Του Φίλιππου Νικολόπουλου*
Όπως παλιά ο ΣΥΝ, έτσι και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι είναι το πιο οικολογικό κόμμα στη Βουλή. Όταν λέμε «παραγωγική ανασυγκρότηση» δεν εννοούμε μια οποιαδήποτε επανεκκίνηση της αυξητικής παραγωγικής διαδικασίας στους τρεις τομείς παραγωγής, χωρίς όρια και «κόκκινες γραμμές», με σκοπό μόνον την αύξηση του ΑΕΠ.
Εννοούμε πάντα εκείνη τη διαδικασία στην οποία η οικολογική παράμετρος είναι καθοριστική με την έννοια ότι δεν επιδιώκονται αυξητικά παραγωγικά μεγέθη με κάθε περιβαλλοντικό τίμημα σε βάρος του φυσικού, κοινωνικού και πολιτισμικού κεφαλαίου, που αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της αειφόρου ανάπτυξης. Γι' αυτό και στο πρόγραμμά του ο ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει ότι επιδιώκει ολόκληρο «ριζικό κοινωνικό - οικολογικό μετασχηματισμό της παραγωγής και της κατανάλωσης», πράγμα όμως που προϋποθέτει αμφισβήτηση των δομών του καπιταλισμού και της αντίστοιχης κουλτούρας που αυτές έχουν διαμορφώσει. Η οικολογία, τόσο ως επιστήμη όσο και ως κινηματική διαδικασία, δεν πρέπει να αποτελεί απλώς «το κερασάκι στην τούρτα».
Αυτό το ξεκαθάρισμα έχει ιδιαίτερη σημασία τώρα που μας έχει καθηλώσει η κρίση και η λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού κτυπά ανελέητα, Οφείλουμε να κρατήσουμε οικολογικές άμυνες. Από την πλευρά της δικής μας οικολογικής οπτικής η προστασία του φυσικού κεφαλαίου, η αξία των θεσμικών κοινωνικών υποδομών (κοινωνικό κεφάλαιο) που προστατεύουν τους εργαζόμενους και τους πολίτες απέναντι στην ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου και περιορίζουν την άδικη κοινωνικοοικονομική ανισότητα,η αξία της πολιτισμικής μας κληρονομίας (πολιτισμικό κεφάλαιο) δεν υποβαθμίζονται, αλλά εντάσσονται ισότιμα με τις καθαρά οικονομικές εκτιμήσεις της αύξησης της παραγωγής στην ενιαία διαδικασία της επανεκκίνησης της οικονομίας.
Δεν δεχόμαστε ότι τα πάντα είναι «αποτιμητά σε χρήμα» κι ότι τα πάντα είναι «προς πώληση» (προσφιλής πολιτική του φονταμενταλισμού της αγοράς). Δάση, παραλίες, αισθητικά τοπία, βουνά, νησιά και αρχαιολογικοί τόποι έχουν τη δική τους οικολογική αξία και η αρχή της ήπιας ανάπτυξης των ευπαθών οικοσυστημάτων (χωρίς φυσικά να φθάνουμε σε υπερβολές) πρέπει να προσδιορίζει την οποιαδήποτε αξιοποίησή τους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θα πρέπει να αποφεύγεται οποαδήποτε αναπτυξιακή παρέμβαση.
Η αρχή της αειφορίας που πρέπει να ισχύει και στους τρεις τομείς παραγωγής (δεν πρόκειται μόνον για την προστασία π.χ. ενός δάσους ή ενός άγριου ζώου) δεν είναι έννοια που σχετίζεται μόνον με πολιτικές που αναπτύσσονται μέσα στο σύστημα του οικονομικού φιλελευθερισμού. Μπορεί και πρέπει να ισχύει και σε οποιοδήποτε σοσιαλιστικό πρόγραμμα ανάπτυξης και ανασυγκρότησης, διότι και εκεί μπορεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος του «παραγωγισμού» και της «αναπτυξιομανίας». Αυτή η αρχή, σύμφωνα με τον κλασικό πια ορισμό της επιτροπής Brundtland, σημαίνει γενικά να επιδιώκεις με αναπτυξιακά μέτρα την ικανοποίηση των αναγκών της παρούσας γενεάς, χωρίς όμως να υποθηκεύεις την ικανοποίηση των ίδιων αναγκών των μελλοντικών γενεών. Συνεπώς κάθε είδος ανάπτυξης, που μειώνει σημαντικά το φυσικό, κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο μιας περιοχής ή χώρας, χωρίς πρόβλεψη ανάσχεσης και προγραμματισμένων αντισταθμισμάτων, διαταράσσει σοβαρά την ισορροπία ανθρώπου και φύσης και πρέπει να αποφεύγεται.
* Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι δρ Κοινωνιολογίας, μέλος του Διδακτικού Προσωπικού του Παν/μίου Webster, μέλους της Γραμματείας του Τμήματος Οικολογίας του ΣΥΡΙΖΑ
Όπως παλιά ο ΣΥΝ, έτσι και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι είναι το πιο οικολογικό κόμμα στη Βουλή. Όταν λέμε «παραγωγική ανασυγκρότηση» δεν εννοούμε μια οποιαδήποτε επανεκκίνηση της αυξητικής παραγωγικής διαδικασίας στους τρεις τομείς παραγωγής, χωρίς όρια και «κόκκινες γραμμές», με σκοπό μόνον την αύξηση του ΑΕΠ.
Εννοούμε πάντα εκείνη τη διαδικασία στην οποία η οικολογική παράμετρος είναι καθοριστική με την έννοια ότι δεν επιδιώκονται αυξητικά παραγωγικά μεγέθη με κάθε περιβαλλοντικό τίμημα σε βάρος του φυσικού, κοινωνικού και πολιτισμικού κεφαλαίου, που αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της αειφόρου ανάπτυξης. Γι' αυτό και στο πρόγραμμά του ο ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει ότι επιδιώκει ολόκληρο «ριζικό κοινωνικό - οικολογικό μετασχηματισμό της παραγωγής και της κατανάλωσης», πράγμα όμως που προϋποθέτει αμφισβήτηση των δομών του καπιταλισμού και της αντίστοιχης κουλτούρας που αυτές έχουν διαμορφώσει. Η οικολογία, τόσο ως επιστήμη όσο και ως κινηματική διαδικασία, δεν πρέπει να αποτελεί απλώς «το κερασάκι στην τούρτα».
Αυτό το ξεκαθάρισμα έχει ιδιαίτερη σημασία τώρα που μας έχει καθηλώσει η κρίση και η λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού κτυπά ανελέητα, Οφείλουμε να κρατήσουμε οικολογικές άμυνες. Από την πλευρά της δικής μας οικολογικής οπτικής η προστασία του φυσικού κεφαλαίου, η αξία των θεσμικών κοινωνικών υποδομών (κοινωνικό κεφάλαιο) που προστατεύουν τους εργαζόμενους και τους πολίτες απέναντι στην ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου και περιορίζουν την άδικη κοινωνικοοικονομική ανισότητα,η αξία της πολιτισμικής μας κληρονομίας (πολιτισμικό κεφάλαιο) δεν υποβαθμίζονται, αλλά εντάσσονται ισότιμα με τις καθαρά οικονομικές εκτιμήσεις της αύξησης της παραγωγής στην ενιαία διαδικασία της επανεκκίνησης της οικονομίας.
Δεν δεχόμαστε ότι τα πάντα είναι «αποτιμητά σε χρήμα» κι ότι τα πάντα είναι «προς πώληση» (προσφιλής πολιτική του φονταμενταλισμού της αγοράς). Δάση, παραλίες, αισθητικά τοπία, βουνά, νησιά και αρχαιολογικοί τόποι έχουν τη δική τους οικολογική αξία και η αρχή της ήπιας ανάπτυξης των ευπαθών οικοσυστημάτων (χωρίς φυσικά να φθάνουμε σε υπερβολές) πρέπει να προσδιορίζει την οποιαδήποτε αξιοποίησή τους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θα πρέπει να αποφεύγεται οποαδήποτε αναπτυξιακή παρέμβαση.
Η αρχή της αειφορίας που πρέπει να ισχύει και στους τρεις τομείς παραγωγής (δεν πρόκειται μόνον για την προστασία π.χ. ενός δάσους ή ενός άγριου ζώου) δεν είναι έννοια που σχετίζεται μόνον με πολιτικές που αναπτύσσονται μέσα στο σύστημα του οικονομικού φιλελευθερισμού. Μπορεί και πρέπει να ισχύει και σε οποιοδήποτε σοσιαλιστικό πρόγραμμα ανάπτυξης και ανασυγκρότησης, διότι και εκεί μπορεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος του «παραγωγισμού» και της «αναπτυξιομανίας». Αυτή η αρχή, σύμφωνα με τον κλασικό πια ορισμό της επιτροπής Brundtland, σημαίνει γενικά να επιδιώκεις με αναπτυξιακά μέτρα την ικανοποίηση των αναγκών της παρούσας γενεάς, χωρίς όμως να υποθηκεύεις την ικανοποίηση των ίδιων αναγκών των μελλοντικών γενεών. Συνεπώς κάθε είδος ανάπτυξης, που μειώνει σημαντικά το φυσικό, κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο μιας περιοχής ή χώρας, χωρίς πρόβλεψη ανάσχεσης και προγραμματισμένων αντισταθμισμάτων, διαταράσσει σοβαρά την ισορροπία ανθρώπου και φύσης και πρέπει να αποφεύγεται.
* Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι δρ Κοινωνιολογίας, μέλος του Διδακτικού Προσωπικού του Παν/μίου Webster, μέλους της Γραμματείας του Τμήματος Οικολογίας του ΣΥΡΙΖΑ
Από την ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου