Γιώργος Κολέμπας
Tvxs
Για δύο εβδομάδες συνεδριάζουν, στην εν εξελίξει διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα στη Λίμα Χιλής, 196 κράτη, χιλιάδες σύνεδροι-εκπρόσωποι κρατών και ομάδων συμφερόντων(λομπυίστες). Και οι περισσότεροι νομίζουν ότι όλα τα σημαντικά ζητήματα έχουν μπει στο τραπέζι και είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Αλλά στην πραγματικότητα κάποια θέματα και ερωτήματα σημαντικά, δεν βρίσκονται στην επίσημη ημερήσια διάταξη. Δεν πρόκειται να συζητηθούν, ούτε πολύ περισσότερο να γίνουν προτάσεις για αντιμετώπισή τους. Ζητήματα, που αποφεύγονται και δεν πρόκειται ούτε καν να ακουσθούν, είναι π.χ. και τα παρακάτω:
Το όριο της αύξησης κατά 2 βαθμών της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας είναι δύσκολο πια να κρατηθεί.
Με τους τρέχοντες ρυθμούς αύξησης των εκπομπών του CO2, η θερμοκρασία πρόκειται να αυξηθεί έως το 2100 κατά 3 έως 5 βαθμούς. Το μόνο σενάριο της Επιτροπής για το Κλίμα του ΟΗΕ (IPCC), με το οποίο η αύξηση θα παρέμεινε σχετικά σίγουρα κάτω από 2 βαθμούς είναι σε μεγάλο βαθμό μη ρεαλιστικό: απαιτεί τεράστια προστασία του κλίματος, αμέσως. Αντί της αύξησης των εκπομπών κατά 2% - 3% το χρόνο, θα έπρεπε να μειώνονται κατά 6%. Αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι τώρα.
Η Παγκόσμια Τράπεζα π.χ. έχει σπάσει το ταμπού και εξηγεί ότι η αύξηση τουλάχιστον κατά 1,5 βαθμό είναι εξασφαλισμένη μόνο από τις μέχρι τώρα εκπομπές της ανθρωπότητας, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουμε από δω και πέρα. Οι επιστήμονες αντίθετα εξηγούν: θα μπορούσαμε να μείνουμε στον 1,5 βαθμό αύξηση μέχρι το 2100, εάν παράλληλα με τα μέτρα προστασίας του κλίματος καταφέρναμε σύντομα να έχουμε "αρνητικές εκπομπές": αν καταφέρναμε δηλαδή, αντί να προσθέτουμε CO2 στην ατμόσφαιρα, να αφαιρούσαμε από αυτήν. Αποθηκεύοντας την περίσσειά του που υπάρχει στην ατμόσφαιρα π.χ. πάλι στο έδαφος. Καταρχήν μέσω της φωτοσύνθεσης των φυτών στη βιομάζα και στη συνέχεια μετατρέποντάς το σε εδαφολογικό άνθρακα. Με ανασύσταση και επέκταση των δασών και των ελών, καθώς και τη γενίκευση της οργανικής καλλιέργειας από τις αγροτικές κοινότητες, αυτό θα ήταν δυνατόν. Κάποιοι άλλοι επιστήμονες προτείνουν και την αμφιλεγόμενη τεχνολογία CCS για τον ίδιο λόγο. Αλλά πάνω σε αυτές τις προτάσεις δε θα γίνει καμιά αναφορά στη συνδιάσκεψη, πράγμα που σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις δεν βάζουν πια όριο τους 2 βαθμούς.
Τα κράτη που χρησιμοποιούν το επιχείρημα της φτώχειας και προσπαθούν υποτίθεται για μια καλύτερη ζωή των πολιτών τους μέχρι τώρα, έχουν αυξήσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Την οικονομική ανάπτυξη, την αύξηση της απασχόλησης, το υψηλότερο εισόδημα, την καλύτερη υγειονομική περίθαλψη κ.λπ., ξέρουν και μπορούν μέχρι τώρα να πετύχουν μόνο με πολύ υψηλότερες εκπομπές CO2. Αλλά τα γραφικά που το δείχνουν αυτό στις περιλήψεις των εκθέσεων της IPCC, λογοκρίνονται από τις κυβερνήσεις.
Ειδικά αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα και η Ινδία δεν θέλουν ούτε καν να σκέφτονται ότι η πορεία που επέλεξαν για την «ανάπτυξη» και την έξοδο από τη φτώχεια, είναι σε βάρος της ατμόσφαιρας, όπως ακριβώς συνέβη με την «ανάπτυξη» των πλούσιων βιομηχανικών χωρών.
Δεν μπαίνει στο τραπέζι των συζητήσεων η αναγκαιότητα να σταματήσουμε το είδος της γενικευμένης «ανάπτυξης» και του καταναλωτικού μοντέλου που προωθεί η Δύση-Βοράς και σε Ανατολή-Νότο και στηρίζεται στην αύξηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Δεν μπαίνει καθόλου η προβληματική της «αποανάπτυξης», που προτείνει άλλο δρόμο για τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων-ιδίως στις φτωχές χώρες, που το υπάρχον μοντέλο τις θέλει πάντα φτωχές για να μεταφέρονται οι πόροι τους προς τις πλούσιες χώρες-πέρα από την αύξηση του ΑΕΠ.
Η «ανάπτυξη» και η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ προϋποτίθεται, δεν αμφισβητείται
Μέχρι το 2100, οι εμπειρογνώμονες από την IPCC αναμένουν μια «ανάπτυξη» στην παγκόσμια οικονομία κατά τρεις έως εννέα φορές. Τρι-πλασιασμό έως ενια-πλασιασμό του παγκόσμιου ΑΕΠ δηλαδή. Το πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό είναι ένα ανοικτό ερώτημα. Θα πρέπει να τιναχθεί ο πλανήτης στον αέρα, γιατί η Γη στην οποία έχουμε την τύχη να ζούμε σαν ανθρωπότητα, έχει πεπερασμένη φέρουσα ικανότητα. Και έχουμε φθάσει να χρησιμοποιούμε ήδη σήμερα αυτή την ικανότητα του πλανητικού οικοσυστήματος και της βιόσφαιρας πέρα από τα όρια που θέτουν.
Φέτος για παράδειγμα χρησιμοποιήσαμε ανανεώσιμους πόρους που μας αντιστοιχούσαν για όλο το χρόνο, μόνο μέχρι τον Αύγουστο. Το υπόλοιπο διάστημα θα χρησιμοποιήσουμε πόρους που αντιστοιχούν στο ένα τρίτο ενός δεύτερου πλανήτη σαν τη γη. Και επειδή δεν υπάρχει αυτός ο δεύτερος πλανήτης, στην ουσία δανειζόμαστε αυτούς τους πόρους από τα παιδιά και τα εγγόνια μας, γιατί αυτά θα υποφέρουν για να αποκαταστήσουν το οικοσύστημα, ώστε να επιβιώσουν στο μέλλον Από την άλλη πλευρά, υπάρχει απουσία «ανάπτυξης» σε ολόκληρες περιοχές στην Αφρική και την Ασία, που έχουν εγκλωβισθεί στην παγίδα της «φτώχειας», ενώ στην ουσία θα μπορούσαν να έχουν στη διάθεσή τους ένα πλούσιο σε προσφορά τοπικό οικοσύστημα. Αλλά πώς ακριβώς θα μπορούσαν να αποφύγουν αυτή την παγίδα της υπόσχεσης της «αφθονίας», κανείς από τους συμμετέχοντες συνέδρους δεν θέλει να ξέρει.
Η αγορά θα πρέπει επίσης –εκτός των άλλων-να λύσει και το πρόβλημα του κλίματος. Αυτό υποστήριζαν και υποστηρίζουν ακόμη οι ιθύνοντες των κυβερνήσεων. Όμως αυτό δε συμβαίνει τουλάχιστον για το κλίμα: λόγω της πολιτικής παρέμβασης και λανθασμένου πλαισίου της εμπορίας εκπομπών του CO2, «η αγορά ρύπων» όχι μόνο δεν έχει απογειωθεί-όπως υποστήριζαν-αλλά δεν έχει καν λειτουργήσει στην ουσία. Ο «Μηχανισμός Καθαρής Ανάπτυξης» (ΜΚΑ) - „Clean Development Mechanisms“ (CDM) - και ο παρόμοιος «Κοινή Εφαρμογή»- „Joint Implementation“ , με τους οποίους τα χρήματα από τις ανεπτυγμένες χώρες θα έπρεπε να ενισχύσουν την προστασία του κλίματος στις φτωχότερες περιοχές, δεν λειτουργούν επίσης: οι εκπομπές CO2 είναι απλά πάρα πολύ φθηνές. Παρ 'όλα αυτά, οι διαπραγματευτές μιλούν ασυγκίνητοι, όλο και περισσότερο για "νέες αγορές διοξειδίου του άνθρακα". Ακόμα και η IPCC αναγκάσθηκε να διαπιστώσει: Τα μόνα αποτελεσματικά μέτρα μέχρι στιγμής είναι τα όρια και οι απαγορεύσεις.
Πολιτικές για προστασία του κλίματος θα σήμαινε αποχαιρετισμό των ορυκτών καυσίμων
Οι χώρες των οποίων η οικονομία και ο κρατικός προϋπολογισμός βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα (όπως η Σαουδική Αραβία ή η Ρωσία), θα έχαναν τα πλεονεκτήματά τους, αν επιλεγόταν μια πιο φιλόδοξη πολιτική για το κλίμα. Αλλά μόνο το πετρέλαιο που υπάρχει ακόμη στο έδαφος της Μέσης Ανατολής εκτιμάται ότι θα αξίζει-με τις αυξημένες μελλοντικές τιμές, γιατί προς το παρόν για πολιτικούς λόγους που έχουν να κάνουν με τη Ρωσία, οι τιμές πέφτουν- όσο και το σύνολο του σημερινού μετοχικού κεφαλαίου όλων των επιχειρήσεων στην παγκόσμια οικονομία.
Αν λοιπόν σε όλους τους ιθύνοντες του καπιταλισμού επικρατεί μόνο ο οικονομικός τρόπος σκέψης και η ιδεολογία-σχεδόν θρησκεία- της συνεχούς «ανάπτυξης», δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτούς να θεωρήσουν άχρηστα και να αποχαιρετήσουν τα ορυκτά καύσιμα, που αντιπροσωπεύουν στα μυαλά τους άλλο ένα παγκόσμιο ΑΕΠ, εκφρασμένο σε χρήμα. Έτσι δε θα απαιτήσουν, δε θα προτείνουν και δε θα βοηθήσουν ποτέ αυτές τις χώρες να στραφούν προς άλλους πόρους και άλλα πλεονεκτήματα, που μπορεί να έχουν, για να αντισταθμίσουν τις εισροές από τα ορυκτά καύσιμα που διαθέτουν σήμερα. Για να παραιτηθούν από μόνες τους από τα πλεονεκτήματα που έχουν είναι μάλλον πολύ δύσκολο και αδύνατο να δικαιολογηθεί πολιτικά.
Καταρχήν έχει γίνει αποδεκτό ότι οι βιομηχανικές χώρες θα έπρεπε περισσότερο και πιο γρήγορα να μειώσουν τις εκπομπές τους και ταυτόχρονα να βοηθήσουν τις φτωχές χώρες να στραφούν στην «καθαρή ανάπτυξη». Στην πραγματικότητα, λείπει μια συζήτηση σχετικά με το σε τι θα πρέπει να αρκεσθούν και από τι να παραιτηθούν οι πλούσιες χώρες. Στην ουσία ισχύουν ακόμα τα λόγια του Προέδρου των ΗΠΑ George W. Bush, από το 1992, στη Διάσκεψη για τη Γη στο Ρίο, "Ο αμερικανικός τρόπος ζωής δεν είναι διαπραγματεύσιμος».
Ακόμα και οι χώρες της Νότιας Αμερικής, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν την έννοια του "Buen Vivir", κληρονομιά των ιθαγενικών λαών τους, που δεν είχαν ποτέ στα νοήματά τους έννοιες όπως η «ανάπτυξη», γελοιοποιούνται. Όποια και αν είναι η πραγματικότητα σε αυτές τις χώρες, όπως η Βενεζουέλα ή η Βολιβία, οι κυβερνήσεις και οι οικονομικές ελίτ τους συνεχίζουν να εξαρτούν την «ανάπτυξή» τους από το πετρέλαιο και τα ορυχεία, όπως γίνεται και στις άλλες χώρες.
"Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός" ή «Μην αλλάζετε το κλίμα, αλλάξτε το σύστημα», που ήταν και είναι τα βασικά συνθήματα του παγκόσμιου κινήματος για την προστασία του κλίματος, δεν είναι καθόλου στις προθέσεις της συνδιάσκεψης του ΟΗΕ στη Λίμα. Και πως θα μπορούσε να είναι αφού είναι αποκλεισμένο πια το κίνημα από τις διακυβερνητικές αυτές διασκέψεις. Όλα όσα συζητούνται στρέφονται γύρω από τα σχετικά μοντέλα του καπιταλισμού, με καλύτερη περίπτωση αυτό του «πράσινου» καπιταλισμού.
Για αλλαγές στα πρότυπα κατανάλωσης, για ενίσχυση του ρόλου των «κοινών» και των κοινοτήτων, για μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών, για άλλες μορφές ιδιοκτησίας(συλλογικές-κοινοτικές- δημοτικές- δημόσιες κ.λπ), για συνεργατικές-συνεταιριστικές μορφές οικονομικής δραστηριότητας χωρίς τη μεγιστοποίηση του κέρδους, για άλλες μορφές γενικότερα κοινωνικής οργάνωσης των ανθρώπινων κοινοτήτων δεν γίνεται καθόλου λόγος. Πολύ περισσότερο δεν γίνεται συζήτηση για τον καθορισμό νέων κριτηρίων, όσον αφορά στη διαμόρφωση τρόπων ευζωίας των ανθρώπων, πέρα από τα κριτήρια της κατανάλωσης και του ΑΕΠ. Για τη διαμόρφωση πολιτικών που θα προωθήσουν αυτήν την ευζωία, ώστε να είναι ελκυστική για την πλειοψηφία των πολιτών, σε αντιδιαστολή με το φαντασιακό της «ευημερίας», μέσα από το όλο και περισσότερα, όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο μακριά, όλο και πιο ανταγωνιστικά, όλο και περισσότερη δουλειά για μεγαλύτερο χρηματικό εισόδημα, ώστε να ικανοποιούνται όλο και περισσότερες επιθυμίες μέσω της αγοράς. Πολιτικών που θα διαμορφώσουν τον απαιτούμενο νέο ανθρωπολογικό τύπο, ο οποίος θα είναι και το υποκείμενο των αλλαγών και της μετάβασης σε κοινωνίες μετακαπιταλιστικές.
Το όριο της αύξησης κατά 2 βαθμών της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας είναι δύσκολο πια να κρατηθεί.
Με τους τρέχοντες ρυθμούς αύξησης των εκπομπών του CO2, η θερμοκρασία πρόκειται να αυξηθεί έως το 2100 κατά 3 έως 5 βαθμούς. Το μόνο σενάριο της Επιτροπής για το Κλίμα του ΟΗΕ (IPCC), με το οποίο η αύξηση θα παρέμεινε σχετικά σίγουρα κάτω από 2 βαθμούς είναι σε μεγάλο βαθμό μη ρεαλιστικό: απαιτεί τεράστια προστασία του κλίματος, αμέσως. Αντί της αύξησης των εκπομπών κατά 2% - 3% το χρόνο, θα έπρεπε να μειώνονται κατά 6%. Αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι τώρα.
Η Παγκόσμια Τράπεζα π.χ. έχει σπάσει το ταμπού και εξηγεί ότι η αύξηση τουλάχιστον κατά 1,5 βαθμό είναι εξασφαλισμένη μόνο από τις μέχρι τώρα εκπομπές της ανθρωπότητας, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουμε από δω και πέρα. Οι επιστήμονες αντίθετα εξηγούν: θα μπορούσαμε να μείνουμε στον 1,5 βαθμό αύξηση μέχρι το 2100, εάν παράλληλα με τα μέτρα προστασίας του κλίματος καταφέρναμε σύντομα να έχουμε "αρνητικές εκπομπές": αν καταφέρναμε δηλαδή, αντί να προσθέτουμε CO2 στην ατμόσφαιρα, να αφαιρούσαμε από αυτήν. Αποθηκεύοντας την περίσσειά του που υπάρχει στην ατμόσφαιρα π.χ. πάλι στο έδαφος. Καταρχήν μέσω της φωτοσύνθεσης των φυτών στη βιομάζα και στη συνέχεια μετατρέποντάς το σε εδαφολογικό άνθρακα. Με ανασύσταση και επέκταση των δασών και των ελών, καθώς και τη γενίκευση της οργανικής καλλιέργειας από τις αγροτικές κοινότητες, αυτό θα ήταν δυνατόν. Κάποιοι άλλοι επιστήμονες προτείνουν και την αμφιλεγόμενη τεχνολογία CCS για τον ίδιο λόγο. Αλλά πάνω σε αυτές τις προτάσεις δε θα γίνει καμιά αναφορά στη συνδιάσκεψη, πράγμα που σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις δεν βάζουν πια όριο τους 2 βαθμούς.
Το ερώτημα της φτώχειας
Τα κράτη που χρησιμοποιούν το επιχείρημα της φτώχειας και προσπαθούν υποτίθεται για μια καλύτερη ζωή των πολιτών τους μέχρι τώρα, έχουν αυξήσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Την οικονομική ανάπτυξη, την αύξηση της απασχόλησης, το υψηλότερο εισόδημα, την καλύτερη υγειονομική περίθαλψη κ.λπ., ξέρουν και μπορούν μέχρι τώρα να πετύχουν μόνο με πολύ υψηλότερες εκπομπές CO2. Αλλά τα γραφικά που το δείχνουν αυτό στις περιλήψεις των εκθέσεων της IPCC, λογοκρίνονται από τις κυβερνήσεις.
Ειδικά αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα και η Ινδία δεν θέλουν ούτε καν να σκέφτονται ότι η πορεία που επέλεξαν για την «ανάπτυξη» και την έξοδο από τη φτώχεια, είναι σε βάρος της ατμόσφαιρας, όπως ακριβώς συνέβη με την «ανάπτυξη» των πλούσιων βιομηχανικών χωρών.
Δεν μπαίνει στο τραπέζι των συζητήσεων η αναγκαιότητα να σταματήσουμε το είδος της γενικευμένης «ανάπτυξης» και του καταναλωτικού μοντέλου που προωθεί η Δύση-Βοράς και σε Ανατολή-Νότο και στηρίζεται στην αύξηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Δεν μπαίνει καθόλου η προβληματική της «αποανάπτυξης», που προτείνει άλλο δρόμο για τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων-ιδίως στις φτωχές χώρες, που το υπάρχον μοντέλο τις θέλει πάντα φτωχές για να μεταφέρονται οι πόροι τους προς τις πλούσιες χώρες-πέρα από την αύξηση του ΑΕΠ.
Η «ανάπτυξη» και η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ προϋποτίθεται, δεν αμφισβητείται
Μέχρι το 2100, οι εμπειρογνώμονες από την IPCC αναμένουν μια «ανάπτυξη» στην παγκόσμια οικονομία κατά τρεις έως εννέα φορές. Τρι-πλασιασμό έως ενια-πλασιασμό του παγκόσμιου ΑΕΠ δηλαδή. Το πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό είναι ένα ανοικτό ερώτημα. Θα πρέπει να τιναχθεί ο πλανήτης στον αέρα, γιατί η Γη στην οποία έχουμε την τύχη να ζούμε σαν ανθρωπότητα, έχει πεπερασμένη φέρουσα ικανότητα. Και έχουμε φθάσει να χρησιμοποιούμε ήδη σήμερα αυτή την ικανότητα του πλανητικού οικοσυστήματος και της βιόσφαιρας πέρα από τα όρια που θέτουν.
Φέτος για παράδειγμα χρησιμοποιήσαμε ανανεώσιμους πόρους που μας αντιστοιχούσαν για όλο το χρόνο, μόνο μέχρι τον Αύγουστο. Το υπόλοιπο διάστημα θα χρησιμοποιήσουμε πόρους που αντιστοιχούν στο ένα τρίτο ενός δεύτερου πλανήτη σαν τη γη. Και επειδή δεν υπάρχει αυτός ο δεύτερος πλανήτης, στην ουσία δανειζόμαστε αυτούς τους πόρους από τα παιδιά και τα εγγόνια μας, γιατί αυτά θα υποφέρουν για να αποκαταστήσουν το οικοσύστημα, ώστε να επιβιώσουν στο μέλλον Από την άλλη πλευρά, υπάρχει απουσία «ανάπτυξης» σε ολόκληρες περιοχές στην Αφρική και την Ασία, που έχουν εγκλωβισθεί στην παγίδα της «φτώχειας», ενώ στην ουσία θα μπορούσαν να έχουν στη διάθεσή τους ένα πλούσιο σε προσφορά τοπικό οικοσύστημα. Αλλά πώς ακριβώς θα μπορούσαν να αποφύγουν αυτή την παγίδα της υπόσχεσης της «αφθονίας», κανείς από τους συμμετέχοντες συνέδρους δεν θέλει να ξέρει.
«Οι μηχανισμοί της αγοράς" δεν λειτουργούν.
Η αγορά θα πρέπει επίσης –εκτός των άλλων-να λύσει και το πρόβλημα του κλίματος. Αυτό υποστήριζαν και υποστηρίζουν ακόμη οι ιθύνοντες των κυβερνήσεων. Όμως αυτό δε συμβαίνει τουλάχιστον για το κλίμα: λόγω της πολιτικής παρέμβασης και λανθασμένου πλαισίου της εμπορίας εκπομπών του CO2, «η αγορά ρύπων» όχι μόνο δεν έχει απογειωθεί-όπως υποστήριζαν-αλλά δεν έχει καν λειτουργήσει στην ουσία. Ο «Μηχανισμός Καθαρής Ανάπτυξης» (ΜΚΑ) - „Clean Development Mechanisms“ (CDM) - και ο παρόμοιος «Κοινή Εφαρμογή»- „Joint Implementation“ , με τους οποίους τα χρήματα από τις ανεπτυγμένες χώρες θα έπρεπε να ενισχύσουν την προστασία του κλίματος στις φτωχότερες περιοχές, δεν λειτουργούν επίσης: οι εκπομπές CO2 είναι απλά πάρα πολύ φθηνές. Παρ 'όλα αυτά, οι διαπραγματευτές μιλούν ασυγκίνητοι, όλο και περισσότερο για "νέες αγορές διοξειδίου του άνθρακα". Ακόμα και η IPCC αναγκάσθηκε να διαπιστώσει: Τα μόνα αποτελεσματικά μέτρα μέχρι στιγμής είναι τα όρια και οι απαγορεύσεις.
Πολιτικές για προστασία του κλίματος θα σήμαινε αποχαιρετισμό των ορυκτών καυσίμων
Οι χώρες των οποίων η οικονομία και ο κρατικός προϋπολογισμός βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα (όπως η Σαουδική Αραβία ή η Ρωσία), θα έχαναν τα πλεονεκτήματά τους, αν επιλεγόταν μια πιο φιλόδοξη πολιτική για το κλίμα. Αλλά μόνο το πετρέλαιο που υπάρχει ακόμη στο έδαφος της Μέσης Ανατολής εκτιμάται ότι θα αξίζει-με τις αυξημένες μελλοντικές τιμές, γιατί προς το παρόν για πολιτικούς λόγους που έχουν να κάνουν με τη Ρωσία, οι τιμές πέφτουν- όσο και το σύνολο του σημερινού μετοχικού κεφαλαίου όλων των επιχειρήσεων στην παγκόσμια οικονομία.
Αν λοιπόν σε όλους τους ιθύνοντες του καπιταλισμού επικρατεί μόνο ο οικονομικός τρόπος σκέψης και η ιδεολογία-σχεδόν θρησκεία- της συνεχούς «ανάπτυξης», δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτούς να θεωρήσουν άχρηστα και να αποχαιρετήσουν τα ορυκτά καύσιμα, που αντιπροσωπεύουν στα μυαλά τους άλλο ένα παγκόσμιο ΑΕΠ, εκφρασμένο σε χρήμα. Έτσι δε θα απαιτήσουν, δε θα προτείνουν και δε θα βοηθήσουν ποτέ αυτές τις χώρες να στραφούν προς άλλους πόρους και άλλα πλεονεκτήματα, που μπορεί να έχουν, για να αντισταθμίσουν τις εισροές από τα ορυκτά καύσιμα που διαθέτουν σήμερα. Για να παραιτηθούν από μόνες τους από τα πλεονεκτήματα που έχουν είναι μάλλον πολύ δύσκολο και αδύνατο να δικαιολογηθεί πολιτικά.
"Δικαιοσύνη" θα σήμαινε παραίτηση των πλουσίων.
Καταρχήν έχει γίνει αποδεκτό ότι οι βιομηχανικές χώρες θα έπρεπε περισσότερο και πιο γρήγορα να μειώσουν τις εκπομπές τους και ταυτόχρονα να βοηθήσουν τις φτωχές χώρες να στραφούν στην «καθαρή ανάπτυξη». Στην πραγματικότητα, λείπει μια συζήτηση σχετικά με το σε τι θα πρέπει να αρκεσθούν και από τι να παραιτηθούν οι πλούσιες χώρες. Στην ουσία ισχύουν ακόμα τα λόγια του Προέδρου των ΗΠΑ George W. Bush, από το 1992, στη Διάσκεψη για τη Γη στο Ρίο, "Ο αμερικανικός τρόπος ζωής δεν είναι διαπραγματεύσιμος».
Ακόμα και οι χώρες της Νότιας Αμερικής, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν την έννοια του "Buen Vivir", κληρονομιά των ιθαγενικών λαών τους, που δεν είχαν ποτέ στα νοήματά τους έννοιες όπως η «ανάπτυξη», γελοιοποιούνται. Όποια και αν είναι η πραγματικότητα σε αυτές τις χώρες, όπως η Βενεζουέλα ή η Βολιβία, οι κυβερνήσεις και οι οικονομικές ελίτ τους συνεχίζουν να εξαρτούν την «ανάπτυξή» τους από το πετρέλαιο και τα ορυχεία, όπως γίνεται και στις άλλες χώρες.
Για εναλλακτικές προς τον καπιταλισμό δεν γίνεται λόγος
"Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός" ή «Μην αλλάζετε το κλίμα, αλλάξτε το σύστημα», που ήταν και είναι τα βασικά συνθήματα του παγκόσμιου κινήματος για την προστασία του κλίματος, δεν είναι καθόλου στις προθέσεις της συνδιάσκεψης του ΟΗΕ στη Λίμα. Και πως θα μπορούσε να είναι αφού είναι αποκλεισμένο πια το κίνημα από τις διακυβερνητικές αυτές διασκέψεις. Όλα όσα συζητούνται στρέφονται γύρω από τα σχετικά μοντέλα του καπιταλισμού, με καλύτερη περίπτωση αυτό του «πράσινου» καπιταλισμού.
Για αλλαγές στα πρότυπα κατανάλωσης, για ενίσχυση του ρόλου των «κοινών» και των κοινοτήτων, για μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών, για άλλες μορφές ιδιοκτησίας(συλλογικές-κοινοτικές- δημοτικές- δημόσιες κ.λπ), για συνεργατικές-συνεταιριστικές μορφές οικονομικής δραστηριότητας χωρίς τη μεγιστοποίηση του κέρδους, για άλλες μορφές γενικότερα κοινωνικής οργάνωσης των ανθρώπινων κοινοτήτων δεν γίνεται καθόλου λόγος. Πολύ περισσότερο δεν γίνεται συζήτηση για τον καθορισμό νέων κριτηρίων, όσον αφορά στη διαμόρφωση τρόπων ευζωίας των ανθρώπων, πέρα από τα κριτήρια της κατανάλωσης και του ΑΕΠ. Για τη διαμόρφωση πολιτικών που θα προωθήσουν αυτήν την ευζωία, ώστε να είναι ελκυστική για την πλειοψηφία των πολιτών, σε αντιδιαστολή με το φαντασιακό της «ευημερίας», μέσα από το όλο και περισσότερα, όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο μακριά, όλο και πιο ανταγωνιστικά, όλο και περισσότερη δουλειά για μεγαλύτερο χρηματικό εισόδημα, ώστε να ικανοποιούνται όλο και περισσότερες επιθυμίες μέσω της αγοράς. Πολιτικών που θα διαμορφώσουν τον απαιτούμενο νέο ανθρωπολογικό τύπο, ο οποίος θα είναι και το υποκείμενο των αλλαγών και της μετάβασης σε κοινωνίες μετακαπιταλιστικές.
Tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου