσης» είναι σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά.
Σε ανακοίνωσή της για τις δηλώσεις Τσαβούσογλου περί αποστρατιωτικοποίησης, η Κουμουνδούρου εξέφραζε μέσα στη βδομάδα την ανησυχία της για την «απουσία συγκροτημένης και αποτελεσματικής διπλωματικής στρατηγικής από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης (...) Με τους ισχυρούς συμμάχους που θα μας στήριζαν επειδή τους τα δώσαμε όλα, εκκωφαντικά σιωπούντες και απόντες», όπως έλεγε, συνεχίζοντας τις «διαμαρτυρίες» για τα «ανταλλάγματα» από την πολιτική της εμπλοκής και κρύβοντας ότι ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι ...εκκωφαντικά παρόντες στην επιχείρηση «διευθετήσεων».
Παραπέμποντας άλλωστε σε επιτάχυνση των σχετικών προσπαθειών, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε «μια συγκροτημένη διπλωματική στρατηγική, (...) διεθνούς πίεσης της Τουρκίας για επιστροφή στον διάλογο». Εξ ου και λίγες μόλις μέρες μετά χαιρέτιζε ως θετική τη δήλωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που καλούσε σε διάλογο «για την επίλυση των διαφορών», όπως βαφτίζονται οι τουρκικές αξιώσεις.
Παράλληλα και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ ως «εγγυητές» της ασφάλειας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων: «Εμείς είμαστε μια χώρα που (...) έχουμε συμμαχίες, είμαστε μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μια χώρα που ανήκει στο ΝΑΤΟ» έλεγε στην πρόσφατη συνέντευξή του ο Αλ. Τσίπρας, προσθέτοντας πως το πρόβλημα είναι ότι μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν «φροντίζει ώστε να κερδίζει διπλωματικούς πόντους». Ομολογώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι το βασικό ζητούμενο για τα αστικά κόμματα είναι το ποια αστική τάξη «κερδίζει πόντους» από την εμπλοκή της στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια στην περιοχή.
Αυτά ακριβώς τα σχέδια είναι όμως που δρομολογούν τις επικίνδυνες «διευθετήσεις» σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων Ελλάδας και Κύπρου, οξύνουν τις αντιθέσεις και ανάμεσα στην ελληνική και την τουρκική αστική τάξη, ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου για τον λαό μας και τους λαούς της περιοχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου